Η αφορμή
Κάθε συστημική τραπεζική κρίση έχει μια αφορμή που την πυροδοτεί. Στην περίπτωση της SVB, ο λόγος που πτώχευσε είναι διττός.
Η πτώση των τιμών στη δευτερογενή αγορά ομολόγων (βασικά, του κράτους των ΗΠΑ – Treasuries), την οποία προκάλεσε η αύξηση των επιτοκίων της Fed που, με την σειρά της, «επέβαλε» σε όλες τις κεντρικές τράπεζες ο πληθωρισμός.
Η κατακόρυφη πτώση της τιμής των μετοχών της BigTech και ολόκληρου του ψηφιακού «οικοσυστήματος» μικρών τεχνολογικών start–ups γύρω από την BigTech – πτώση που προκάλεσε ο τερματισμός (λόγω πληθωρισμού) του τυπώματος χρήματος από την Fed.
Πιο λεπτομερειακά, η SVB δέχθηκε δύο πλήγματα ταυτόχρονα.
Το πρώτο έπληξε τα κεφάλαια της τα οποία ήταν επενδυμένα κυρίως σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα (Treasuries). Αυτό συνέβη καθώς η αύξηση των επιτοκίων μείωσε την τιμή μεταπώλησης των ομολόγων αυτών (Σημ. Γιατί να αγοράσεις «δεύτερο χέρι» ένα παλαιότερο ομόλογο που σου αποφέρει επιτόκιο 0,5% όταν μπορείς να αγοράσεις ένα «καινούργιο» με επιτόκιο 3%;). Από μόνη της αυτή η εξέλιξη δεν ήταν ικανή να πτωχεύσει την SVB. Όσο δεν ήταν υποχρεωμένη να πουλήσει κοψοτιμής τα παλαιότερα ομόλογα που κρατούσε, κανένα πρόβλημα. Όμως, λόγω του δεύτερου χτυπήματος, η SVB αναγκάστηκε να πουλήσει κοψοτιμής. Κι εκεί ξεκίνησε το πρόβλημα.
Όταν ο πληθωρισμός εξανάγκασε τη Fed να σταματήσει να τυπώνει νέο χρήμα (δηλαδή ποσοτική χαλάρωση γιοκ!), ώστε να ξεφουσκώσει ο πληθωρισμός, σταμάτησε και η ροή κεφαλαίων που κρατούσαν τις μετοχές των εταιρειών BigTech στη στρατόσφαιρα. Έτσι, οι μετοχές της BigTech ξεφούσκωσαν. Καθώς οι εταιρείες αυτές (Google, Amazon, Meta, Tweeter, Netflix, Airbnb, Uber κλπ) βάσιζαν την χρηματοδότησή τους σε δάνεια που έπαιρναν βάζοντας εχέγγυο τις υπερτιμημένες τιμές των μετοχών τους (π.χ., έτσι αγόρασε ο Elon Musk το Τweeter), η BigTech ξαφνικά έμεινε από ρευστό. Για αυτό άρχισαν να τραβάνε τις καταθέσεις τους από τράπεζες όπως η SVB.
Περιληπτικά, την ώρα που μειωνόταν η κεφαλαιακή βάση της SVB, οι καταθέτες θέλαν τις καταθέσεις τους πίσω. Με το που «κυκλοφόρησε» το μαντάτο ότι η SVB καθυστερεί να επιστρέφει τις καταθέσεις, ξεκίνησε κλασικό bank run.
Β. Η αιτία
Ο βαθύτερος λόγος που η πτώχευση μιας μικρομεσαίας τράπεζας στην Καλιφόρνια δημιούργησε τόση αγωνία παγκοσμίως είναι ότι ο διεθνής καπιταλισμός ποτέ δεν κατάφερε να ορθοποδήσει μετά το 2008.
Πιο αναλυτικά: Οι κεντρικές τράπεζες (FED, ECB κλπ) έχουν ένα βασικό εργαλείο – το επιτόκιο. Όταν θέλουν να «φρενάρουν» την οικονομική δραστηριότητα για να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό, αυξάνουν το επιτόκιο. Και το αντίθετο. Όμως, πέραν της σταθερότητας των τιμών, οι κεντρικές τράπεζες έχουν κι άλλους δύο στόχους: Την σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Και την εξισορρόπηση ρευστότητας-επενδύσεων. Το επιτόκιο που επιλέγει η κεντρική τράπεζα είναι ένα. Όπερ μεθερμηνευόμενο, ο ίδιος αυτός αριθμός (π.χ. 3%) πρέπει να πετύχει τρεις στόχους ταυτόχρονα: σταθερότητα των τιμών – σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος – εξισορρόπηση ρευστότητας-επενδύσεων.
Κι εδώ έγκειται ο λόγος που ισχυρίζομαι ότι, μετά το 2008, ο καπιταλισμός δεν μπορεί να συνέλθει: Δεν υπάρχει πλέον ΕΝΑ επιτόκιο που να μπορεί να πετύχει και τους τρεις αυτούς στόχους ταυτόχρονα. Αυτή είναι η τραγωδία των κεντρικών τραπεζιτών: Αν θέλουν να δαμάσουν τον πληθωρισμό (με αρκετά υψηλό επιτόκιο), πυροδοτούν τραπεζική κρίση και, ως αποτέλεσμα, αναγκάζονται να διασώζουν τους ολιγάρχες οι οποίοι, παρά την διάσωσή τους, ρίχνουν τις επενδύσεις κάτω της ρευστότητας. Αν, από την άλλη, επιβάλουν ένα χαμηλότερο επιτόκιο, ώστε να μην προκληθεί τραπεζική κρίση, τότε τους ξεφεύγει ο πληθωρισμός – με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να προσμένουν αύξηση επιτοκίων, κάτι που τους αποτρέπει από το να επενδύουν. Και ούτω καθεξής…
Γ. Επιστροφή στο 2008, λοιπόν;
Όχι, για δύο λόγους. Πρώτον, το πρόβλημα των αμερικανικών τραπεζών σήμερα δεν είναι ότι τα κεφάλαια τους είναι σκουπίδια (π.χ. δομημένα παράγωγα βασισμένα σε κόκκινα δάνεια) όπως το 2008 αλλά σε κρατικά ομόλογα τα οποία, απλά, αναγκάζονται να τα πουλήσουν κοψοτιμής. Δεύτερον, η διάσωση από την Fed που χτες ανακοινώθηκε διαφέρει από εκείνη του 2008 – σήμερα διασώζονται οι τράπεζες κι οι καταθέτες αλλά όχι οι ιδιοκτήτες-μέτοχοι των τραπεζών. Αυτοί οι δύο λόγοι εξηγούν γιατί πέφτουν οι τραπεζικές μετοχές χωρίς όμως να παρατηρούμε ολική κατάρρευση των χρηματιστηρίων.
Το ότι δεν έχουμε ολική κατάρρευση των χρηματιστηρίων, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η κρίση του καπιταλισμού – που εξελίσσεται διαρκώς από το 2008 – δεν βαθαίνει. Απλά, δεν έχει τα χαρακτηριστικά μιας ακαριαίας, βαρύγδουπης πτώσης.
Δ. Τι σημαίνει για την Ευρώπη αυτή η εξέλιξη;
Το 2008, το Βερολίνο και το Παρίσι χαιρόντουσαν που το τραπεζικό κραχ ήταν αμερικανικό και δεν τους αφορούσε – ή έτσι νόμιζαν. Μέχρι που κατάλαβαν ότι οι γαλλογερμανικές τράπεζες ήταν γεμάτες με τα τοξικά αμερικανικά παράγωγα που πτώχευσαν την Lehman. Τώρα;
Σήμερα, οι γαλλογερμανικές τράπεζες φαίνεται να μην έχουν το ίδιο πρόβλημα – μάλλον τις σώζει η… απαρχαιωμένη δομή της Ευρωπαϊκής οικονομίας. Τι εννοώ; Οι γαλλογερμανικές τράπεζες δεν έχουν δανείσει μεγάλα ποσά στην ευρωπαϊκή BigTech για τον απλό λόγο ότι… ευρωπαϊκή BigTech δεν υπάρχει – ότι ακόμα σε αυτοκινητοβιομηχανίες και εταιρείες εξορύξεων δανείζουν. Άρα, ευρωπαϊκή SVB δεν βλέπω στον ορίζοντα.
Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ασφαλείς. Και τα δικά τους κεφάλαια είναι επενδυμένα σε ομόλογα των οποίων οι τιμές έχουν μειωθεί. Μια μεγάλη φυγή καταθέσεων θα δημιουργήσει κι εδώ τα ίδια προβλήματα με εκείνα που παρατηρούμε στις ΗΠΑ. Μια τέτοια φυγή μπορεί να προέλθει από μέρη του χρηματοπιστωτικού συστήματος που δεν φαντάζεται κανείς – π.χ. από τον ασφαλιστικό τομέα (όπως στη Βρετανία το περασμένο φθινόπωρο) ή από μια κατάρρευση της αδύναμης Credit Suisse η οποία βρίσκεται, καιρό τώρα, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Ε. Τι έπρεπε να γίνει;
Από το 2008, κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να στηρίξουν τις τράπεζες μέσω ενός συνδυασμού (1) σοσιαλισμού-για-τις-τράπεζες και (2) λιτότητας-για-τους-υπόλοιπους. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα: Η μετάσταση της κρίσης από το ένα «όργανο» του καπιταλισμού στο άλλο, με το μέγεθος της κρίσης να αυξάνεται με κάθε τέτοια μετάσταση.
Τι θα μπορούσε να γίνει εναλλακτικά; Το ακριβώς αντίθετο: (1) Λιτότητα για τις τράπεζες, με εθνικοποίηση όσων δεν μπορούν να επιβιώσουν. Και (2) σοσιαλισμός για τους εργαζόμενους, π.χ. βασικό εισόδημα για όλους, επιστροφή στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και, στο βάθος, νέες συμμετοχικές μορφές ιδιοκτησίας των εταιρειών υψηλής και χαμηλής τεχνολογίας. Τίποτα, δηλαδή, λιγότερο από μια πολιτική επανάσταση.
Σε όσους φοβούνται την ιδέα μιας πολιτικής επανάστασης, το μήνυμά μου είναι απλό: Προετοιμαστείτε να καταβάλετε το κόστος της κλιμακούμενης κρίσης ενός καπιταλισμού αποφασισμένου να μας πάρει όλους στον τάφο του.