Σύμφωνα με την Eurostat, το 2024, το 6,6% των απασχολούμενων ατόμων ηλικίας 20 έως 64 ετών στην ΕΕ εργάζονταν πολλές ώρες, συνήθως 49 ώρες ή περισσότερες την εβδομάδα στην κύρια εργασία τους. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό των εργαζομένων με πολλές ώρες εργασίας έχει μειωθεί με την πάροδο του χρόνου, αφού το 2014 ήταν στο 9,8% το 2014 και το 2019 στο 8,4%.
Χαρακτηριστικό είναι, ότι, μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων με μακρά ωράρια εργασίας (12,4%), φτάνοντας μάλιστα σχεδόν το διπλάσιο ποσοστό από τον μέσο όρο.
Με σημαντική ποσοστιαία διαφορά απέχει η επόμενη χώρα με τους εργαζομένους των πολύωρων ωραρίων, η Κύπρος (10,0%) και η Γαλλία (9,9%). Από την άλλη, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (0,4%), τη Λετονία (1,0%) και τη Λιθουανία (1,4%).
Σημειώνεται ότι το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων που εργάζονταν πολλές ώρες (27,5 % του συνόλου των αυτοαπασχολούμενων) ήταν υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό των μισθωτών (3,4 % του συνόλου των μισθωτών).
Από όλες τις επαγγελματικές ομάδες, όπως ορίζονται από τη διεθνή τυποποιημένη ταξινόμηση των επαγγελμάτων (ISCO), οι πολλές ώρες εργασίας ήταν πιο συχνές μεταξύ των ειδικευμένων εργαζομένων στη γεωργία, τη δασοκομία και την αλιεία (26,2% του συνόλου των εργαζομένων σε αυτή την επαγγελματική ομάδα) και των διευθυντικών στελεχών (21,1%).