Ένα έγγραφο που εστάλει στο υπουργείο Ανάπτυξης και στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, έρχεται να τινάξει στον αέρα το έργο Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) για τη διαχείριση απορριμμάτων της Περιφέρειας Πελοποννήσου με ευρωπαϊκούς πόρους.

Στο έγγραφο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποιεί με σαφήνεια ότι δεν θα δεχτεί να δώσει χρήματα για ΣΔΙΤ, καθώς κρίνει ότι το έργο δεν ανταποκρίνεται στις κοινοτικές οδηγίες, είναι υπερκοστολογημένο και υπερδιαστασιολογημένο, καθώς και αμφισβητούμενης «ωριμότητας» – παρότι έχουν περάσει επτά χρόνια από την επιλογή αναδόχου, διάστημα στο οποίο το έργο συζητήθηκε και στηρίχθηκε από διαδοχικές κυβερνήσεις, όπως μεταδίδει η «Εφημερίδα των Συντακτών».

Το εν λόγω έγγραφο στάλθηκε στις ελληνικές υπηρεσίες στις 15 Ιουνίου, ως απάντηση του αιτήματος των αρμόδιων ελληνικών υπηρεσιών για τη χρηματοδότηση του έργου το οποίο έχει ανάδοχο την ΤΕΡΝΑ.

Επιπλέον, η Επιτροπή στέκεται ότι στο έργο υπάρχει δέσμευση για επάρκεια των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) για τα επόμενα 30 χρόνια, με την Κομισιόν να επισημαίνει ότι η χωρητικότητα των ΧΥΤΥ απαιτείται να προσδιορίζεται «μόνο για περίοδο 5-7 ετών λειτουργίας κάθε φορά». Όπως αναφέρει η «Εφ.Συν», το χρονικό διάστημα πρέπει να είναι τέτοιου εύρους ώστε να υπάρχει πρόοδος και σταδιακή λήψη αποφάσεων, ώστε να μειώνονται οι ανάγκες για ΧΥΤΗ και να προκρίνονται μέθοδοι όπως η ανακύκλωση.

Το έργο ως προς την διαστασιολόγησή του «δεν εγγυάται» ότι θα πληρούνται οι κοινοτικές οδηγίες για την υγειονομική ταφή, δηλαδή ότι έως το 2035 η ποσότητα των αστικών αποβλήτων που θα θάβεται, θα μειωθεί στο 10% του συνολικού βάρους παραγόμενων αστικών αποβλήτων.

Εν συνεχεία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποιεί ότι το έργο ΣΔΙΤ δεν λαμβάνει υπόψη τους στόχους ανακύκλωσης της οδηγίας 2018/851 (55% ανακύκλωση ως το 2025, 60% ως το 2030, 65% έως το 2035), και ότι η συνολική ποσότητα των απορριμμάτων που οδηγείται προς ταφή, «θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα».

Στο έγγραφο γίνονται αναφορές σε περιπτώσεις υπερκοστολογήσεων όπως αυτής της τρίτης Μονάδας που έχει χωροθετηθεί στην περιοχή Ξηροκάμπια, στη Σκάλα Λακωνίας, η οποία προορίζεται για τη διαχείριση των απορριμμάτων της Περιφερειακής Ενότητας Λακωνίας.

Είναι «σημαντικά υψηλότερο από το αναμενόμενο», ανέφερε η Κομισιόν σχετικά με το επενδυτικό κόστος 737 ευρώ/τόνο προς επεξεργασία απορριμμάτων, που έχει η συγκεκριμένη Μονάδα. Επιπλέον, η Μονάδα φαίνεται ότι βρίσκει αντίθετους τους κατοίκυος του Δήμου Ευρώτα καθως έχει χωροθετηθεί σε απόσταση 500 μ. από τον ποταμό -τον μεγαλύτερο υδροφόρο ορίζοντα της Νότιας Πελοποννήσου-, εντός ζώνης Natura.

Για τους παραπάνω λόγους, η Κομισιόν ζητά διευκρινίσεις κσι τεκμηρίωση γύρω από το έργο, της Σκάλας.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει και το ρεπορτάζ της «Εφ.Συν»:

  • Δεν παρέχονται αξιόπιστα στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι το έργο είναι οικονομικά βιώσιμο.
  • Δεν συμπεριλήφθηκε το επενδυτικό κόστος των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας με βιοαέριο που αναφέρονται στο έργο. «Το κόστος λειτουργίας και συντήρησής τους είναι επίσης ασαφές (και πιθανώς λείπει)», σχολιάζει η Κομισιόν.
  • Δεν προκύπτει με σαφήνεια τι ακριβώς περιλαμβάνουν οι τρεις «Μεταβατικές Μονάδες Διαχείρισης» που αναφέρονται στο έργο, καθώς και ποιο είναι το κόστος λειτουργίας και συντήρησής τους, με αποτέλεσμα η Επιτροπή να αμφισβητεί την καταλληλότητά τους.
  • Δεν υπάρχει ανάλυση εναλλακτικών επιλογών.
  • Δεν παρέχονται λεπτομερείς τεχνικοί και χρηματοοικονομικοί υπολογισμοί με επεξηγήσεις των στρατηγικών επιλογών συγκεντρωτικής –έναντι της αποκεντρωμένης– διαχείρισης απορριμμάτων, με συνέπεια «να μην μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι επελέγη η βέλτιστη στρατηγική επιλογή».
  • Κρίνεται «υπερ-αισιόδοξη» η υπόθεση της Περιφέρειας Πελοποννήσου ότι το 15% των σύμμεικτων απορριμμάτων θα ανακτάται προς ανακύκλωση από τις Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων. Σε όλη την Ευρώπη, στις αντίστοιχες Μονάδες παρατηρούνται χαμηλότερα ποσοστά ανακύκλωσης, καθώς τα προς επαναχρησιμοποίηση υλικά που προέρχονται από σύμμεικτα απορρίμματα είναι «μολυσμένα», δεν μπορούν να ανακυκλωθούν και τελικά καταλήγουν στις χωματερές.
  • Προβλέπεται ότι το παραγόμενο κομπόστ θα καταλήξει να θαφτεί –και όχι να χρησιμοποιηθεί ως εδαφοβελτιωτικό– λόγω «υψηλού επιπέδου προσμείξεων», καθώς θα προέρχεται από σύμμεικτα απορρίμματα και επομένως θα έχει χαμηλή ποιότητα.
  • Εντοπίζονται αναντιστοιχίες στο ποσό της εθνικής δαπάνης. Σύμφωνα με το έγγραφο, «υποτίθεται ότι η Περιφέρεια της Πελοποννήσου θα συνεισφέρει το ποσό των 66.529.154,19 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της επιχορήγησης της Ε.Ε.», όμως στο αίτημα χρηματοδότησης «το ποσό είναι διαφορετικό» και συγκεκριμένα η δημόσια συνεισφορά αναφέρεται σε 63.861.257 ευρώ.

«Η τεκμηρίωση δεν εξηγεί τον τρόπο υπολογισμού του επιπέδου των επιλέξιμων δαπανών, της δημόσιας συνεισφοράς και της επιχορήγησης της Ε.Ε. Δεν είναι επίσης σαφές, εάν το ποσό της δημόσιας συνεισφοράς ήταν γνωστό στο στάδιο του διαγωνισμού ή/και το επίπεδο της αιτήσεως επιχορήγησης αποτελούσε ένα από τα κριτήρια επιλογής του ιδιωτικού εταίρου», αναφέρεται στο ευρωπαϊκό έγγραφο.

Έχει αξία να αναφέρουμε ότι δημιουργούνται πολλές απορίες σε επίπεδο Κομισιόν σχετικά με τους λόγους που στάλθηκε αυτό το έργο από τις ελληνικές αρχές, καθώς πρόκειται για ένα έργο χωρίς τεκμηρίωση με «κύριο οικονομικό όφελος» ότι θα αυξηθεί η αξία των ακινήτων στις περιοχές όπου θα χωροθετηθούν Μονάδες. Αλλά και για αυτό «δεν υπάρχει αιτιολόγηση», παρατηρεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.