Καταθέτουμε ορισμένα συμπεράσματα:

  1. Για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινοβούλιο βρίσκονται τρία κόμματα με ακροδεξιά ατζέντα. Ένα εκκλησιαστικό-σκοταδιστικό, ένα αντιπροσφυγικό-εθνικόφρον κι ένα νεοναζιστικό. Πιθανώς αυτός ο συνδυασμός να μην έχει συμβεί σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης. Οι μεταξύ τους αποχρώσεις δεν αναιρούν τον κοινό τους παρονομαστή που δεν είναι άλλος από το κοινωνικό πισωγύρισμα. Ένα πισωγύρισμα που μας πάει πίσω και από αυτές τις αρχές του Διαφωτισμού. Βέβαια, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα μορφώματα αυτά επιχειρούν ορισμένους επικοινωνιακούς εκσυγχρονισμούς. Για παράδειγμα ο Βελόπουλος απειλεί με εξώδικο όποιον τον χαρακτηρίσει ακροδεξιό, ενώ οι Σπαρτιάτες εμφανίστηκαν με άλλο προφίλ αφήνοντας στην άκρη το παρουσιαστικό με τα μαύρα μπλουζάκια και τους φουσκωτούς του γυμναστηρίου και φόρεσαν κοστούμια.
  2. Αθροίζοντας το ποσοστό των τριών κομμάτων καθώς και των ακροδεξιών μορφωμάτων που βρίσκονται εκτός βουλής, το ποσοστό φτάνει το 14%. Παρόμοιο ποσοστό είχε παρουσιαστεί μόνο στις τελευταίες ευρωεκλογές που «παραδοσιακά» η ψήφος είναι πιο χαλαρή. Το γεγονός ότι τώρα είχαμε βουλευτικές εκλογές υπογραμμίζει το «τσιμεντάρισμα» αυτών των ψήφων.
  3. Στην πρώτη φάση της ανόδου της Χρυσής Αυγής τέθηκε το ερώτημα κατά πόσο το εκλογικό σώμα που τη στήριξε ενστερνιζόταν τις ναζιστικές της ιδέες. Τώρα, μετά τη δολοφονία Φύσσα, τη δικαστική απόφαση για τη ΧΑ, τις αποκαλύψεις που έγιναν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Το εκλογικό σώμα των Σπαρτιατών είναι νεοναζιστικής κατεύθυνσης και σε γνώση των ψηφοφόρων τους, κάτι που αποδεικνύεται από τη στήριξή τους από τον έγκλειστο Κασιδιάρη. Αν από την άλλη υπάρχουν ψηφοφόροι τους που δεν έχουν αντιληφθεί τον ναζιστικό χαρακτήρα της ΧΑ και του διάδοχου σχήματός της, τότε και αυτό αποτελεί μεγάλο κοινωνικό-πολιτικό πρόβλημα.
  4. Ίσως το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι πως οι Σπαρτιάτες έλαβαν υψηλό ποσοστό στις νέες ηλικίες και συγκεκριμένα στην ηλικιακή ζώνη 17-34 στο οποίο έλαβαν το 9,2%. Ομοίως υψηλό ήταν το ποσοστό που έλαβαν από τους ανέργους το οποίο έφτασε το 9,5%. Τα επεισόδια στα σχολεία της Β. Ελλάδας ήταν πολύ ισχυρά προμηνύματα.
  5. Το ποσοστό του 14% του ακροδεξιού τόξου φαίνεται να είναι ακόμη μεγαλύτερο αφού ένα κομμάτι της ακροδεξιάς στεγάζεται εντός ΝΔ. Η τριανδρία Γεωργιάδης-Βορίδης-Πλεύρης και οι κρίσιμες κυβερνητικές τους θέσεις επιβεβαιώνουν εμμέσως πλην σαφώς την παραπάνω διαπίστωση, παρά τη μη υπουργοποίηση του Πλεύρη. Η ΝΔ έχει πολιτικά τις κύριες ευθύνες για την άνοδο του ακροδεξιού τόξου όχι μόνο γιατί έδωσε στέγη στα ορφανά του ΛΑΟΣ και μάλιστα με παρελθόν πολύ συγκεκριμένο (ο τσεκουροφόρος Βορίδης είχε πάρει το χρίσμα από τον δικτάτορα Παπαδόπουλου για τη θέση του γραμματέα της ΕΠΕΝ, ο Γεωργιάδης διαφήμιζε αντισημιτικά βιβλία, ο Πλεύρης υποστήριζε την ανάγκη να υπάρξουν νεκροί προκειμένου να ανακοπούν οι προσφυγικές ροές) αλλά και γιατί ο ίδιος ο Σαμαράς ήταν αυτός που μίλαγε για την ανακατάληψη των πόλεων από τους πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ ο Μητσοτάκης στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του κόμματος μίλησε για μεταναστευτικές εισβολές.
  6. Η τάση ανόδου της ακροδεξιάς και των νεοναζιστών είναι παγκόσμια. Οι δυνάμεις αυτές λειτουργούν ή ως κυβερνητικές δυνάμεις (Μελόνι στην Ιταλία, Όρμπαν στην Ουγγαρία, στο κοντινό παρελθόν Μπολσονάρο στη Βραζιλία και Τραμπ στις ΗΠΑ κ.λπ..), ή φιλοδοξούν να έρθουν στην κυβερνητική εξουσία έχοντας ισχυρή εκλογική παρουσία (βλέπε την εντυπωσιακή άνοδο του ακροδεξιού Χαβιέρ Μιλέι στην Αργεντινή, ομοίως του φιλοφρανκικού κόμματος VOX στην Ισπανία, την εδραίωση των ακροδεξιών κομμάτων σε σκανδιναβικές χώρες και του AfD στη Γερμανία κ.λπ.) ή και χρησιμεύουν στην αντιπολίτευση ως το μακρύ χέρι του συστήματος. Κι ας μην ξεχνάμε πως όλα αυτά συνοδεύονται από μία λυσσώδη αντικομμουνιστική υστερία.
  7. Οπωσδήποτε το κύριο στη συζήτηση αυτή που αφορά την άνοδο του ακροδεξιού τόξου είναι η επισήμανση των αιτιών. Ιστορικά διαπιστώνεται ότι η άνοδός τους σημειώνεται σε καιρούς κρίσης. Η παρούσα κρίση είναι εξαιρετικά πολύπλοκη αφού συντίθεται από τα υλικά της οικονομικής κρίσης του 2010, της πανδημικής κρίσης, της προσφυγικής κρίσης και της πληθωριστικής έκρηξης. Σε κάθε περίπτωση γίνεται πατριδοκαπηλία, χρησιμοποιείται ρατσιστικός λόγος, υιοθετείται αντικομμουνιστική ρητορεία, κατασκευάζονται φαντασιακοί εχθροί (στο παρελθόν Εβραίοι, Τσιγγάνοι, άτομα με ειδικές ανάγκες κ.ά. και σήμερα μετανάστες, πρόσφυγες, ομοφυλόφιλοι ακόμη και τα εμβόλια).
  8. Παράλληλα με το υπάρχον κρισιακό εύφλεκτο υλικό το τόξο της ακροδεξιάς προβλήθηκε από τα ΜΜΕ. Ας θυμηθούμε «έγκριτους» δημοσιογράφους που καλούσαν τους χρυσαυγίτες στα κανάλια, ειδικά αυτούς που μιλούσαν για τη «σοβαρή Χρυσή Αυγή» και ας θυμηθούμε την ανόητη κι επικίνδυνη εμμονή διαφόρων δημοσιολόγων κι εκλογικών αναλυτών να αποκαλούν όλον αυτό τον πολιτικό συρφετό ως αντισυστημική δύναμη. Πρόκειται για ένα πουσάρισμα που δημιουργεί άποψη, διαμορφώνει συνειδήσεις κι έπειτα αυτό που βλέπουμε μπροστά μας μοιάζει να έχει χαρακτηριστικά αυθόρμητης κίνησης.
  9. Η ακροδεξιά έχει στην Ελλάδα ιστορικό βάθος. Μπορούμε να τη δούμε στη δικτατορία Μεταξά, στη γερμανική κατοχή, στο μετεμφυλιακό κράτος, στην επταετή χούντα και μεταπολιτευτικά —και πριν την άνοδο της Χρυσής Αυγής— στα κυνηγητά μεταναστών τη δεκαετία του 1990, στα συλλαλητήρια για τις ταυτότητες και τη Μακεδονία, ενώ ανησυχητικά ήταν τα μηνύματα επιδοκιμασίας από μέρος της κοινωνίας όταν ο Κασιδιάρης προπηλάκισε την Κανέλλη και τη Δούρου. Σταθμό στην πολιτική ανάδειξη της ακροδεξιάς ήταν αναμφισβήτητα το ΛΑΟΣ. Μπορούμε να πούμε ότι αποτέλεσε την ιδεολογική και πολιτική μήτρα των σύγχρονων ακροδεξιών σχηματισμών.
  10. Συχνά ακούμε πως η ΝΔ μετατοπίζει την ατζέντα της προς την ακροδεξιά για να ψαρέψει ακροδεξιές ψήφους. Δεν αποκλείουμε αυτή την εκδοχή αλλά αυτό δεν είναι το κύριο. Το κύριο, κάτι που φαίνεται και από την παγκόσμια τάση, είναι πως η μετατόπιση προς την ακροδεξιά ατζέντα των κλασικών κομμάτων της ολιγαρχίας αποτελεί στρατηγική επιλογή ισχυρών τμημάτων του κεφαλαίου. Και αυτή η επιλογή εκφράζει τη διάθεση για νέα αναδιανομή του πλούτου και τσάκισμα των κοινωνικών κραδασμών που προϋποθέτει σκλήρυνση της αστικής πολιτικής και επιβολή ενός ακόμη πιο αστυνομικού κράτους και παρακράτους. Οι πυρήνες των ακροδεξιών μορφωμάτων δεν είναι μόνο το μακρύ τραμπούκικο χέρι του συστήματος στην παρούσα φάση αλλά ο μελλοντικός στρατός της αντεπανάστασης.
  11. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ένα μέρος της αριστεράς υποτιμά την άνοδο του ακροδεξιού τόξου στην παρούσα φάση υποστηρίζοντας αυτό που γράψαμε παραπάνω, ότι δηλαδή πάντα υπήρχε πολιτική επιρροή και παρέμβαση της ακροδεξιάς (επομένως, κατ’ αυτή την άποψη, δεν έχουμε ένα νέο ποιοτικό στοιχείο). Πίσω από την υποτίμηση υπάρχει ένα ιδεολογικό δόγμα με βάση το οποίο δεν απαιτείται κάποιο αντιφασιστικό-δημοκρατικό μέτωπο αφού αυτό θα λέρωνε την πολιτική καθαρότητα του επαναστατικού υποκειμένου. Η άποψη αυτή πέραν της υποτίμησης του κινδύνου που βοά σε αυτή την ιστορική φάση δείχνει κι έλλειψη ιστορικής γνώσης. Αν συνεχιστεί μία τέτοια προσέγγιση θα είναι καταστροφική για το λαϊκό κίνημα κι όταν εκτιμηθεί αργότερα η έκταση του κινδύνου, τότε μπορεί να είναι αργά.
  12. Σήμερα απαιτείται ένα πολιτικό σχέδιο το οποίο θα πρέπει να στηριχτεί από ευρείες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις και το οποίο θα περιλαμβάνει: α) ένα πλάνο πλατιών εκδηλώσεων (προβολή ταινιών, μουσικές συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις) και συζητήσεων που θα αποκαλύπτουν τον ιστορικό και σύγχρονο ρόλο του ακροδεξιού-νεοναζιστικού τόξου και το τι ιστορικά σημαίνει ο φασισμός-ναζισμός, β) διάδοση αρθρογραφίας και βιβλιογραφίας ενταγμένης σε αυτή την προσπάθεια, γ) συντονισμένες και διαρκείς παρεμβάσεις στους εργασιακούς χώρους, στα πανεπιστήμια, τα σχολεία, τα γήπεδα και τις γειτονιές (εδώ κρίσιμο ρόλο καλείται να παίξει ο κόσμος της εκπαίδευσης και τα εργατικά σωματεία), δ) λήψη κοινών πολιτικών πρωτοβουλιών στον δρόμο και δημιουργία «φραγμάτων» στη δράση των νεοναζί όπου αυτοί επιχειρούν να παρέμβουν, ε) διαμόρφωση πειστικών θέσεων από την αριστερά και τα σωματεία που να απαντάνε στα άμεσα προβλήματα του λαού και ειδικά να διαμορφωθούν πειστικές απόψεις για το προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Η λήψη αποφάσεων και οι πρωτοβουλίες δράσεων πρέπει να γίνουν τάχιστα. Αλλιώς δεν θα μοιρολογάμε για μία ακόμη ήττα αλλά θα έχουμε να κάνουμε με μία συντριβή στρατηγικής σημασίας.

 

Ο Βασίλης Λιόσης είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Μεταξύ άλλων, έχει γράψει το βιβλίο «Ναζισμός: τα αίτια γέννησης και γιγάντωσής του».