του Μιχάλη Γιαννεσκή

Εθνοκάθαρση

Οι Νεότουρκοι που κυβερνούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία πριν και κατά τη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου οργάνωσαν την εθνοκάθαρση της Μικράς Ασίας από τις μειονότητες που ζούσαν εκεί για χιλιετίες: Αρμένιους, Έλληνες και Νεστοριανούς Ασσύριους. Ο κύριος στόχος των Νεότουρκων το 1915-16 ήταν οι Αρμένιοι, των οποίων ο εκτοπισμός και η εξόντωση οργανώθηκαν συστηματικά σε όλη την Μικρά Ασία [1].

Ο Άγγλος ιστορικός Arnold Toynbee περιέγραψε το 1915 – ενόσω η γενοκτονία των Αρμενίων συνεχίζονταν – τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά σε πάνω από 50 τοποθεσίες. Έφηβοι και άνδρες ηλικίας 15-70 ετών οδηγούνταν από τους ντόπιους χωροφύλακες εκτός των πόλεων και χωριών, όπου θανατώνονταν με την βοήθεια ατάκτων ενόπλων. Ο υπόλοιπος πληθυσμός υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει τα σπίτια του και να φύγει από τη Μικρά Ασία.

Αρκετοί από αυτούς πέθαναν καθ’ οδόν από τις κακουχίες, την εξάντληση ή την πείνα. Αν και μερικοί Τούρκοι μουσουλμάνοι βοήθησαν και περιέθαλψαν τους καταδιωκόμενους Αρμένιους, οι μαρτυρίες ανθρωπιάς και αλληλεγγύης ωχριούν μπροστά στην βαναυσότητα που υπέστησαν οι περισσότεροι Αρμένιοι. Μια από τις πιο συγκλονιστικές μαρτυρίες αφορά 16 κοπέλες που βασανίστηκαν και μετά καρφώθηκαν γυμνές  πάνω σε σταυρούς ενόσω ήταν ακόμα ζωντανές, κοντά στην πόλη Μαλατεία (εδώ, σελ. 107).

Ο αριθμός των Αρμενίων που σφαγιάστηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες έχει υπολογιστεί σε τουλάχιστον ένα εκατομμύριο. Πολλοί σκοτώθηκαν στη Μικρά Ασία πριν από τον εκτοπισμό των υπολοίπων. Από αυτούς που εκτοπίστηκαν, μόνο 200-240 χιλιάδες επέζησαν  τις κακουχίες, την πείνα και το δεύτερο κύμα σφαγών που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1916 (εδώ, σελ. 258).

Προσφυγιά και εξισλαμισμός

Όσοι Αρμένιοι κατάφεραν να επιζήσουν, κατάληξαν πρόσφυγες σε γειτονικές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως στη Συρία, στον Λίβανο και στο Ιράκ. Σε πόλεις όπως το Χαλέπι, όπου πριν από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο ζούσαν μόνο 300 οικογένειες Αρμενίων, ο Αρμενικός πληθυσμός αυξήθηκε ραγδαία.

Πολλά από τα παιδιά που επέζησαν εξισλαμίστηκαν υπό απάνθρωπες συνθήκες σε διάφορα ιδρύματα. Για παράδειγμα, μετά το τέλος του πολέμου αποκαλύφθηκε ότι από τα 1000 παιδιά που εξισλαμίζονταν σε ένα ορφανοτροφείο της Βηρυτού, το 1/3 πέθανε από τις κακουχίες και την πείνα. Τα παιδιά τιμωρούνταν για το παραμικρό, και ιδιαίτερα αυστηρά εάν χρησιμοποιούσαν τη μητρική τους γλώσσα.

Ωστόσο, παρά τις πολυάριθμες μαρτυρίες επιζώντων, ξένων παρατηρητών, αλλά και Τούρκων μουσουλμάνων, οι τουρκικές αρχές παραδέχθηκαν τις θηριωδίες μόνο για ένα μικρό διάστημα μέχρι την τελική νίκη και επικράτηση του Κεμάλ. Ο ενορχηστρωτής μιας άλλης γενοκτονίας εξήγησε τη σχέση ενός «νικητή» με την αλήθεια.

Ποιος μιλάει σήμερα για την εξόντωση των Αρμενίων;

Αυτή ήταν η ρητορική ερώτηση που έκανε ο Χίτλερ σε μυστική ομιλία του στους στρατηγούς της Βέρμαχτ στο Obersalzberg τον Αύγουστο του 1939, παροτρύνοντας τους να επιτεθούν βάναυσα στην Πολωνία, γιατί δεν θα υφίσταντο συνέπειες για τις κτηνωδίες που τους διέταζε να διαπράξουν: «Ο νικητής δεν θα ερωτηθεί μετέπειτα εάν είπε την αλήθεια ή όχι. … Δράστε βάναυσα. … Καταδιώξτε μέχρι ολικής εξόντωσης» [2]. Όταν ο Χίτλερ έλεγε αυτά τα λόγια ήταν σίγουρος για τη νίκη της Γερμανίας, ήξερε το κοινό υπόβαθρο του τουρκικού και του πρωσικού μιλιταρισμού [3] και ότι οι πρωτεργάτες της γενοκτονίας των Αρμενίων δεν τιμωρήθηκαν.

Ωστόσο, μερικοί από τους πρωτεργάτες – στελέχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του κινήματος των Νεοτούρκων – δολοφονήθηκαν από Αρμένιους στην «Επιχείρηση Νέμεση» το 1921-22: ο Ταλαάτ Πασά (Μεγάλος Βεζίρης/πρωθυπουργός 1917-1918 και υπουργός εσωτερικών 1909-1912 και 1913-1915) στο Βερολίνο, ο Σαίντ Χαλίμ Πασά (Μεγάλος Βεζίρης 1913-1917) στη Ρώμη, ο Τζεμάλ Πασά στην Τιφλίδα, και τουλάχιστον 7 άλλοι. Ο Ταλαάτ και ο Τζεμάλ ήταν μέλη της τριανδρίας που διοικούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία τα χρόνια της γενοκτονίας των Αρμενίων.

Όταν οι Τούρκοι ηγέτες παραδέχονταν τις θηριωδίες

Ο Ταλαάτ ανέφερε σε έγγραφο του 1915 ότι «το Αρμενικό ζήτημα στις Ανατολικές Επαρχίες έχει επιλυθεί. Δεν υπάρχει ανάγκη να κηλιδωθεί το έθνος και η κυβέρνηση με περαιτέρω θηριωδίες» (εδώ, σελ. 205). Ο Ταλαάτ προσπαθούσε να καλύψει τον εαυτό του: παραδέχονταν μεν ότι θηριωδίες είχαν διαπραχθεί, αλλά απέδιδε την ευθύνη στους τοπικούς διοικητές. Ωστόσο η ενοχή του Ταλαάτ και των κεντρικών αρχών αποκαλύπτεται από τα τηλεγραφήματα τους προς τις τοπικές διοικήσεις, με τα οποία έδιναν εντολές όχι μόνο για τη μεταχείριση των Αρμενίων, αλλά και για την καταστροφή των τηλεγραφημάτων μετά από την κοινοποίηση τους στις αρμόδιες αρχές.

Σε ομιλία του στην τουρκική βουλή το 1920, ο Κεμάλ αμφισβήτησε ότι γίνονταν σφαγές στην Τουρκία εκείνη την εποχή, αλλά αναφέρθηκε στην «επαίσχυντη πράξη» που είχε συμβεί στο παρελθόν. Επιπλέον, ο Κεμάλ χαρακτήρισε σε συνέντευξη του που δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα των ΗΠΑ το 1926 τους υπεύθυνους για τη γενοκτονία ως: «αυτά τα απομεινάρια από το πρώην κόμμα των Νεότουρκων, τα οποία θα έπρεπε να απολογηθούν για τα εκατομμύρια των υπηκόων μας που ξεριζώθηκαν μαζικά από τα σπίτια τους και σφαγιάστηκαν» [4]. Με τις παραπάνω δηλώσεις, ο Κεμάλ αφενός προσπαθούσε να καταπραΰνει τη διεθνή κατακραυγή για τις σφαγές και αφετέρου να καταλογίσει την ευθύνη στους πολιτικούς αντίπαλους του μετά το τέλος του πολέμου, καθότι ο ίδιος δεν είχε άμεση ανάμειξη στη γενοκτονία – κατά τη διάρκειά της διοικούσε στρατιωτικές μονάδες που πολεμούσαν στην Καλλίπολη και αλλού.

Οι τουρκικές αρχές προσπάθησαν αργότερα να δώσουν διαφορετική ερμηνεία στα λόγια του Κεμάλ. Ισχυρίστηκαν ότι η «επαίσχυντη πράξη» δεν αναφερόταν στις «αρμενικές μετεγκαταστάσεις του 1915», αλλά στους ισχυρισμούς των δυτικών δυνάμεων σχετικά με αυτές. Επίσης προσπάθησαν να υποβιβάσουν τη σημασία της γενοκτονίας, και έλαβαν συστηματικά μέτρα για να εξαλείψουν κάθε ίχνος της παρουσίας των Αρμενίων και να αμφισβητήσουν την ιστορία τους και τα δικαιώματά τους στην περιοχή, και τον αριθμό των θυμάτων.

Εξαλείφοντας τα ίχνη ενός λαού

Η εξάλειψη της αρμενικής παρουσίας στη Μικρά Ασία επιτεύχθηκε με διάφορους τρόπους. Η UNESCO υπολόγισε ότι μέχρι το 1974 τα περισσότερα αρμενικά μνημεία στη Μικρά Ασία είχαν ήδη εξαφανιστεί. Στο Γκαζιαντέπ της νοτιοανατολικής Τουρκίας, το υπέροχο «Τζαμί της Απελευθέρωσης» ήταν κάποτε αρμενική μητρόπολη, γεγονός που δεν αναφέρεται σε κανένα τουριστικό οδηγό. Ο Γάλλος ιστορικός της τέχνης J.M. Thierry συνελήφθη το 1975 από την αστυνομία, ενόσω σχεδίαζε το πλάνο μιας Αρμενικής εκκλησίας κοντά στην πόλη Βαν της ανατολικής Τουρκίας, ανακρίθηκε για 3 μερόνυχτα και μετέπειτα καταδικάστηκε (ερήμην, καθότι είχε διαφύγει εν τω μεταξύ) σε 3 μήνες καταναγκαστική εργασία.

Ο Σκοτσέζος περιηγητής William Dalrymple περιγράφει στο βιβλίο του «Από το Άγιον Όρος» περιπτώσεις Αρμενικών μνημείων, κτιρίων, και τάφων στην Τουρκία που επισκέφθηκε το 1986, αλλά είχαν καταστραφεί όταν ξαναγύρισε το 1987. Ο Dalrymple εξιστορεί επίσης μαρτυρίες κατοίκων του χωριού Μαιντανλάρ στην βορειοανατολική Τουρκία: κυβερνητικοί υπάλληλοι που έψαχναν για κατάλοιπα αρμενικών κτιρίων είχαν επισκεφθεί το χωριό, ρώτησαν τους χωρικούς εάν υπήρχαν «αρχαιότητες» στην περιοχή, και όταν τις εντόπισαν, τις κατέστρεψαν και μάζεψαν τα κομματιασμένα ερείπια για να εξαφανίσουν τα ίχνη τους.

Ξαναγράφοντας την ιστορία

Οι προσπάθειες των τουρκικών αρχών να υποβαθμίσουν τη σημασία της γενοκτονίας των Αρμενίων αντικατοπτρίζονται σε μια δημοσίευση του  Κέντρου Στρατηγικών Σπουδών στην Άγκυρα, που περιλαμβάνει τους εξής ισχυρισμούς: ο αριθμός των θυμάτων δεν ξεπέρασε τις 300.000 [5], οι Αρμένιοι είχαν κατακτηθεί προηγουμένως από άλλους λαούς και συνεπώς οι Οθωμανοί κατέκτησαν τη γη αυτών των λαών και όχι των Αρμενίων, και μόνο «μερικές ζωές» χάθηκαν από τους Αρμένιους που εκτοπίστηκαν [6].

Γιατί όμως τα γεγονότα και στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί σε πολλές χώρες για τη γενοκτονία είναι τόσο διαφορετικά από τα παραπάνω; Η απάντηση του τουρκικού κράτους συνοψίζεται σε ένα βιβλίο του υπουργείου παιδείας της Τουρκίας: «Αυτές οι χώρες δεν ανέχονται μια ισχυρή Τουρκία … και σκαρφίζονται λόγους για να αποτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο» (εδώ, σελ. 7). Βέβαια πολλά κράτη δεν έχουν αναγνωρίσει τη γενοκτονία επίσημα ή έχουν υποβιβάσει τη σημασία της, για να αποφύγουν προστριβές με την Τουρκία.

Η αλληλεγγύη των Τούρκων προοδευτικών

Πολλοί προοδευτικοί Τούρκοι έχουν αντισταθεί σθεναρά στην κρατική προπαγάνδα για τη γενοκτονία και έχουν παρασταθεί στους Αρμένιους, παρά τους ολοένα μεγαλύτερους κινδύνους τους οποίους αντιμετωπίζουν λόγω του αχαλίνωτου εθνικισμού που υποκινεί ο Ερντογάν.  Η διαδικτυακή καμπάνια «Απολογούμαι» από 250 Τούρκους διανοούμενους έχει μαζέψει χιλιάδες υπογραφές, ανάμεσά τους και του νομπελίστα συγγραφέα Ορχάν Παμούκ.

Στην καμπάνια δεν χρησιμοποιείται ο όρος «γενοκτονία», μάλλον για να μην προκληθούν αντιδράσεις από εθνικιστές, των οποίων η βία δεν έχει όρια. Ο αρμενικής καταγωγής εκδότης Χραντ Ντινκ, ο οποίος είχε αναφερθεί εκτενώς στη γενοκτονία, δολοφονήθηκε το 2007 στην Κωνσταντινούπολη από έναν Τούρκο εθνικιστή. Στην κηδεία του παρευρέθηκαν δεκάδες χιλιάδες, κρατώντας πλακάτ που έγραφαν «Είμαστε Όλοι Αρμένιοι».

Ένδειξη ισχύος ή ανασφάλειας οι εθνικιστικές κορώνες;

Διάφορες μελέτες, όπως αυτές της Fatma Ulgen και  του  Donald Bloxham, έχουν αναλύσει εκτενώς την τουρκική ιστοριογραφία για τη γενοκτονία. Η Ulgen εξηγεί πως η «τουρκότητα», η οποία χρησιμοποιήθηκε από τις Κεμαλικές ελίτ για τη δημιουργία εθνικής ταυτότητας μετά την Οθωμανική εποχή, στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στη δικαιολόγηση της γενοκτονίας του 1915-16.

Κάθε αναφορά στη γενοκτονία, στην βία κατά των μειονοτήτων και στη μακροχρόνια ιστορία τους στη Μικρά Ασία αποτελεί ταμπού για το τουρκικό κράτος, γιατί αμφισβητεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της δημιουργίας του. Η άρνηση των τουρκικών αρχών να αναγνωρίσουν την πραγματική υφή των γεγονότων του 1915-16 παρότι έχουν περάσει 100 χρόνια, όπως και οι πρόσφατες απειλές του Ερντογάν προς τους Ευρωπαίους, δεν αποτελούν ένδειξη ισχύος, αλλά ανασφάλειας.

Η αναγνώριση της γενοκτονίας αφορά και εμάς

Ο Bloxham τονίζει ότι η ιστορία της γενοκτονίας δεν μπορεί να κατανοηθεί πλήρως χωρίς να ληφθούν υπόψη οι πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των ιδιοτελών πολιτικών των Ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των στόχων ορισμένων Αρμενίων εθνικιστών εντός και εκτός της οθωμανικής επικράτειας. Και συμπεραίνει ότι ένας γειτονικός λαός της Τουρκίας σαν τον Αρμενικό δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής στις σχέσεις του με το τουρκικό κράτος ενόσω αυτό εξακολουθεί να δικαιολογεί το πογκρόμ του 1915-16.

Ωστόσο, η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν αφορά αποκλειστικά τους Αρμένιους, αλλά όλους τους λαούς της περιοχής που υπέστησαν παρόμοιους διωγμούς, όπως οι Πόντιοι, ο υπόλοιπος ελληνόφωνος πληθυσμός της Μικράς Ασίας, και οι Ασσύριοι. Όπως έχει σχολιάσει ο Thomas Bürgenthal, πρώην μέλος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, «όταν σκοτώνεις ένα λαό και μετά προσποιείσαι ότι η γενοκτονία του δεν συνέβη ποτέ, είναι σαν να τον σκοτώνεις ξανά». Ενόσω η γενοκτονία επαναλαμβάνεται καθημερινά στο επίπεδο της μνήμης, είμαστε όλοι Αρμένιοι.

Σημειώσεις

[1] Η Οθωμανική ηγεσία στοχοποίησε τότε τους Αρμένιους, θεωρώντας τους συνεργάτες της Ρωσίας. Μετά το πογκρόμ των ελληνόφωνων κατοίκων της Φώκαιας το 1914, οι Οθωμανοί καταδίωκαν κυρίως τους Αρμένιους ενόσω η Ελλάδα παρέμενε ουδέτερη στην αρχή του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κωνσταντίνος κρατούσε φιλογερμανική στάση και ο Βενιζέλος απειλούσε με αντίποινα κατά των μουσουλμανικών κοινοτήτων στην Ελλάδα.
[2] Το μέρος της ομιλίας του Χίτλερ που συμπεριλήφθηκε στα στοιχεία που κατατέθηκαν στις δίκες της Νυρεμβέργης (εδώ, σελ. 283) δεν περιλαμβάνει την αναφορά του στη γενοκτονία των Αρμενίων, η οποία υπάρχει στο σχετικό έγγραφο L-3.
[3] Όπως είχε γράψει σχετικά ο Ρόζα Λούξεμπουργκ το 1915: «ο τουρκικός μιλιταρισμός εξαρτάτο εντελώς από τον πρωσικό μιλιταρισμό …. η ‘αναγέννηση’ της Τουρκίας είναι μια εντελώς τεχνητή προσπάθεια γαλβανισμού ενός πτώματος …».
[4] Η εν λόγω συνέντευξη του Ατατούρκ έχει αναφερθεί ακόμα και σχετικά πρόσφατα στην εφημερίδα Hurriyet, χωρίς το τμήμα που αφορά τη γενοκτονία, αλλά Τούρκοι εθνικιστές αμφισβητούν την αυθεντικότητα της συνέντευξης.
[5] Ο υπουργός εσωτερικών Τζεμάλ που δήλωσε δημόσια το 1918 μετά την ήττα των Οθωμανών ότι 800.000 Αρμένιοι είχαν πεθάνει, χαρακτηρίστηκε «αξιοπεριφρόνητος» από άλλους Τούρκους ηγέτες. Ο Ατατούρκ ανέφερε τον ίδιο αριθμό θυμάτων σε αξιωματικό των ΗΠΑ (βλέπε εδώ).
[6] Σύμφωνα με την εν λόγω δημοσίευση 700.000 Αρμένιοι εκτοπίστηκαν, ενώ τα αρχεία του Ταλαάτ Πασά υποδεικνύουν 1,2 εκατομμύρια και μόνο οι νεκροί σύμφωνα με τον Τζεμάλ ήταν 800.000.