Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, με την απόφαση αυτή ο Γάλλος πρωθυπουργός ικανοποίησε ένα βασικό αίτημα της αντιπολίτευσης, επισημαίνοντας ωστόσο ότι το κόστος αυτής της απόφασης θα είναι της τάξης των 400 εκατομμυρίων ευρώ για το 2026 και του 1,8 δισεκατομμυρίου ευρώ για το 2027. Ανέφερε όμως ότι ο στόχος για περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 5% του ΑΕΠ το 2026 θα επιτευχθεί.

«Μια αναστολή πρέπει να είναι μια ευκαιρία. Η συζήτηση γύρω από το ζήτημα των συντάξεων δεν είναι απλώς μια οικονομική εξίσωση. Είναι ένα ουσιαστικό μέρος του κοινωνικού μας συμβολαίου και αυτό το συμβόλαιο, επίσης, χρειάζεται αναθεώρηση» σημείωσε, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θα υπάρχει αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης μέχρι τον Ιανουάριο του 2028.

Ο Λεκορνί υπογράμμισε ταυτόχρονα ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να εγκριθεί πριν από το τέλος του χρόνου ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2026, επισημαίνοντας ότι επιθυμεί η έγκριση αυτή να πραγματοποιηθεί μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και όχι με προεδρική απόφαση.

Ο Γάλλος πρωθυπουργός δεν υιοθέτησε το αίτημα των κομμάτων της αριστεράς για επιβολή ενός ειδικού φόρου επί του μεγάλου πλούτου και συγκεκριμένα για όσους έχουν περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Παραδέχτηκε ωστόσο ότι το φορολογικό σύστημα της χώρας «παρουσιάζει ανωμαλίες» σε σχέση με τη φορολόγηση των ισχυρότερων οικονομικά πολιτών.

Ο Λεκορνί κατηγόρησε τέλος τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν και το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν Λικ Μελανσόν ότι επιδιώκουν θεσμική κρίση στη χώρα η οποία, όπως είπε, δεν θα πραγματοποιηθεί.