της Λαμπρινής Θωμά

Και αυτό γιατί αποτελούν ένα από τα βασικά μέτωπα πολεμικής κατά της Βενεζουέλας και της κυβέρνησης της, από πλευράς των ΗΠΑ και της ΕΕ, που χρησιμοποιούν την εκλογική διαδικασία για να καθοδηγήσουν ένα ακόμη μίνι πραξικόπημα, όχι απλώς εμπλεκόμενες στα εσωτερικά της χώρας, αλλά αποφασίζοντας αν και πότε έχει δικαίωμα να κάνει εκλογές, αν το Σύνταγμα της έχει κάποια αξία και αν οι πολιτικοί της – ακόμη και οι δεξιοί- μπορούν να δρουν χωρίς τις ευλογίες τους.

Η αμφισβήτηση εκλογικών αποτελεσμάτων στη Βενεζουέλα δεν είναι κάτι νέο, στους τσαβίστα χρόνους. Όσο και αν οι διεθνείς παρατηρητές, από τον ΟΗΕ ως αυτούς εκ του Ιδρύματος Τζίμμυ Κάρτερ των ΗΠΑ, επέμεναν ότι οι εκλογές ήταν αδιάβλητες, οι ιμπεριαλιστικές μηχανές είχαν τον Τύπο με το μέρος τους και μπορούσαν να κατασκευάζουν πληροφορίες, χωρίς συνέπειες, χτίζοντας, από το ’98 κιόλας, το «παραμύθι» της «δικτατορίας Τσάβες». Από την άλλη, όταν το αποτέλεσμα βολεύει, όπως στις βουλευτικές εκλογές 2015 που η αντιπολίτευση κέρδισε την πλειονότητα των θέσεων και πρόεδρος της βουλής αναδείχθηκε ο Χουάν Γουαϊδό, οι εκλογές θεωρούνται, από τις ίδιες δυνάμεις, αδιάβλητες και το αποτέλεσμα λαϊκή βούληση. Αν, τώρα, όπως το 2018, ο λαός στις προεδρικές ψηφίσει Μαδούρο, ε, αυτές οι εκλογές θα χαρακτηριστούν διαβλητές και όλοι οι «πολιτισμένοι δυτικοί» θα τις χαιρετίσουν ως «νοθευμένες»… 

Για τις εκλογές

Οι κάλπες, στη Βενεζουέλα, ανοίγουν στις επτά το πρωί της Κυριακής και κλείνουν στις έξι το απόγευμα. Οι προσερχόμενοι να ψηφίσουν – οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ξεπερνούν κατά τι τα είκοσι εκατομμύρια- οφείλουν να έχουν μαζί τους την ταυτότητα τους και ο έλεγχος είναι διπλός καθώς η ταυτότητα τους επιβεβαιώνεται και από το δακτυλικό τους αποτύπωμα. Η ψηφοφορία γίνεται με ηλεκτρονικό και «χάρτινο» τρόπο: Οι πολίτες ψηφίζουν σε οθόνες αφής και κλασσικά, με «χαρτί». Τα δύο αποτελέσματα πρέπει, μετά την καταμέτρηση, να είναι ταυτόσημα. 

Οι εκλογές, κοινώς, γίνονται με ένα από τα πιο αδιάβλητα συστήματα παγκοσμίως – το ίδιο σύστημα που ανέδειξε, την προηγούμενη φορά, ένα κοινοβούλιο εχθρικό στο PSUV και έφερε στο προσκήνιο τον «κύριο 2%», Γουαϊδό. Αυτόν που αγκάλιασε η παγκόσμια ιμπεριαλιστική αγκαλιά με τρυφερότητα. Η σύγκριση με το φετινό τσίρκο των εκλογών της 3ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ γίνεται αυθόρμητα… 

Πιο σαφές ότι η άρνηση ΗΠΑ και ΕΕ να αναγνωρίσουν την νομιμότητα της διαδικασίας και, αν μη τι άλλο, όφειλαν να στείλουν παρατηρητές, λοιπόν, δεν μπορεί να γίνει. Η μη αποστολή παρατηρητών είναι ακριβώς γιατί όλες οι αποφάσεις τους είναι πολιτικές και εντάσσονται στην πολεμική κατά του λαού και του κράτους της Βενεζουέλας, που ξεκίνησε επί Ούγο Τσάβες και κορυφώθηκε επί Μαδούρο, με τις δολοφονικές κυρώσεις και το στραγγάλισμα της οικονομίας, που έφτασε μέχρι την πρόσφατη κλοπή του χρυσού της Βενεζουέλας από τη Βρετανία . Είναι αδιανόητη και προσβλητική για κάθε χώρα η απαίτηση που εξέφρασε η ΕΕ (προς την πρώην αποικία της;) για αναβολή των εκλογών, παρ’ ότι γνωρίζει πολύ καλά ότι είναι επιβεβλημένες συνταγματικά μέχρι και την ημερομηνία τους. 

Παρατηρητές θα υπάρξουν στις εκλογές. Από την Λατινική Αμερική, την Αφρική και τα Ηνωμένα Έθνη. Και γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι δε θα εισακουστούν με το θετικό πόρισμα τους από τις αμερικανόδουλες χώρες. Για τις «δημοκρατικές» δυτικές χώρες η εκλογική νίκη λίγη σημασία έχει. Η απονομιμοποίηση της κυβέρνησης και των εκλογών είναι το ζητούμενο. Στο θέμα, δε, της Βενεζουέλας, εντός της πολιτικής ελίτ των ΗΠΑ δεν υπάρχουν διαφωνίες. 

Υποψηφιότητες και Κόμματα

Στις φετινές εκλογές κατεβαίνουν 107 πολιτικοί σχηματισμοί, οι 98 εκ των οποίων αντιπολιτευόμενοι, και 14.400 υποψήφιοι. Η χώρα καλείται να εκλέξει 277 βουλευτές, δηλαδή 111 περισσότερους από τις εκλογές του 2015. Το σύστημα επιλογής είναι μεικτό – υπάρχει και λίστα και «σταυρός» δηλαδή, ενώ ένας αριθμός θέσεων αποδίδεται στον ιθαγενικό πληθυσμό. 

Η αριστερά κατεβαίνει διχασμένη για πρώτη φορά από την σύμπραξη για την Μπολιβαριανή Επανάσταση, επί Ούγο Τσάβες. Από τη μία κατεβαίνει το κυβερνόν Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας (Partido Socialista Unido de Venezuela, PSUV) και όσοι συνεργαζόμενοι δεν αποχώρησαν από τον σχηματισμό, γνωστοί όλοι μαζί ως PSUV+, το οποίο αναμένεται να αναδειχθεί πρώτο. Από την άλλη, κατεβαίνουν όσα κόμματα αποχώρησαν από το συνασπισμό της αριστεράς, που δημιούργησαν ένα νέο μέτωπο, τη Λαϊκή Επαναστατική Αντιπρόταση (Alternativo Popular Revolutionario, APR), στο οποίο μετέχει το κομμουνιστικό κόμμα της Βενεζουέλα (PCV) και το κόμμα Πατρίδα Για Όλους (Patria para Todos). 

Και οι δύο σχηματισμοί διεκδικούν τον χαρακτηρισμό των αληθινών «Τσαβίστας». Η διαφορά έγκειται κυρίως στον τρόπο που πιστεύουν οι δύο πλευρές ότι πρέπει να προχωρήσει η χώρα, με δεδομένο «το στραγγαλισμό από τις αμερικάνικες κυρώσεις», όπως τον ονομάζει ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Βενεζουέλα, Αλφρέδ δε Ζάγιας, που υπολογίζει ότι από το 2018, κάθε χρόνο, περίπου 40.000 Βενεζουελάνοι χάνουν τη ζωή τους αποκλειστικά λόγω των κυρώσεων (ασχέτως πανδημίας). 

Για το APR πρωτεύει η ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων και κομμούνων, των λαϊκών κινημάτων βάσης και η στήριξη στις λαϊκές κοπερατίβες για τη δημιουργία μιας οικονομίας λιγότερο εξαρτημένης από τις ξένες δυνάμεις. Το θέμα των δολοφονικών κυρώσεων αντιμετωπίζεται, εν μέρει, ως κάτι που μπορεί να ξεπεραστεί μέσα από μιαν πιο σοσιαλιστική (;) δομή στο εσωτερικό της χώρας. Όμως, το σημαντικότερο ζήτημα, που προκάλεσε και την αποχώρηση τους από το PSUV+ είναι νόμος που πέρασε πρόσφατα η κυβέρνηση Μαδούρο, που προβλέπει μέτρα αντεργατικά και ανοίγει την πόρτα ιδιωτικοποίησης κρατικών επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση χαρακτήρισε αυτό το νόμο «νόμο αντιμετώπισης των κυρώσεων», αλλά οι προβλέψεις του προκάλεσαν το βαθύ ρήγμα στην αριστερά, μαζί με κινήσεις της κυβέρνησης που είχαν ως στόχο να παρακάμψουν μέρος των κυρώσεων, αλλά έδιναν δικαιώματα σε μεγάλες πολυεθνικές και προέβλεπαν. Φορολογικές ελαφρύνσεις για το πλουσιότερο 5% του πληθυσμού, το οποίο μπορεί ωστόσο να επενδύσει στην τοπική οικονομία.

Η διάσπαση της αριστεράς είναι εμφανώς αποτέλεσμα των κυρώσεων και της διαφορετικής ερμηνείας της συγκυρίας στους κόλπους του πάλαι ποτέ ενιαίου PSUV+.  Τα μέτρα των ΗΠΑ και της ΕΕ εις βάρος της χώρας «κάνουν την οικονομία να ουρλιάξει», για να θυμηθούμε τη Χιλή του Αλιέντε, μπορεί να μην έριξαν την κυβέρνηση και να μην εμπόδισαν την διενέργεια των εκλογών – αυτά από μόνα τους είναι μεγάλο επίτευγμα στις παρούσες συνθήκες- αλλά έφεραν τη διάσπαση, με ότι αυτή μπορεί να φέρει αύριο στις κάλπες. 

Ένα μικρότερο, εσωτερικό, ζήτημα είναι οι κατηγορίες περί οικογενειοκρατίας που συνοδεύουν την κάθοδο στις εκλογές τόσο της συζύγου Μαδούρο, Σεσίλια Φλόρες, όσο και του γιού του από τον πρώτο του γάμο, 30χρονου Νικόλας Ερνέστο Μαδούρο, που στις επιθέσεις απαντά ότι «είναι κροκόδειλος, πολύ χοντρόπετσος για να καταλάβει». 

Η δεξιά παραμένει πολυδιασπασμένη, με ένα κομμάτι της – αυτό που θεωρεί πρόεδρο της χώρας το Γουαϊδό – να μην κατεβαίνει στις εκλογές «για να μη τις νομιμοποιήσει», και ένα, πιο μετριοπαθές και μη αμερικανοκίνητο, κομμάτι της να κατεβαίνει: έχει ενδιαφέρον ότι στους ηγέτες αυτού του τμήματος της δεξιάς, που παίρνει μέρος στις εκλογές, οι αμερικάνοι επέβαλαν κυρώσεις ακριβώς γιατί κατεβαίνουν. Κυρώσεις επιβλήθηκαν μέχρι και στην Ίντιρα Μάιρα Αλφόνσο Ιζαγκίρε, πρόεδρο του Εθνικού Εκλογικού Συμβουλίου, πρώην δικαστή και γνωστής δεξιάς.  Η δικαιολογία για τις κυρώσεις εις βάρος της ήταν «παρεμπόδιση ελεύθερων και δίκαιων εκλογών» και επιβλήθηκαν τρεις μήνες πριν τις εκλογές.  Στις λοιπές των περιπτώσεων, εννέα δεξιών ηγετών ή ηγετικών στελεχών κομμάτων, η δικαιολογία για τις κυρώσεις ήταν ανάμειξη σε εκλογές (election interference), προφανώς μη αρεστές στις ΗΠΑ. Κι εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι κομμάτι της δεξιάς είχε «βγει στα κάγκελα» κατά του Γουαϊδό και των ΗΠΑ, έγιναν μέχρι και μηνύσεις κατά αρχηγών δεξιών κομμάτων που, αρχικά, αρνούνταν να κατέβουν στις εκλογές, διότι στη συνείδηση και των απλών δεξιών πολιτών της Βενεζουέλας, οι εκλογές είναι απολύτως νομιμοποιημένες. 

Από τις δεξιές πολιτικές δυνάμεις που κατεβαίνουν, έχουν δημιουργηθεί τρεις συνασπισμοί και υπάρχουν και πολλές μικρές ανεξάρτητες ομάδες. Κάποιες εξ αυτών έχουν συμπράξει κατά τόπους, περιφερειακά.