του Joe Penney στο The Intercept

Ωστόσο, μια έρευνα διαφθοράς για τον πρώην Πρόεδρο της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί ανοίγει ένα νέο παράθυρο στα ελάχιστα γνωστά κίνητρα της Νατοϊκής Συμμαχίας που μπορεί να αύξησαν τη βιασύνη για την απομάκρυνση του Λίβυου δικτάτορα.

Τον περασμένο μήνα, η γαλλική αστυνομία προφυλάκισε και ανέκρινε τον Σαρκοζί σχετικά με τις παράνομες πληρωμές τις οποίες λέγεται ότι έκανε ο Καντάφι για την προεκλογική προεδρική καμπάνια του Σαρκοζί το 2007. Λίγες ημέρες αφότου ο Σαρκοζί αφέθηκε ελεύθερος, διατάχθηκε να δικαστεί για διαφθορά και αθέμιτη άσκηση επιρροής σε μια παρόμοια υπόθεση, στην οποία είχε ζητήσει πληροφορίες σχετικά με έρευνα για τον Καντάφι από έναν δικαστή εφετείου. Το σκάνδαλο επισήμανε μια λίγο υποτιμημένη δέσμευση που αντιμετώπιζε ο Σαρκοζί λίγο πριν την επέμβαση στη Λιβύη: Ο Γάλλος Πρόεδρος, ο οποίος έλαβε ηγετικό ρόλο μεταξύ των Ευρωπαίων στην στρατιωτική καμπάνια εναντίον του Καντάφι, επεδίωκε να επανορθώσει για διπλωματικά ατοπήματα στην Τυνησία και στην Αίγυπτο και πολύ πιθανόν θυμωμένος για μια συμφωνία όπλων με τον Καντάφι που πήγε στραβά. Πλέον φαίνεται ότι ο Σαρκοζί ήταν πρόθυμος να αλλάξει τη ρητορική του ώστε να θέσει τον εαυτό του στην πρώτη γραμμή μιας επέμβασης υπέρ της δημοκρατίας και εναντίον του Καντάφι.

Η Λιβύη σήμερα είναι χωρισμένη σε τρεις αντίπαλες κυβερνήσεις και χιλιάδες ένοπλες ομάδες που υποστηρίζονται από ξένες δυνάμεις, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο. Κενά ασφαλείας έχουν αφήσει περιθώρια σε τρομοκρατικές ομάδες να αυξήσουν τις εκεί επιχειρήσεις και επέτρεψαν τη ροή όπλων από τη μια πλευρά της Σαχάρας στην άλλη, συμβάλλοντας στην αποσταθεροποίηση της περιοχής του Σαχέλ της Βόρειας Αφρικής. Η έλλειψη πολιτικής αρχής στην Τρίπολη άνοιξε επίσης την πόρτα στην προσφυγική κρίση στην Ευρώπη, με τη Λιβύη να χρησιμεύει για τους μετανάστες ως πύλη διαφυγής από την Αφρική μέσω της Μεσογείου. Αν και πολύ λιγότεροι άνθρωποι σκοτώθηκαν στη Λιβυκή σύρραξη από ό,τι στο Ιράκ ή τη Συρία, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Λιβύη επτά χρόνια μετά τη μοιραία επέμβαση του ΝΑΤΟ δεν είναι λιγότερο πολύπλοκα και συχνά έχουν μεγαλύτερη άμεση επίδραση στην Ευρώπη από όσα συμβαίνουν στη Συρία και στο Ιράκ.  

Μια ιστορία διαφθοράς

Η ιστορία της παράξενης σχέσης του Σαρκοζί με τον Καντάφι ξεκινάει το 2003, όταν ο ΟΗΕ εφάρμοσε αυστηρές κυρώσεις κατά της Λιβύης, οι οποίες επιβλήθηκαν στον απόηχο του βομβαρδισμού του Λόκερμπι.

Μετά την άρση των κυρώσεων, ο Καντάφι προσπάθησε να καλλιεργήσει μια καθαρότερη και πιο νομιμοποιημένη εικόνα στους δυτικούς κύκλους. Βρήκε ιδιαίτερα ενθουσιώδεις μνηστήρες στις βρετανικές εταιρείες πετρελαίου και αερίου, όπως επίσης και στον Τόνι Μπλερ, τον τότε Βρετανό Πρωθυπουργό, ο οποίος αντιλήφθηκε κερδοφόρες επιχειρηματικές δυνατότητες στην χώρα. Οι υπηρεσίες κατασκοπίας της Λιβύης συνεργάστηκαν στενά με την MI6, την βρετανική ομόλογό τους, υπό την ευρεία ομπρέλα της αντιτρομοκρατίας.

Η Γαλλία ανέπτυσσε επίσης στενές επιχειρηματικές σχέσεις και στενές σχέσεις των μυστικών υπηρεσιών πληροφοριών με τη Λιβύη. Το 2006, ο Καντάφι αγόρασε ένα σύστημα παρακολούθησης από μία γαλλική εταιρεία, το i2e ,το οποίο καυχιόταν για τους στενούς του δεσμούς με τον Σαρκοζί, που ήταν τότε ο Υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας. Το 2007, μετά την εκλογή του, ο Σαρκοζί υποδέχτηκε τον Καντάφι για μια πενταήμερη κρατική επίσκεψη, το πρώτο ταξίδι του Καντάφι στη Γαλλία για περισσότερο από 30 χρόνια.      

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, ο Καντάφι είπε ότι η Λιβύη θα αγόραζε γαλλικό στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας 5,86 δισεκατομμύριων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων 14 μαχητικών αεροσκαφών Rafale κατασκευής της Dassault Aviation. Οι στρατιωτικές πωλήσεις «κλειδώνουν τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών για 20 χρόνια», σημείωσε ο Michel Cabirol, ένας συντάκτης της γαλλικής εβδομαδιαίας La Tribune, που έχει γράψει εκτενώς για τις πωλήσεις όπλων. «Για τον Σαρκοζί, ήταν σημαντικό να πουλήσει τα Rafale γιατί κανείς δεν τα είχε πουλήσει σε ξένη χώρα. Στην περίπτωση της Λιβύης … ήταν μια από τις προσωπικές του προκλήσεις, την εποχή εκείνη». Ο Cabirol ανέφερε στην La Tribune ότι οι διαπραγματεύσεις ήταν ακόμη σε εξέλιξη τον Ιούλιο του 2010, αλλά ο Σαρκοζί δεν ολοκλήρωσε ποτέ την πώληση των Rafale στον Καντάφι.

Αποκαλύψεις σχετικά με τις πληρωμές της Λιβύης στον Σαρκοζί εμφανίστηκαν τον Μάρτιο του 2011, όταν καραδοκούσε η απειλή μιας επικείμενης επέμβασης του ΝΑΤΟ. Ο Καντάφι δήλωσε για πρώτη φορά ότι πλήρωσε την εκστρατεία του Σαρκοζί σε συνέντευξή του δύο ημέρες πριν τη ρίψη των πρώτων βόμβων του ΝΑΤΟ. Λίγο αργότερα ο γιος του, Saif al-Islam Gaddafi, εξέφρασε παρόμοιους ισχυρισμούς. Το 2012, ο γαλλικός ερευνητικός ενημερωτικός ιστότοπος Mediapart δημοσίευσε ένα έγγραφο της Λιβύης υπογεγραμμένο από τον επικεφαλής κατασκοπείας του Μοάμαρ Καντάφι, Moussa Koussa, που κανόνιζε να διατεθούν 50 εκατομμύρια ευρώ για την υποστήριξη της εκστρατείας του Σαρκοζί, το οποίο αργότερα θεωρήθηκε αυθεντικό από τις Γαλλικές Αρχές.

Από τις αρχικές αποκαλύψεις, ο Ziad Takiéddine, ένας Γαλλο-Λιβανέζος έμπορος όπλων που βοήθησε την επίσκεψη του Σαρκοζί στη Λιβύη όταν ο Σαρκοζί ήταν Υπουργός Εσωτερικών το 2005, έχει καταθέσει στο δικαστήριο ότι παρέλαβε βαλίτσες γεμάτες με εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά στη Λιβύη και τις παρέδωσε χέρι με χέρι στον Σαρκοζί, στα τέλη του 2006 και στις αρχές του 2007, όταν ο Σαρκοζί ήταν ακόμα Υπουργός Εσωτερικών αλλά προετοίμαζε ήδη την προεκλογική εκστρατεία του για την Προεδρία. Ο τότε σύμβουλος του Σαρκοζί, Claude Guéant (ο οποίος έγινε Υπουργός Εσωτερικών μετά τις εκλογές), άνοιξε ένα μεγάλο θησαυροφυλάκιο στη BNP στο Παρίσι για επτά μήνες κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Ο πρώην πρωθυπουργός της Λιβύης, Baghdadi Mahmudi, διαβεβαίωσε σε συνεντεύξεις στα ΜΜΕ ότι πραγματοποιήθηκαν πληρωμές. Οι γαλλικές αρχές εξέτασαν επίσης χειρόγραφες σημειώσεις του Υπουργού Πετρελαίου του Καντάφι, Shukri Ghanem, που περιέγραφε με λεπτομέρειες τρεις πληρωμές συνολικού ύψους 6,5 εκατομμυρίων ευρώ προς τον Σαρκοζί.

Η αυστριακή αστυνομία βρήκε το σώμα του Ghanem στον Δούναβη στη Βιέννη, στις 29 Απριλίου 2012, μία εβδομάδα μετά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών που διεκδικούσε ο τότε εν ενεργεία Σαρκοζί και μια μέρα μετά την αποκάλυψη από το Mediapart του εγγράφου που είχε υπογράψει ο Koussa. Ο Αμερικανός πρέσβης της Λιβύης τότε, ο αείμνηστος Chris Stevens, έγραψε σε ένα email στην υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον τον Ιούνιο του 2012, ότι «κανένας Λίβυος από αυτούς που έχω μιλήσει δεν πιστεύει ότι έπεσε μόνος του στον Δούναβη ή οτι ξαφνικά ένιωσε πόνο στην καρδιά του και γλίστρησε σιωπηλά στον ποταμό. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι τον έκαναν να σωπάσει μέλη του καθεστώτος ή ξένοι μαφιόζοι.».

Ένας από τους Λίβυους, ο οποίος λέγεται ότι κανόνισε τις πληρωμές, ο επικεφαλής του χαρτοφυλακίου επενδύσεων της Λιβύης τότε, Bashir Saleh, κατάφερε να ξεφύγει παράνομα από τη Λιβύη στην Τυνησία  με τη βοήθεια των Γαλλικών ειδικών δυνάμεων, σύμφωνα με το Mediapart. Ο έμπιστος του Σαρκοζί, Alexandre Djouhri μετέφερε τον Saleh από την Τύνιδα στο Παρίσι με ιδιωτικό αεροσκάφος, αμέσως μετά την ανατροπή του Καντάφι. Ο Saleh έζησε στη Γαλλία για περίπου ένα χρόνο και φημολογείται ότι συναντήθηκε με τον Bernard Squarcini, επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Γαλλίας, παρά το ένταλμα σύλληψης της Ιντερπόλ εναντίον του. «Η δικαστική έρευνα δείχνει ότι μέσα στο καθεστώς του Καντάφι, ο Μπασίρ Σάλεχ είχε τα πιο εμπεριστατωμένα αρχεία σχετικά με τη γαλλική χρηματοδότηση», δήλωσε ο Fabrice Arfi, ένας από τους δύο δημοσιογράφους του Mediapart που καλύπτει την υπόθεση από το 2011. «Υποπτεύεται ότι αντάλλαξε τα αρχεία με βοήθεια από τη Γαλλία για να τον σώσει από τα σαγόνια της επανάστασης.»

Το 2012, το Paris Match δημοσίευσε μια φωτογραφία που δείχνει τον Saleh να περπατάει ελεύθερος στο Παρίσι παρά το ένταλμα σύλληψης, κι έτσι αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Πέταξε στο Γιοχάνεσμπουργκ, όπου ζει από τότε. Τον Μάρτιο, λίγο αφότου ο σύμμαχός του, ο πρώην πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Jacob Zuma, απομακρύνθηκε από την εξουσία, ο Σαλέχ πυροβολήθηκε, καθώς επέστρεφε στο σπίτι του από το αεροδρόμιο του Γιοχάνεσμπουργκ. Ο Saleh καταζητείται για ανάκριση σχετικά με την υπόθεση του Σαρκοζί από Γάλλους δικαστές.

Ακόμα και ο διάδοχος του Σαρκοζί, François Hollande, υπονοούσε ότι ο Καντάφι χρηματοδότησε την εκστρατεία του Σαρκοζί. Στο βιβλίο του Hollande, «Ένας πρόεδρος δεν θα έπρεπε να το πει αυτό», συγκρίνοντας τον εαυτό του με τον Σαρκοζί, ο Hollande έγραψε ότι «ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, ποτέ δεν κρατήθηκα για ανάκριση. Ποτέ δεν κατασκόπευσα δικαστή, ποτέ δε ρώτησα τίποτα από κάποιον δικαστή, ποτέ δεν χρηματοδοτήθηκα από τη Λιβύη».

Σχετικά με τη διαφθορά του Σαρκοζί στη Λιβύη, δεν είναι η πρώτη φορά που ένας Γάλλος πρόεδρος ή κορυφαίος πολιτικός λαμβάνει παράνομα χρήματα με αντάλλαγμα πολιτικές χάρες. Πράγματι, «η διαφθορά του Σαρκοζί εντάσσεται σε μια βαθιά ριζωμένη, διαχρονική παράδοση στο Παρίσι», δήλωσε ο Jalel Harchaoui, Λίβυος ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο Paris 8. «Στη δεκαετία του 1970, είχατε το σκάνδαλο των διαμαντιών της Bokassa, τα οποία ο πρόεδρος (Valéry) Giscard δέχτηκε και πήρε. Είχατε επίσης την «υπόθεση Karachi», η οποία περιλάμβανε προμήθειες που κατεβλήθησαν σε ανώτερους Γάλλους πολιτικούς, μέσω των γαλλικών όπλων που πωλήθηκαν στο Πακιστάν τη δεκαετία του 1990. Είχατε επίσης την τεράστια επιρροή του Omar Bongo στην πολιτική του Παρισιού για πολλά χρόνια».

Ο Σαρκοζί και ο βομβαρδισμός της Λιβύης

Ο Σαρκοζί ήταν από τους πρώτους ηχηρούς υποστηρικτές της απόφασης των Δυτικών να εμπλακούν στη Λιβύη αλλά ο πραγματικός στρατιωτικός του ζήλος και η επιθυμία για αλλαγή καθεστώτος ήρθε μόνο αφού η Κλίντον και ο Αραβικός Σύνδεσμος εξέφρασαν την επιθυμία τους να δουν τον Καντάφι να φεύγει και έδειξαν ότι «ήθελαν να αποφύγουν το φως της δημοσιότητας», δήλωσε ο Harchaoui. Ο Αραβικός Σύνδεσμος απέβαλλε τη Λιβύη στις 22 Φεβρουαρίου 2011, και τις επόμενες ημέρες οι εκκλήσεις για μια ζώνη χωρίς πτήσεις άρχισαν να αυξάνονται. Αυτό «δημιουργεί ένα πλαίσιο στο οποίο η Γαλλία γνωρίζει ότι ο πόλεμος είναι πιθανό να ξεκινήσει σύντομα», δήλωσε ο Harchaoui.

Ήδη από τις 26 Φεβρουαρίου, ο Γουίλιαμ Μπερνς, υφυπουργός πολιτικών υποθέσεων στο υπουργείο Εξωτερικών, είχε μιλήσει με τον κορυφαίο διπλωματικό σύμβουλο του Σαρκοζί, Jean-David Levitte. Ο Μπερνς ανέφερε, σε ένα email ,στην ομάδα της Κλίντον ότι «σχετικά με τη Λιβύη, οι Γάλλοι υποστηρίζουν ένθερμα τα μέτρα μας» αλλά υπάρχουν «ανησυχίες για το ρόλο του ΝΑΤΟ», πιθανόν εννοώντας ότι η Γαλλία δεν ήθελε μια πλήρη επέμβαση του ΝΑΤΟ εκείνη την στιγμή.

Δύο εβδομάδες αργότερα, ο Σαρκοζί έκανε την πρώτη σημαντική κίνηση για να δείξει ότι η Γαλλία, αντί να είναι διστακτική, αποφάσισε να αναλάβει ηγετικό ρόλο στον αγώνα κατά του Καντάφι. Στις 10 Μαρτίου 2011, ο Σαρκοζί έγινε ο πρώτος αρχηγός κράτους που αναγνώρισε το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο ως νόμιμη κυβέρνηση της Λιβύης. Την εποχή εκείνη, ο Ολλανδός Πρωθυπουργός Mark Rutte δήλωσε ότι η αναγνώριση του ΕΜΣ ήταν «μια τρελή κίνηση από τη Γαλλία». Τρελή ή όχι, η Γαλλία ήταν τώρα ηγέτιδα στην Ευρώπη. Σύμφωνα με βρετανική κοινοβουλευτική έρευνα το 2016 για την παρέμβαση , «η πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου ακολούθησε τις αποφάσεις που ελήφθησαν στη Γαλλία».

Ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Σαρκοζί, Alain Juppé, εισήγαγε στη συνέχεια το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών του 1973, το οποίο ζητούσε μια ζώνη χωρίς πτήσεις πάνω από τη Λιβύη, φαινομενικά για να προστατεύσει μια επικείμενη σφαγή πολιτών στη Βεγγάζη από τον Καντάφι. Παρόλο που Αμερικανοί διπλωμάτες συνέταξαν το ψήφισμα, o Juppé ήταν ο δυτικός διπλωμάτης που το υποστήριξε πιο παθιασμένα λέγοντας στο Συμβούλιο Ασφαλείας ότι «έχουμε πολύ λίγο χρόνο – ίσως μόνο λίγες ώρες» για να αποτρέψουμε μια σφαγή εναντίον αμάχων στη Βεγγάζη. Η γαλλική ανάδυση στην πρώτη γραμμή της διπλωματικής πίεσης ήταν μια εμφανής αντανάκλαση του δόγματος του Μπαράκ Ομπάμα για την «ηγεσία από πίσω», να αφήσει δηλαδή την Ευρώπη να καταλάβει το προσκήνιο. Η στήριξη του Αραβικού Συνδέσμου για το ψήφισμα συνέβαλε στη δημιουργία ενός ευρύτερου συνασπισμού δυνάμεων πέρα ​​από τη Δύση και η προσφυγή του αναπληρωτή πρέσβη της Λιβύης κατά του Καντάφι στα Ηνωμένα Έθνη συνέβαλε στην προώθηση του ψηφίσματος.

Δύο ημέρες αφού πέρασε το ψήφισμα, ο Σαρκοζί πραγματοποίησε συνάντηση, στο παλάτι των Ηλυσίων στις 19 Μαΐου, για να σχεδιάσει τη στρατιωτική στρατηγική, με τον Ομπάμα, τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Ντέιβιντ Κάμερον, άλλους ηγέτες του ΝΑΤΟ και τους ηγέτες του Αραβικού Συνδέσμου. Σύμφωνα με τον Λιάμ Φοξ, τον τότε Βρετανό Υπουργό Άμυνας, η σύνοδος κορυφής «τελείωσε νωρίς το απόγευμα και οι πρώτες γαλλικές αποστολές πραγματοποιήθηκαν στις 16.45 GMT.» Ο πολεμοχαρής Sarkozy είχε στείλει 20 γαλλικά αεροσκάφη για να πραγματοποιήσουν τις πρώτες αποστολές χωρίς να ενημερώσει τον Fox, τέσσερις ώρες πριν από το χρονοδιάγραμμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο εκτόξευσαν τους πυραύλους τους αμέσως μετά. Αναδεικνύοντας τα αεριωθούμενα αεροπλάνα Rafale στην εκστρατεία της Λιβύης και σε άλλους πολέμους στο Μάλι και στη Συρία, η Γαλλία κατέληξε να προσελκύσει τελικά πελάτες στην Αίγυπτο, την Ινδία και το Κατάρ.

«Ο Σαρκοζί έκανε σπουδαία δουλειά μοστράροντας τα Rafale εκεί έξω και  χτυπώντας ένα κομβόι λίγο νωρίτερα», παρέθετε το Reuters τα τότε λεγόμενα ενός στελέχους Άμυνας από αντίπαλο κράτος. «Θα πάει στις εξαγωγικές αγορές και θα πει ότι αυτό μπορούν να κάνουν τα αεροπλάνα μας.».

Γιατί πήγε ο Σαρκοζί σε πόλεμο

Ο ζήλος του Σαρκοζί για στρατιωτική δράση προήλθε από ανησυχίες διαφορετικές από ανθρωπιστικές σχετικά με τους επαναστατημένους Λίβυους στη Βεγγάζη, οι οποίοι απειλούνταν από την οργή του Καντάφι. Ο συλλογισμός του Σαρκοζί περιελάμβανε ένα συνδυασμό εσωτερικών, διεθνών και προσωπικών λόγων.

Η διακυβέρνηση του Σαρκοζί βρέθηκε σε δυσαρμονία όταν ξέσπασε η Αραβική Άνοιξη στην Τυνησία. Είχε στενή σχέση με τον Τυνήσιο δικτάτορα Zine El Abidine Ben Ali, και όταν οι δυνάμεις ασφαλείας πυροβόλησαν κατά των ογκωδών διαδηλώσεων τον Ιανουάριο, αντί να καταδικάσει τη βία, ο Υπουργός Εξωτερικών του Σαρκοζί προσφέρθηκε να μοιραστεί το «savoir-faire» των γαλλικών δυνάμεων ασφαλείας «έτσι ώστε να διασφαλισθούν συνθήκες ασφαλείας τέτοιου τύπου».  

«Η εικόνα του Σαρκοζί ως ενός σύγχρονου ηγέτη αμαυρώθηκε» είπε ο Pouria Amirshahi, ένας πρώην σοσιαλιστής βουλευτής στην Εθνοσυνέλευση, ο οποίος ζήτησε το 2013 να διεξαχθεί κοινοβουλευτική έρευνα στη Γαλλία σχετικά με την εισβολή στη Λιβύη. O πόλεμος στη Λιβύη του επέτρεψε «να ξεχάσει τα σοβαρά πολιτικά του λάθη κατά την επανάσταση της Τυνησίας τον Ιανουάριο του 2011».

Ο Arfi, ο δημοσιογράφος του Mediapart, προειδοποίησε να μην αντιμετωπίζουμε την εμπλοκή του Σαρκοζί στο πόλεμο ως αυστηρά προσωπικό ζήτημα, αν και είναι και αυτό ένα σημαντικό στοιχείο. «Δεν πιστεύω ότι ο Σαρκοζί ενέπλεξε τη Γαλλία και τις άλλες χώρες σε πόλεμο με τη Λιβύη αποκλειστικά και μόνο για να συγκαλύψει τον εαυτό του», είπε ο Arfi, ο οποίος συνέγραψε ένα βιβλίο «Avec les compliments du Guide», το οποίο περιγράφει λεπτομερώς την έρευνα για τον Καντάφι και τη Λιβύη. Ομως, ο Arfi είπε «είναι δύσκολο να φανταστώ ότι δεν υπήρχε καμία προσωπική ή ιδιωτική διάσταση στον πολεμικό ακτιβισμό του Σαρκοζί το 2011».

Η προσωπική διάσταση στην οποία αναφέρεται η Arfi θα ήταν το συμφέρον του Σαρκοζί να μετατοπίσει την αφήγηση που είχε αρχικά καλλιεργήσει – όσο πιο κοντά στον Καντάφι – σε μία που τον απομάκρυνε από το καθεστώς και τυχόν ερωτήματα σχετικά με την πρώην εγγύτητά του με τον Καντάφι, όταν συνειδητοποίησε πόσο σοβαρά τα αμερικανικά και τα αραβικά κράτη ήθελαν να απαλλαγούν από τον Λίβυο ηγέτη. «Μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος, η στάση του Σαρκοζί επηρεάζεται βαθύτατα από το σκάνδαλο για το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή γνωρίζει μόνο ο ίδιος. Έτσι, προκαλεί μια πολύ ασυμβίβαστη στάση της Γαλλίας επιδιώκοντας ένα σενάριο όπου όλα θα καταστρέφονταν και όλα όσα είναι σχετικά με τους Καντάφι θα δυσφημούνταν», δήλωσε ο Harchaoui.

Ωστόσο, ο Adam Holloway, μέλος των Συντηρητικών της Βρετανικής Βουλής των Κοινοτήτων, ο οποίος ήταν στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων όταν δημοσίευσε την έκθεσή της για τη Λιβύη το 2016, απέκλεισε την προσωπική σκοπιά, λέγοντας ότι «αν ο κ. Σαρκοζί είχε πάρει χρήματα από τον Καντάφι, θα προσδοκούσε κανείς μια μικρότερη πιθανότητα για αυτόν να συμμετέχει στην εισβολή, αν μη τι άλλο. Για τον λόγο αυτό, δεν πιστεύω πραγματικά ότι αυτό είναι ένας παράγοντας…  Η ανοχή στην αλλαγή καθεστώτος δεν έχει καμία σχέση με νοήμουσα σκέψη (η οποία θα έπρεπε να είχε πει «μην το κάνεις») αλλά με την ανάγκη του Ντέιβιντ Κάμερον και του Νικολά Σαρκοζί «να κάνουν κάτι».».

Για τη διοίκηση του Ομπάμα, η παρέμβαση στη Λιβύη ήταν μια ανθρωπιστική απόφαση ώστε να σταματήσουν τον Καντάφι από το να επιτεθεί εναντίον της πολιορκημένης πόλης της Βεγγάζης. Ο πρώην υπουργός Άμυνας Robert Gates έγραψε στην αυτοβιογραφία του ότι «η Χίλαρι έδωσε σημαντική βαρύτητα στους Rice, Rhodes και Power» και έγειρε την πλάστιγγα υπέρ της επέμβασης. Η Κλίντον, η σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Susan Rice, ο σύμβουλος του Λευκού Οίκου Ben Rhodes και η Αμερικανίδα πρέσβειρα στα Ηνωμένα Έθνη Samantha Power συνέβαλαν στην προώθηση του πολέμου. Η αλλαγή καθεστώτος ήταν ο στόχος, ανεξάρτητα από την προσωπική σχέση του Σαρκοζί με τον δικτάτορα.  

«Ήταν επιθετικοί στο να πιέζουν για τα ψηφίσματα επειδή ένιωθαν ότι αυτό ήταν το σωστό… Φαινόταν ως μια πολύ ρεαλιστική πιθανότητα η επανάκτηση του ελέγχου από το καθεστώς σε όλη τη χώρα, ιδιαίτερα στην ανατολική Λιβύη, και αν γινόταν αυτό, θα υπήρχαν πολύ σκληρές συνέπειες για τους ανθρώπους που θεωρούνταν αντάρτες», δήλωσε ο ιστορικός για τη Λιβύη Ronald Bruce St. John. Ο «χρόνος της παρέμβασης υπαγορεύθηκε από την κίνηση στη Βεγγάζη από τη σειρά τεθωρακισμένων του Καντάφι», εξήγησε ο δημοσιογράφος του New Yorker Jon Lee Anderson.

Αλλά η προστασία των πολιτών δεν είναι πάντα αρκετή για να δικαιολογήσει μια παρέμβαση του ΝΑΤΟ, όπως έδειξε η βίαιη καταστολή διαδηλώσεων στο Μπαχρέιν και αλλού στον αραβικό κόσμο. Η κοινοβουλευτική έρευνα του Ηνωμένου Βασιλείου διαπίστωσε ότι υπήρχαν λίγες σοβαρές ενδείξεις σχετικά με το ότι ο Καντάφι στόχευε πραγματικά πολίτες στην εκστρατεία του για να επανακτήσει τις πόλεις που βρίσκονταν για λίγο διάστημα στα χέρια των ανταρτών. Η μακρά ανταγωνιστική σχέση του Καντάφι με τις ΗΠΑ, το γεγονός ότι δεν υπήρχαν εξέχοντες Λίβυοι που να τον υποστήριζαν στις ΗΠΑ και το γεγονός ότι ο Καντάφι δεν είχε ισχυρούς συμμάχους, όπως ο Μπασάρ αλ-Ασαντ της Συρίας έχει στη Ρωσία και στο Ιράν, τον έκανε εύκολο στόχο, είπε ο St. John.

Η γαλλική θέση ήταν ωστόσο αξιοσημείωτη. Αντί να έχει ένα βασικό σύμμαχο να αντιταχθεί στην παρέμβαση, όπως έκανε η Γαλλία με την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003, η Γαλλία πίεζε σκληρά για στρατιωτική δράση. Μια χώρα που είχε προηγουμένως ενεργήσει ως μερικό φρένο στην αμερικανική επέμβαση εξυπηρετούσε τώρα τον αντίθετο σκοπό ενθαρρύνοντας μια επέμβαση που μετατράπηκε σε καταστροφή.

(Ο Πρώην αναπληρωτής σύμβουλος για την εθνική ασφάλεια Tony Blinken, ο πρώην διπλωματικός σύμβουλος του Νικολά Σαρκοζί Jean-David Levitte, ο πρώην διευθυντής για εγκλήματα πολέμου στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας David Pressman, ο πρώην αναπληρωτής επικεφαλής προσωπικού της Yπουργού Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον Jake Sullivan, και ο Γάλλος Πρέσβης στις ΗΠΑ Gérard Araud, όλοι τους είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν είτε δεν απάντησαν όταν επικοινωνήσαμε μαζί τους για αυτό το άρθρο).