της Μαριάνας Τσίχλη, Περιφερειακή Σύμβουλος Αττικής, υποψήφια Περιφερειάρχης με την παράταξη ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΤΤΙΚΗ

Αυτές τις μέρες, όσοι ζούμε στην Αττική πρέπει να νιώθουμε πολύ τυχεροί. Όχι γιατί κάτι θετικό συμβαίνει, αλλά γιατί έβρεξε πολύ λιγότερο απ’ ότι σε άλλες περιοχές της χώρας. Η Θεσσαλία, αντίθετα, δεν ήταν τόσο τυχερή. Από την άλλη, με μια βροχή μικρής σχετικά διάρκειας και έντασης, πολλές περιοχές πλημμύρισαν, έκλεισαν σταθμοί του ΜΕΤΡΟ, άνθρωποι παρασύρθηκαν από τα νερά και κινδύνευσαν στη Βασιλίσσης Σοφίας, μέσα στο κέντρο της Αθήνας, έγιναν διακοπές ρεύματος και πολλά άλλα. Και, κάπου εδώ, πρέπει να αναρωτηθούμε τι θα συμβεί στην Αττική εάν δεν σταθούμε τόσο τυχεροί και βρέξει παραπάνω.

Η Αττική, όπου ζουν 4,5 εκ. άνθρωποι, είναι εντελώς αθωράκιστη. Σύμφωνα με μελέτη του ΥΠΕΝ, που έχει μείνει στα συρτάρια από το 2017, αν υπερχειλίσει ο Ιλισός και ο Κηφισός, θα πλημμυρίσουν τα πάντα, από το Παλιό Φάληρο έως τον Πειραιά. Μεγάλα αντιπλημμυρικά έργα όχι απλώς δεν υλοποιούνται, αλλά ούτε καν σχεδιάζονται. Αντίστοιχα, δεν υπάρχει σχεδιασμός της πολιτικής προστασίας σε ενδεχόμενο μεγάλης πλημμύρας. Η σημερινή διοίκηση έχει να παρουσιάσει μηδενικό έργο αντιπλημμυρικής προστασίας. Όπως οι ίδιοι παραδέχονται, μια σειρά έργων, που στην πλειοψηφία τους δεν εμπεριέχουν ούτως ή άλλως συνολικότερες λύσεις, ενώ κάποια είναι αμιγώς μελετητικά, δεν προχωρούν εδώ και χρόνια. Όμως, τα προβλήματα στις διαγωνιστικές διαδικασίες και στην υλοποίηση, η προκήρυξη, οι χρόνοι και οι όροι των έργων δεν είναι ευθύνη κανενός άλλου πέρα από την ίδια τη διοίκηση. Για παράδειγμα, σε ένα εξ αυτών η διοίκηση Πατούλη προσπαθεί να δικαιολογηθεί ισχυριζόμενη ότι, κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του έργου προέκυψε ανάγκη μετατόπισης αγωγών της ΕΥΔΑΠ, για αυτό το έργο διαλύθηκε και εκπονούνται νέες μελέτες. Αφού οι αγωγοί δεν βρέθηκαν εκεί ξαφνικά, προφανώς η αρχική μελέτη του έργου ήταν ακατάλληλη. Παράλληλα, ακόμα και τα έργα για απλούς καθαρισμούς ρεμάτων, δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, δεν προχωρούν και δεν υλοποιούνται. Ό,τι και να πει η διοίκηση, δεν μπορεί να κρύψει ότι μόλις το 3% του τρέχοντος προϋπολογισμού αφορά σε αντιπλημμυρικά έργα, ούτε το ντροπιαστικό γεγονός ότι το σύνολο των προϋπολογιζόμενων πιστώσεων για αντιπλημμυρικά ισούται με τις πιστώσεις για εκδηλώσεις, δημόσιες σχέσεις και λοιπές ενέργειες προβολής του Περιφερειάρχη.

Και ενώ ο Πατούλης κάνει φιέστες και ημερίδες, οι πλημμυρικοί κίνδυνοι στην Αττική αυξάνονται τρομακτικά, τόσο λόγω της κλιματικής αλλαγής, όσο και λόγω των πυρκαγιών και της καταστροφής των δασών μας. Κυρίως όμως αυξάνονται λόγω των πολιτικών επιλογών κυβερνήσεων και αυτοδιοικητικών αρχών. Μεγάλα έργα ορεινής υδρονομίας με την ανάσχεση της ροής των υδάτων στους ορεινούς όγκους δεν σχεδιάζονται, παρότι αποτελεί κοινή αντίληψη της επιστημονικής κοινότητας και περιβαλλοντικών φορέων ότι πρόκειται για τη βέλτιστη και πιο φιλική προς το περιβάλλον μέθοδο αντιπλημμυρικής θωράκισης. Ό,τι έχει απομείνει από τα ρέματα της Αττικής, μετά από χρόνια εγκιβωτισμών και μετατροπής τους από πλούσια οικοσυστήματα σε κλειστούς αγωγούς ομβρίων υδάτων, συνεχίζονται οι προσπάθειες να μπαζωθεί, αυξάνοντας τους κινδύνους. Επί πάρα πολλά χρόνια, ο πολεοδομικός σχεδιασμός (ή η ανυπαρξία του) στην Αττική, οδηγεί στην καταπάτηση της φυσικής τους κοίτης και των πλημμυρικών τους ζωνών, με καταστροφικό αποτέλεσμα. Η μεγάλη πλημμύρα της Μάνδρας – και όχι μόνο – σχετίζεται απόλυτα με το μπάζωμα των μεγάλων ρεμάτων και την οικοδόμηση κτιρίων, πολλές φορές του ίδιου του δημοσίου, δρόμων κ.ο.κ. πάνω στις κοίτες. Στον αντίποδα, το Μέγα Ρέμα Ραφήνας, που παραμένει ανοιχτό, χωρίς δόμηση στις πλημμυρικές ζώνες και χωρίς εγκιβωτισμούς, προστατεύει τη Ραφήνα από τις πλημμύρες. Παρά το γεγονός ότι η πολιτική της αποκάλυψης των ρεμάτων – δηλαδή των ποταμιών – θεωρείται βέλτιστη πρακτική για την αντιπλημμυρική προστασία, εξακολουθούν οι προσπάθειες να μπαζωθεί ό,τι έχει απομείνει: η Πικροδάφνη, ο Ποδονίφτης, το Μέγα Ρέμα Ραφήνας, ο Ερασίνος. Η ειρωνεία είναι ότι οι παρεμβάσεις αυτές που αυξάνουν κατακόρυφα τους πλημμυρικούς κινδύνους βαφτίζονται «αντιπλημμυρικά έργα».

Η πολιτική αυτή δεν είναι αποτέλεσμα άγνοιας, ούτε απλής αδιαφορίας. Είναι επιλογή κυβερνήσεων, περιφερειακών και δημοτικών διοικήσεων που επιδιώκουν μια διαχείριση προς το συμφέρον αποκλειστικά και μόνο των εθνικών εργολάβων και των μεγάλων κατασκευαστών. Η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν αλλάζει, αλλά αντίθετα οξύνεται και γίνεται πιο προκλητική από την κυβέρνηση της Ν.Δ.. Κάτι απολύτως αναμενόμενο, αφού είναι οι ίδιοι εθνικοί εργολάβοι, που είναι ταυτόχρονα πάροχοι ενέργειας, ιδιοκτήτες των μεγάλων ΜΜΕ και, συνεπώς, οι στυλοβάτες του συστήματος Μητσοτάκη, αυτοί που το ίδιο σύστημα είναι ταγμένο να εξυπηρετεί, με κάθε κόστος. Έτσι, λοιπόν, απέχει πάρα πολύ από την αλήθεια το παραμυθάκι της κυβέρνησης ότι φταίνε τα «πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα». Να υπενθυμίσουμε ότι, όταν ο «Ιανός» έπνιξε τη Θεσσαλία το 2020, πάλι τα φαινόμενα ήταν «πρωτοφανή και χωρίς προηγούμενο», όπως θα είναι και την επόμενη φορά, αν δεν επιβάλλουμε ριζική αλλαγή πολιτικής. Οι κάθε είδους πολιτικά υπεύθυνοι, που, για μια φορά ακόμα δηλώνουν συντετριμμένοι, γεμάτοι υποκρισία, γνωρίζουν άριστα ποια είναι η πραγματικότητα και άριστα συνεχίζουν να ταΐζουν τους «εθνικούς μας ευεργέτες». Ακόμα κι αν οι άνθρωποι πνίγονται, ακόμα κι αν οι κόποι όλης της ζωής τους καταστρέφονται, ακόμα κι αν τίποτα δεν απομείνει όρθιο.

Ο νέος εκλεκτός του Μαξίμου, Νίκος Χαρδαλιάς, έρχεται «απλώς» να θέσει την Περιφέρεια Αττικής (και τα δις ευρωπαϊκών πόρων που θα διαχειριστεί τα επόμενα χρόνια) υπό τον ακόμα πληρέστερο έλεγχο του σκληρού πυρήνα του συστήματος Μητσοτάκη. Ο νυν Περιφερειάρχης αποδεικνύεται εύκολα αναλώσιμος – και δεν είναι ο μόνος – γιατί τα χρήματα είναι πάρα πολλά. Και, ενώ η Ελλάδα πνίγεται στην κυριολεξία, χωρίς ίχνος ντροπής, περιφέρεται στα ΜΜΕ και ισχυρίζεται ότι σε 20 μήνες θα λύσει το πρόβλημα της αντιπλημμυρικής θωράκισης στην Αττική. Δύο ενδεχόμενα υπάρχουν: ή ο Χαρδαλιάς έγινε μάγος, ή μας ταΐζουν κουτόχορτο. Μάλλον το δεύτερο, αφού δε λέει απολύτως τίποτα επί της ουσίας, πέρα από τις γνωστές επικοινωνιακές ατάκες του τύπου «υπάρχει σχέδιο». Και ενώ εμφανίζεται ως σωτήρας, πρόκειται για τον παράγοντα της ΝΔ που είχε την ευθύνη της πολιτικής προστασίας επί δύο χρόνια, από το 2019 έως το 2021, δηλαδή κατά τη μισή θητεία της ΝΔ ως κυβέρνηση, στην αρχή ως Γενικός Γραμματέας και μετά ως Υφυπουργός και διαχειρίστηκε, με καταστροφικό τρόπο, τη μεγάλη πυρκαγιά και τις φονικές πλημμύρες στην Εύβοια το 2021, τις πλημμύρες στη Θεσσαλία το 2020, το χιονιά του 2021, όπου πέθαναν εγκαταλελειμμένοι άνθρωποι από το κρύο. Όπως και την πανδημία, όπου κάθε απόγευμα ανακοίνωνε παράλογους περιορισμούς και αντιεπιστημονικές καθολικές απαγορεύσεις, την ίδια στιγμή που το ΕΣΥ κατέρρεε. Είναι αναμφίβολο ότι την ίδια «επιτυχία» θα έχει και στην Αττική.

Από την άλλη, οι απόψεις συνδυασμών, αιρετών και υποψηφίων που αποδίδουν τη δραματική κατάσταση της αντιπλημμυρικής προστασίας στην Αττική σε «ανικανότητα» ή «έλλειψη γνώσης» και ζητούν απλώς την επιτάχυνση αντιπλημμυρικών έργων με μερικό χαρακτήρα, δεν επαρκούν, δίνουν άλλοθι και δεν αμφισβητούν τις πολιτικές που καταλήγουν σε τραγωδίες. Η διαχείριση του ίδιου πλαισίου, η συνέχεια της πολιτικής των εργολάβων, στην οποία είναι ενταγμένοι όσοι σήμερα ζητούν την ψήφο του λαού της Αττικής, έχοντας κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση όταν ήταν Περιφερειάρχες ή Δήμαρχοι, δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα.

Η αντιπλημμυρική προστασία της Αττικής (και όλης της χώρας) είναι πλέον ζήτημα κυριολεκτικά ζωής ή θανάτου. Το ίδιο και η δασοπροστασία, η υποστήριξη της δασοπυρόσβεσης, η πολιτική προστασία. Οι πολίτες της Αττικής πρέπει να διεκδικήσουν, μέσα από τους αγώνες τους, αλλά και μέσα από την ψήφο τους στις Περιφερειακές εκλογές, μια διαφορετική πολιτική που προστατεύει τους ανθρώπους και τη φύση. Η Ανυπότακτη Αττική, όλη την προηγούμενη τετραετία, αποκάλυψε την καταστροφική κατεύθυνση της διοίκησης Πατούλη μέσα στο Περιφερειακό Συμβούλιο. Βρέθηκε, παράλληλα, στο πλάι των κατοίκων στους αγώνες για την ανάδειξη και προστασία των ρεμάτων, στις διεκδικήσεις για αντιπλημμυρική προστασία και δασοπροστασία, στις διαδηλώσεις για να αποδοθούν ευθύνες και να αλλάξουν πολιτικές για τις καταστροφικές πυρκαγιές τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και φέτος. Η παρουσία μας στο Περιφερειακό Συμβούλιο και την επόμενη τετραετία θα συμβάλει για να αναδειχθούν τα προβλήματα, αλλά και για να έχουν φωνή οι αγώνες των κατοίκων και να επιβάλλουμε μαζί αναγκαίες πολιτικές, κρίσιμες για τη ζωή μας.