του Θάνου Καμήλαλη
Η ψήφιση του νέου Μνημονίου (μπορούμε να το ονομάσουμε και «συμφωνία» ,«Μεσοπρόθεσμο» ή «ουράνιο τόξο», δεν έχει σημασία) είναι το τέλος μιας προδιαγεγραμμένης πορείας, που επίσημα ονομάζεται «διαπραγμάτευση» και χαρακτηρίζει όλη την περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. «Διαπραγμάτευση», με έναν ρεαλιστικό ορισμό, είναι το διάστημα που απαιτείται μέχρι η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να υποχωρήσει σε ικανοποιητικό για τους δανειστές βαθμό, προκειμένου να ολοκληρωθεί μία πράξη του δράματος. Το διάστημα αυτό συνοδεύεται από έναν συνεχή εμπαιγμό: Το «ούτε ένα ευρώ νέα μέτρα» που λίγους μήνες μετά γίνεται 4,9 δις μέτρα, που θα εφαρμοστούν το 2018-2021 από μία κυβέρνηση που εκλέχθηκε με άλλο πρόγραμμα το 2015. Τη δέσμευση ότι «το ασφαλιστικό έχει κλείσει» που μετατρέπεται σε 1,8 δις νέες περικοπές στις συντάξεις, την 23η μείωση τους στα χρόνια της κρίσης. Την καταγγελία ότι τα μέτρα για το 2019 είναι «αντιδημοκρατικά» που ακολουθείται από την ψήφιση τους, με έναν νόμο και πολλά άρθρα.
Αλλά ας ιχνηλατήσουμε αυτήν την πορεία σχεδόν από την αρχή. Το τρίτο Μνημόνιο, που αποδέχτηκε η Ελλάδα το καλοκαίρι του 2015, φάνηκε γρήγορα ότι έκρυβε ένα μεγάλο ερωτηματικό: Τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που μολονότι δέχτηκε να συμμετέχει στο πρόγραμμα ως «τεχνικός σύμβουλος» και με χρηματοδότηση ενός μέρους του δανείου, έθετε όρους που έρχονταν σε σύγκρουση με όσα επιθυμούσε η γερμανική κυβέρνηση. Η διαφωνία ΔΝΤ – Γερμανίας σε χρέος και πλεονάσματα δημιούργησε έναν «γόρδιο δεσμό» που κυριάρχησε στις διαπραγματεύσεις για περίπου δύο χρόνια. Μέσα στις αέναες και ατέρμονες συζητήσεις που ακολούθησαν, η ιδέα ενός νέου μνημονίου, που θα διασφαλίσει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αποτελεί σιγά σιγά κοινό μυστικό. Γίνεται πρώτη φορά γνωστή όταν ο Πολ Τόμσεν συνομιλεί με την Ντέλια Βελκουλέσκου και αναφέρεται σε ένα σχέδιο για «παράλληλο μνημόνιο», στη συζήτηση που διέρρευσε το Wikileaks τον Απρίλιο του 2016.
Από τότε, αργά και βασανιστικά, τα κομμάτια του παζλ μπαίνουν στη θέση τους. Ευρωπαίοι και ΔΝΤ εμφανίζονται αμετακίνητοι και η Ελλάδα, παγιδευμένη μεταξύ Σκύλας και Χάρυβδης, ιδεοληπτικά προσηλωμένη στο «ναι σε όλα», απλά παρακολουθεί. Τα συνεχή Eurogroup σταδιακά παράγουν τον χάρτη για την επιτροπεία μετα το τρίτο μνημόνιο, μιλώντας για πλεονάσματα 3,5% για «μεσοπρόθεσμο διάστημα» (η κυβέρνηση αρνείται πρόσκαιρα ότι το αποδέχτηκε, κάτι που δεν έχει καμία σημασία). Τα στελέχη του ΔΝΤ Τόμσεν και Ομπστφελντ δημοσιεύουν ένα άρθρο, υποστηρίζοντας ότι «το ΔΝΤ δεν ζητάει επιπλέον λιτότητα», αλλά γράφοντας ότι για πλεονάσματα 3,5% απαιτούνται περικοπές συντάξεων και αφορολόγητου, 4,6 δις. Λίγους μήνες μετά, η κυβέρνηση νομοθετεί ακριβώς αυτό.
Το γιατί η νέα μείωση συντάξεων και αφορολογήτου θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία το έχει εξηγήσει ένας γνωστός οικονομολόγος:
Όταν περίπου το 45% των συνταξιούχων έχουν μηνιαίες αποδοχές κάτω από το όριο της φτώχειας των € 665, και σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού, έχουν χαρακτηριστεί ότι κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι δυνατόν το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα να είναι ότι οι συντάξεις και το αφορολόγητο όριο είναι πολύ γενναιόδωρα; Την ίδια στιγμή, ο μόνος λόγος για τον οποίο περισσότεροι άνθρωποι απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου εισοδήματος είναι ότι λιγότεροι άνθρωποι έχουν αξιοπρεπή εισοδήματα. Έτσι, το ΔΝΤ, το οποίο υποτίθεται ότι επανεξετάζει τη σχέση μεταξύ της ανάπτυξης και της ανισότητας -και δικαίως τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς- φαίνεται να αγνοεί ότι η περαιτέρω μείωση των συντάξεων και η αύξηση του αφορολόγητου ορίου δεν μπορεί παρά να αυξήσουν τόσο την ανισότητα όσο και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όμως, τουλάχιστον τότε… οι αριθμοί θα βγαίνουν.
Ο οικονομολόγος λέγεται Ευκλείδης Τσακαλώτος και το παραπάνω απόσπασμα είναι από δηλώσεις του στον Guardian στις 13 Δεκεμβρίου του 2016, μία μέρα δηλαδή μετά το άρθρο των στελεχών του ΔΝΤ.
Η κυβέρνηση λοιπόν, όσο και να το αρνείται μετά μανίας, δεν κέρδισε τίποτα. Το νομοσχέδιο που συζητείται αυτήν την στιγμή στη Βουλή περιέχει, εκτός των μειώσεων στις συντάξεις και το αφορολόγητο, νέα μείωση των προνοιακών επιδομάτων για να καλυφθεί το «κενό» του 2018, αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών από το 2018 για τους ελεύθερους επαγγελματίες, περικοπές στα ειδικά μισθολόγια, επιτάχυνση των κατασχέσεων τραπεζικών λογαριασμών, ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς κατοικιών και ένα νέο κύμα εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει με διάφορους τρόπους το ρεύμα (ΔΕΗ), το νερό (ΕΥΔΑΠ – ΕΥΑΘ), τα περιφερειακά αεροδρόμια και λιμάνια που δεν έχουν πωληθεί ακόμα και πολλά ακόμα «ασημικά». Σε όλα αυτά, η κυβέρνηση αντιπαραθέτει το επιχείρημα των «αντίμετρων», ίσως ένα από τα μεγαλύτερα και πιο εξοργιστικά ψέματα που έχουν ειπωθεί ποτέ κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης, ανάλογο του μύθου του «email Χαρδούβελη», που αν περνούσε θα είχε σώσει τη χώρα.
«Μα, θα πάρουμε αντίμετρα»
Τα «αντίμετρα» είναι μία διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ένας συνεχής παραλογισμός, μία συζήτηση που καταντάει εξοργιστική όταν γίνεται η σύγκριση της με τα επίσημα κείμενα. Η κυβέρνηση υποστηρίζει εδώ και μήνες ότι «για κάθε ένα ευρώ μέτρα, θα υπάρχει ένα ευρώ αντίμετρα». Ήταν από την αρχή σαφές ότι κάτι τέτοιο δεν ίσχυε, αφού τα αντίμετρα θα ήταν υπό αίρεση, κάτι που φάνηκε και στο επίσημο κείμενο του μνημονίου, αλλά και στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίζεται σήμερα στη Βουλή. Το άρθρο 15 του πολυνομοσχεδίου είναι ξεκάθαρο:
Οι διατάξεις των άρθρων […] τίθενται σε εφαρμογή υπό την προϋπόθεση και στο βαθμό που, σύμφωνα με εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τις Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, δεν προκαλείται απόκλιση από τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, όπως αυτοί καθορίζοντα στο ως άνω πρόγραμμα»
Με απλά λόγια, όλα θα εξαρτηθούν από την τελική αξιολόγηση του τρίτου μνημονίου, το 2018. Για να ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα, θα πρέπει οι δανειστές να αναγνωρίσουν ότι η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει το τρίτο μνημόνιο και να προβλέψουν ότι θα υπερβεί τους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2019 κι έπειτα. Η λεπτομέρεια επίσης κρύβεται στην έκφραση «στο βαθμό που».
Στο επίσημο κείμενο του μνημονίου, η αναφορά είναι πιο συγκεκριμένη και γίνεται λόγος για «αναπροσαρμογή στον επιτρεπόμενο βαθμό». Δηλαδή, αν το ΔΝΤ (με τις γνωστές απαισιόδοξες εκτιμήσεις) προβλέψει πλεόνασμα 3,9% το 2019, αυτό θα σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα μπορεί να μοιράσει το επιπλέον πλεόνασμα του 0,4% υλοποιώντας κάποιο από τα «αντίμετρα» που έχει συμπεριλάβει κατά συρροή στο νέο μνημόνιο. Αν όμως το ΔΝΤ εκτιμήσει μικρότερο πλεόνασμα από το 3,5% το 2019, τότε θα ενεργοποιηθεί ένα χρόνο νωρίτερα και η μείωση του αφορολογήτου στα 5.700 ευρώ. Με βάση τα 7 πλέον χρόνια εμπειρίας στις προβλέψεις του ΔΝΤ, ας αναλογιστεί ο καθένας ποιο σενάριο είναι το πιο πιθανό.
Ουσιαστικά λοιπόν τα «αντίμετρα» που με τόσο καμάρι τοποθετούνται στα πρώτα άρθρα του πολυνομοσχεδίου, δεν είναι τίποτα άλλο από την πάγια δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης να μοιράζει ένα μέρος του πλεονάσματος, αν έχει υπερβεί τους στόχους. Το έκανε ο Σαμαράς με το «κοινωνικό μέρισμα» το 2014. Το έκανε και ο Τσίπρας με το επίδομα στους χαμηλοσυνταξιούχους το 2016. Το ότι για πρώτη φορά τα θετικά μέτρα νομοθετούνται προληπτικά εξ αρχής, δεν αλλάζει τίποτα σε αυτό που συνέβαινε εδώ και χρόνια.
Η κυβέρνηση όμως και η βουλευτές της δεν πτοούνται από τέτοιες λεπτομέρειες κι εξάλλου, δεν πρέπει η πραγματικότητα να χαλάει μία όμορφη ιστορία. Αυτήν τη στιγμή στη Βουλή τα «αντίμετρα» μοιράζονται αφειδώς, η Θεανώ Φωτίου για παράδειγμα υποσχέθηκε 2 δισ. το 2019 και 4 δισ. το 2020. Μέσα σε ένα βράδυ, από εκεί που το επιχείρημα ήταν «ένα προς ένα» σε μέτρα – αντίμετρα, το αφήγημα άλλαξε και πλέον τα «αντίμετρα» είναι 7,9 δις θυμίζοντας την κινηματογραφική σκηνή με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον μπακάλη κυρ-Στέφανο. Ο ένας μετά τον άλλον, οι κυβερνητικοί βουλευτές, που εδώ και μήνες ορκίζονταν κατά συρροή ότι δεν θα ψηφίσουν άλλα μέτρα, υπερασπίζονται με πάθος τη νέα «συμφωνία», τον αγώνα που δίνουν, την προσπάθεια διάσωσης της χώρας (επιχείρημα όχι και τόσο πρωτότυπο). Το αν πρόκειται για συλλογικό ψέμα ή συλλογική άγνοια, δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Όπως δεν έχει σημασία ο αυτοπροσδιορισμός, οι λέξεις, οι υποσχέσεις. Σημασία έχουν οι πράξεις, η πολιτική, το «ναι σε όλα»
H κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «δεν πρόκειται για τέταρτο μνημόνιο». Το μνημόνιο, με τη σημασία που έχει για την ελληνική κοινωνία, σημαίνει δημοσιονομικούς στόχους που πρέπει απαραίτητα και αναντίρρητα να ακολουθεί το ελληνικό κράτος, με διαρκή μέτρα λιτότητας για να τους πετύχει. Το ότι το νέο πρόγραμμα δεν συνοδεύεται από δάνειο δεν έχει ουσιαστική σημασία. Υποστηρίζει επίσης ότι «η συμφωνία είναι αρχή εξόδου από τα μνημόνια και την επιτροπεία». Η ίδια «συμφωνία» που προβλέπει επιτροπεία με εξοντωτικά πλεονάσματα τουλάχιστον μέχρι το 2021 χωρίς καμία αναφορά για το επόμενο διάστημα. Υποστηρίζει ότι η συμφωνία θα λύσει το πρόβλημα του χρέους, εκφράζοντας απλά μια αβέβαιη ελπίδα για τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν. Υποστηρίζει ότι πρόκειται για «συμβιβασμό», όταν δέχτηκε κάθε απαίτηση των δανειστών. Υποστηρίζει ότι δεν ακολουθεί το «νεοφιλελεύθερο δόγμα» και το πολεμάει από μέσα (ακολουθώντας το). Υποστηρίζει ότι δεν είναι ίδια με τις προηγούμενες. Η πραγματικότητα για μία ακόμα φορά τη διαψεύδει.
Το νέο πρόγραμμα, εκτείνεται μέχρι το 2021, σηματοδοτώντας 11 χρόνια μνημονίων (στη ουσιαστική τους έννοια) και λιτότητας Σηματοδοτεί επίσης ένα προδιαγεγραμμένο μέλλον για νέους, εργαζόμενους και συνταξιούχους. Μια χώρα – αποικία, στον «αυτόματο πιλότο» , με τα ίδια αποτελέσματα. Μια χώρα που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα λειτουργεί με επιδόματα. Επίδομα φτώχειας, ανεργίας, ζωής. Και το ερώτημα προκύπτει πηγαία; Ως πότε;