Με την απολογία του Νίκου Μιχαλολιάκου στη δίκη της Χρυσής Αυγής ολοκληρώνονται οι απολογίες των κατηγορούμενων και οδεύουμε σιγά-σιγά προς την πολυαναμενόμενη λήξη της διαδικασίας. Και, αναπόφευκτα, μπαίνουμε και σε μια διαδικασία απολογισμού των πεπραγμένων και των ειρημένων, και, τελικά, της ίδιας της ιδεολογίας που, θέλοντας και μη, βρίσκεται στο σκαμνί μαζί με το κόμμα και τα πρωτοπαλίκαρά του.
Χάρη στην εξαιρετική δουλειά του Golden Dawn Watch και μιας πλειάδας δημοσιογράφων που κάνουν ανταπόκριση από τις δικαστικές αίθουσες αλλά, συχνά και εκπροσώπων της πολιτικής αγωγής όπως ο Θανάσης Καμπαγιάννης, έχουμε την ευκαιρία να μαθαίνουμε, σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, τα τεκταινόμενα της δίκης. Οι απολογίες των κατηγορουμένων τον τελευταίο καιρό καθώς και το γεγονός ότι μπήκαμε στην τελική ευθεία έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον των σχολιαστών. Ο καθένας μπορεί να βρει κάτι διαφορετικό να σχολιάσει για τη δίκη, κάτι που ίσως του κάνει εντύπωση, κάτι που μπορεί να θεωρεί πιο κραυγαλέο ή, ίσως, και πιο χαρακτηριστικό. Αν κάτι μοιάζει κοινό σε πολλές αναλύσεις είναι, όμως, οι αντιφάσεις, ή η υποκρισία, αν το θέλετε, η ασυνέπεια μεταξύ λόγων (στη δίκη) και έργων (στον δρόμο και τη βουλή). Χαρακτηρισμοί όπως «τσάμπα μάγκες», «ψευτοπαλλήκαρα που στα δύσκολα κλαίνε και λιποθυμούν», «αρνητές της ιδεολογίας τους» δεν είναι διόλου σπάνιοι, ενώ συχνά εμφανίζονται ακόμα και συγκρίσεις ως προς τη συνέπεια και τη μέχρι τέλους πίστη στην ιδεολογία με πολιτικούς κστηγορούμενους της Αριστεράς, όπως, πχ ο Νίκος Μπελογιάννης.
Αυτό, όμως, διόλου δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση. Διότι ο φασισμός και, ειδικά το ιστορικό προηγούμενο της Χρυσής Αυγής ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία σειρά αντιφάσεων, μια σειρά δηλαδή από ασυνέπειες μεταξύ λόγων και έργων ή μεταξύ λόγων και λόγων. Και επιτρέψτε μου να εξηγηθώ.
Δημοκρατία, αγάπη μου
Πρώτον, η εργαλειοποίηση της ίδιας της δημοκρατίας για την άνοδο στην εξουσία, ο «νόμιμος πολιτικός αγώνας» που έλεγε ο Μιχαλολιάκος στην περίφημη ομιλία με τα καθαρά χέρια το 2012, είναι μια αντίφαση εν τη γενέσει της. Η Χρυσή Αυγή δεν πιστεύει, φυσικά, στη δημοκρατία, την αστική αντιπροσωπευτική ή οποιαδήποτε άλλη. Πιστεύει στην απολυταρχία, στην ένωση όλων των καθαρόαιμων εθνικά ομοιογενών πολιτών υπό την απόλυτη εξουσία του Αρχηγού, αυτό που οι Ναζί ονόμαζαν «Führerprinzip». Πιστεύει, επίσης, στην επίτευξη της εθνοκάθαρσης αλλά και στη διατήρηση αυτής της απολυταρχικής συνθήκης μέσω της βίας. Πού κολλάει λοιπόν η δημοκρατία; Μα η Χρυσή Αυγή, κόμμα ξεκάθαρα νεοναζιστικό και μιμητικό, ακολουθεί κατά γράμμα τα βήματα του Hitler.
Ο Hitler, λοιπόν, αφού είχε εύκολα ήδη από το 1921 αναρριχηθεί στην αρχηγία του μικρού ακόμα NSDAP (Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei), δηλαδή του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος των Γερμανών Εργατών, κοινώς Ναζιστικού Κόμματος, επιχείρησε να ανατρέψει την εκλεγμένη κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Gustav Stresemann με το επονομαζόμενο Κίνημα (ή Πραξικόπημα) της Μπυραρίας στο Μόναχο τον Νοέμβριο του 1923. Αφού απέτυχε παταγωδώς, συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε για προδοσία με την επιεικέστατη ποινή των 5 ετών φυλάκισης, εκ των οποίων υπηρέτησε μονάχα 9 μήνες – διάστημα που του προσέφερε άπλετο χρόνο και ηρεμία για να συγγράψει το μανιφέστο του, αυτή την επιτομή αντισημιτισμού και αντι-κομμουνισμού διανθισμένου με αποτυχημένες επιρροές γερμανικού ρομαντισμού, το περίφημο Mein Kampf, ελληνιστί Ο Αγών μου. Σε αυτό το διάστημα, λοιπόν, αφού διαλογίστηκε αρκετά με τον εαυτό του, αποφάσισε, λοξοκοιτώντας και προς το παράδειγμα του Mussolini στην Ιταλία, πως ο τρόπος να πάρει την εξουσία δεν είναι η βία αλλά η νομιμότητα, η συμμετοχή στις εκλογές, η δημοκρατία με άλλα λόγια. Και αυτό έκανε, με μεγάλη μάλιστα επιτυχία, δεδομένου ότι τον Ιούλιο του 1932 το Ναζιστικό Κόμμα βγήκε πρώτο στο γερμανικό κοινοβούλιο (Reichstag) με ποσοστό 37% των ψήφων. Χρησιμοποιώντας τη δημοκρατία για την κατάργησή της. Μια ασυνέπεια, να με το συμπάθειο.
Γιατί το σύστημα έχει κι άλλα, συστήματα φριχτά
Δεύτερη στη σειρά ασυνέπεια της Χρυσής Αυγής, όπως και του Ναζιστικού Κόμματος στον Μεσοπόλεμο είναι η σχέση τους με τον καπιταλισμό. Στα λόγια προβάλλονται σαν βαθιά αντι-συστημικά κόμματα, που έρχονται σε ρήξη με τον καπιταλισμό και τις οικονομικές κρίσεις που γεννά. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως τη Χρυσή Αυγή έθρεψε η οικονομική κρίση και από το 0,29% των εθνικών εκλογών του 2009 εκτοξεύονται στο 7% στις διπλές εκλογές του 2012. Κατ’ αντιστοιχία, το Ναζιστικό Κόμμα στη Γερμανία εκτοξεύτηκε από το 2,6% των ψήφων στις εκλογές του 1928 στο 18,3% το 1930, αφού μεσολάβησε το Κραχ του ’29 και η δεύτερη κατάρρευση της γερμανικής οικονομίας μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου λόγω της εξάρτησής της από τα αμερικανικά δάνεια. Ως προς το υποτιθέμενο μένος των Χρυσαυγιτών προς τον καπιταλισμό, είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Κώστα Μπαρμπαρούση στην απολογία του στις 21 Οκτωβρίου 2019:
Η ΧΑ ήταν ένας πολιτικός χώρος που δεν είχαμε όλοι ακριβώς τις ίδιες απόψεις. Εμένα δεν με εκφράζει καμία ιδεολογία 100%. Δεν είμαι κομμουνιστής γιατί δεν με εκφράζει ο κομμουνισμός. Είναι εχθροί της Ελλάδας, έχουν κάνει παιδομαζώματα. Δεν με εκφράζει καπιταλισμός, γιατί έχει κάνει κι αυτός εγκλήματα […] Μα [ο ναζιστικός χαιρετισμός] είναι ο καλύτερος χαιρετισμός που υπάρχει και θα σας το εξηγήσω υπάρχει αυτό που λέμε «όλα δεξιά», ο χαιρετισμός που είναι πάντοτε δεξιά, ο Αχχιλέας όταν τον βάφτισε η μάνα του, αντί να τον βουτήξει όλο μέσα του άφησε κάτω αριστερά ένα αρνητικό σημείο, εγώ δεν χαρίζω τίποτα από την ιστορία της Ελλάδος, ούτε στον Χίτλερ, ούτε στον Τσώρτσιλ, ούτε στον Στάλιν.
Είναι όμως η Χρυσή Αυγή πράγματι ένα αντι-καπιταλιστικό ή, έστω, αντι-συστημικό κόμμα; Ήταν ο Ναζισμός μια αντι-καπιταλιστική ιδεολογία; Όχι βέβαια. Το χρήμα έρρεε άφθονο για τις κομματικές καμπάνιες αμφότερων και δεν πιστεύω να έβγαινε από τις συνδρομές των κομματικών μελών. Τα έβαλαν ποτέ πραγματικά με το κεφάλαιο; Ο Ηλίας Παναγιώταρος, βουλευτής της Χρυσής Αυγής και μέλος της επιτροπής οικονομικών υποθέσεων της βουλής για τον προϋπολογισμό δήλωνε στις 3 Νοεμβρίου του 2012:
Βλέπουμε στον προϋπολογισμό ότι από φορολόγηση των πλοίων από ελληνική σημαία θα αποκομίσουμε 80 εκατ. ευρώ. Το πιο εύκολο που θα κάνουν οι Έλληνες πλοιοκτήτες είναι να αλλάξουν τη σημαία για να γλυτώσουν τα λεφτά, αντί να βρεθεί μια χρυσή τομή κι από δύο – τρεις Έλληνες που είναι μάξιμουμ σε κάθε πλήρωμα, ο καπετάνιος και ο πρώτος μηχανικός, να δοθούν κίνητρα για να είναι και οι υπόλοιποι ναύτες Έλληνες.
Μην φορολογήσετε τους εφοπλιστές, με άλλα λόγια. Καμία εντύπωση δεν μας κάνει. Ο Hitler, όσο και αν κατηγορούσε τους ανά τον κόσμο (Εβραίους) καπιταλιστές για τα δεινά των Γερμανών, στήριζε και στηριζόταν από ζάμπλουτες δυναστείες επιχειρηματιών όπως ο Fritz Thyssen που τον ακολουθούσε από τα πρώτα του βήματα ενώ βαριές βιομηχανίες όπως η Κοινοπραξία Βιομηχανιών Βαφικών Υλών I.G. Farben και η χαλυβουργική βιομηχανία Krupp καταδικάστηκαν στη Δίκη της Νυρεμβέργης για εγκλήματα πολέμου λόγω της υλικής και ηθικής στήριξής των Ναζί.
Για να το θέσω διαφορετικά, μπορεί, λόγω του ότι τόσο η Χρυσή Αυγή όσο και το Ναζιστικό κόμμα επέλεξαν τη δημοκρατική οδό για να ανέλθουν στην εξουσία, να χρειάζονταν, εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης να χρησιμοποιήσουν αντι-καπιταλιστικό λόγο για την προσέλκυση ψήφων της εργατικής τάξης αλλά και της εκπίπτουσας και απογοητευμένης μέσης τάξης, τα συμφέροντά τους, όμως, δεν έπαψαν ποτέ να συντάσσονται με τις κοινωνικές ελίτ. Και αυτό είναι άλλη μια αντίφαση που δεν πρέπει να μας παραξενεύει.
Γυναίκα, παντόφλες!
Η τελευταία αντίφαση στην οποία θα ήθελα να αναφερθώ είναι μια μάλλον εσωτερική αντίφαση του Ναζισμού και του Νέο-ναζισμού. Αφορά τις γυναίκες που επιλέγουν να ψηφίσουν αυτά τα κόμματα και, ακόμα περισσότερο, τις γυναίκες που επιλέγουν να συσστρατευτούν με το ναζιστικό και νέο-ναζιστικό ρεύμα (και όχι, φυσικά, κίνημα). Σύμφωνα με τη ναζιστική ιδεολογία, αρχής γενομένης ήδη από το Mein Kampf, η γυναίκα είναι κατώτερη του άνδρα και του οφείλει τυφλή και αδιαπραγμάτευτη υπακοή. Το δόγμα του για τις γυναίκες ήταν τα περίφημα τρία Κ («Kinder, Küche, Kirche»), δηλαδή, «Παιδιά, Κουζίνα, Εκκλησία». Σε μια κοινωνία τόσο προοδευτική, θα έλεγε κανείς, που είχε δώσει εκλογικά δικαιώματα στις γυναίκες αλλά και τη δυνατότητα να δουλεύουν στον δημόσιο τομέα από το 1919 με το Σύνταγμα της Βαϊμάρης, μια κοινωνία που η γυναικεία χειραφέτηση αποτυπώνεται ακόμα και στη ριζοσπαστική τέχνη και λογοτεχνία της εποχής, ο Hitler ήρθε και είπε, γυναίκες πίσω στις κουζίνες σας, ο ρόλος σας είναι να υπακούτε τους συζύγους σας, να κουμαντάρετε το νοικοκυριό, να γεννοβολάτε και να πηγαίνετε στην εκκλησία, ενώ τις απέκλειε και από οποιαδήποτε συμμετοχή σε πολιτική δράση. Για να μειώσει, μάλιστα, την υπογεννητικότητα πέρασε άμα τη άφιξή του στην εξουσία το 1933 τον Νόμο για την ενίσχυση του γάμου, σύμφωνα με τον οποία τα νιόπαντρα ζευγάρια έπαιρναν δάνειο από την κυβέρνηση 1.000 μάρκα εάν η γυναίκα παραιτούνταν από τη δουλειά της με το που παντρευόταν. Αν έκαναν 4 παιδιά ή παραπάνω, το δάνειο χαριζόταν. Αν έκαναν 2 παιδιά, επέστρεφαν το 50% του δανείου. Αν έκαναν ένα παιδί, επέστρεφαν το 75% του δανείου. Ο Σταυρός της Μητέρας, σαν ολυμπιακό μετάλλιο ένα πράμα, απονεμόταν σε χρυσό αν είχες 8 παιδιά, ασημένιο αν είχες 6 και χάλκινο αν είχες 4.
Και η Χρυσή Αυγή τον 21ο αιώνα; Δεν απέχει και πολύ. Στην ιστοσελίδα «Ιδεολογική Βιβλιοθήκη Μετώπου Γυναικών» της Χρυσής Αυγής αναφέρεται:
Εμείς οι Ελληνίδες, μέλη του Λαϊκού Συνδέσμου, έχοντας βαθύτατη συναίσθηση της καταστροφής που επιφέρει το φεμινιστικό πνεύμα της εποχής μας, είμαστε ενάντια σε κάθε λογής διακηρύξεις για την ισότητα των δύο φύλων […] Η υποτιθέμενη απελευθέρωση της γυναίκας την αποπροσανατόλισε και από την πραγματική ουσία του ύψιστου ρόλου της, την Μητρότητα. Δηλαδή την υποχρέωση και την ύπατη τιμή, να φέρει στον κόσμο και ν’ αναθρέψει τα νέα βλαστάρια στον κορμό της Φυλής, ώστε να γεφυρώσει, μέσω του παρόντος, το παρελθόν και το μέλλον. Πιστεύουμε ότι η Μητρότητα είναι ένα ιερότατο καθήκον. Το πρώτιστο Καθήκον που πράττει κάποιος για το Έθνος του είναι αυτό που έχει ορίσει η Φύση και για τα δύο φύλα, δηλαδή η τεκνοποιία και η σωστή διαπαιδαγώγηση των τέκνων αυτών.
Αντίθετες προς την ισότητα των φύλων οι γυναίκες της Χρυσής Αυγής, ενάντια στην καταστροφή που επιφέρει ο φεμινισμός (ας υπογραμμίσουν ορισμένες ομοιότητες και μερικοί εκπρόσωποι υποτίθεται πιο ανθρωπιστικών ιδεολογιών) και ταγμένες στο καθήκον που τους έδωσε η φύση (με Φ), τη μητρότητα (με Μ) για να γεννήσουν και να αναθρέψουν τα νέα βλαστάρια της φυλής (με Φ πάλι, μάλλον από την πολλή ανάγνωση γερμανικών κειμένων όπου το πρώτο γράμμα των ουσιαστικών γράφεται με κεφαλαίο, παρασύρθηκαν). Και η αντίφαση εδώ είναι η εξής: Πώς γίνεται να τάσσεσαι με μία ιδεολογία που σε θεωρεί κατώτερη εξαιτίας της φύσης σου; Που σε μειώνει σε μια τεκνοποιητική μηχανή, που από όλη σου την ύπαρξη δίνει αξία σε τρία μονάχα όργανά σου, τη μήτρα και τις ωοθήκες σου; Για να δώσουμε μια ικανοποιητική απάντηση που δεν θα προσφεύγει μόνο στον Freud, πρέπει μάλλον να εξετάσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τις εσωτερικευμένες κοινωνικές αντιλήψεις μισογυνισμού, δηλαδή μίσους προς την ίδια τους την ταυτότητα, που μοιράζονται πλήθος γυναικών πολύ πέρα από τα στενά όρια της Χρυσής Αυγής.
Πολλοί ιστορικοί έχουν στο παρελθόν υπογραμμίσει αυτή την υποκρισία, την αντίφαση, την ασυνέπεια του Ναζισμού. «Οι Ναζί μιλούσαν σε πολλές γλώσσες» έγραφε ο ιστορικός Bernd Weisbrod, ενώ ο Βρετανός ιστορικός του Ναζισμού Richard Evans χαρακτηρίζει το κόμμα «έναν συνασπισμό-ουράνιο τόξο των δυσαρεστημένων». Παρά τις πολλές και πολλαπλές αντιφάσεις τους όμως, οι Ναζί ήταν και είναι συνεπείς και συνεκτικοί ως προς ένα πράγμα: το μίσος τους για το διαφορετικό, την εξύψωση (ψευδοεπιστημονικών) βιολογισμών στο επίπεδο του θείου, την απανθρωποποίηση των στοχοποιημένων ομάδων και τη χρήση οργανωμένων και συστηματικών δολοφονικών πρακτικών για τη δίωξη και τον αφανισμό των αντιπάλων τους. Με την ελπίδα ότι ο ποινικά κολάσιμος χαρακτήρας του τελευταίου θα οδηγήσει στην καταδίκη τους στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής ας έχουμε στον νου τους δικούς μας μικρούς αγώνες για το ξεσκέπασμα των αντιφάσεων του καθημερινού και σχεδόν τετριμμένου πια φασισμού που έχει ποτίσει το μεδούλι του κοινωνικού ιστού. Γιατί όπως ο φασισμός δεν ηττήθηκε στο πολεμικό μέτωπο το ‘45, δεν θα ηττηθεί και στα δικαστήρια αν δεν τον νικήσουμε πρώτα μέσα στις κοινωνίες μας.