«Και θα πω αυτό που έπρεπε να πω από την πρώτη στιγμή: όλες οι επιστημονικές μελέτες κατατείνουν στο γεγονός ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν με τη φυσική παρουσία και των δύο φύλων και των δύο γονέων, είναι παιδιά με λιγότερα ψυχολογικά προβλήματα, είναι παιδιά με μικρότερες ή καθόλου παρεκκλίσεις, είναι παιδιά που προσαρμόζονται με πολύ μεγάλη ευκολία σε μια σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Δικαιοσύνης, μιλώντας στον ΑΝΤ1.

Με τα παραπάνω λόγια του ουσιαστικά ο Υπουργός, ο οποίος τυγχάνει να είναι γιατρός υποστήριξε ότι όσα παιδιά δεν μεγαλώνουν σε μία οικογένεια δύο γονέων, δομημένη ετεροκανονικά στην συνήθη στερεοτυπική μορφή της πυρηνικής σις/στρέιτ οικογένειας, αντιμετωπίζουν εμπόδια, και εν τέλει εκπτώσεις, στην ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη, ακριβώς λόγω της δομής της οικογένειάς τους.

Επομένως, παιδιά που προέρχονται από μονογονεϊκές οικογένειες, οικογένειες με ομόφυλους γονείς και οποιαδήποτε άλλη μορφή οικογένειας διαφοροποιείται από τον παραπάνω σχηματισμό, σύμφωνα με τον κ. Τσιάρα, αντιμετωπίζουν περισσότερες προκλήσεις ψυχικής υγείας και δυσκολίες προσαρμογής.

«Πώς δικαιούται ένας Υπουργός που τομέας του είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα να συκοφαντεί ανθρώπους;»

«Σε άλλη χώρα του δυτικού κόσμου θα είχαν σηκωθεί και οι πέτρες εάν Υπουργός Δικαιοσύνης έλεγε τόσο αστήρικτα και κυρίως συκοφαντικά πράγματα για ομάδα ανθρώπων που στερείται δικαιωμάτων και υφίσταται διακρίσεις. Θα είχε πάρει πόδι την ίδια ημέρα. Ποιές είναι επιστημονικές έρευνες που επικαλείται; Πού τις βρήκε; Γιατί οι επιστημονικές έρευνες λένε το αντίθετο. Και πώς δικαιούται ένας Υπουργός που τομέας του είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα να συκοφαντεί ανθρώπους που υφίστανται διακρίσεις;» σχολιάζει η Μαρίνα Γαλανού από το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών.

«Ειδικά για την επίκληση της επιστήμης, οφείλουμε να κινούμαστε με ιδιαίτερη προσοχή»

Οι δηλώσεις του υπουργού προκάλεσαν και την αντίδραση του επιστημονικού φορέα Orlandο, ο οποίος ασχολείται εξειδικευμένα με την ψυχική υγεία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.

Σε ανακοίνωση του επισημαίνει:

– Τα επιστημονικά δεδομένα γύρω από την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών είναι ξεκάθαρα τις τελευταίες δεκαετίες: ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου των γονέων δεν παίζουν απολύτως κανέναν ρόλο στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, δεν τα επηρεάζουν αρνητικά στην κατάκτηση του μέγιστου των δυνατοτήτων τους και δεν επιβαρύνουν την ικανότητα προσαρμογής τους σε κανένα επίπεδο.
– Παιδιά ομόφυλων ζευγαριών και παιδιά τρανς και εν γένει ΛΟΑΤΚΙ+ γονέων δεν αντιμετωπίζουν προκλήσεις ψυχικής υγείας, ούτε άλλη επιβάρυνση που να αφορά την προσαρμογή και την ευζωία τους λόγω της μορφής της οικογένειάς τους και των ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτοτήτων των γονέων τους.
– Για τους λόγους αυτούς, και μετά από ερευνητικά δεδομένα δεκαετιών, οι εγκυρότεροι διεθνείς φορείς ψυχικής υγείας, όπως η Αμερικανική Ψυχολογική και Ψυχιατρική Εταιρεία και η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία (ενδεικτικά) έχουν πάρει σαφή θέση υπέρ της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, υπέρ της ΛΟΑΤΚ+ γονεϊκότητας και εναντίον κάθε μορφής θεσμικών διακρίσεων που εμποδίζουν ΛΟΑΤΚ+ άτομα να γίνουν ή να αναγνωριστούν ως γονείς των παιδιών που ήδη μεγαλώνουν. Μάλιστα η πρώτη τέτοια δημόσια τοποθέτηση και
αναγνώριση όλων των έγκυρων ερευνητικών δεδομένων έγινε από την Παιδιατρική Ακαδημία τον Ιανουάριο του 2003 (!), δηλαδή πριν από 18 ολόκληρα χρόνια.
– Σύμφωνα με την Αναπτυξιακή Ψυχολογία και Ψυχοπαθολογία, η ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών εξαρτάται αδρά από τρεις βασικούς πυλώνες: 1) την ασφαλή σχέση των γονέων/ενηλίκων φροντιστ(ρι)ών με το παιδί, 2) την ασφαλή σχέση των γονέων/ενηλίκων φροντιστ(ρι)ών μεταξύ τους και με άλλα ενήλικα άτομα στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο και 3) την πρόσβαση του παιδιού σε πόρους και υπηρεσίες, σε ένα κοινωνικό πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς.

Η αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου θα έπρεπε να είναι το πρώτο, απαραίτητο θεσμικό βήμα προς την διασφάλιση όλων των ανωτέρω. Ειδικά όσον αφορά στα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, η θέσπιση του πολιτικού γάμου, η θεσμική κατοχύρωση της πρόσβασης των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων σε υπηρεσίες τεκνοθεσίας και υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ανεξαρτήτως της δομής της οικογένειάς τους (π.χ. μονογονεϊκή, ομόφυλο ζεύγος ή ό,τι άλλο), η προστασία των παιδιών ΛΟΑΤΚΙ+ γονέων από διακρίσεις μέσα από την δόμηση συμπεριληπτικότερων
θεσμικών κοινωνικών πλαισίων (π.χ. σχολείο), είναι μόνο λίγα από αυτά που θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει μία ουσιαστική, δίκαιη, επιστημονικά ενημερωμένη και σύμφωνη με τα ανθρώπινα δικαιώματα νομοθετική πρωτοβουλία.

Αντ’ αυτού, η αναμόρφωση που τώρα υποστηρίζεται δεν λαμβάνει υπόψιν τις οικογένειες των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, ενώ, ειδικότερα για το θέμα τηςσυνεπιμέλειας μεταξύ των δύο γονέων μίας ετεροκανονικής σις/στρέιτ οικογένειας, η κυβέρνηση φαίνεται να προβαίνει σε σοβαρά λάθη. Φεμινιστικές οργανώσεις και φορείς που επικεντρώνονται στην έμφυλη βία κατά των γυναικών έχουν τονίσει τα επικίνδυνα σημεία του νομοσχεδίου, το οποίο προωθεί την υποχρεωτική συνεπιμέλεια χωρίς να λαμβάνει με ουσιαστικό τρόπο υπόψιν του τις έμφυλες κοινωνικές διακρίσεις σε βάρος των γυναικών/μητέρων, χωρίς να προτείνει σαφείς τρόπους αναγνώρισης και αντιμετώπισης της έμφυλης ενδοοικογενειακής βίας σε όλες τις μορφές της, όπου αυτή υφίσταται, και χωρίς να προχωρά στην θέσπιση κοινωνικών υπηρεσιών διερεύνησης και ψυχοκοινωνικής στήριξης για τις παραπάνω περιπτώσεις.

Τα επιστημονικά δεδομένα που αφορούν τις στερεοτυπικές μορφές οικογένειας σαφώς υποστηρίζουν την αδιασάλευτη συνέχιση της σχέσης των παιδιών και με τους δύο γονείς τους, όταν βέβαια δεν υφίσταται κακοποίηση προς τα παιδιά ή/και μεταξύ των γονέων (συντριπτικά συχνότερα βέβαια σε βάρος της μητέρας). Η δίκαιη, έμφυλα ενημερωμένη και κοινωνικά ρεαλιστική θεσμική διασφάλιση της συνέχισης αυτής της σχέσης δεν μπορεί να γίνει αποσπασματικά, μονομερώς, και χωρίς μία νέα προσέγγιση στην έννοια της οικογένειας που να στηρίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία από βία και διακρίσεις κάθε είδους.

Όσον αφορά στα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα ο Υπουργός, επικαλούμενος τα παραπάνω επιχειρήματα, και χρησιμοποιώντας λέξεις ειδικού βάρους όπως «παρεκκλίσεις», δεν εκφράζει επιστημονικά δεδομένα αλλά επικίνδυνα στερεότυπα.

Τονίζουμε ότι, ειδικά για την επίκληση της επιστήμης, οφείλουμε να κινούμαστε με ιδιαίτερη προσοχή, κατάλληλη και επικαιροποιημένη γνώση, και σε συμμόρφωση με τα ανθρώπινα δικαιώματα.