του Θάνου Καμήλαλη

Γίνεται από την Τρίτη τόση συζήτηση για τα νέα μέτρα περί «υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού στους άνω των 60», ενώ στην πράξη δεν έχουμε τίποτα τέτοιο, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου. Όταν, θεωρητικά, θα βεβαιωθεί ένα πρόστιμο 50 ευρώ σε όποιον και όποια άνω των 60 ετών δεν έχει κλείσει ραντεβού για την πρώτη δόση. Πενήντα, γιατί ήδη σήμερα μάθαμε, από την τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή, ότι το πρόστιμο σε ανεμβολίαστους «ηλικιωμένους» (ηλικιωμένοι στην Πανδημία, αλλά κάτω των ορίων συνταξιοδότησης στην Εργασία) θα είναι 50 ευρώ για τον Ιανουάριο και στη συνέχεια 50 ευρώ ανά δεκαπενθήμερο που καθυστερεί το ραντεβού της 1ης δόσης.

Σύμφωνα με όσα ξέρουμε επομένως, ενας ηλικιωμένος που θα εμβολιαστεί τον Ιανουάριο, θα αρχίσει να αναπτύσσει σοβαρά επίπεδα προστασίας τον Φεβρουάριο και πλήρη ανοσία, αν κάνει τη 2η δόση, κάπου μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου. Αν το κάνει σήμερα, απλώς αφαιρούμε έναν μήνα από τον υπολογισμό αλλά και πάλι είμαστε ήδη στην καρδιά του χειμώνα. Σίγουρα, κάποιοι θα τρέξουν να εμβολιαστούν άμεσα, σε κάθε ανακοίνωση κατασταλτικού μέτρου υπάρχει μία ομάδα που τις πρώτες μέρες τρέχει να κάνει το εμβόλιο, αντανακλαστικά. Πόσους όμως χάνεις από αυτόν τον αυταρχισμό; Από ό,τι φαίνεται πολλούς. Μετά έρχονται νέα μέτρα και ο ίδιος φαύλος κύκλος.

Πόσους επίσης χάνεις από το γεγονός ότι όλα τα μέτρα έχουν πολιτικό χαρακτήρα, καθώς ανακοινώνονται, μόνιμα με τη μορφή διαγγελμάτων η ομιλιών σε άκρως προστατευόμενο περιβάλλον, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που ζει τον μύθο του ως Ηγεμόνας, χωρίς καμία επικοινωνία με την αντιπολίτευση. Η αντίδραση στο εμβόλιο μπερδεύεται έτσι με πολιτική πράξη δήθεν αντίστασης, ενώ οι Λοιμωξιολόγοι της Επιτροπής εδώ και πάνω από έναν χρόνο, με τα αντιφατικά και ανόητα μέτρα, έχουν ταυτιστεί για μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, με την κυβέρνηση.

Το παράδειγμα της Πορτογαλίας, με τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού στον κόσμο, είναι ενδεικτικό: Η Πορτογαλία λοιπόν, τις μέρες που χτυπιόταν βάναυσα από την πανδημία στο δεύτερο κύμα, ανέθεσε το εμβολιαστικό πρόγραμμα, που είχε ξεκινήσει προβληματικά, σε ένα μη πολιτικό πρόσωπο, έναν στρατιωτικό, τον Αντιναύαρχο Henrique Gouveia e Melo. O Αντιναύαρχος υιοθέτησε όλη την πολεμική ρητορική κατά του ιού που χρησιμοποίησαν πολλές κυβερνήσεις, εμφανιζόταν συνεχώς με παραλλαγή γιατί «έχουμε πόλεμο», αλλα το γεγονός ότι ήταν ένα άφθαρτο πρόσωπο φαίνεται ότι λειτούργησε καταλυτικά. Η συμβουλή του, όπως τη μεταφέρουν οι NY Times είναι να «κρατήσουμε την πολιτική έξω από αυτό». Το ότι είναι στρατιωτικός ίσως να ξενίζει εδώ, αλλά παρά τη στρατιωτική ρητορική και τα ρούχα, δεν πήρε κανένα μέτρο τιμωρίας, καταστολής και πειθάρχησης. Η κατάσταση μοιάζει περισσότερο με την εμφάνιση του Σωτήρη Τσιόδρα στο πρώτο κύμα και τα ποσοστά αποδοχής και δημοφιλίας του, τότε που όλοι πειθαρχούσαμε στο ξαφνικό και πρωτόγνωρο lockdown. Ή με τον Άντονι Φάουτσι στις ΗΠΑ. Όταν ήρθαν τα εμβόλια, ο Τσιόδρας είχε ήδη φθαρεί μετά τον εναγκαλισμό του με την κυβέρνηση και εμάς μας έμειναν τα συνεχή διαγγέλματα της καρικατούρας Ηγεμόνα, τα στρατιωτικά μπουφάν του Χαρδαλιά και πολλή δυσπιστία.

Το νέο μέτρο δεν είναι ακριβώς «υποχρεωτικότητα». Και δεν θα μπορούσε να είναι, γιατί υπάρχουν πολύ σοβαρά συνταγματικά ζητήματα σε ιατρική πράξη χωρίς τη συναίνεση του πολίτη. Αυτό δεν είναι απλά ότι λέει ένας ανεμβολίαστος «έχω δικαιώματα» και τον κοροϊδεύουν εμβολιασμένοι. Είναι ότι έχουμε προβλέψει στους στοιχειώδεις κανόνες της κοινωνίας, ότι δεν γίνονται ιατρικές πράξεις χωρίς τη συναίνεση του ασθενούς. Δεν έχω καταλάβει πως φαντάζονται την υποχρεωτικότητα οι φανατισμένοι υπέρ της. Ότι θα μπαίνει ένας γιατρός σε σπίτι, θα χτυπάει το κουδούνι, θα κάνει το εμβόλιο σαν την απογραφή και θα φεύγει; Ότι θα μπει ειδικό άρθρο στον Ποινικό Κώδικα και θα απειλούνται με φυλάκιση οι ανεμβολίαστοι; Όλα αυτά κυμαίνονται από «αυταπάτες» μέχρι ψεκασμένες θεωρίες που στοιχειωδώς αγνοούν τα συνταγματικά δικαιώματα και το νομικό σύστημα. Απλά, δεν γίνονται. Πολλά από αυτά ευτυχώς που δεν γίνονται.

Η καταστολή και ο αυταρχισμός λοιπόν, από τη μία δεν πιάνουν, από την άλλη έχουν όρια, πάνω στα οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακροβατεί. Πρέπει να δείξει ότι κάτι κάνει, χωρίς όμως να έχει κάνει αυτά που πρέπει επί μήνες και χρόνια, χωρίς να κάνει αυτά που πρέπει εκτός του εμβολιασμού και χωρίς να δυσαρεστήσει το εκλογικό της ακροατήριο. Κάνει μία τρύπα στο νερό, με την απειλή ενός ταξικού προστίμου που το μεταθέτει σε ένα δίμηνο από σήμερα. Τα 50 ή 100 ευρώ πρόστιμο δεν έχουν την ίδια βαρύτητα για κάθε φορολογούμενο. Επειδή έλειπε λίγη χυδαιότητα από τον τρόπο που πολιτεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αυτός υποσχέθηκε κιόλας ότι τα 100ρικα θα πηγαίνουν σε «ειδικό ταμείο για την ενίσχυση του ΕΣΥ». Θα πρέπει να θυμίσουμε, το αυτονόητο, γιατί τίποτα δεν είναι αυτονόητο πλέον, ότι όσοι θα κληθούν να καταβάλουν επιπλέον χρήματα για την ενίσχυση του ΕΣΥ, είναι ήδη φορολογούμενοι πολίτες που καταβάλλουν χρήματα για την ενίσχυση του ΕΣΥ, τα οποία η κυβέρνηση πετάει αλλού. Το μέτρο που λέει «ένα self test για όλους πριν και μετά τις γιορτές, με διάστημα ενός μήνα, για επιτήρηση της διασποράς» είναι απλά ανέκδοτο.

Έμμεση υποχρεωτικότητα ήδη υπάρχει, καθώς έχει επιβληθεί ένα ιδιότυπο lockdown σε ανεμβολίαστους, που δεν μπορούν να μπουν σε μία σειρά από κλειστούς χώρους, ακόμα και αν έχουν κάνει τεστ. Το γεγονός ότι πολύς κόσμος πιστεύει πως η λύση είναι περισσότερα μέτρα κατά των ανεμβολίαστων είναι νίκη της κυβέρνησης. Βασίζεται πλέον σε μία φαντασίωση ότι αν βρεθεί ένα τιμωρητικό μέτρο που θα τους κάνει να φοβηθούν όσο πρέπει, τότε οι ΜΕΘ θα αδειάσουν, θα πιάσουμε ποσοστά Πορτογαλίας και θα ξεμπερδέψουμε με την πανδημία. Οι ανεμβολίαστοι θα ξεχάσουν όλη τους τη δυσπιστία απέναντι στην κυβέρνηση, τα χρηματοδοτούμενα από αυτήν ΜΜΕ και τους Λοιμωξιολόγους που έλεγαν να κλείνουμε τα περίπτερα στις 12, θα εμβολιαστούν και θα τρέχουμε όλοι μαζί στα λιβάδια με ξέμπλεκες τις κοτσίδες μας γιορτάζοντας το τέλος του Covid. Γυρεύουμε εύκολες λύσεις σε πολύπλοκα ζητήματα, που δεν δημιουργήθηκαν σήμερα, καθώς μιλάμε για εμπιστοσύνη σε ένα ζήτημα που μας ταλανίζει για δύο χρόνια. Οι δήθεν λύσεις σκάνε στα μούτρα μας.

Παράλληλα, έχει χαθεί το παιχνίδι με το Σύστημα Υγείας και τη διασπορά του ιού. Αυτό σημαίνει ότι, μπορεί, έστω και την τελευταία στιγμή, να υποχρεώνεις κόσμο να εμβολιαστεί και να σωθεί, αλλά παράλληλα έχεις αφήσει να αυξηθούν τρομακτικά οι πιθανότητες:

1) κάποιος να κολλήσει,

2) κάποιος να κολλήσει και να διατρέχει κίνδυνο να νοσήσει σοβαρά,

3) κάποιος αν νοσήσει και διατρέχει κίνδυνο να μην έχει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας να απευθυνθεί έγκαιρα

4) κάποιος αν νοσήσει σοβαρά να πάει αργά στα φρακαρισμένα πάλι νοσοκομεία και να μη βρει την περίθαλψη που θα έπρεπε, όπως ένα κρεβάτι σε ΜΕΘ και γιατρούς,

5) κάποιος να πεθάνει. Είτε από Covid είτε από κάτι άλλο, όπως κάποιο χειρουργείο του που αναβλήθηκε.

Αυτό συνέβη διότι:

  • Η κυβέρνηση μετέτρεψε τα τεστ από εργαλείο επιτήρησης της πανδημίας σε τιμωρία για ανεμβολίαστους, που έπρεπε να τα πληρώνουν υποχρεωτικά σε ιδιωτικές κλινικές.
  • Η κυβέρνηση δεν ενίσχυσε ποτέ ουσιαστικά το σύστημα Υγείας, λόγω ιδεοληψίας, εξυπηρέτησης συμφερόντων και υποστηρίζοντας ξανά και ξανά ότι «όπου να’ ναι ξεμπερδέυουμε με την πανδημία». Μέσα σε όλα, το ΕΣΥ έχασε υγειονομικούς που τέθηκαν σε αναστολή και έπρεπε να φτάσουμε στο τελευταίο διάγγελμα του Πρωθυπουργού, στα μέσα Νοεμβρίου, για να υποσχεθεί ο Μητσοτάκης «προσλήψεις για να καλυφθούν τα κενά». Και η όποια «ενίσχυση» χάνεται στο γεγονός ότι το προσωπικό είναι εξαντλημένο.
  • Κανένας επίσημος φορέας δεν έχει πει ξεκάθαρα στους εμβολιασμένους ότι «και εσείς μεταδίδετε, επομένως να προσέχετε, να κάνετε τεστ και να τηρείτε αποστάσεις και μάσκες για να μην διασπείρετε τον ιό σε ευάλωτους συνανθρώπους σας». Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πριν μερικές μέρες είπε να μη γίνεται λόγος για «πανδημία ανεμβολίαστων», εξηγώντας πως και οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν, κατά 40% λιγότερο. «Ανησυχούμε για την ψευδή αίσθηση ασφάλειας ότι τα εμβόλια έδωσαν τέλος στην πανδημία και τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί δεν χρειάζεται να λάβουν άλλες προφυλάξεις. Τα εμβόλια σώζουν ζωές, αλλά δεν αποτρέπουν πλήρως τη μετάδοση» είπε συγκεκριμένα ο Γενικός Διευθυντής του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αμπραχάμ Γκεμπρεγεσούς.

Για πολλούς και πολλές πλέον, αν δεν είχε τον τίτλο του Γενικού Διευθυντή του ΠΟΥ και ήταν απλά ένας «καταξιωμένος γιατρός», ο Γκεμπρεγεσούς θα χαρακτηριζόταν ως «ψεκασμένος» ή έστω ως «απολογητής της ψέκας». Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου έχουν δημιουργηθεί δύο στρατόπεδα, μεταξύ των οποίων το χάσμα μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Δεν μιλάμε μόνο για όσους πιστεύουν σε τσιπάκια και άλλα γραφικά, οι αντιεμβολιαστές στη χώρα ήταν πάντα ένα πενιχρό ποσοστό. Μιλάμε γι αυτούς που έχουν πεισμώσει πια, μετά την τόση καταστολή, τον στιγμάτισμο και τα μέτρα εναντίον τους και εκείνους που τους βρίζουν ολημερίς και οληνυκτίς, εντασσόμενοι λανθασμένα στη γραμμή που λέει ότι το εμβόλιο είναι πανάκεια και όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς ατομική ευθύνη. Αυτή η γραμμή, όπως και να την πούμε, είναι η γραμμή Μητσοτάκη.

Δεν πρόκειται για ίσες αποστάσεις, καθώς είναι τεκμηριώμενο πως το εμβόλιο έχει σώσει εκατομμύρια ζωές στον πλανήτη, προστατεύει στο 90% από σοβαρή νόσηση και δίνει το δικαίωμα στις κοινωνίες να παραμένουν όσο γίνεται ανοικτές την ώρα που ο κορονοϊός κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Αλλά ο φανατισμός σαμποτάρει εδώ και μήνες κάθε πιθανότητα επικοινωνίας, ενώ παράλληλα σβήνει από τη δημόσια συζήτηση οποιοδήποτε άλλο σχετικά με την πανδημία ζήτημα. Όπως το τι Σύστημα Υγείας θέλουμε, όπως το ότι οι φτωχότερες χώρες του πλανήτη δεν έχουν εμβόλια, γιατί δεν μπορούσαν να τα πληρώσουν και οι πλούσιες χώρες δεν απαίτησαν την άρση της πατέντας από τις φαρμακευτικές που χρηματοδοτήθηκαν με δημόσιο χρήμα για να κατασκευάσουν τα εμβόλια. Το γεγονός ότι με 140+ διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ και με το ΕΣΥ υπό κατάρρευση ο Πρωθυπουργός μιλάει στο Υπουργικό Συμβούλιο με μόνο του μέλημα τις νέες ποινές για ανεμβολίαστους τον Ιανούαριο και τον Φεβρουάριο, είναι ενδεικτικό του αδιεξόδου.

Κι αν τα παραπάνω στοιχεία του εμβολιασμού είναι ατράνταχτα, δυστυχώς η επιπλέον υπερβολή γύρω από τα εμβόλια ως πανάκεια έκανε κακό και έδωσε νέο πάτημα στη δυσπιστία. Κανείς επίσημος φορέας στη χώρα, εδώ και μήνες δεν είπε έγκαιρα ότι μετά από ένα διάστημα περίπου 6-9 μηνών θα χρειάζεται αναμνηστική δόση. Κανείς δεν είπε ότι δεν θα ξεμπερδέψουμε με τα εμβόλια του 2021, αλλά θα πρέπει να ξανακάνουμε το 2022. Ελάχιστοι «παραδέχθηκαν» (λες και ήταν κάποιο κρίσιμο μυστικό που θα μείωνε την αποτελεσματικότητα) ότι και οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν, σε μικρότερο αλλά μετρήσιμο ποσοστό. Από την άλλη πλευρά, υπήρξε υπερπροβολή στα μεμονωμένα περιστατικά παρενεργειών. Αυτές οι «μισές αλήθειες» τροφοδοτούν τη δυσπιστία. Γιατί πρωταρχικός πυλώνας της δυσπιστίας είναι το «κάτι μας κρύβουν».

Η πανδημία αντιμετωπίζεται μονίμως από την κυβέρνηση και μία μεγάλη μερίδα της κοινωνίας ως μία φωτογραφία της στιγμής. Είναι λίγο σαν την οικονομική κρίση, όταν άδειαζαν τα ταμεία λόγω της λιτότητας, έφτανε μία στιγμή «κρίσιμου Eurogroup», η κυβέρνηση έλεγε ότι δεν έχουμε να πληρώσουμε συντάξεις και πέρναμε τη δόση μας, για να κλωτσήσουμε το τενεκεδάκι πιο πέρα. Δεν είναι έτσι όμως. Τα λάθη του χθες έρχονται να μας δαγκώσουν σήμερα, με την εμπιστοσύνη στην Επιστήμη. Τα λάθη του σήμερα, με τον αυταρχισμό, τις υποχρεωτικότητες, την πόλωση και τα πρόστιμα για τα νοσήλεια θα έρθουν να μας δαγκώσουν αύριο. Στο μεταξύ, 100 νεκροί περίπου την ημέρα και πάνω από 100 οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ. Τελικά τι αριθμός είναι το «100» που συζητάμε από χθες, μικρός η μεγάλος; Και πότε έχει αξία;