Οι προκριματικοί της Άιοβα σημαίνουν πάρα πολλά αν είσαι πρώτος και τίποτε αν δεν είσαι, λέει μια αμερικάνικη εκλογική παροιμία. Θεωρητικά, αυτοί οι πρώτοι προκριματικοί, που γίνονται σήμερα, αποτελούν μικρή ένδειξη του «κύματος» προς έναν υποψήφιο, και μπορούν να το ενισχύσουν, επηρεάζοντας άλλους ψηφοφόρους. Είναι, παράλληλα, σοβαρή ένδειξη όσων απασχολούν την κοινή γνώμη, αφού η ανάδειξη του εκλεκτού γίνεται μέσα από λαϊκές συνελεύσεις των μελών του κόμματος (caucuses), που σημαίνει ότι μπορούν να βοηθήσουν τους μη πρωτεύσαντες (που «κρατιούνται» σε ποσοστά) να διορθώσουν την πολιτική τους πρόταση αναλόγως ή, να δώσουν το μήνυμα της εξόδου από την κούρσα σε όσους συγκεντρώνουν πολύ μικρά ποσοστά.

Στην φετινή Άιοβα, όλα δείχνουν ότι η λαϊκή, Δημοκρατική επιλογή θα είναι ο Μπέρνυ Σάντερς. Κάτι που προ διμήνου δε θα πίστευε κανείς. Το προβάδισμά του γίνεται διαρκώς μεγαλύτερο και όλοι του οι συνυποψήφιοι δείχνουν να πέφτουν συνεχώς, στις δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιευτεί.

Η σημαντικότερη όμως, δημοσκόπηση, η κλασσική και πολυαναμενόμενη κάθε εκλογική αναμέτρηση τα τελευταία 75 χρόνια, αυτή τη φορά δε δημοσιεύτηκε προχτές Σάββατο, πριν τους προκριματικούς, όπως θέλει η παράδοση. Η δημοσκόπηση που διενεργείται για χάρη της Des Moines Register και του CNN, και γίνεται από την εταιρία Selzer and Co., δεν δημοσιεύτηκε γιατί, όπως επισήμως μας ενημέρωσαν, έγινε τουλάχιστον ένα λάθος.

Διαπιστώθηκε, μάλλον, ένα λάθος – που, πιθανώς, να σημαίνει ότι έχουν συμβεί και άλλα λάθη. Το λάθος ήταν, όπως μας ενημέρωσαν, ότι, σε έναν ερωτηθέντα, δεν αναφέρθηκε το όνομα ενός εκ των δημοκρατικών υποψηφίων, του Πητ Μπουτατζιτζ (Pete Buttigieg). Και ο ερωτηθείς αυτός πήρε τηλέφωνο το Μπούτατζιτζ να ενημερώσει σχετικά. Οι οπαδοί του Μπέρνυ δεν πείστηκαν. Γι’ αυτούς, ο λόγος που δεν κοινοποιήθηκαν τα αποτελέσματα ήταν ότι ο Μπέρνυ εμφανίζονταν μπροστά με μεγάλη διαφορά από τους άλλους υποψηφίους. «Επί 76 χρόνια δεν έγινε ποτέ λάθος και τώρα ξαφνικά το κάνατε; σοβαρολογείτε;», «όποιος προηγείται σε αυτή τη δημοσκόπηση είναι ο υποψήφιος και αυτή τη φορά είναι ο Μπέρνυ Σάντερς» και «Πιέσεις να μην δώσουν τη δημοσκόπηση» ήταν μερικά από τα πιο σεμνά σχετικά μηνύματα στο τουίτερ.

«Όχι εγώ. Εμείς!»

Το κυρίαρχο σύνθημα της καμπάνιας Σάντερς, το «Όχι εγώ. Εμείς!» αναδεικνύει και όσα τρομάζουν το κυρίαρχο σύστημα. Η πρωτιά του Μπέρνυ, και η στήριξή του σε αυτό το «Εμείς», είναι ένα δύσκολο στοίχημα, όταν δεν είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Δεν είναι οι δημοσκοπήσεις κι όσοι απαντούν σε ερωτήματα το πρόβλημα του συστήματος, είναι αυτοί που αποφασίζουν και βγαίνουν στο δρόμο. Ο Μπερνυ είναι παντού μπροστά στην κούρσα, Γουώρεν και Μπάιντεν τρώνε τη σκόνη του, οι συγκεντρώσεις του δεν έχουν προηγούμενο.

Και αυτοί που ανησυχούν περισσότερο είναι οι Δημοκρατικοί, το όλο «μετριοπαθές» σύστημα (αν και η κίνηση Τραμπ, χτες, να μιλήσει για το πόσο κοντά είναι στους απόβλητους της ζωής, λέει πως κι από το άλλο στρατόπεδο η ανησυχία μεγαλώνει).

Στα 78 του χρόνια, ο Μπέρνυ μοιάζει ο νεώτερος και πιο αποφασισμένος των υποψηφίων. Προηγείται στην κούρσα δηλώνοντας σοσιαλιστής (για να είμαι ακριβής, «δημοκράτης σοσιαλιστής» – χωρίς το «δημοκράτης» μπροστά θα άφηνε χώρο να τον κατηγορήσουν ως σταλινικό οι αντίπαλοι). Γιατί και θέλουν και προσπαθούν να βρουν. Όμως έχουν να αντιμετωπίσουν κάτι πρωτόγνωρο για τις ΗΠΑ. Το τροτσκιστικό νεανικό του παρελθόν κι οι αγώνες του, τη δεκαετία του ’80, για το (τροτσκιστικό) Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα των ΗΠΑ, η υποστήριξή του στους Σαντινίστας και την Κούβα, η πιθανότητα να έχει ως υποψήφια αντιπρόεδρο την «θυγατέρα» των Μαύρων Πανθήρων του Όκλαντ, Μπάρμπαρα Λη, όλα όσα κάποτε θα αποτελούσαν τροχοπέδη για την ανέλιξή του στο ύπατο αξίωμα της χώρας, σήμερα δεν απασχολούν καν τη βάση, όσο κι αν προσπαθούν οι αντίπαλοί του.

Είναι δεδομένο πως, αυτά που λέει και ανακοινώνει, για τις ΗΠΑ είναι ρηξικέλευθα και «σοσιαλιστικά», αλλά για την Ευρώπη μια συνήθης κεντρώα ατζέντα. Ο λόγος που αρθρώνει ο Μπέρνυ δε θα προκαλούσε αλλού τόση εντύπωση. Επιμένει ότι είναι ντροπή να μην έχει η χώρα δωρεάν περίθαλψη για όλους, δωρεάν πανεπιστήμια – όπως αυτό που τότε τελείωσε και ο ίδιος, γιατί αλλοιώς δε θα μπορούσε να σπουδάσει, όπως θυμίζει συνεχώς, να μη προχωρά η «πράσινη» ατζέντα και να μη δίδεται το 20% του ΑΕΠ για αυτούς τους σκοπούς. Παράλληλα, επιμένει σε μια μεγαλειώδη επιστροφή στις πρώτες μας λέξεις: η Αμερική είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες ανισότητες, και έχει «Εργατική Τάξη που κερδίζει όσα κέρδιζε και πριν 50 χρόνια» – οι δύο λέξεις, Εργατική και Τάξη, ήταν εξοβελισμένες από το πολιτικό λεξιλόγιο εδώ και δεκαετίες, και επιστρέφουν, έχουν ήδη επιστρέψει, χάρη στην επιμονή του Μπέρνυ. Όπως και η ανάγκη να ενισχυθούν τα σωματεία των εργαζομένων και να διευκολυνθεί και πάλι – μετά τη δεκαετία του ’30- νομικά, από το κράτος, οι εργαζόμενοι να μπουν σε αυτά. Eίναι ανάγκη να ενισχυθεί με κάθε τρόπο το «Εμείς».

Ο γεροντότερος των υποψηφίων, σε ηλικία, με αυτά τα αιτήματα κατορθώνει και ενισχύει διαρκώς τη βάση του στη νεολαία. Όπως έγραψε και το New Yorker, ο Μπέρνυ Σάντερς είναι σήμερα ο εκφραστής του μέλλοντος του Δημοκρατικού Κόμματος, με 44% των δημοκρατικών ηλικίας κάτω των 50 ετών να ψηφίζουν Σάντερς και ατζέντα Σαντερς δαγκωτό. Ο επόμενος, σε αυτές τις ηλικίες, είναι η Ελίζαμπεθ Ουώρεν με 10%. Τα νούμερα μιλάνε μόνα τους. Όπως και τα άλλα, από πάνω νούμερα: μόνο επτά βουλευτές και ένα μέλος της Γερουσίας τον έχουν στηρίξει ανοικτά μέχρι σήμερα, στη δε Άιοβα μόνο ένας πολιτειακός βουλευτής πήρε το μέρος του.

Eίναι προφανές πόσο βαθύ είναι το πρόβλημα των Δημοκρατικών, που σιγά σιγά μετατρέπεται σε τρόμο. Όταν η Χίλαρυ Κλίντον έλεγε ότι το Μπέρνυ «Δεν τον συμπαθεί κανείς», μιλούσε για το σύστημα εξουσίας που εκφράζει η ίδια κι όχι για τους απλούς ψηφοφόρους. Αυτό το σύστημα ελέγχει σήμερα το κόμμα, σε όλα τα επίπεδα, εκτός από το επίπεδο που μετράει πιο πολύ στην εκλογική διαδικασία: των ψηφοφόρων, που ενισχύουν διαρκώς τόσο οικονομικά όσο και με προσωπική παρουσία και εργασία την καμπάνια του. Οι Δημοκρατικοί, με το Μπέρνυ, ζουν αντίστοιχο εφιάλτη με αυτόν που έζησαν οι Ρεπουμπλικάνοι με τον Τραμπ προ τετραετίας – μόνο που ο δικός τους είναι αριστερός. Αν το 2016 κατάφεραν να τον εξουδετερώσουν, για χάρη της πολύ λιγότερο δημοφιλούς Χίλαρυ Κλίντον, σήμερα, με τις λαϊκές τους δυνάμεις εξοργισμένες και από την προεδρία Τραμπ και από την ανικανότητα του κόμματος, είναι υποχρεωμένοι να τον δουν σαν την πιο πιθανή υποψηφιότητα – κι αυτό το κέρδισε η βάση. Η βάση που πλέον είναι ενάντια στο σύστημα που αποφασίζει πριν από αυτήν για αυτήν και μέσα στο κόμμα.

Eugene Debs in the Oval Office

Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το καθεστώς, το οποίο λέγεται Μπέρνυ, είναι και μεγάλο στοίχημα της βάσης του Δημοκρατικού Κόμματος που μετακινείται προς τα αριστερά. Τι μπορεί να κάνει ένας «δημοκράτης σοσιαλιστής» πρόεδρος, χωρίς το κόμμα, χωρίς τη βουλή και τη γερουσία; Τίποτε, όπως είναι τα πράγματα τώρα. Το πιθανότερο είναι ότι, με την εκλογή του, αν νικήσει, θα έχει απέναντί του και τους Ρεπουμπλικάνους και ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο, κομμάτι των Δημοκρατικών. Έχει ανακοινώσει ότι, τις πρώτες ώρες της Προεδρίας του θα ακυρώσει όλους τους νόμους που ψήφισε ο Τραμπ, με μία προεδρική πράξη. Ως εδώ καλά. Και μετά τι;

Το – πολύ πιο προοδευτικό από το παλιό- New Deal που υπόσχεται απειλεί δομές δεκαετιών. Από την άλλη, υπόσχεται και την κυριαρχία του Δημοκρατικού κόμματος για τέσσερις τετραετίες τουλάχιστον, λένε οι αναλυτές – όπως είχε γίνει και με το παλιό new Deal. Το κόμμα που ενισχύει την εργατική τάξη, ρίχνει για τα καλά άγκυρα στο Οβάλ Γραφείο. Το κόμμα που υποτάσσεται σε συμφέροντα, πάλι, όχι.

Στην συνέλευση των υποστηρικτών του Μπέρνυ στο Λονδίνο (London for Bernie), που παραβρέθηκα την περασμένη Παρασκευή, αυτή ήταν η μεγάλη και πολυεπίπεδα εκφρασμένη αγωνία. Πως και με ποιούς προωθείς μια τέτοια ατζέντα απέναντι σε ένα σύστημα παγιωμένο για δεκαετίες, κοντά αιώνα;

Η μόνη απάντηση που φαίνεται να συμφωνούσαν είναι, η στήριξη από τα κάτω. Όλοι αυτοί που είδαν τον Μπέρνυ δίπλα τους σε διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες, όλοι όσοι βγήκαν στο δρόμο για εργατικά δικαιώματα, πρέπει να ξαναβγούν στο δρόμο και να πιέσουν για τις αλλαγές που ψηφίζουν στο πρόσωπο ενός Προέδρου σαν το Μπέρνυ. Και αυτό αφορά όχι στις ηγεσίες των οργανωμένων σωματείων – που το 2016 στήριξαν Χίλαρυ γιατί πίστευαν ότι θα βγει- , αλλά στη βάση τους, που πρέπει να αυξηθεί, να ενδυναμωθεί και να οργανωθεί πιο ακτιβιστικά. Αν σήμερα τα σωματεία των ΗΠΑ μετρούν, συνολικά, μόλις 14 εκατομμύρια μέλη, ο αγώνας είναι τον πρώτο χρόνο κιόλας να μετρούν τριπλάσια, για να στηριχθούν οι όποιες αλλαγές και να μη γίνει ο Μπέρνυ ένας ακόμη Ομπάμα (που, σήμερα, μαζί με τη Χίλαρυ, χτυπάνε το Μπέρνυ από παντού).

Σήμερα, πλην του σωματείου των πυροσβεστών που στηρίζει Μπάιντεν, κανένα σωματείο δεν έχει βγει να πάρει θέση υπέρ υποψηφίου. Ως άτομα, πρόσωπα, αναγνωρίσιμοι και επιδραστικοί αγωνιστές και αγωνίστριες έχουν βγει ανοικτά υπέρ του Μπέρνυ, αλλά τα σωματεία όχι, και ούτε αναμένεται να το κάνουν. Και εκεί, όμως, η οργή κατά των Δημοκρατικών βράζει – ειδικά μετά την περιφρονητική συμπεριφορά στο συνέδριο που ενέδειξε τη Χίλαρυ, όπου απλώς ανακοινώθηκε η παρουσία τους εκεί, και η στήριξή τους, πριν δοθεί ο λόγος στην Τσέλσυ Κλίντον, που μίλησε για τη μαμάκα της επί μισή ώρα.

Μεταξύ των προσώπων που μίλησαν στο London for Bernie ήταν και μία νεαρή αμερικάνα αναρχική, εγκαταστημένη στο Λονδίνο – «ή Μπέρνυ, ή δεν ψηφίζω τίποτε». Αναρχικοί για το Μπέρνυ!

Η στάση της, κι η έκκλησή της για σύνταξη όλης της αμερικάνικης Αριστεράς γύρω του, είναι ενδεικτική της σποράς που έχει γίνει – η αγωνία τώρα είναι αν θα μπορέσει να ανθίσει ακόμη και με την εκλογή του Μπέρνυ. «Αν εκλεγεί οι εχθροί μας είναι και οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικάνοι», θα τονιστεί από παλιά μέλη των Δημοκρατικών που είναι παρόντα. Αν δεν ενισχυθούν και δεν βγουν στο δρόμο τα σωματεία, αν η αριστερά δε συνταχθεί γύρω του, αν δεν δημιουργηθεί μια λαϊκή ασπίδα που θα τον προστατεύσει από «τους καπιταλιστές που θα θέλουν να τον γκρεμίσουν», ο Μπέρνυ θα αποτύχει. «Η μόνη μας πιθανότητα να μη γίνει δεξιός και αυτός, είναι το κίνημα και τα σωματεία, κι αυτό είναι η τεράστια δουλειά της Αριστεράς», θα πει ένας άλλος ομιλητής, ο Τζάστιν. «Οι πλούσιοι δεν θα του επιτρέψουν τίποτε, αν δεν έχει τη στήριξη της βάσης διαρκώς».