
Ο κ. Φάμελλος αναφέρθηκε στα ευρήματα της πρόσφατης έκθεσης της Οργάνωσης, αλλά και στα πορίσματα των επεξεργασιών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τα οποία –όπως τόνισε– αναδεικνύουν ένα μοτίβο «συστηματικής παρενόχλησης δημοσιογράφων» στη χώρα. Οι πρακτικές αυτές, σύμφωνα με τον ίδιο, περιλαμβάνουν από στοχευμένες παρακολουθήσεις μέσω κακόβουλων λογισμικών έως στοχευμένες διαδικτυακές επιθέσεις.
Παράλληλα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επεσήμανε τη λειτουργία ενός «συγκεντρωτικού μιντιακού τοπίου» που, όπως είπε, υπονομεύει τον πλουραλισμό και την ανεξαρτησία του Τύπου. «Οι δημοσιογράφοι είναι εκτεθειμένοι σε επιθέσεις, ενώ το νομικό πλαίσιο παραμένει ανεπαρκές για την προστασία τους. Την ίδια στιγμή, εντοπίζονται σοβαρές ελλείψεις στη ρύθμιση, στον έλεγχο και στη διαφάνεια των μέσων ενημέρωσης», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Φάμελλος χαιρέτισε τις νομικές προτάσεις της Human Rights Watch για την ενίσχυση της προστασίας των δημοσιογράφων, ιδιαίτερα απέναντι στις στρατηγικές αγωγές φίμωσης (SLAPPs), επισημαίνοντας την ανάγκη «να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία, ο πλουραλισμός και η διαφάνεια στην ενημέρωση».
Κατηγόρησε δε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι συνειδητά επιλέγει να υπονομεύσει την ανεξαρτησία της ενημέρωσης, συνδέοντας την κατάσταση στον Τύπο με ευρύτερα ζητήματα που αφορούν την υποχώρηση του κράτους δικαίου. Όπως υπενθύμισε, η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου, ενώ η σχετική έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, παρότι αποτυπώνει την πραγματικότητα, δεν έγινε αποδεκτή από την ελληνική κυβέρνηση.
Ο ίδιος ανέφερε πως οι πρακτικές αυτές συνδέονται και με προσωπικές στοχοποιήσεις, όπως η –κατά τον ίδιο– προαναγγελία πολιτικής δίωξης εις βάρος του από κυβερνητικούς μηχανισμούς προπαγάνδας.
Στη συνάντηση με την Human Rights Watch συμμετείχαν, επίσης, ο βουλευτής Ανατολικής Αττικής και εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γιώργος Καραμέρος, ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου, Γρηγόρης Θεοδωράκης και ο υπεύθυνος του γραφείου Τύπου του προέδρου, Χρήστος Κυμπιζής.
Την Οργάνωση εκπροσώπησαν η επικεφαλής ερευνήτρια για την Ευρώπη, Εύα Κοσσέ, και η ανώτερη νομική σύμβουλος, Aisling Reidy.