του Θάνου Καμήλαλη
Είναι εντυπωσιακό το ότι οι απόψεις των τριών αυτών προσώπων προβάλλονται και περιβάλλονται με σοβαρότητα. Είναι πιο εντυπωσιακό ότι, παρά τις αποτυχίες τους, αξιωματούχοι σαςν αυτούς βρίσκουν εύκολα τον επόμενο σταθμό της καριέρας τους, είτε στον ιδιωτικό τόμεα (βλ. Goldman Sachs) είτε ακόμα και σε άλλες θέσεις στο ευρωιερατείο.
Αρχικά μια πολύ σύντομη αναδρομή:
Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ είναι ο πολιτικός με το πλαστό μεταπτυχιακό, που τοποθετήθηκε στη θέση του προέδρου του αδιαφανούς και μη δημοκρατικού Eurogroup και βρισκόταν εκεί κατά τη διάρκεια του μεγάλου εκβιασμού της Ελλάδας και της επιβολής του τρίτου (και του άτυπου τέταρτου) μνημονίου. Στη συνέχεια, καθώς «κανείς δεν χάνεται», τοποθετήκε για λίγο καιρό σύμβουλος στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Αυτήν την περίοδο είναι ελέυθερος και είναι κρίμα, γιατί τέτοιο βιογραφικό δεν πρέπει να παραμένει αναξιοποίητο. Κατά καιρούς επίσης, έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στις χώρες του Νότου με δηλώσεις του, όπως όταν είπε ότι «οι Έλληνες έφαγαν τα λεφτά σε ποτά και γυναίκες».
Ο Χοακίν Αλμούνια ήταν Επίτροπος Οικονομικών της Ε.Ε. την περίοδο 2004-2010, όταν δηλαδή επιβλήθηκε στην Ελλάδα το πρώτο μνημόνιο και μια μοναδική στα χρονικά εν καιρώ ειρήνης καταστροφή. Όπως υπενθύμισε η «Καθημερινή» επίσης, ήταν αυτός που είχε επιβλέψει την ένταξη της Ελλάδας στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής απογραφής της κυβέρνησης της ΝΔ αλλά και την έξοδό της από αυτήν. Θα περίμενε εδώ κανείς το στοιχειώδες: Ότι ένας «τεχνοκράτης» που απέτυχε και να προβλέψει και να προλάβει και να αντιμετωπίσει την ελληνική κρίση χρέους δεν αναλάμβανε ποτέ ξανά ανάλογο ρόλο. Λάθος, Πρόσφατα ο Αλμούνιο διορίστηκε ως ανεξάρτητος εκτιμητής της χρηματοοικονομικής βοήθειας του ESM προς την Ελλάδα.
Ο καλύτερος όμως όλων είναι ο Ζοσέ Μανουέλ Μπαρόσο, πρόεδρος της Κομισιόν από το 2004 μέχρι το 2014, στο διάστημα δηλαδή που οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αντιμετώπισαν πρωτοφανείς στη σύγχρονη ιστορία τους κρίσεις, που αντιμετωπίστηκαν από τους δανειστές τους με πολιτικές που είχαν θύματα εκατομμύρια ανθρώπους. Όταν τελείωσε η θητεία του, ο Μπαρόσο μετακινήθηκε στην Goldman Sachs, την τράπεζα που είναι από τους βασικούς υπαιτίους και της παγκόσμιας αλλά και της ελληνικής κρίσης. Να θυμίσουμε απλά ότι όπως έχει ξαναναφέρει το TPP, η Goldman υπέγραφε με την Ελλάδα «Συμβάσεις ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (credit default swap CDS), ενώ παράλληλα σημαντικά στοιχεία, όπως οι στρατιωτικές δαπάνες, έμεναν τακτικά έξω από την μέτρηση του ετήσιου ελλείμματος. Η Ελλάδα δεν είναι μόνη υπαίτιος γι αυτό, καθώς η Ευρώπη, μέσω της Eurostat, ενέκρινε αυτούς τους πλασματικούς αριθμούς.
Η μεταγραφή του Μπαρόζο είχε προκαλέσει αντιδράσεις ακόμα κι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ να δηλώνει ότι. «προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα να δουλεύει για μια ιδιωτική τράπεζα. Αλλά ίσως έχω για αυτήν την τράπεζα». Συν τοις άλλοις, ο Μπαρόζο εχει μάλλον το ρεκόρ προσλήψεων σε διάφορες πολιτικές θέσεις, φόρουμ κ;αι συμβούλια. Μάλλον θα είναι πολύ εργατικός…
Η κοινή λογική λέει ότι και οι τρεις αυτοί απέτυχαν και η τραγική ειρωνεία ότι αν ίσχυαν οι κανονές περί «αξιοκρατίας» και «ανταγωνισμού» που οι ίδιοι πρεσβεύουν, θα έπρεπε σήμερα να θεωρούνται αναίκανοι και αναξιόπιστοι. Καθώς αυτό δεν συμβαίνει, το ερώτημα είναι αν η επιτυχία και η αποτυχία έχουν σημασία για εμάς και τους «θεσμούς», εγχώριους και ξένους. Το συμπέρασμα είναι πως όχι. Για τα αφεντικά τους, φαίνεται ότι Ντάισελμπλουμ Μπαρόζο και Αλμούνια είναι εξαιρετικά επτυχημένοι.
Αυτό που εμείς λαμβάνουμε ως λάθη ή ηλιθιότητα, για τη σημερινή Ευρώπη είναι επιτυχία. Με μια άλλη ανάγνωση, τα τρία αυτά πρόσωπα ήταν μεταξύ αυτών που διαχειρίστηκαν μια τεράστια πολιτική, κοινωνική και οικονομική κρίση, που αποκάλυψε το πραγματικό πρόσωπο της Ε.Ε και απείλησε την ίδια την Ευρωζώνη, αλλά εκτέλεσαν τις αποστολές τους με άριστα. Όχι μόνο το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα» επιβίωσε, αλλά η κρίση μετακυλήθηκε από τις τράπεζες και τις εγχώριες ελίτ στους πολίτες και μάλιστα πολλοί από αυτούς πίστεψαν ότι φταίνε οι ίδιοι για την κατάστασή τους. Δέκα με τόνο λοιπόν, επόμένως δίκαια μπορούν να παραμένουν στο προσκήνιο και να μας διαφωτίζουν με τις εκτιμήσεις τους.
Το φαινόμενο αυτό έχει φυσικά και την ελληνική εκδοχή του. Ο Λουκάς Παπαδήμος ήταν διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας για 8 χρόνια, όταν δηλαδή μπαίναμε στο ευρώ σε συνεργασία με την Goldman. Μεταπήδησε στη θέση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από το 2002 μέχρι το 2010 και φυσικά στη συνέχεια έγινε δοτός πρωθυπουργός, Ο Ανδρέας Γεωργίου ήταν στέλεχος του ΔΝΤ και στη συνέχεια (για ένα διάστημα παράλληλα) ανέλαβε την προεδρία της ΕΛΣΤΑΤ, «αποκαλύπτοντας» το πραγματικό μέγεθος του ελλείμματος. Αντιμετωπίζει ακόμα και σήμερα καταγγελίες πρώην μελών της ΕΛΣΤΑΤ για «φούσκωμα του ελλείμματος», σε μια υπόθεση που χαρακτηρίζεται από τα συνεχή πήγαινε – ελα στη Δικαιοσύνη και την εμμονή των δανειστών να μην δικαστεί.
Ο Γιάννης Στουρνάρας από μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας για την είσοδο της Ελλάδας και τραπεζίτης έγινε υπουργός Οικονομικών, επιβάλλοντας μνημόνιο και προβλέποντας κάθε χρόνο την ανάπτυξη να έρχεται. Σήμερα είναι διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και δεν παραλείπει να διεκδικεί πολιτικό ρόλο, με δηλώσεις και τοποθετήσεις. Υπάρχουν και μικρότερου βεληνεκούς στελέχη, όπως η Αναστασία Σακελλαρίου, που βρισκόταν στο Ταμείο Χρηματοπισττικής Σταθερότητας και παραιτήθηκε όταν διώχθηκε για απιστία σε βαθμό κακουργήματος, αναλαμβάνοντας μετά θέση στην EFG του Λάτση. Ή η Κατερίνα Σαββαϊδου, που από Senior Tax Manager στο χρηματοπιστωτικό κολοσσό PriceWaterhouseCooper (PwC) (που τα Luxleaks αποκάλυψαν ότι συμβούλευε πολυεθνικές να φοροδιαφεύγουν) ανέλαβε για ένα διάστημα Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων. Ή του Στέργιου Πιτσιόρλα, που ως πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ συγκρουόταν συχνά πυκνά με τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015-2016 αλλά σήμερα τα έχουν βρει και βρίσκεται στη θέση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.
«Μα δεν ντρέπονται;» θα αναρωτηθεί κανείς. «Έχουν το θράσος να μιλάνε» θα σκεφτεί κάποιος άλλος. Συμπεράσματα εύλογα, κάπως αφελή. Η μόνη απάντηση στο γιατί συμβαίνει αυτό και στο γιατί μετά από αυτούς θα ακολουθήσουν την ίδια πορεία άλλοι τόσοι και παραπάνω, είναι πολύ απλή:
Γιατί μπορούν