
Εντωμεταξύ, σε επίθεση κατά της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων προχώρησε το υπουργείο Δικαιοσύνης, υποστηρίζοντας ότι το Σύνταγμα «απαγορεύει οποιαδήποτε μορφή απεργίας στους δικαστικούς λειτουργούς», απαντώντας με αυτό τον τρόπο στην απόφαση του Διοικητικού Συμβούλιου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων να κατέλθουν σε δίωρες στάσεις εργασίας από 10 πμ έως 12 μμ, από Δευτέρα 30 Ιουνίου έως και την Τετάρτη 2 Ιουλίου 2025, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για το νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
«Οι διακοπές συνεδριάσεων των Δικαστηρίων που έγιναν αυτές τις 3 ημέρες δεν είχαν να κάνουν με κάποιου είδους συντεχνιακό αίτημα», απαντά η Ένωση στην επίθεση του υπουργείου Δικαιοσύνης, προσθέτοντας ότι «οφείλουμε να ενημερώσουμε και να ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες για το μέγεθος της υποβάθμισης της δικαιοσύνης που εισάγεται με τον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».
Αναλυτικά το ομόφωνο ψήφισμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών:
«Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών
Ψήφισμα επί της προταθείσας τροποποίησης του ΚΠολΔ αναφορικά με τις προθεσμίες έκδοσης αποφάσεων και τις σχετικές πειθαρχικές ρυθμίσεις
Κατά τη Σύνοδό της Ολομέλειάς της που έλαβε χώρα την 09-05-2025 στο Ερεβάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών (ΕΕΔ) ενημερώθηκε από το μέλος της, την Ελληνική Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, ότι στην Ελλάδα υφίστανται τάσεις κατάχρησης πειθαρχικών διαδικασιών σε βάρος δικαστών. Στο πλαίσιο αυτό, η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου παρήγγειλαν τον πειθαρχικό έλεγχο των αρμοδίων δικαστή και εισαγγελέα, σε δύο περιπτώσεις όπου επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι αντί για προσωρινή κράτηση, καθώς και σε μία άλλη περίπτωση, εναντίον της σύνθεσης δικαστηρίου το οποίο χορήγησε ανασταλτική ισχύ σε ένδικο μέσο.
Άλλου είδους προβλήματα προκαλούνται από πρωτοβουλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος πρότεινε τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, θέτοντας νέες, βραχύτερες προθεσμίες για την έκδοση αποφάσεων σε συνδυασμό με την αυτόθροη έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας σε βάρος του δικαστή που δίκασε την υπόθεση.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αυτές τις εξελίξεις, η ΕΕΔ υπενθυμίζει ότι ένα αναλογικό, δίκαιο και αποτελεσματικό πειθαρχικό διαδικαστικό πλαίσιο είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της λειτουργίας και της λογοδοσίας της Δικαιοσύνης. Οι πειθαρχικές διαδικασίες είναι ευαίσθητες και ενέχουν κινδύνους κατάχρησης και, κατά συνέπεια, μπορούν να παραβιάσουν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και το κράτος δικαίου, εάν δεν ρυθμίζονται και δεν εφαρμόζονται σωστά.
Τα προαναφερθέντα γεγονότα δεν πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα και το ευρωπαϊκό δίκαιο που αφορούν τη Δικαιοσύνη.
Η ερμηνεία του νόμου, η εκτίμηση των γεγονότων ή η στάθμιση των αποδείξεων από τους δικαστές για την εκδίκαση υποθέσεων δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως λόγοι θεμελίωσης αστικής ή πειθαρχικής ευθύνης, με την επιφύλαξη περιπτώσεων δόλου ή βαριάς αμέλειας.
Οι νόμιμες προθεσμίες πρέπει να καθορίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ρεαλιστικά επιτεύξιμες, λαμβάνοντας υπόψη τους διαθέσιμους πόρους και τους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες. Διαφορετικά, τα δικαστήρια καθίστανται υπεύθυνα για καταστάσεις πέραν του ελέγχου τους. Έτσι, η εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη μπορεί να μειωθεί.
Η ευθύνη για την επαρκή στελέχωση του δικαστικού συστήματος και τη δημιουργία κατάλληλων δικονομικών κανόνων ανήκει στις εκτελεστικές και νομοθετικές εξουσίες του κράτους.
Εάν ένας δικαστής πρέπει να φέρει πειθαρχική ευθύνη όταν υπερβαίνει μια προθεσμία, η υπαιτιότητά του πρέπει να διαπιστώνεται μέσω δίκαιης διαδικασίας, στην οποία να ε εξετάζονται όλες οι περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ευθυνών άλλων προσώπων. Για τον λόγο αυτό, οι πειθαρχικές διαδικασίες συνήθως καταλήγουν σε απαλλακτικό αποτέλεσμα. Παρ’ όλα αυτά, η δυνατότητα κίνησης πειθαρχικής διαδικασίας ή η ύπαρξη εκκρεμούς πειθαρχικής διαδικασίας ασκεί πίεση στους δικαστές, ακόμη και αν η απαλλαγή είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα. Η ΕΕΔ είναι πεπεισμένη ότι οι τροπολογίες που προτείνει ο Υπουργός Δικαιοσύνης θα προκαλέσουν αδικαιολόγητη απειλή στους δικαστές, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την ανεξαρτησία τους, γεγονός που τελικά ενδέχεται να βλάψει τη δημόσια εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και την αποτελεσματική λογοδοσία της.
Για τους λόγους αυτούς, η ΕΕΔ καλεί τις αρμόδιες ελληνικές αρχές να σταματήσουν την πρακτική κίνησης πειθαρχικών διαδικασιών με βάση την ουσία των αποφάσεων και να επανεξετάσουν την πρόταση τροποποιήσεων σχετικά με τις προθεσμίες στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τις αντίστοιχες πειθαρχικές ρυθμίσεις, η οποία κατατέθηκε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.
1 Σύσταση (2010) 12 της Επιτροπής Υπουργών (ΕΥ) σχετικά με τους δικαστές: ανεξαρτησία, 1 αποδοτικότητα και ευθύνες, παράγραφος 66· Γνωμοδότηση 27 (2024) του Συμβουλευτικού Συμβουλίου Ευρωπαίων Δικαστών (CCJE) σχετικά με την πειθαρχική ευθύνη των δικαστών, παράγραφος 29· Οικουμενικός Χάρτης του Δικαστή, Άρθρο 7-1».