Μετά από τρεις εβδομάδες διαπραγματεύσεων μεταξύ των κομμάτων που στηρίζουν την ολλανδική κυβέρνηση, παραμένουν οι διαφωνίες τους σχετικά με τα δραστικά μέτρα που απαιτούνται για να μειωθεί το έλλειμμα της χώρας στο 3% του ΑΕΠ το 2013, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times
Καθώς η σύγκρουση απειλεί να προκαλέσει την πτώση της συντηρητικής κυβέρνησης συνασπισμού, οι επενδυτές έχουν αρχίσει να ανησυχούν ότι η χώρα δεν έχει την πολιτική ικανότητα να κάνει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται, ώστε να διατηρήσει τη θέση της ως μία οικονομία του «πυρήνα» της Ευρωζώνης, μαζί με τη Γερμανία και τη Φινλανδία, σημειώνει το δημοσίευμα.
Η Ολλανδία, που ήταν μεταξύ των πιο ένθερμων υποστηρικτών των αυστηρών δημοσιονομικών ορίων στο νέο δημοσιονομικό σύμφωνο της Ευρωζώνης, αντιμετωπίζει τώρα την προοπτική ότι τα όρια αυτά μπορούν να οδηγήσουν στην πτώση της κυβέρνησής της ή στην απώλεια της ανώτατης πιστοληπτικής διαβάθμισης (ΑΑΑ). «Η ολλανδική κυβέρνηση είχε σκληρή γραμμή στην Ευρώπη και τώρα αυτό γίνεται μπούμερανγκ», δήλωσε οικονομολόγος της ολλανδικής τράπεζας ING.
Οι διαπραγματεύσεις των κυβερνητικών κομμάτων για τις περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό ξεκίνησαν στις 5 Μαρτίου, αφού το Γραφείο Κεντρικού Προγραμματισμού ανακοίνωσε την πρόβλεψη ότι το έλλειμμα της Ολλανδίας το 2013 θα φθάσει στο 4,6% του ΑΕΠ, πολύ πάνω από το επιτρεπόμενο όριο του 3% του ΑΕΠ, καθώς η οικονομία της χώρας είχε διολισθήσει στην ύφεση.
Η προθεσμία των τριών εβδομάδων, την οποία είχε ανακοινώσει ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, πέρασε χωρίς αποτέλεσμα την περασμένη Δευτέρα. Η κυβέρνηση είναι διχασμένη ως προς το αν πρέπει να προωθήσει μεταρρυθμίσεις στην αγορά στέγης, την αγορά εργασίας και το σύστημα υγείας. Στην υπάρχουσα αβεβαιότητα προστέθηκε και το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχασε την πλειοψηφία μίας έδρας που είχε στη Βουλή, όταν ένας βουλευτής του ακροδεξιού κόμματος της Ελευθερίας (PVV) το εγκατέλειψε. Δεν υπήρξαν διαρροές από τις διαπραγματεύσεις, αλλά Ολλανδοί παρατηρητές σημειώνουν ότι οι συζητήσεις εμποδίζονται από τις διαφωνίες μεταξύ του Ρούτε και του επικεφαλής του κόμματος της Ελευθερίας Γκερτ Βίλντερς.