
Νέα έρευνα της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) σχετικά με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, υπολογισμένο με όρους αγοραστικής δύναμης για το 2024, κατατάσσει την Ελλάδα στην προτελευταία θέση, κατά 30% κάτω από τον μέσο όρο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, εκφρασμένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ), κυμαίνεται από 66% του ευρωπαϊκού μέσου όρου στη Βουλγαρία έως 241% στο Λουξεμβούργο. Ουσιαστικά, πρόκειται για προκαταρκτικές εκτιμήσεις των ισοτιμιών αγοραστικής δύναμης (ΣΑΔ) και του ΑΕΠ για το περασμένο έτος.
Όπως περιγράφει η έρευνα, το 2024, παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφρασμένο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης μεταξύ των χωρών της ΕΕ. 10 χώρες, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 34% του πληθυσμού της ΕΕ, ξεπέρασαν τον μέσο όρο της ΕΕ σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Για παράδειγμα, το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία είχαν τα υψηλότερα επίπεδα (141% και 111% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αντίστοιχα), πολύ πριν από τις Κάτω Χώρες (35% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), τη Δανία (+28%) και το Βέλγιο (+17%).
Η Ελλάδα διατηρεί την μονίμως χαμηλή της θέση σε κατατάξεις σχετικά με την διαβίωση των πολιτών. Το χαμηλότερο επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ καταγράφηκε στη Βουλγαρία, με 34% κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ. Η Ελλάδα και η Λετονία έπεσαν επίσης κάτω από τον μέσο όρο, κατά 30% και 29%, αντίστοιχα.
Υπενθυμίζεται ότι παρά τις έρευνες που τοποθετούν την Ελλάδα στις πιο χαμηλές θέσεις σχετικά με την αγοραστική δύναμη, η κυβέρνηση διατυμπανίζει τα 50 ευρώ μικτά αύξηση του κατώτατου μισθού τον μήνα.