
Ο Ιταλός ιδρυτής της ΜΚΟ Mediterranea Saving Humans, Luca Casarini, ο οποίος έχει ασκήσει έντονη κριτική για το ρόλο και τη συνενοχή της Ιταλίας στα βασανιστήρια και στην κακομεταχείριση που υπόκεινται οι αιτούντες άσυλο στη Λιβύη, αποκάλυψε ότι το WhatsApp τον ενημέρωσε ότι το κινητό του ήταν στόχος λογισμικού κατασκοπείας στρατιωτικού επιπέδου από την εταιρεία Paragon Solutions με έδρα το Ισραήλ. Ο Luca Casarini είναι κι εκείνος ένας εκ των 90 δημοσιογράφων, ακτιβιστών και μελών της κοινωνίας των πολιτών που σύμφωνα με το Whatsapp είναι θύματα του κακόβουλου λογισμικού. Παρά το ότι είναι σαφές ότι ο πελάτης της Paragon που προμηθεύεται το κακόβουλο λογισμικό είναι κυβερνητικός, η ιταλική κυβέρνηση αγνόησε το αίτημα της Guardian και δεν απάντησε αν είναι πελάτης της Paragon. Σε ανακοίνωση του γραφείου της Georgia Meloni, αναφέρεται ότι η κυβέρνηση κρίνει ότι οι ισχυρισμοί είναι «ιδιαίτερα σοβαροί» και έδωσε εντολή στην εθνική υπηρεσία κυβερνοασφάλειας (ACN) να εξετάσει το θέμα. «Αυτός είναι ένας πόλεμος ενάντια στην αλληλεγγύη, στον ακτιβισμό, ενάντια στην παροχή βοήθειας στους μετανάστες», δήλωσε ο Casarini.
Ο Luca Casarini, είναι ακτιβιστής με χρόνια παρουσία στα κοινωνικά κινήματα. Είναι ιδρυτής της Μ.Κ.Ο Mediterannea Saving Humans η οποία εκτιμάται ότι έχει διασώσει περίπου 2.000 αιτούντες άσυλο που διέσχισαν τη Μεσόγειο προς την Ιταλία. Το The Press Project, συμμετείχε στην 18η αποστολή έρευνας και διάσωσης της οργάνωσης στην Κεντρική Μεσόγειο με το διασωστικό πλοίο Mare Joniο, στην οποία διασώθηκαν μέσα σε 14 ώρες 182 αιτούντες άσυλο.
Ο Luca Casarini, σύμφωνα με δημοσίευμα της Guardian, είναι ένα από τα 90 θύματα του κακόβουλου λογισμικού της Paragon, των οποίων τα τηλέφωνα έχουν παραβιαστεί από «κυβερνητικό πελάτη». Η υπόθεση ήρθε στο φως όταν το Whatsapp ειδοποίησε την προηγούμενη εβδομάδα τον Λίβυο ακτιβιστή με έδρα τη Σουηδία, Husam El Gomati, ότι έχει στοχοποιηθεί από λογισμικό υποκλοπής δεδομένων στρατιωτικού επιπέδου, εγείροντας ανησυχίες για πιθανή χρήση ισχυρών κυβερνοόπλων από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Στη συνέχεια, ήρθε στο φως η παρακολούθηση του δημοσιογράφου Francesco Cancellato. Όπως αναφέρει η Guardian, ο Casarini, o Cancellato και ο El Gomati έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: όλοι τους άσκησαν κριτική στην πρωθυπουργό της Ιταλίας, Georgia Meloni. Ωστόσο, η ιταλική κυβέρνηση δεν έχει ανταποκριθεί στο αίτημα για σχόλιο σχετικά με το αν είναι πελάτης της Paragon. Απαντώντας στο αν βρίσκεται η ιταλική κυβέρνηση πίσω από τις παρακολουθήσεις, αργά την Τετάρτη, το γραφείο της Georgia Meloni αρνήθηκε ότι οι εγχώριες υπηρεσίες πληροφοριών ή η κυβέρνηση εμπλέκονται στις υποκλοπές.
Η εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων με έδρα την Καλιφόρνια, Whatsapp, η οποία ανήκει στη Meta, ανακάλυψε την υπόθεση παρακολούθησης στα τέλη του Δεκεμβρίου. Είπε ότι δεν είναι σαφές για πόσο καιρό τα κινητά τηλέφωνα ήταν σε κίνδυνο. Είπε ότι πιστεύει ότι το spyware κατασκευάστηκε από την Paragon Solutions, μια εταιρεία με έδρα το Ισραήλ, η οποία εξαγοράστηκε πρόσφατα από μια αμερικανική εταιρεία ιδιωτικών μετοχών. Η Paragon υποστήριξε ότι πουλά το Paragon μόνο σε δημοκρατικές χώρες και αρνήθηκε να σχολιάσει τον ισχυρισμό του Whatsapp ότι το λογισμικό παρακολούθησης χρησιμοποιήθηκε για να στοχεύσει δημοσιογράφους και ακτιβιστές που κατοικούν στην Ευρώπη. Πρόσωπο κοντά στην εταιρεία είπε στην Guardian ότι η Paragon είχε περίπου 35 κυβερνητικούς πελάτες, τους οποίους το πρόσωπο περιέγραψε ως «δημοκρατικές κυβερνήσεις». Ακόμη, πρόσωπο κοντά στην Paragon αρνήθηκε να σχολιάσει την ταυτότητα των πελατών της, αλλά είπε ότι «δεν θα αρνιόταν» ότι η Ιταλία ήταν πελάτης της.
Σε ανακοίνωση του γραφείου της Georgia Meloni, αναφέρεται ότι η κυβέρνηση κρίνει ότι οι ισχυρισμοί είναι «ιδιαίτερα σοβαροί» και έδωσε εντολή στην εθνική υπηρεσία κυβερνοασφάλειας (ACN) να εξετάσει το θέμα. Το ACN μίλησε με την Advant, μια δικηγορική εταιρεία που διορίστηκε από το WhatsApp Ireland, και προέκυψε ότι ο αριθμός των Ιταλών χρηστών που επηρεάστηκαν μέχρι στιγμής «φαινόταν να είναι επτά».
Η δήλωση ανέφερε ότι στο ACN δεν δόθηκε η ταυτότητα των χρηστών, ωστόσο προέκυψε ότι οι εμπλεκόμενοι χρήστες, εκτός από την Ιταλία, φέρεται να έχουν αριθμούς από το Βέλγιο, την Ελλάδα, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Αυστρία, την Κύπρο, την Τσεχία, τη Δανία, τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και τη Σουηδία.
Η αντίδραση του Luca Casarini: «Μπορούν να με βρουν, όμως μπορώ και να τους βρω – Να οργανωθούμε για να προστατευτούμε από αυτές τις αυταρχικές δραστηριότητες»
Όπως αναφέρει η Guardian, ο Luca Casarini υπήρξε εξέχουσα ακτιβιστική φιγούρα στην Ιταλία για δεκαετίες, αλλά σε συνέντευξή του στην βρετανική εφημερίδα είπε ότι η κύρια εστίασή του τώρα είναι η ΜΚΟ Mediterannea Saving Humans η οποία ιδρύθηκε το 2018 και επικεντρώνεται σε διασώσεις στη θάλασσα. Όπως διηγήθηκε, ήταν σε ένα τρένο κατευθυνόταν προς τη Μπολόνια, όταν δέχτηκε ένα «ping» στο τηλέφωνό του από το WhatsApp. Αστειεύτηκε, λέγοντας ότι αρχικά αναρωτήθηκε γιατί ο Mark Zuckerberg – του οποίου η Meta έχει το WhatsApp – του έστελνε μηνύματα.
Όταν το λογισμικό παρακολούθησης της Paragon, το οποίο ονομάζεται Graphite, μολύνει με επιτυχία ένα τηλέφωνο, μπορεί να έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες του, συμπεριλαμβανομένων των κρυπτογραφημένων μηνυμάτων που αποστέλλονται μέσω Signal και WhatsApp. Το WhatsApp είπε ότι στόχοι προστέθηκαν σε ομάδες συνομιλίας όπου έγιναν αποδέκτες κακόβουλων αρχείων PDF. Δεν χρειαζόταν να κάνουν κλικ σε τίποτα για να μολυνθούν. Συνέβη αυτόματα, λένε οι ειδικοί.
«Αυτός είναι ένας πόλεμος ενάντια στην αλληλεγγύη, στον ακτιβισμό, ενάντια στην παροχή βοήθειας στους μετανάστες», είπε, προσθέτοντας ότι ήδη αντιμετωπίζει δίκη για υποτιθέμενη «παράνομη» βοήθεια σε μετανάστες.
Ενώ έμεινε έκπληκτος με τη σοβαρότητα της απόπειρας παρακολούθησης εναντίον του, ο Casarini είπε:
«Θέλω να ξέρουν ότι μπορούν να με βρουν. Μπορώ όμως και να τους βρω. Μπορούμε να οργανωθούμε για να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας, να προστατευτούμε από αυταρχικές δραστηριότητες», είπε.
Πρόσφατα, ο Luca Casarini, μίλησε κατά της απόφασης της ιταλικής κυβέρνησης τον περασμένο μήνα να επιτρέψει σε έναν Λίβυο στρατηγό που κατηγορείται για εγκλήματα πολέμου και καταζητείται από το διεθνές ποινικό δικαστήριο, Osama Najim, να επιστρέψει στην πατρίδα του με πτήση της ιταλικής μυστικής υπηρεσίας, πράγμα που κατακρίθηκε ως προσπάθεια συγκάλυψης των κακομεταχειρίσεων που διαπράχθηκαν στη Λιβύη, η οποία συνδέεται με το σύμφωνο μετανάστευσης Ιταλίας – Λιβύης.