
Ένα εύρημα, από πρόσφατη έρευνα, προκάλεσε ένα είδος ηθικού πανικού στους ντόπιους φιλελεύθερους. Στην ερώτηση «Θα επιλέγατε να εργαστείτε, αν μπορούσατε να ζήσετε χωρίς να δουλεύετε;», απάντησε αρνητικά το 63% όσων γεννήθηκαν μεταξύ 1997 και 2007, το 58% των γεννημένων μεταξύ 1981 και 1996 και το 52% της Gen X (1965 -1980). Μόνο οι μπούμερς εμφανίστηκαν πλειοψηφικά «εργατικοί», σε ποσοστό 77%.
Να, λοιπόν, μια από τις βασικές αιτίες που «κρατούν τη χώρα πίσω», κατά το φιλελεύθερο μάντρα. Μάλλον, η πιο βασική: η, διαρκώς, αυξανόμενη τεμπελιά «μας».
Πόσο δουλεύουμε;
Έλα, όμως, που ήρθε η έρευνα της Eurostat, επαληθευμένη από τον ΟΟΣΑ, που αποδεικνύει, για πολλοστή φορά, σε χρονικό εύρος δεκαετιών, πως «είμαστε» από τους πιο σκληρά εργαζόμενους (τα εισαγωγικά στο «είμαστε» είναι απαραίτητα, στο μέτρο που οι ταξικοί φίλοι των φιλελεύθερων, όντως, εργάζονται λίγο). Οι Έλληνες εργαζόμενοι, λοιπόν, εργάζονται, ετησίως, 400 περίπου ώρες περισσότερες από τους αντίστοιχους Γερμανούς.
Αναλυτικότερα, δουλεύουμε τις περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως, 39.8, έναντι μέσου όρου στην ΕΕ 36. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες εργάζονται τις περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως μεταξύ των εξεταζόμενων κρατών, καταγράφοντας 39,8 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως κατά μέσο όρο, την ίδια στιγμή που ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι οι 36 ώρες. Στην Γερμανία, την Αυστρία και την Δανία η εργάσιμη εβδομάδα μετριέται σε 33.9 ώρες, ενώ στην Ολλανδία σε μόλις 32!
Πόσο αμειβόμαστε;
Ως προς τις αμοιβές, τώρα. Το 46% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, στην Ελλάδα, παίρνουν μέχρι 824 ευρώ (το 32% λιγότερο από 690), ενώ το αμέσως πλουσιότερο (!) 20% μέχρι 950 ευρώ. Και το επόμενο 13% μέχρι τα 1150 ευρώ. Αν, από αυτά αφαιρεθεί ο ΦΠΑ στην κατανάλωση, το 80% των μισθωτών παίρνει από 626 και κάτω έως 870 ευρώ.
Πάλι, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, οι Έλληνες εργαζόμενοι έχουν τον χαμηλότερο προσαρμοσμένο μέσο ετήσιο μισθό. Για το 2024, σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, με μέσο όρο της ΕΕ 38000, στην Ελλάδα έχουμε 17000 ευρώ (Γερμανία: 51000, Ιταλία -Ισπανία: 33000, Λιθουανία: 27000, Πορτογαλία: 23000). Την ίδια στιγμή, το κόστος στέγασης στην Ελλάδα βρίσκεται στο 35% του διαθέσιμου εισοδήματος, έναντι 25% στη Γερμανία, 15% στην Ιταλία, 17% στην Ισπανία, 15% στη Λιθουανία, 14% στη Πορτογαλία, 21% στη Βουλγαρία).
Πόσο φορολογούμαστε;
Ο συνυπολογισμός του ΦΠΑ έχει νόημα, στο μέτρο που η Ελλάδα βασίζει τα φορολογικά της έσοδα στους έμμεσους φόρους, που σημαίνει πως το μεγαλύτερο μέρος των φόρων το πληρώνουν και πάλι οι κατώτερες τάξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στην ΕΕ η αναλογία άμεσων προς έμμεσους φόρους είναι 1:1, στην γαλάζια μας πατρίδα είναι σχεδόν 1:2! Αυτό σημαίνει πως τα 2/3 των φορολογικών εσόδων του κράτους πληρώνονται από τους φτωχότερους -έτσι φτιάχνονται τα υπερ-πλεονάσματα.
Σε ό,τι αφορά τους άμεσους φόρους, με δεδομένο, μάλιστα, πως δεν τιμαριθμοποιούνται οι κλίμακες, έχουμε διαρκώς μεγαλύτερη επιβάρυνση των κατώτερων τάξεων. Ως προς την προοδευτικότητα του συστήματος, αξίζει να σημειωθεί πως από τα 40000 μικτά και πάνω ετησίως, ο συντελεστής είναι 44%. Που σημαίνει ότι είτε 40000 εισόδημα έχει κάποιος είτε 10000000 πληρώνει το ίδιο ποσοστό φόρου. Για να μην αναφερθούμε στα αφορολόγητα στις περιουσιακές μεταβιβάσεις γονικών παροχών, που βρίσκονται στις 800000 ευρώ!
Επιπλέον, εισοδήματα πολλών εκατομμυρίων -όταν εμφανίζονται- φοροαπαλλάσσονται ολοκληρωτικά, εκμεταλλευόμενα, με τη βοήθεια πάντα αδρά αμειβόμενων λογιστών και δικηγόρων, νομικά παράθυρα και συνδυασμούς stock options -και ένα σωρό άλλες «δυνατότητες» φορο-αποφυγής και φοροκλοπής. Γενικότερα, το ελληνικό φορολογικό σύστημα είναι το ευνοϊκότερο για τον («χάρτινο», ιδίως) πλούτο, όχι μόνο στην ΕΕ, αλλά σε ολόκληρο τον ΟΟΣΑ.
Αλλά και συνολικότερα, η φορολογία των κερδών αποκτά προκλητικό χαρακτήρα. Τα ενοίκια φορολογούνται με 15%, οι εταιρίες με 22% -στην πραγματικότητα, ο πραγματικός συντελεστής είναι πολύ μικρότερος- και τα μερίσματα με 5%!
Πόσο κερδίζουν;
Τα κέρδη, δε, έχουν εκτοξευθεί. Τα λειτουργικά κέρδη των 500 μεγαλύτερων εταιριών, μεταξύ 2020 και 2023, αυξήθηκαν κατά 160%, φτάνοντας από τα 11 δισεκατομμύρια στα 29. Τα κέρδη των σούπερ μάρκετ, που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τους φτωχότερους, έχουν υπερ-πενταπλασιαστεί.
Το παρακάτω διάγραμμα, από επεξεργασία του ΜΕΡΑ25, συνοψίζει πλευρές της διαχρονικά υπερ-εκμεταλλευτικής αυτής συνθήκης για την -πραγματικά- εργαζόμενη πλειοψηφία.
Έχει αξία, νομίζω, να σημειωθεί πως, όπως είναι αναμενόμενο, οι καταθέσεις σημειώνουν μεγάλη αύξηση. Μεγάλα, αλλά και «μεσαία» εισοδήματα, έχουν την ευχέρεια να αυγαταίνουν το έχειν τους. Έτσι, πάνω από το 95% των καταθέσεων ανήκουν στο 30% του πληθυσμού. Η εκτόξευση των ενοικίων, η «αξιοποίηση» του πληθωρισμού, κυρίως, όμως, η ακραία εκμετάλλευση των εργαζομένων -όχι μόνο από το «μεγάλο κεφάλαιο»- έδωσε χρυσές ευκαιρίες στα αφεντικά. Και στα μικρά αφεντικά. Οι «επιχειρηματίες» της Μανωλάδας -και οι Μανωλάδες είναι αμέτρητες στη χώρα-, οι ιδιοκτήτες τουριστικών κατέργων, οι πολλοί μικρομεσαίοι κατσαπλιάδες δεν είναι «μεγάλο κεφάλαιο». Όσο κι αν ονειρεύονται να γίνουν ξεσκίζοντας τους εργάτες τους.
Σε μια πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ βρέθηκε, για παράδειγμα, ότι, ενώ το 57% των μεσαίων επιχειρήσεων περιμένουν αύξηση του τζίρου τους την επόμενη χρονιά, μόνο το 25% θα δώσει αυξήσεις στο προσωπικό -στις μικρές είναι ακόμη χαμηλότερο, ενώ στις μεγάλες το αντίστοιχο ποσοστό είναι 80%.
Την ίδια στιγμή, 2 στους 3 εργαζόμενους δεν πληρώνονται τις υπερωρίες τους, ενώ άλλο τόσο είναι το ποσοστό όσων δουλεύουν ένα ή δύο σαββατοκύριακα το μήνα, χωρίς προσαύξηση της ημερήσιας αμοιβής τους.
Αξίζει, παραδειγματικά, να σημειωθεί η αντίδραση των επιχειρηματιών της βαριάς (sic) βιομηχανίας μας, του τουρισμού, στην απόφαση της κυβέρνησής τους για την εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας. Έξαλλοι, ισχυρίζονται πως δεν λαμβάνονται υπόψη οι «ιδιαιτερότητες» του κλάδου.
Ιδιαιτερότητες, που, όπως επισημαίνεται στον, υπεράνω υποψίας για μαχητικό αντικαπιταλισμό, «Οικονομικό Ταχυδρόμο», συγκεφαλαιώνονται «στη “μαύρη” ή υποδηλωμένη εργασία [με την οποία] πορεύεται το ελληνικό τουριστικό θαύμα για δεκαετίες» -και, πολύ περισσότερο, σήμερα.
Όλα αυτά σε συνθήκες διαρκούς εξαΰλωσης της όποιας πρόνοιας και του όποιου κοινωνικού μισθού.
Είναι ενδεικτικό ότι, μεταξύ 2022 και 2024, είχαμε θηριώδεις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες -7.5 δισεκατομμύρια ευρώ! Οι συνολικές κρατικές δαπάνες για την εκπαίδευση είναι 6.5, μόλις, δισεκατομμύρια.
Δουλέψτε, ρε, τι σας ζητάνε;
Το ελληνικό παραγωγικό (;) σύστημα βασίζεται αποκλειστικά στην πάμφθηνη και παντελώς απροστάτευτη εργασία. Πρόκειται για μια ζούγκλα πρωτοφανή ακόμη και για τα δεδομένα τη άγρια νεοφιλελεύθερης ΕΕ. Το μοναδικό, πλέον, συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνικής οικονομίας είναι η υπερ-εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Γι’ αυτό δεν πρόκειται ποτέ να δούμε την χιλιοτραγουδισμένη, από όλο το πολιτικό σύστημα, αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Γιατί ο μέσος Έλλην «επιχειρηματίας» να επενδύσει σε τεχνολογία και αυξημένη παραγωγικότητα, όταν οι συνθήκες κερδοφορίας είναι τόσο ευνοϊκές. Η «ανταγωνιστικότητα» διασφαλίζεται χωρίς «επενδυτικές περιπέτειες». Μια χαρά όλα.
Σε αυτές τις συνθήκες, η έγνοια των φιλελεύθερων αναλυτών για την τεμπέλικη νεολαία, αλλά και ευρύτερα για την τεμπέλικη εργατική μας τάξη, μάλλον δεν δικαιολογείται. Όταν δεν είναι απολογητική είναι, απλώς, βλακώδης.
Άλλωστε, μπορούν να δώσουν το καλό παράδειγμα. Πάρα πολλοί από τους νέους, που εργάζονται σε συνθήκες γαλέρας για μερικά ψωροευρώ, έχουν πολύ μεγαλύτερα μορφωτικά και εργασιακά προσόντα από τους ίδιους. Ας βάλουν τα παιδιά τους οι ίδιοι στις προσφερόμενες θέσεις εργασίας.
Για την Ελλάδα, ρε γαμώτο, που είπε και κάποια άλλη .