Ευρωπαϊκό Δικαστήριο: Το whistleblowing για το δημόσιο συμφέρον, υπερτερεί των εταιρικών συμφερόντων
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κρίνει πως η διαρροή δεδομένων που είναι προς δημόσιο όφελος πρέπει να προστατεύεται και είναι πιο σημαντικό από τις όποιες επιπτώσεις μπορεί να έχουν οι αποκαλύψεις των διαρροών εις βάρος πολυεθνικών εταιριών.
Καλούμενο να αποφασίσει επί των αποκαλύψεων του Ραφαελ Αλέτ (Raphael Halet), πρώην υπαλλήλου της πολυεθνικής λογιστικής εταιρίας – κολοσσού Price waterhouse Coopers (PwC), ο οποίος είχε φέρει στο φως τα LuxLeaks, δίνοντας σε δημοσιογράφους έγγραφα της εταιρίας, το Δικαστήριο τον δικαίωσε και έκρινε ως εσφαλμένες τις αποφάσεις των δικαστηρίων του Λουξεμβούργου που είχαν αποφασίσει πως το συμφέρον των εταιριών που υπέστησαν απώλειες από τις αποκαλύψεις, είναι ανώτερο του δημοσίου συμφέροντος.
Ο Αλέτ είχε παραχωρήσει στη διεθνή ερευνητική ομάδα δημοσιογράφων του ICIJ, με τα οποία αποκαλύφθηκε το πώς εκατοντάδες εταιρίες κι επιχειρήσεις, από την IKEA, ως τη Deutsche Bank, είχαν ειδικές, κρυφές συμφωνίες, στο Λουξεμβούργο, ώστε να καταβάλλουν πολύ μικρότερο φόρο παγκοσμίως. «Διαμεσολαβητής» μεταξύ Λουξεμβούργου και εταιριών ήταν η PwC, που «βοήθησε» να εκδοθούν πάνω από 500 αποφάσεις φορολογικών ελαφρύνσεων για πολυεθνικές, στο Λουξεμβούργο, την περίοδο 2002 – 2010.
Με την πρόσφατη απόφασή του, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, που υποχρεώνει το Λουξεμβούργο να καταβάλει 55.000 ευρώ στον Αλέτ έναντι των δικαστικών του εξόδων, σημειώνει πως η αποπειρούμενη φίμωση του Αλέτ, ή, όπως την περιγράφει «η παρέμβαση στο δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης, ιδίως στην ελευθερία του να μεταδίδει πληροφορίες», είναι προβληματική για μια δημοκρατική κοινωνία.
Ο Αλέτ, είχε καταδικαστεί από τα λουξεμβουργιανά δικαστήρια το 2016 σε 9μηνη φυλάκιση και πρόστιμο χιλίων ευρώ, γιατί οι Λουξεμβούργιοι έκριναν υπέρ της εταιρίας για την οποία εργαζόταν, που «υπέστη ζημίες» από τις αποκαλύψεις του. Η αίτηση του για έφεση είχε απορριφθεί το 2018. Οπως δήλωσε ο ίδιος, προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο γιατί «επιθυμούσε να αναγνωριστεί ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος (whistleblower) και όχι ως εγκληματίας». Η απόφαση των ευρωπαίων δικαστών ελήφθη με ψήφους 12-5 και αποτελούσε την τελική καθώς είχε προηγηθεί μία, πάλι από κατώτερο τμήμα του δικαστηρίου του Στρασβούργου, που επικύρωνε την απόφαση των λουξεμβουργιανών δικαστηρίων.