Εθελόντρια: «Οι άνδρες ήταν στο άνω μέρος τους πλοίου και είχανε στο κάτω μέρος οι γυναίκες και τα παιδιά»
«Ειδοποιηθήκαμε από χθες να βοηθήσουμε γιατό ήταν αρκετά δυσκολη η κατάσταση με τους επιζώντες μετανάστες… Από όσο γνωρίζουμε και μας έχουν ενημερώσει και εμάς, οι άνδρες ήταν στο άνω μέρος τους πλοίου και είχανε στο κάτω μέρος οι γυναίκες και τα παιδιά» ανέφερε η Τριάντου Μάρα, εθελόντρια στην Ελληνικό Ομάδα Διάσωσης – Παράρτημα Μεσσηνίας. «Από όσο ξέρουμε ήταν περίπου στους 600-700 ανθρώπους, δεν πιστεύω πως θα τους βρουν όλους αλλά έχουμε μια ελπίδα για το καλύτερο» σημείωσε, αναφέροντας πως «αυτό το γνωρίζουμε από τους ίδιους και τις αρχές».
Όπως ανέφερε, «οι περισσότεροι δεν μιλάνε καθόλου αγγλικά, μόνο 2-3 άτομα μιλάνε αγγλικά και όχι πολύ καλά. Οπότε δύσκολα μπορούμε να συνενοηθούμε. Εμείς είμαστε εδώ για τις πρώτες βοήθειες. Υπάρχουν μεταφραστές μέσα, οι οποίοι προσπαθούν να μάθουν περισσότερες πληροφορίες». «Οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης συνεχίζονται» συμπλήρωσε, σημειώνοντας: «Δεν ήμουν εδώ όταν έφεραν τους υπόλοιπους (στο φορτηγό ψυγείο), γιατί βοηθούσα τους επιζόντες».
Έκκληση γιατρού: «Πρέπει να το δει η διεθνής κοινότητα, δεν μπορεί η Μεσόγειος Θάλασσα να γίνεται υγρός τάφος»
O Μανώλης Mάκαρης, καρδιολόγος και διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Καλαμάτας και εκπρόσωπος των γιατρών στο Δ.Σ. του Νοσοκομείου, συμμετείχε στην πρώτη ομάδα που προσέγγισε το σημείο. «Υπήρχε μια ομάδα γιατρών από το Νοσοκομείο της Καλαμάτας που είχε έρθει εδώ στο λιμάνι και άλλη μια ομάδα στο νοσοκομείο. Η κατάσταση ήταν αναμενόμενη των συνθηκών που είχαν βιώσει. Δηλαδή είχαν υποθερμία, κάποιοι παρουσίαζαν συμπτώματα πνευμονίας, λοιμώξεων αναπνευστικού, όλα τα προβλήματα που έχουν οι άνθρωποι που επέζησαν ενός ναυαγίου» αναφέρει.
«Σε σχετική ερώτηση που κάναμε μέσω μιας εφαρμογής του κινητού -γιατί δεν μπορούσαμε να έχουμε επικοινωνία άμεση λόγω της γλώσσας- συλλέξαμε κάποιες πληροφορίες. Δηλαδή, ότι ήταν 750 άτομα στο συγκεκριμένο πλοίο, ότι υπήρχαν παιδιά και γυναίκες στα αμπάρια του πλοίου. Από ό,τι είπαν, δεν πρέπει να είχαν καλή επικοινωνία με το τι γινόταν κάτω. Δεν πρέπει να είχαν επαφή. Ξέρανε ότι υπάρχουν παιδιά. Ξέρανε ότι υπάρχουν γυναίκες. Κάποιοι μας μιλησαν για 100 παιδιά, άλλοι για 50, άλλοι για 20. Σίγουρα υπήρχαν παιδιά, γιατί μουστέλνουν στο κινητό φωτογραφίες αγνοουμένων, ανθρώπων που ψάχνουν τους δικούς τους. Καταλαβαίνεται πως η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη και θα πρέπει οπωσδήποτε άμεσα να δημιουργηθεί μια γραμμή επικοινωνίας στα αραβικά για αυτούς τους ανθρώπους, γιατί δεν ξέρουμε πόσους ζουν και πόσους έχουν πεθάνει» προσθέτει.
«Το άλλο που πρέπει να πω είναι ότι μου ζητούσαν το κινητό για να επικοινωνήσουν με τους δικούς» σημειώνει, τονίζοντας πως μπορεί κανείς να φανταστεί «το συναίσθημα που είχαν εκείνοιι οι άνθρωποι που ανακοίνωναν στους δικού τους πως είναι σώοι». «Πρέπει να το δει η διεθνής κοινότητα, δεν μπορεί η Μεσόγειος Θάλασσα να γίνεται υγρός τάφος» καταλήγει.
Δηλώσεις ψυχολόγων: «Οι επιζήσαντες είναι σε κατάσταση σοκ»
Η Αγγελική Ντούλα, ψυχολόγος στην ΑμΚΕ ΙΑΣΙΣ, και η Εύη Τσικρικού, ψυχολόγος στη «Θάλπος -Ψυχική Υγεία», βρίσκονται στο σημείο για να συμβάλλουν σε ψυχολογική υποστήριξη, κυρίως στους επιζώντες, αλλά και σε δεύτερο χρόνο σε όσους προσφέρουν τη βοήθειά τους. «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν άνθρωποι, που προσπα΄θου΄ν να δηλώσουν τα άτομα, που γνωριζαν για να δουν αν μπορούν να βρεθούν» σημειώνουν. Εξηγούν πως οι πρόσφυγες «είναι ακόμα σε κατάσταση σοκ, είναι ακόμα σε φάση διερεύνησης τη συνέβη στα συγγενικά τους πρόσωπα και τους φίλους, που ήταν μαζί τους. Προσπαθούν να επικοινωνήσουν με του δικούς τους. Δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν το συμβάν αυτό καθαυτό και δεν θα τους επιβαρύνουμε και εμείς γιατί ακόμα είναι στη τυπική διαδικασία αναγνώρισης που είναι εξίσου ψυχοφθόρα».
Προσθέτουν ότι, παρά την κατάσταση σοκ, «οι ιστορίες που αναβιώνουν ακόμα και το πρώτο 24ωρο, δείχνουν πολλά. Υπήρχε άνθρωπος που μας περιέγραφε, πως τη στιγμή του ναυαγίου πιάνονταν ο ένας με τον άλλο, προσπαθούσαν να πετάξουν γρήγορα τα ρούχα τους, ώστε να έχουν το λιγότερο δυνατό βάρος, μήπως και καταφέρουν να σωθούν. Όλα αυτά πολύ γρήγορα, σε μια κατάσταση σοκ, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι πως θέλω να επιβιώσω, να πηδήξω και αν καταφέρω να σωθώ. Αυτό που θα μου μείνει είναι ένα παιδί 20 χρονών, που μας έλεγε κλαίγοντας, να βρω ένα τρόπο να πάρω τη μητέρα μου, να πω τουλάχιστον αν πεθάνω να με έχει ακούσει». Εξηγεί πως και ο ίδιος, όπως και άλλη επιζήσαντες αισθάνεται πως είναι ακόμα στο καράβι. «Κάποιοι άνθρωποι είναι απομονωμένοι και δεν είναι σε θέση να αλληλεπιδράσουν ούτε βλεματικά» τονίζουν, κάνοντας λόγο για την μεγάλη προσπάθεια υποστήριξης αυτών των ανθρώπων από τους ψυχολόγους.