Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) πραγματοποίησε εφόδους στην Αθήνα και την Κρήτη στο πλαίσιο έρευνας για οργανωμένο κύκλωμα απάτης με ευρωπαϊκά αγροτικά κονδύλια και εμπλοκή στελεχών του ΟΠΕΚΕΠΕ. Κατά τις έρευνες, σημειώθηκαν καθυστερήσεις στη συλλογή ψηφιακών στοιχείων στα γραφεία του ΟΠΕΚΕΠΕ, με την EPPO να κάνει λόγο για έλλειψη ειλικρινούς συνεργασίας, κάτι που οδήγησε σε ολοκλήρωση των ελέγχων μόλις στις 4:00 το πρωί. Άμεση και έντονη ήταν η απάντηση του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε παρακώλυση: «Ουδέποτε παρενέβη η Διοίκηση... Οι υπάλληλοι συνεργάστηκαν πλήρως και μέχρι τις 4:00 τα ξημερώματα». Ο Οργανισμός ζητά από την EPPO να κατονομάσει τους υπαλλήλους που δεν συνεργάστηκαν, διαφορετικά να ανασκευάσει τη σχετική ανακοίνωση. Τονίζει πως στόχος της νέας διοίκησης είναι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας του ΟΠΕΚΕΠΕ και ο πλήρης έλεγχος τυχόν παρατυπιών του παρελθόντος

Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, από χθες μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) στην Αθήνα (Ελλάδα) διενήργησε έρευνες στο πλαίσιο εν εξελίξει έρευνας για φερόμενο οργανωμένο σχέδιο απάτης που σχετίζεται με γεωργικά κονδύλια και διαφθορά, με εμπλοκή δημοσίων λειτουργών του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ).

Μεταξύ 2019 και 2022, ένας σημαντικός αριθμός ατόμων παρουσιάστηκαν ως νέοι ή νεοεισερχόμενοι αγρότες και έλαβαν δικαιώματα πληρωμής από το εθνικό απόθεμα, χρηματοδοτούμενα από την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), βάσει ψευδών δηλώσεων. Αυτές περιλάμβαναν παραποιήσεις σχετικά με την ιδιοκτησία ή την ενοικίαση βοσκοτόπων που πληρούσαν τις προϋποθέσεις για επιδοτήσεις, δίνοντας την ψευδή εντύπωση ύπαρξης ενεργής γεωργικής δραστηριότητας.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι δηλωμένοι βοσκότοποι ήταν στην πραγματικότητα δημόσιες εκτάσεις, οι οποίες είχαν προηγουμένως διατεθεί αποκλειστικά για χρήση από κτηνοτρόφους που δεν διέθεταν ιδιωτική αγροτική γη. Οι βοσκότοποι αυτοί βρίσκονταν συχνά σε μεγάλη απόσταση από τον πραγματικό τόπο κατοικίας των προσώπων που δήλωναν ότι τους κατείχαν ή τους νοίκιαζαν.

Τα επόμενα χρόνια, μέχρι και το 2024, τα ίδια άτομα συνέχισαν να υποβάλλουν ψευδείς δηλώσεις για ζωικό κεφάλαιο, γεγονός που τους επέτρεψε να τους παραχωρείται δημόσια βοσκήσιμη γη, την οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν για να ενεργοποιούν και να διατηρούν τα δικαιώματα πληρωμής τους.

Αυτή η παράνομη πρακτική ενδέχεται να οργανώθηκε συστηματικά, με εμπλοκή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και υπαλλήλων του ΟΠΕΚΕΠΕ.

Έλλειψη ειλικρινούς συνεργασίας

Η EPPO διέταξε τη διεξαγωγή τεσσάρων ερευνών στην Αθήνα και στην Κρήτη. Η συλλογή ψηφιακών αποδεικτικών στοιχείων στην έδρα του ΟΠΕΚΕΠΕ αποδείχθηκε ιδιαίτερα δύσκολη και καθυστέρησε σημαντικά μέχρι τις 04:00 τα ξημερώματα.

Η επιτυχής διεξαγωγή των ερευνών κατέστη δυνατή μόνο χάρη στην εξαιρετική υποστήριξη του Τμήματος Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας και του Τμήματος Ειδικών Υποθέσεων της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας.

Όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα τεκμαίρονται αθώα μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από τα αρμόδια ελληνικά δικαστήρια.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) είναι η ανεξάρτητη εισαγγελική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπεύθυνη για τη διερεύνηση, τη δίωξη και την παραπομπή στη δικαιοσύνη εγκλημάτων που πλήττουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ.

«Ουδέποτε παρακωλύσαμε τον έλεγχο» λέει ο ΟΠΕΚΕΠΕ

Ουδέποτε η διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ παρενέβη, παρακώλυσε, καθοδήγησε ή αντέδρασε στην διεξαγωγή των ελέγχων που έγιναν χθες, από κλιμάκια της αστυνομίας στο αρχείο του Οργανισμού, μετά από σχετική εισαγγελική παραγγελία, για όργιο παράνομων επιδοτήσεων, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο ΟΠΕΚΕΠΕ, απαντώντας σε ανακοίνωση που εξέδωσε το Γραφείο του Ευρωπαίου Εισαγγελέα (EPPO).

Ο Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινωτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ) αναφέρει ότι «οι οδηγίες προς τους εργαζομένους ήταν να διαθέσουν το σύνολο των στοιχείων, που ζητήθηκαν στις ελεγκτικές αρχές, όπως και έπραξαν». Τονίζει πως «το σύνολο των εργαζομένων του Οργανισμού, που κλήθηκαν να συνδράμουν στις έρευνες της αστυνομίας, παρέμειναν στις θέσεις τους ακούραστα από την ώρα έναρξης των εργασιών τους στις 07.30 π.μ. έως στις 04.00 τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας, παρέχοντας κάθε στοιχείο που τους ζητήθηκε, προς ολοκλήρωση του έργου της Αστυνομίας».

Αναφορικά με τη διάρκεια των ελέγχων, ο ΟΠΕΚΕΠΕ επισημαίνει ότι αυτό έγινε «λόγω πλειάδας στοιχείων, όγκου δεδομένων και αρχείων που απαιτήθηκαν».

Όπως συμπληρώνει, «με το πέρας του ελέγχου, οι επικεφαλής των κλιμακίων της αστυνομίας, παρουσία μαρτύρων, ευχαρίστησαν, τόσο τον Πρόεδρο του Οργανισμού κ. Νικόλαο Σαλάτα όσο και τον Γενικό Δ/ντή κ. Ιωάννη Χατζή, για την συνεργασία των ιδίων αλλά και των υπαλλήλων του Οργανισμού, οι οποίοι παρέμειναν στις θέσεις τους, για να διασφαλίσουν ότι οι ελεγκτικές αρχές θα ολοκληρώσουν τον έλεγχό τους, απρόσκοπτα. ‘Αλλωστε, το πνεύμα της συνεργασίας που επέδειξε η Διοίκηση του Οργανισμού και τα στελέχη αυτού, αποτυπώθηκε πολύ νωρίτερα στο Δελτίο Τύπου της 19ης Μαΐου 2025 του Οργανισμού».

«Προς αποκατάσταση λοιπόν της αλήθειας και για την προστασία του κύρους του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε., της Διοίκησής του αλλά και των υπαλλήλων που συνεργάστηκαν με τις Αστυνομικές Αρχές, καλούμε τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα προς επιβεβαίωση των λεγομένων του, να κατονομάσει ποιοι υπάλληλοι του Οργανισμού και με ποιόν τρόπο δεν συνεργάστηκαν ή παρακώλυσαν το έργο της Αστυνομίας, διαφορετικά να ανασκευάσει άμεσα το Δελτίο Τύπου της 20ης Μαΐου επί των ανωτέρω αναγραφόμενων, που επισημάναμε, καθώς δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια” τονίζει ο ΟΠΕΚΕΠΕ και καταλήγει:

“Μοναδικός στόχος της νέας Διοίκησης του Οργανισμού είναι η πλήρης αποκατάσταση της αξιοπιστίας του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε., του μοναδικού διαπιστευμένου φορέα διαχείρισης των Ευρωπαϊκών Γεωργικών Ταμείων (Ε.Γ.Τ.Ε. & Ε.Γ.Τ.Α.Α.), ύψους περίπου 3 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως και για το σκοπό αυτό καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε τυχόν σκιές του παρελθόντος, να διερευνηθούν εις βάθος και να αποδοθούν ευθύνες, όπου αυτές προκύπτουν, ανεξαρτήτως ιεραρχικού επιπέδου».