Η επίθεση, που σημειώθηκε το τελευταίο δεκαήμερο, είχε ως στόχο αεροσκάφη τύπου Tu-95 και Tu-22, καθώς και αεροσκάφη επιτήρησης A-50 – τα οποία λειτουργούν αντίστοιχα με τα αμερικανικά AWACS. Όπως ανέφερε ο Φρέουντινγκ, οι ζημιές στα A-50 είναι τέτοιες που θεωρούνται «μη επισκευάσιμες», γεγονός που περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητες αεροπορικής επιτήρησης της Μόσχας.
Σύμφωνα με γερμανικές και αμερικανικές εκτιμήσεις, η επίθεση προκάλεσε ζημιές σε τουλάχιστον δώδεκα ρωσικά αεροσκάφη, ενώ ορισμένες αναφορές ανεβάζουν τον αριθμό των κατεστραμμένων ή μη επιχειρησιακών αεροσκαφών σε 20. Η επιχείρηση θεωρείται από δυτικούς στρατιωτικούς αναλυτές ως ένα από τα πιο αποτελεσματικά πλήγματα της Ουκρανίας σε στρατηγικό επίπεδο από την αρχή της εισβολής.
Ωστόσο, Γερμανοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι η απώλεια δεν θα επηρεάσει άμεσα τη δυνατότητα της Ρωσίας να συνεχίσει τις αεροπορικές επιθέσεις της στην Ουκρανία, καθώς διατηρεί περίπου το 90% του στόλου της, με ικανότητα εκτόξευσης πυραύλων κρουζ και βαλλιστικών όπλων.
Η εξέλιξη αυτή, πάντως, ενισχύει τη θέση της Ουκρανίας στο μέτωπο της αεράμυνας, ενώ ταυτόχρονα εγείρει ερωτήματα για την ασφάλεια των ρωσικών βάσεων σε περιοχές βαθιά εντός του εδάφους της.