«Η μοναδική πραγματική αλλαγή είναι ότι πλέον κανείς δεν θα εκπλαγεί, αν τις επόμενες εβδομάδες αντί μίας εθελοντικής αναδιάρθρωσης του χρέους υπάρξει μία με επίσημο τρόπο αναγκαστική συμμετοχή σε αυτήν. Οι αγορές έχουν ήδη αποτιμήσει την χρεοκοπία με επιτόκιο 40% στα νέα χαρτιά, επιτόκιο που ισχύει μόνον για εξαιρετικά κερδοσκοπικούς και επικίνδυνους τίτλους.
Εξ’ αρχής το πρόβλημα Ελλάδα δεν αναλύθηκε σε βάθος. Η χώρα δεν είναι ένα αποτυχημένο κράτος όπως η Σομαλία, αλλά δεν έχει μέχρι τώρα μία καλά λειτουργούσα κυβέρνηση και δημόσια διοίκηση. Πολιτικά και νομικά ήταν αδύνατον να αποσταλεί στην χώρα ένα είδος ευρωπαϊκού Ύπατου Αρμοστή, ο οποίος με την βοήθεια εξωτερικών υπαλλήλων να προσπαθήσει να φτιάξει καινούριες δομές, όπως οι Σύμμαχοι έκαναν στην Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι ειδικοί που πρότειναν να πραγματοποιηθεί στην αρχή η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είχαν δίκιο. Η προσπάθεια να πληρώσουν μόνον οι ιδιώτες πιστωτές είναι πολιτικά κατανοητή, συνέτεινε όμως στη διεύρυνση της κρίσης και σε υψηλότερους τόκους για Ιταλία και Γαλλία, ενώ προσέθεσε στο ελληνικό πρόβλημα χρέους και ένα έντονο πρόβλημα ανάπτυξης.
Δυσάρεστη θα ήταν η χρεοκοπία για τις χώρες της ευρωζώνης, καθώς θα σημειωνόταν σημαντική απώλεια αξίας των ελληνικών ομολόγων που έχει αγοράσει η ΕΚΤ, με τελικό αποτέλεσμα τη μεταφορά της ζημίας στα κράτη. Επιπλέον, θα ήταν αδύνατον να αποφευχθεί η χορήγηση περαιτέρω βοήθειας προς την Ελλάδα. Ακόμα όμως και αν πετύχει η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, η όλη κατασκευή παραμένει ασταθής.
Το σχέδιο για τη μείωση του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020 μάλλον δεν μπορεί να εκπληρωθεί λόγω χαμηλής ανάπτυξης. Επιπλέον, αυτό το ποσοστό χρέους εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά υψηλό για την χώρα. Ο δημόσιος τομέας, δηλαδή σε τελική ανάλυση ο Γερμανός φορολογούμενος, θα κληθεί να συμμετάσχει στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους».
Διαβάστε περισσότερα:
http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=439282