Πρόκειται για τη θαλάσσια περιοχή «Ιόνιο», το «μπλοκ 10» (Κυπαρισσιακός κόλπος) και τις θαλάσσιες περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Όπως ανέφερε σε σχετικό ενημερωτικό του σημείωμα του υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πρόκειται για τις περιοχές:
- «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης» οι συμβάσεις για τις οποίες υπεγράφησαν στις 27 Ιουνίου 2019 από τον τότε υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την κοινοπραξία Total, ExxonMobil και Ελληνικά Πετρέλαια.
- «Ιόνιο» στη Δυτική Ελλάδα που παραχωρείται στην κοινοπραξία Repsol-Ελληνικά Πετρέλαια και «Περιοχή 10 Ιόνιο Πέλαγος» (στον κόλπο της Κυπαρισσίας), που παραχωρείται στα ΕΛΠΕ.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ η Ελλάδα έχει σήμερα 9 θαλάσσιες και χερσαίες παραχωρήσεις. Με την κύρωση από τη Βουλή των σημερινών τεσσάρων συμβάσεων, ο συνολικός αριθμός θα ανέλθει σε 13. Αυτή η εξέλιξη, μακροπρόθεσμα, θα ενισχύσει περαιτέρω την ενεργειακή ασφάλεια και τον εφοδιασμό της Ελλάδας καθώς και τη γεωστρατηγική θέση μας ως έναν σημαντικό ενεργειακό κόμβο της Ευρώπης.
Όπως επισημαίνεται στην εισηγητική έκθεση του υπουργείου, η κύρωση των συμβάσεων «αποτελεί ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη για την Ελλάδα καθώς προωθεί τη διαδικασία έρευνας υδρογονανθράκων, ενισχύοντας τις προϋποθέσεις για ουσιαστική συμμετοχή του κλάδου στην ανάπτυξη της οικονομίας, με σεβασμό στο περιβάλλον, ισχυρά οικονομικά αντισταθμιστικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και σημαντικά δημόσια έσοδα για τον κρατικό Προϋπολογισμό».
Ακόμη, το ΥΠΕΝ υποστηρίζει πως «η κύρωση των συμβάσεων ενισχύει περαιτέρω τη θέση της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου», υπογραμμίζονται και τις «πρωτοβουλίες» για την κατασκευή αγωγών διέλευσης φυσικού αερίου (αγωγός ΤΑΡ) αλλά και για την υπογραφή αντίστοιχων συμβάσεων μίσθωσης για τις περιοχές «Κατάκολο», «Ιωάννινα» και «Πατραϊκός Κόλπος (Δυτικά) το 2014 και «Αιτωλοακαρνανία», «Βορειοδυτική Πελοπόννησος», «’Αρτα – Πρέβεζα» και θαλάσσια περιοχή 2 στο Ιόνιο το 2018.
Στην εισηγητική έκθεση γίνεται αναφορά στα «οφέλη του Δημοσίου από τις έρευνες», σε «έσοδα από τη φορολογία των εταιριών, ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών με τον περιφερειακό φόρο, θέσεις εργασίας, απόδειξη της εμπιστοσύνης σημαντικών επενδυτών προς τη χώρα μας, εισαγωγή τεχνογνωσίας».
«Δεδομένου δε, ότι η εξόρυξη υδρογονανθράκων συνδέεται με το έδαφος για τον υποθαλάσσιο όπως η συγκεκριμένη περίπτωση, χώρο της επικρατείας, πρόκειται κατ’ ουσίαν για άσκηση εθνικής κυριαρχίας και εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου επί των πηγών υδρογονανθράκων» σημειώνεται ακόμη.
Σύμφωνα με το υπουργείο, η ερευνητική περίοδος και για τις δύο περιοχές είναι 8 χρόνια και η περίοδος εκμετάλλευσης (στην περίπτωση που ανακαλυφθουν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα), 25 χρόνια. Τα έσοδα του Δημοσίου σε περίπτωση ανακάλυψης υδρογονανθράκων, υπολογίζονται συνολικά σε 40 % του συνολικού οικονομικού οφέλους της επένδυσης, που προκύπτει ως εξής: 20 % φόρος εισοδήματος, συν 5 % περιφερειακός φόρος και το υπόλοιπα προκύπτει από την είσπραξη των δικαιωμάτων (royalties) τα οποία κλιμακώνονται ανάλογα με το μέγεθος της ανακάλυψης. Επιπλέον προβλέπονται στρεμματικές αποζημιώσεις, μπόνους υπογραφής, πρώτης παραγωγής, συμμετοχή των εταιριών στις δαπάνες για υποδομές και εκπαίδευση στελεχών του ΥΠΕΝ και της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων.
«Δύο θέσεις εργασίας για κάθε ευρώ αμοιβής»
Στο ενημερωτικό σημείωμα του υπουργείου που δόθηκε στη δημοσιότητα την Πέμπτη, εκτιμάται πως οι παραπάνω εξελίξεις συνιστούν «ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών», και γίνεται αναφορά σε ποσά που μπορεί να εξασφαλίσει το κράτος από αυτές, ενώ τονίζεται πως σε περίπτωση που οι έρευνες πιστοποιήσουν ότι οι ποσότητες φυσικού αερίου ή αργού πετρελαίου είναι απολήψιμες, αναφέρεται πως οι πρώτες γεωτρήσεις αναμένεται να πραγματοποιηθούν το 2020.
Συγκεκριμένα, το υπουργείο υποστηρίζει πως:
- Για κάθε άμεση θέση εργασίας στον κλάδο των υδρογονανθράκων δημιουργούνται 3 νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης στην ευρύτερη οικονομία σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο,
- Για κάθε ευρώ που θα αμείβονται οι άμεσα εργαζόμενοι στον κλάδο, θα δημιουργούνται άλλες 2 θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους της οικονομίας ενισχύοντας περαιτέρω την απασχόληση με νέες και καλά αμειβόμενες δουλειές.
- Κατά το οκταετές βασικό στάδιο ερευνών, οι εταιρείες-ανάδοχοι καλούνται να επενδύσουν σωρευτικά ποσό της τάξης των 140 εκατ. ευρώ για τη διενέργεια γεωφυσικών ερευνών, τον καθορισμό των πιθανών γεωτρητικών στόχων και τη διενέργεια ερευνητικών γεωτρήσεων.
- Όλες οι συμβάσεις μίσθωσης περιλαμβάνουν αυστηρό πλέγμα διατάξεων που διασφαλίζει ότι η έρευνα και η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα διεξαχθεί με απόλυτο σεβασμό στην προστασία του περιβάλλοντος.
- Προβλέπεται ρητά η λήψη μέτρων επανόρθωσης στα οποία οφείλουν να προβούν οι εταιρείες σε περίπτωση που οι εργασίες που εκτελούν θέτουν σε κίνδυνο φυσικά πρόσωπα ή περιουσίες ή ρυπαίνουν ή βλάπτουν την χλωρίδα, πανίδα και υδρόβια ζωή ή το περιβάλλον.
- Αναφορικά με τον τουρισμό, η εμπειρία από την 40ετή παραγωγή στον κόλπο της Καβάλας (κοίτασμα Πρίνου), περιοχή που γειτνιάζει με τη δημοφιλή Θάσο, δείχνει ότι με την ορθή εφαρμογή των διεθνών καλών πρακτικών και των περιβαλλοντικών προβλέψεων, ο τουρισμός και η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά.
- Η έρευνα για υδρογονάνθρακες, ιδίως όσον αφορά στην ανεύρεση φυσικού αερίου, είναι ένας από τους κρισιμότερους παράγοντες που θα επηρεάσουν το ενεργειακό μείγμα της χώρας για τα επόμενα 30 τουλάχιστον χρόνια, με δεδομένο ότι το φυσικό αέριο αποτελεί το καύσιμο «γέφυρα» που θα επιτρέψει τη βαθμιαία μετάβαση σε εναλλακτικές, φιλικότερες προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, η έρευνα για υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα, σε συνέργεια με τα μεγάλα projects κατασκευής αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου όπως είναι ο TAP, ο IGB και ο EastMed και των υπαρχόντων και μελλοντικών τερματικών σταθμών (Ρεβυθούσα, Αλεξανδρούπολη) αποτελούν τμήματα της διαδικασίας διαφοροποίησης του ενεργειακού μείγματος, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια και την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας και εδραιώνοντάς την ως ένα σημαντικό ενεργειακό κόμβο στην περιοχή της Νοτιανατολικής Ευρώπης.