Πιο συγκεκριμένα η εισαγγελέας ζήτησε να κριθεί ένοχος για τα κακουργήματα: της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως του οδηγού ταξί Δημήτρη Μίχα (ο οποίος είχε προσπαθήσει να σταματήσει τους ληστές της Alpha Bank στην Πάρο), της ληστείας με καλυμμένα χαρακτηριστικά, της οπλοφορίας και οπλοχρησίας, της αποδοχής προϊόντος εγκλήματος, της κατ΄εξακολούθησην πλαστογραφίας δημοσίου εγγράφου, της συγκρότηση τρομοκρατικής οργάνωσης, της προμήθειας και κατοχής εκρηκτικών και όπλων.
Η εισαγγελέας στην αγόρευσή της υποστήριξε ότι η εξέταση του DNA που βρέθηκε στο καπέλο που «άφησε πίσω του» ένας από τους ληστές «δηλώνει πέρα από κάθε λογική αμφιβολία ότι το υλικό προέρχεται από τον κατηγορούμενο», ενώ σημείωσε ότι ο Θεοφίλου παρουσίασε όψιμα τα άλλοθί του και όχι κατά τη διάρκεια της προανάκρισης.
 
Παράλληλα, για τη συμμετοχή του Θεοφίλου στη Συνομωσία των Πυρήνων της Φωτιάς αρκέστηκε στο ότι ο κατηγορούμενος δεν εξασκούσε κάποιο επάγγελμα και δεν είχε σταθερό τόπο διαμονής, «πιθανώς για να καλύπτει τα ίχνη του», ενώ υποστήριξε ότι «ο ρόλος του στους “Πυρήνες” αρχικά ήταν υποστηρικτικός, αλλά μετά τη ληστεία της Πάρους εξελίχθηκε σε πρωταρχικό».
 
Από την πλευρά του, ο Τάσος Θεοφίλου στην απολογία του είχε αρνηθεί όλες τις κατηγορίες. (Διαβάστε την απολογία εδώ)

Ο Τ. Θεοφίλου υποστήριξε ότι την περίοδο της ληστείας βρισκόταν στην Αθήνα, όπου συμμετείχε σε εργασίες στο Στέκι Μεταναστών, ενώ υπογράμμισε πως δεν θα μπορούσε να είναι μέλος της Συνομωσίας των Πυρήνων της Φωτιάς διότι έχει μεγάλες ιδεολογικές διαφορές.

Σημειώνεται ότι η όλη υπόθεση δίωξης του Τάσου Θεοφίλου παραμένει εξαιρετικά αμφιλεγόμενη, καθώς καταγγέλλονται παρατυπίες και κενά στην διαδικασία, ενώ γίνεται ξεκάθαρα λόγος για προβοκάτσια και στοχοποίηση.

(πληροφορίες: efsyn.gr)