του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
O Λάι Τσινγκ-τε, γνωστός ως «Γουίλιαμ Λάι», με σπουδές στο Χάρβαρντ, εξελέγη στις 13 Ιανουαρίου 2024 πρόεδρος της Ταϊβάν με περισσότερο από το 40% των ψήφων, σηματοδοτώντας την πρώτη φορά που ένα πολιτικό κόμμα κέρδισε τρεις συνεχόμενες προεδρικές θητείες. Ο «Γουίλιαμ Λάι» θεωρείται σκληρός «βαθυπράσινος», όπως αποκαλούνται οι υποστηρικτές της απόσχισης της Ταϊβαν. Η Ταϊβάν έχει ένα ντε φάκτο αυτονομίας, το οποίο έχει διακηρύξει μονομερώς από το 1949. Η «ανεξαρτησία» της Ταϊβάν δεν αναγνωρίζεται από τη συντριπτική πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας, με εξαίρεση 13 μόλις κράτη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, παρά την υποστήριξή τους, δεν αναγνωρίζουν επίσημα την «ανεξαρτησία» της Ταϊβάν, καθώς κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πλήρη κατάρρευση των διπλώματικών σχέσεων με το Πεκίνο, που θεωρεί την αρχή της μίας Κίνας ως προϋπόθεση για κάθε διακρατική σχέση. Γι’ αυτό προεκλογικά ο «Γουίλιαμ Λάι» βάδισε σε λεπτές ισορροπίες εντός των γραμμών του «ταϊβανέζικου εθνικισμού», ισχυριζόμενος ότι δεν υπήρχε ανάγκη να ανακηρύξει την απόσχιση, καθώς «η Ταϊβάν είναι ήδη μια κυρίαρχη, ανεξάρτητη χώρα που ονομάζεται “Δημοκρατία της Κίνας”», ενώ την ίδια στιγμή υποστηρίζει την ενίσχυση των σχέσεων της Ταϊβάν με τις ΗΠΑ κι άλλες «φιλελεύθερες δημοκρατίες».
Η παρουσία ξένων αντιπροσωπειών στην ορκωμοσία πυροδοτεί ένταση με το «καλημέρα»
Η παρουσία αντιπροσώπων από τις ΗΠΑ, καθώς και η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, στην ορκομωσία τη Δευτέρα, έκαναν τις αναφορές του «Γουίλιαμ Λάι» για «διάλογο και ειρήνη» σε όλη την περιοχή, να ακούγονται κούφια λόγια για το Πεκίνο. Πόσω μάλλον όταν η Γερουσία των Ηνωμένων Πολιτειών ψήφισε πρόσφατα τη χορήγηση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Ουκρανία, το Ισραήλ και την Ταϊβάν, με ένα άρθρο του BBC να σχολίαζει πως «για πρώτη φορά σε περισσότερα από 40 χρόνια, η ΗΠΑ χρησιμοποιούν χρήματα των πολιτών τους για να στείλουν όπλα σε ένα μέρος που επίσημα δεν αναγνωρίζουν». Άλλωστε, οι πιο πολεμοκάπηλες φωνές στην Ουάσιγκτον, όπως το Ινστιτούτο Ραντ ισχυρίζονται (όχι, βέβαια, χωρίς σοβαρές ενστάσεις από ανάλογα πολεμικά ινστιτούτα) ότι είναι εφικτός ένας ταυτόχρονος πόλεμος κατά της Κίνας και της Ρωσίας (αν όχι και κατά του Ιράν) – ένας πόλεμος που μέχρι στιγμής πραγματοποιείται δι΄ αντιπροσώπων σε Ουκρανία και Παλαιστίνη, ενώ κατά της Κίνας λαμβάνει τον χαρακτήρα ενός νέου οικονομικού «ψυχρού πολέμου». Είναι χαρακτηριστικό, πως το ίδιο νομοσχέδιο που υπερψήφισε η Γερουσία των ΗΠΑ, περιλαμβάνει την απαγόρευση της κινεζικής πλατφόρμας «TikTok» για λόγους «εθνικής ασφαλείας».
Η Κίνα απάντησε με μέτρα κατά 12 αμερικανικών εταιρειών κατασκευής αμυντικού υλικού και 10 στελέχη τους, βάσει του «νόμου κατά των ξένων κυρώσεων» της Κίνας, Πρόκειται για τις Lockheed Martin, Raytheon, General Dynamics και άλλων εταιρειών, καθώς ανώτερα στελέχη της Northrop Grumman Corporation και της General Dynamics, κάποιες από τις οποίες είναι στο στόχαστρο των φοιτητικών καταλήψεων για τη συνεργασία τους με τη σιωνιστική οντότητα.
Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι προέτρεψε τις Ηνωμένες Πολιτείες να τηρήσουν ειλικρινά τις δεσμεύσεις τους να μην χρησιμοποιούν την Ταϊβάν ως εργαλείο για τον περιορισμό της Κίνας και να σταματήσουν να καταργούν την αρχή της μίας Κίνας. Ο Γουάνγκ Γουένμπιν, εκπρόσωπος τύπου του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών και μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τα «συγχαρητήρια» του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, προειδοποίησε ότι αυτό που έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες παραβιάζει σοβαρά την αρχή της μίας Κίνας και τα τρία κοινά ανακοινωθέντα Κίνας-ΗΠΑ, καθώς και την πολιτική τους δέσμευση να διατηρούν μόνο πολιτιστικές, εμπορικές και άλλες ανεπίσημες σχέσεις με την περιοχή της Ταϊβάν. «Υπάρχει μόνο μία Κίνα στον κόσμο. Η Ταϊβάν είναι αναφαίρετο μέρος της επικράτειας της Κίνας. Το ζήτημα της Ταϊβάν βρίσκεται στον πυρήνα των βασικών συμφερόντων της Κίνας και είναι η πρώτη κόκκινη γραμμή που δεν πρέπει να ξεπεραστεί στις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ» τόνισε.
Στη συνέχεια, η Κίνα διαμαρτυρήθηκε και μέσω των πρεσβειών της στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα για την αποστολή αντιπροσωπειών εκ μέρους τους. Η Νότια Κορέα εκλήθη από τους Κινέζους «να σταματήσει την προκλητική πολιτική εκμετάλλευση», ενώ νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα ο εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης είχε χαρακτηρίσει την Ταϊβάν «εξαιρετικά σημαντικό εταίρο και φίλο της Ιαπωνίας».
Πεκίνο: «Η Ταϊβάν αποτελεί αναφαίρετο τμήμα της επικράτειας της Κίνας»
Στο πλαίσιο των κινεζικών αντιδράσεων σε διεθνές επίπεδο, η πρεσβεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) στην Ελλάδα γνωστοποίησε στον ελληνικό λαό τη θέση της χώρας στο ζήτημα της Ταϊβάν, υπενθυμίζοντας τον αμοιβαίο σεβασμό των δύο χωρών σε ζητήματα κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας, όπως έχει καταγραφεί επανειλημμένα σε διμερή έγγραφα. Μεταξύ άλλων, τονίζει πως «η Κίνα δεν αναγνωρίζει και δεν πρόκειται να αναγνωρίσει τη Βόρεια Κύπρο ως ανεξάρτητη χώρα και δεν υποστηρίζει τη Βόρεια Κύπρο να συμμετέχει σε διεθνείς δραστηριότητες ως τέτοια».
Στην ίδια ανακοίνωση, απαντάει στις αναφορές δυτικών κρατών ότι «η χρήση βίας για την αλλαγή του status quo στο στενό της Ταϊβάν είναι απαράδεκτη», λέγοντας ότι η παραπάνω λογική συγχέει την αιτία και το αποτέλεσμά της. Αιτία, όπως αναφέρει, είναι ο αυτονομισμός του «Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος» (DPP) και οι χώρες που τον υποθάλπτουν, τις οποίες κατηγορεί ότι προωθούν την «αποσινοποίηση» και την «σταδιακή ανεξαρτησία», «εξαπατούν το λαό της Ταϊβάν, υποκινούν την εχθρότητα κατά της ηπειρωτικής χώρας και παρεμποδίζουν και υπονομεύουν τις ανταλλαγές μεταξύ των δύο πλευρών, τη συνεργασία και την ολοκληρωμένη ανάπτυξη».
Υπενθυμίζει ότι «η Ταϊβάν αποτελεί αναφαίρετο τμήμα της επικράτειας της Κίνας από την αρχαιότητα» και ότι «η επιστροφή της Ταϊβάν στην Κίνα αποτελεί σημαντικό μέρος της διεθνούς τάξης που δημιουργήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία έχει στέρεη βάση στο διεθνές δίκαιο», όπως καταγράφεται στις διακηρύξεις του Καΐρου και του Πότσνταμ, που «επιβεβαιώνουν την κυριαρχία της Κίνας στη Ταϊβάν». Μάλιστα, καταγγέλλει πως οι αυτονομιστικές αρχές της Ταϊβάν, οι ΗΠΑ και μερικές χώρες έχουν παρερμηνεύσει και παραβιάσει το ψήφισμα 2758 που εγκρίθηκε στην 26η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το 1971 το ψήφισμα 2758, καθώς προβάλλουν τον ψευδή ισχυρισμό ότι «το καθεστώς της Ταϊβάν δεν έχει ακόμη καθοριστεί», παρότι αυτό ήταν που καθόρισε ότι η Κίνα έχει μία και μόνη έδρα στον ΟΗΕ, επιβεβαιώνοντας την αρχή της μίας Κίνας, στη βάση της οποίας 183 χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) έχουν συνάψει διπλωματικές σχέσεις με τη ΛΔΚ. Θυμίζει ότι στις επίσημες νομικές γνωμοδοτήσεις του Γραφείου Νομικών Υποθέσεων της Γραμματείας του ΟΗΕ αναφέρεται σαφώς ότι «τα Ηνωμένα Έθνη θεωρούν την “Ταϊβάν” ως επαρχία της Κίνας χωρίς ξεχωριστό καθεστώς» και ότι οι «”αρχές” στην “Ταϊπέι” δεν θεωρείται ότι… απολαμβάνουν οποιασδήποτε μορφής κυβερνητικό καθεστώς».
Καταλήγει, πως οι ΗΠΑ έχουν ιστορικό να διαστρεβλώνουν και να παρερμηνεύουν την ιστορία, αναφέροντας για παράδειγμα το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο, που εξισώνει τον αντισημιτισμό με τον αντισιωνισμό, το οποίο ψηφίστηκε στις 1ης Μαΐου 2023 από τη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ.