«Η κυβέρνηση δε θα μπορεί για πολύ ακόμη να αποκρύπτει το σχέδιο εξόντωσης της ειρηνευτικής διαδικασίας. Παραβρισκόμαστε στην κηδεία ενός φίλου μας κάθε τρεις μέρες […] Παρ’ ότι η παρουσία στρατού και αστυνομίας στην περιοχή μας είναι έντονη, οι πρώην αντάρτες δολοφονούνται. Δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν τη σφαγή».

Η χθεσινή δήλωση του εκπροσώπου του FARC (Eπαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας,  Fuerzas Armadas Revolucionarias de Colombia, FARC), Ομάρ Ρεστρέπο, είναι η πρώτη, έστω και έμμεση, επίσημη απόδοση ευθυνών, από πλευράς των πρώην ανταρτών και του κόμματος του FARC, στην αστυνομία και το στρατό, για τις συνεχιζόμενες δολοφονίες, ειδικά στην περιοχή του Ιτουάγκο και την Σάντα Λουτσία, όπου έχουν δολοφονηθεί, από τις αρχές του χρόνου, δώδεκα πρώην αντάρτες ενταγμένοι στο πρόγραμμα κοινωνικοπολιτικής επανένταξης, ενώ, παράλληλα, έχουν γίνει και απόπειρες κατά της ζωής πολλών άλλων.

Η ειρηνευτική διαδικασία που ψηφίστηκε το 2016 προβλέπει βοήθεια προς όσους αντάρτες επιθυμούν την κοινωνική επανένταξη, αλλά το βήμα αυτό δεν προχωρά από όταν ανέλαβε την εξουσία η δεξιά κυβέρνηση του Ιβάν Ντούκε. Η ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης είναι μεγάλη για την, όλο και πιο ορατή, αποτυχία της διαδικασίας, καθώς πολλά πρώην μέλη του FARC προτιμούν να επιστρέψουν και πάλι στο αντάρτικο, μπροστά στον κίνδυνο της δολοφονίας.

Σαφής ήταν και η προειδοποίηση, ότι «η ειρηνευτική διαδικασία δολοφονείται κάθε φορά που ένας κοινωνικός ηγέτης ή ένας πρώην αντάρτης δολοφονείται», του πρώην προέδρου της χώρας, Ερνέστο Σαμπέρ. «Οι δολοφονίες των πρώην ανταρτών του FARC τείνουν να πάρουν μορφή γενοκτονίας. Οι κοινωνικοί ηγέτες και οι αντάρτες δολοφονούνται γιατί υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις συμφωνίες σχετικές με τη γη και την αντικατάσταση απαγορευμένων καλλιεργειών. Αν θέλετε να βάλετε τέλος στη γενοκτονία, σεβαστείτε τις Ειρηνευτικές συμφωνίες», πρόσθεσε.

Στο πλαίσιο των δράσεων για την προστασία των πρώην ανταρτών, ο επικεφαλής του πολιτικού φορέα του FARC [που κράτησε το ίδιο αρκτικόλεξο αλλά από άλλες λέξεις: Επαναστατική Εναλλακτική Κοινοτική Δύναμη, Fuerza Alternativa Revolucionaria del Común, FARC], ο Ροντρίγκο Λοντόνιο, απέστειλε επιστολή στον Ντούκε, στην οποία καταγγέλει την δίωξη ακόμη και ανθρώπων που έχουν υπογράψει την ειρηνευτική συμφωνία του 2016. Στην επιστολή τονίζει ότι όχι μόνο δεν έχει γίνει σεβαστή η ειρηνευτική συμφωνία, αλλά οι διώξεις συνεχίζονται και οι στόχοι είναι διαρκώς πιο αναβαθμισμένοι. Αναφερόμενος ειδικά στη δολοφονία του Σεζάρ Ντάριο Ερρέρα, που έγινε στην περιοχή όπου υλοποιούνται τα προγράμματα επανένταξης, κάνει λόγο για «απαράδεκτη φύση των διώξεων».

Από την ημέρα υπογραφής των ειρηνευτικών συμφωνιών στην Αβάνα, το 2016, έχουν δολοφονηθεί 627 κοινωνικοί ηγέτες της Κολομβίας. Από την έναρξη των προγραμμάτων επανένταξης, φέτος, έχουν δολοφονηθεί 25 πρώην αντάρτες, εκ των οποίων οι 12 στη συγκεκριμένη περιοχή, όπου υλοποιείται και το μεγαλύτερο μέρος τους.

Εν τω μεταξύ, προχθές δόθηκαν στη δημοσιότητα τα πλήρη επίσημα στοιχεία για τους μαζικούς βιασμούς που πραγματοποίησαν Αμερικανοί στρατιώτες και μισθοφόροι στην Κολομβία, την περίοδο 2003-2007, και αποκαλύφθηκε ότι, εκτός του αποτρόπαιου αυτής καθ΄αυτής της πράξης, οι δράστες γύριζαν και βίντεο των βιασμών τα οποία πουλούσαν ως πορνογραφία. Τουλάχιστον 54 ανήλικες Κολομβιανές έχουν υποστεί βιασμούς, που κάτόπιν βρήκαν το δρόμο τους για την ελεύθερη αγορά.. Μεταξύ των συγκεκριμένων βιασμών με εμπορικό χαρακτήρα, καταγράφεται και αυτός μιας 12χρονης στο Μαλγάρ, το 2007, από έναν λοχία του στρατού των ΗΠΑ και έναν μισθοφόρο.

Στην 809 σελίδων σχετική έκθεση που ολοκληρώθηκε προ διετίας, αλλά έδωσε πρόσφατα πλήρη στη δημοσιότητα η Ιστορική Επιτροπή για τον Εμφύλιο και τα Θύματά του, που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο των ειρηνευτικών συμφωνιών, καταγράφεται ο γενικότερος ρόλος του στρατού των ΗΠΑ που έδρασε στην Κολομβία εναντίον των ανταρτών, και περιέχονται φρικτές λεπτομέρειες για την ατιμώρητη δράση του. Όπως αναφέρεται, οι αμερικανοί βιαστές «συμπεριφέρθηκαν ως σεξουαλικοί ιμπεριαλιστές, όπως έχουν συμπεριφερθεί και στις Φιλιππίνες, την Ιαπωνία [Οκινάουα] και τη Νότιο Κορέα και όπου αλλού βρίσκεται στρατός των ΗΠΑ».