Με λεπτομερή και πολλές φορές ακατανόητη για μας, τους μη ειδικούς, ορολογία, αλλά – ευτυχώς! – με τα βασικότερα σημεία να μας δίνονται ως μασημένη τροφή, ο καθηγητής της επιστήμης των υπολογιστών του πανεπιστημίου της Βέρνης, Κρίστιαν Γκρόθοφ, ειδικός σε θέματα κρυπτογραφίας, απέδειξε σήμερα, πέραν αμφισβήτησης ότι δεν ήταν τα Wikileaks εκείνα που πρωτοδημοσίευσαν τα απόρρητα έγγραφα, τα οποία έθεσαν ζωές πληροφοριοδοτών των αμερικάνων σε κίνδυνο, όπως υποστηρίζουν οι ΗΠΑ, αλλά ήταν αμερικάνικες εταιρίες, με πρώτη την cryptome, οι οποίες έχουν μείνει στο απυρόβλητο. Ήταν μια σημαντική νίκη για την υπεράσπιση του Τζούλιαν Ασάνζ.
Στην προσπάθειά τους, όπως κάθε φορά, να βγάλουν αναξιόπιστο τον μάρτυρα, οι διώκτες του Ασάνζ «αποκάλυψαν» ότι προ ετών είχε συνυπογράψει επιστολή στην οποία ζητούσε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ να σταματήσει τη δίωξη του Ασανζ. Η πρώτη έκπληξη για τους αμερικάνους ήταν ότι ο καθηγητής το είχε ξεχάσει. «Μου στέλνουν πολλά να συνυπογράψω κι αν συμφωνώ συνυπογράφω», απάντησε, αποδεχόμενος ότι πιθανόν να είναι έτσι. «Άλλωστε, πιστεύω ότι η δημοσιοποίηση δεν είναι έγκλημα.. συγκεκριμένες κατηγορίες [κατά του Ασάνζ] είναι λάθος διότι τα Wikileaks δεν είναι αυτά που αποκαλυψαν πρώτα όσα εγγραφα επικαλείστε εσείς». Ο Ασάνζ «του είναι συμπαθής γιατί αποκάλυψε εγκλήματα πολέμου» αλλά στο δικαστήριο ήρθε «να μιλήσει για τα στοιχεία που έφερε στο φως η έρευνά του» σε σχέση με τα διαβόητα «επικίνδυνα για ζωές» έγγραφα.
Καθ’ όλη την αντεξέταση υπήρξε ακριβής, με μαθηματική σκέψη – δεν άφησε κενό της λογικής των εκπροσώπων των ΗΠΑ που να μην το αναδείξει – πολύ σταθερός στις απαντήσεις του και ψύχραιμος. Το αντίστοιχο πρέπει να πούμε και για τον σημερινό εισαγγελέα των ΗΠΑ, που δεν ακολούθησε τους συναδέλφους του στον κατήφορο της αγένειας και των προσβολών.
Επί της ουσίας, ο καθηγητής Γκρόθοφ απέδειξε οτι βασική διαρροή του πάσγουορντ που οδήγησε στην αποκάλυψη των διαβαθμισμένων εγγράφων με τα ονόματα (τα οποία είχαν σβηστεί…), ήταν ο Ντέηβιντ Λη της Γκάρντιαν, ο οποίος δεν διώκεται, όπως έχουμε ξαναπεί, αλλά αντιθέτως είναι «πηγή» των εισαγγελέων των ΗΠΑ.
ΗΠΑ: Πόσοι είχαν το πασουορντ;
Μαρτυρας: Οσοι το έδωσαν τα Wikileaks και ο Λη…. Ο πιο αδύναμος κρίκος [στην ασφάλεια των εγγράφων] είναι ο ανθρώπινος
ΗΠΑ: Όσο περισσότεροι έχουν το πάσγουορντ τόσο χειρότερα για την ασφάλεια
Μάρτυρας: Ναι, αυτό που έκανε ο Λη [δημοσιεύοντας στο βιβλίο του το πάσγουορντ]
[…]Μάρτυρας: «Διαβάζοντας το βιβλίο του κου Λη, είναι πασιφανές ότι από τα Wikileaks δεν ήθελαν να του πολυδώσουν το πασγουορντ».
Οι αποδείξεις για τις ευθύνες του Λη είναι απτές και συγκεκριμένες. Ο καθηγητής έχει εξετάσει τους συγκεκριμένους χρόνους πρόσβασης στα Wikileaks, χιλιάδες τουιτ, σειρά σάιτ- καθρεπτών (mirror sites, mirrors), πολλά εκ των οποίων δεν περιείχαν τον κρυφό φάκελο με τα περίφημα έγγραφα, και έχει εξηγήσει σαφώς ότι αυτό λειτούργησε ουσιαστικά υπέρ των ΗΠΑ: «Ο καλύτερος τρόπος να κρύψεις τα έγγραφα είναι να ενθαρρύνεις τη δημιουργία δεκάδων mirrors ώστε να κρυφτούν ανάμεσά τους όσα mirrors έχουν τους κρυφούς φακέλους, δηλαδή να μετατρέψεις όσα mirror sites έχουν αυτούς τους φακέλους σε βελόνα στα άχυρα. Κι αυτό έκαναν τα Wikileaks». Στην ερώτηση αν πιστεύει ότι αυτό έγινε από πρόθεση των Wikileaks να προστατεύσουν ανθρώπους απάντησε «Δεν γνωρίζω, αλλά θα ήταν πολύ ευφυές».
Όταν ο εκπρόσωπος των ΗΠΑ ανέφερε ότι τα Wikileaks είχαν δώσει πρόσβαση στα περίφημα αυτά κείμενα σε 50 μη κυβερνητικές οργανώσεις και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, από τους οποίους μπορεί και να διέρρευσε το πασουορντ ο καθηγητής Γκρόθοφ δε συμφώνησε: «Η κυβέρνησή σας [των ΗΠΑ] δεν έκανε σωστή δουλειά [do their homework] στον εντοπισμό του ποιός και πότε πρωτοδημοσίευσε τα εγγραφα για το οποία μιλάτε». Οι ερωτήσεις επαναλαμβάνονταν συνέχεια, συγκεκριμένο τουίτ του ζητήθηκε να το βρει για να συζητηθεί ο χρόνος αποστολής του, όμως εν τέλει και οι διώκτες του Ασανζ υποχρεούνται να παραδεχθούν ότι η έρευνα του καθηγητή στους χρόνους των γεγονότων αποδεικνύει πως δεν ήταν τα Wikileaks οι πρώτοι που δημοσίευσαν.
Το ζήτημα της πρώτης δημοσίευσης είναι σημαντικό γιατί η αναδημοσίευση δεν αποτελεί αδίκημα με βάση τον Βρετανικό νόμο και δεν επιτρέπεται η έκδοση σε άλλη χώρα γι αυτό. Γι’ αυτό και η σημερινή κατάθεση ήταν ίσως η σημαντικότερη απάντηση στο διαρκώς επανερχόμενο «επιχείρημα» των ΗΠΑ, περί κινδύνων στους οποίους εξέθεσε πληροφοριοδότες και συνεργάτες τους ο Ασάνζ: ο καθηγητής απέδειξε ότι ήταν άλλοι που το έκαναν πρώτοι, άρα με βάση το Βρετανικό νόμο, με τον οποίο αποφασίζεται η έκδοση, ο Ασάνζ δεν διέπραξε κανένα αδίκημα ως προς αυτό.
Τα άπλυτα στη φόρα
Η αντεξέταση του καθηγητή Γκρόθοφ κράτησε πολύ περισσότερο από ότι θα περίμενε κανείς, ακριβώς γιατί οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ δεν μπόρεσαν να πατήσουν πουθενά, με αποτέλεσμα ο επόμενος μάρτυρας, που έπρεπε, όπως μας είπαν, να προλάβει κάποια πτήση, να αποχωρήσει.
Στο χρόνο που του αντιστοιχούσε, μετά από αυτά, υπήρξε συζήτηση για δύο είδη μαρτύρων που οι Αμερικάνοι θέλουν να αποφύγουν. Το ένα είναι όσοι φέρνουν στο φως στοιχεία για βασανισμούς – επανέλαβαν ως θέση τους τη μη αποδοχή στοιχείων που έχει δεχθεί το Ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η υπεράσπιση, από την άλλη, ζητεί επίμονα να καταθέσουν οι βασανισθέντες γιατί η αποκάλυψη των ιστοριών τους ενεργοποιεί το άρθρο οκτώ του κώδικα για τα ανθρώπινα δικαιώματα (περί σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή) και το άρθρο για δικαιώματα των δημοσιογράφων. Παρενθετικά, είναι σύνηθες να κατηγορούνται δημοσιογράφοι ότι παραβιάζουν το άρθρο οκτώ, αλλά στην περίπτωση Ασανζ, οι απαχθέντες και βασανισθέντες που καλούνται να καταθέσουν, όπως ο Χαλίντ αλ Μάσρι, μάλλον βρήκαν καταφυγή στους δημοσιογράφους, που υπερασπίστηκαν ακριβώς τα δικαιώματά τους και το δικαίωμα στην Ελευθερία του Τύπου παράλληλα.
Η δεύτερη κατηγορία αυτών που δεν θέλουν να ακούσουν οι κατήγοροι του Ασάνζ είναι ακριβώς οι δημοσιογράφοι που είναι στη λίστα των μαρτύρων υπεράσπισης. Σήμερα ο δημοσιογράφος Αντυ Γουόρθινγκτον δεν κατέθεσε, διότι οι κατήγοροι δήλωσαν ότι δεν επιθυμούν αντεξέταση. Και προσέθεσαν ότι δεν υπάρχει λόγος να καταθέτουν τόσοι δημοσιογράφοι που «επαναλαμβάνουν όλοι ακριβώς τα ίδια πράγματα». «Οι μάρτυρες της υπεράσπισης συνεχώς επαναλαμβάνονται» είπε ο αμερικάνος εισαγγελέας.
Και έτσι, και στην περίπτωση της αμερικανίδας δημοσιογράφου Κασσάνδρας Φέρμπακς, διαβάστηκε η έγγραφη κατάθεσή της, στην οποία δήλωνε τον τρόπο με τον οποίο έμαθε ότι ο ίδιος ο Τραμπ διέταξε τη δίωξη του Ασάνζ (κάτι που αυτομάτως κάνει τη δίωξη πολιτική). Το έμαθε από αμερικάνικη πηγή, την οποία ηχογράφησε, και συγκεκριμένα από τον Άρθουρ Σουάρτζ, σύμβουλο και φίλο του Ρίτσαρντ Γκρενέλ, του τραμπικού πρέσβυ των ΗΠΑ στη Γερμανία. Ο Σουάρτζ της είπε ότι ο Γκρενέλ έλαβε σαφείς εντολές από τον Τραμπ να κάνει ότι είναι δυνατόν για να συλληφθεί ο Ασανζ στην πρεσβεία του Ισημερινού, όπου είχε βρει άσυλο ως τον Απρίλιο του 2019.
Ακολούθως, η Κασσάνδρα Φέρμπακς επισκέφτηκε και ενημέρωσε τον Ασάνζ, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτός βρισκόταν υπό παρακολούθηση από την Ισπανική εταιρία που είχε αναλάβει τη φύλαξη της πρεσβείας, η οποία πληρωνόταν από τη CIA, και ότι η συνομιλία τους θα γίνονταν γνωστή στο Σουάρτζ κι από κει σε όλους τους εμπλεκόμενους αξιωματούχους των ΗΠΑ. Η δημοσιογράφος δέχτηκε απειλές, καθώς οι αποκαλύψεις της έγιναν εμπόδιο στην επιλογή του Γκρενελ ως συμβούλου του Τραμπ σε θέματα ασφαλείας μετά την απόλυση του γνωστού «γερακιού» Τζων Μπόλτον.
O Σουάρτζ είχε πει στην δημοσιογράφο ότι ο Ασάνζ θα διώκονταν με βάση τις αποκαλύψεις της Τσέλσυ Μάννινγκ και ότι ο Τραμπ δεν ήθελε να διώξει με βάση τις αποκαλύψεις για τη Χίλαρυ και τους Δημοκρατικούς.
Η ιατρική έξοδος
Η σημερινή κατάθεση του καθηγητή Γκρόθοφ και η απόφαση των κατηγόρων του Ασάνζ να κλείσουν το δρόμο προς τη δημοσιότητα – διότι περί αυτού πρόκειται – σε βασανισθέντες και στους υπερασπιστές της Ελευθερίας του Τύπου, δείχνουν ότι οι Αμερικάνοι έχουν έρθει σε πολύ δύσκολη θέση. Ένας εκ των νομικών εκπροσώπων του Ασάνζ μας έλεγε σήμερα ότι γίνονται σημαντικά λάθη από την πλευρά των αμερικάνων εισαγγελέων, που δυσκολεύουν συνεχώς την θέση τους. Ως παράδειγμα ανέφερε τις πολύωρες αντεξετάσεις – όπως η σημερινή – που «γενικώς οι εισαγγελείς τις αποφεύγουν διότι ακριβώς δεν μπορούν να γνωρίζουν την απάντηση». Επίσης χαρακτήρισε «μπούμερανγκ» την επιλογή των κατηγόρων να είναι επιθετικοί και προσβλητικοί στο δικαστήριο.
Κατά την γνώμη που διατύπωσε, αποκλείοντας τις καταθέσεις βασανισθέντων και δημοσιογράφων, και οδηγώντας τη διαδικασία κατ΄ευθείαν στους γιατρούς, που αναμένεται από αύριο να καταθέσουν για την φυσική και πνευματική κατάσταση του Ασάνζ, στην ουσία ζητούν διαφυγή που, από τη μια, να μην εκθέτει άλλο τις ΗΠΑ, κοινοποιώντας και θυμίζοντας τα εγκλήματά τους, και από την άλλη να τις εμφανίζουν ως ανθρωπιστικές, αποσύροντας τις κατηγορίες κατά ενός «εγκληματία ασθενούς που δεν είναι σε θέση να δικαστεί».
Μεταφέρω την άποψη, που άκουσα σήμερα, γιατί είναι όμοια με την άποψη που διατύπωσε, κατά τη συνομιλία μας, γνωστή ελληνίδα νομικός, ειδικευμένη στο διεθνές δίκαιο, η οποία μου είπε το Σάββατο ότι, με το κλίμα που μετέφερα, δεν πρέπει να απορήσω αν δω «τις ΗΠΑ να αποσύρουν όλες τις κατηγορίες». Είναι ένα αισιόδοξο σενάριο, που όμως θα ανοίξει το δρόμο στο άλλο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει ο Ασανζ και η οικογένειά του, αν με το καλό απελευθερωθεί: που θα μπορέσει να ζήσει ασφαλής.
Οι πολιτικές διεθνείς πιέσεις και το Νιούσγουηκ
Όπως αναφέραμε και σε πρωινή μας είδηση, δεκατρείς ηγέτες κρατών και δεκάδες νυν και πρώην υπουργοί, πολιτικοί, διπλωμάτες, ζήτησαν, με κοινή ανακοίνωση / επιστολή, την άμεση απελευθέρωση του Τζούλιαν Ασάνζ. Από την Ελλάδα, συμμετέχουν μόνον ο Γιάννης Βαρουφάκης και ο Στέλιος Κούλογλου.
Σημαντικότερη υπογραφή, κατά την άποψή μου, αυτή του Τζέρεμυ Κόρμπυν, που, πήρε, με την επιστολή, ξεκάθαρη στάση στην υπόθεση. Κατι για το οποίο μας είχε προϊδεάσει η παρουσία στον ίδιο τηλε-θάλαμο με μας της Νάνσυ Καρολίνα Γκρατερόλ- Μοτίγια (Nancy Carolina Graterol-Montilla), υποψήφιας βουλευτού του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας.
Θυμίζω ότι την άμεση απελευθέρωση του Τζούλιαν Ασάνζ, στην επιστολή που δημοσιοποίησε πρώτο το Κονσόρτσιουμ Νιούζ, ζητούν, εκτός του Κόρμπυν, 13 νυν και πρώην ηγέτες κρατών όπως ο Λουίς Θαπατέρο, η Ντίλμα Ρούσσεφ, ο Έβο Μοράλες, ο Ραφαέλ Κορρέα, ο Λούλα ντα Σίλβα, ο Ραντ… Πολιτικοί ηγέτες, διακεκριμένοι διπλωμάτες, πρώην και νυν υπουργοί, ευρωβουλευτές και βουλευτές από 27 κράτη.
Η δεύτερη σημαντική είδηση, ήταν η εμφάνιση άρθρου, στο περιοδικό Newsweek που καταδικάζει σαφώς και τη στάση της Αμερικάνικης Κυβέρνησης αλλά και την απόφαση της δικαστού να μην επιτρέψει την παρουσία της Διεθνούς Αμνηστίας.
Το πρωί ανέφερα, στη σχετική είδηση, ότι «έχει ενδιαφέρον το αν θα υπάρξει αλλαγή ή όχι στη στάση των κατηγόρων του Ασανζ» μετά μια τέτοια παρέμβαση, με ονόματα αυτής της βαρύτητας. Το σημερινό μας ρεπορτάζ λέει ότι υπήρξε – και δεν ήταν μόνον η ευγένεια του σημερινού εισαγγελέα στην αντεξέταση (μπορεί να ήταν επίμονος και πιεστικός αλλά παρέμεινε ευγενής) αλλά και η προσπάθεια αποφυγής σειράς μαρτύρων που μπορούν να οδηγήσουν και σε νέες τέτοιες παρεμβάσεις κορυφής, σε διεθνές επίπεδο.