της Λαμπρινής Θωμά

Οι συνομιλίες μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και του πρωθυπουργού της Ινδίας, Ναρέντνα Μόντι, χαρακτηρίστηκαν «εποικοδομητικές», μια λέξη πολύ ενδιαφέρουσα, αν σκεφτεί κανείς ότι χρησιμοποιείται για να περιγράψει, ουσιαστικά, την σθεναρή αντίσταση της Ινδίας στις αμερικάνικες απαιτήσεις για την καταδίκη της ρωσικής εισβολής και για την επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα. Έχει ενδιαφέρον πως, στο σχετικό ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου, το θέμα της Ουκρανίας αναφέρεται τελευταίο, με πρώτο το θέμα της συνεργασίας των δύο κρατών στο πλαίσιο της Τετράδας, Quad, του «ινδο-ειρηνικού ΝΑΤΟ» που θέλουν να δημιουργήσουν οι ΗΠΑ, με τη συμμετοχή Ινδίας, Αυστραλίας και Ιαπωνίας, στο οποίο η Ινδία αποδεικνύεται ο πιο αδύναμος κρίκος. 

Παρά την υποβάθμιση του θέματος στο ανακοινωθέν, οι δημοσιογράφοι έκαναν τη μία μετά την άλλη ερωτήσεις για το αν ασκήθηκαν πιέσεις στην Ινδία «να πάρει επιτέλους θέση». «Η Ινδία» που είναι «ζωτικής σημασίας σύμμαχος» για τις ΗΠΑ «θα κρίνει η ίδια τη στάση που πρέπει να ακολουθήσει» αλλά «αν συνειδητοποιήσει τους στενούς δεσμούς μεταξύ Κίνας και Ρωσίας είναι προφανές ότι θα επηρεαστεί», ήταν η απάντηση, μαζί με τη διαβεβαίωση ότι «οι συνομιλίες θα συνεχιστούν». Μια επίσης πολύ ενδιαφέρουσα δήλωση, καθώς δηλώνει την στάση της Ινδίας, την άσκηση των πιέσεων και την άρνηση του Μόντι να υποχωρήσει στο θέμα της αγοράς πετρελαίου και αερίου από την Ρωσία, που, μάλιστα, θα γίνεται με ρουπίες και ρούβλια. 

Ενδεικτική της ινδικής στάσης είναι και μία ιδιαίτερη λεπτομέρεια: εισαγωγικά, ο Ναρέντνα Μπόντι καταδίκασε «την σφαγή αθώων αμάχων στη Μπούτσα» χωρίς ωστόσο να αναφέρει αν θεωρεί κάποιον υπεύθυνο, δηλ. τη Ρωσία, επαναλαμβάνοντας πως χρειάζεται «να γίνει ανεξάρτητη έρευνα, όπως πρότεινε η Ινδία από την αρχή».

Η Ινδία αγόρασε, σε πολύ χαμηλή τιμή, πάνω από 13 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου το Φεβρουάριο, εν μέσω του πολέμου και ενώ οι δυτικές κυρώσεις κλιμακώνονταν. Η κριτική από τη Δύση ήταν πολύ αυστηρή, αλλά το ίδιο αυστηρή ήταν και η ινδική απάντηση: η υπουργός Οικονομικών της Ινδίας είχε δηλώσει ξεκάθαρα, και επαναλάμβανε σε κάθε ευκαιρία, ότι το Δελχί όχι μόνο θα συνεχίσει να αγοράζει αργό πετρέλαιο από τη Μόσχα, γιατί το χρειάζεται ο Ινδικός λαός, αλλά πιθανώς να αυξήσει και τις ποσότητες, γιατί το φυσικό αέριο γίνεται σπανιότερο και πιο ακριβό. Πέραν τούτου, η Ινδία δεν ψήφισε κατά της Ρωσίας σε καμμία ψηφοφορία του ΟΗΕ, ούτε καν στην πρόσφατη για την εκδίωξη της Ρωσίας από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Την 21η Μαρτίου ο Τζο Μπάιντεν, μάλιστα, είχε κατακρίνει την ασταθή (shaky) στάση της Ινδίας στο ουκρανικό. Και χθες, μετά τις συνομιλίες, η αμερικανική πλευρά δήλωσε πως «δεν ζήτησε κάτι συγκεκριμένο» στα ενεργειακά από την Ινδία – προφανώς αυτό δεν ισχύει – αν και την «προέτρεψε» να μην εξαρτάται από το ρωσικό πετρέλαιο. 

Στις συνέπειες των συνομιλιών, οφείλει να καταγραφεί η κλασσική αμερικάνικη αντίδραση της «ανακάλυψης» των ..παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ινδία. Επί έτη ο Μόντι, με την φασιστική του λογική, περνά νόμους και κάνει εκκαθαρίσεις, χωρίζει τους πολίτες σε πολλών ταχυτήτων, αλλά, κατά περίεργο τρόπο, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακάλυψε όλα αυτά ακριβώς μετά τις συνομιλίες. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονυ Μπλίνκεν, δήλωσε, λίγο μετά τις συνομιλίες των Μπάιντεν – Μόντι, ότι «οι ΗΠΑ παρακολουθούν στενά την αύξηση των καταπατήσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ινδία από κυβερνητικά στελέχη, αστυνομικούς και δεσμοφύλακες». Όπως σημειώνει και το πρακτορείο ειδήσεων Ρώυτερς, πρόκειται «για σπάνια οξεία αρνητική κριτική της Ουάσιγκτον προς το ασιατικό έθνος».

Ο Μπλίνκεν δεν έδωσε στοιχεία για όσα κατήγγειλε, αλλά τα κατήγγειλε στεκόμενος δίπλα στον ινδό ομόλογό του, Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσανκάαρ, και τους υπουργούς Αμύνης των δύο κρατών, Λόυντ Ώστιν και Ράτζναθ Σινγχ. Οι ινδοί αξιωματούχοι δεν σχολίασαν την δήλωση Μπλίνκεν. 

Ο Λόυντ Ώστιν, από πλευράς του, δήλωσε ότι «οι ΗΠΑ στοχεύουν να αυξήσουν σε εξαιρετικό βαθμό» τη στρατιωτική τους συνεργασία με την Ινδία, ειδικά στην κατασκευή drones. 

Η δήλωση έγινε, με δύο δεδομένα: πρώτον, την προσπάθεια των ΗΠΑ, εν μέσω οικονομικού πολέμου, να εμποδίσουν την αγορά όπλων από τη Ρωσία, κάτι που η Ινδία πολύ δύσκολα θα κάνει, ακόμη και αν της επιβληθούν (οι γνωστές παράνομες) κυρώσεις, από πλευράς ΗΠΑ – ήδη, η Ινδία έχει αγοράσει ρωσικά S-400 και οι ΗΠΑ έχουν απειλήσει με κυρώσεις, αλλά ακόμη δεν έχουν προχωρήσει σε αυτές. Και δεύτερο, και σημαντικότερο, η Ρωσία όταν πουλά όπλα δεν θέτει όρους. Είναι μια απλή εμπορική συναλλαγή, που δε συνοδεύεται από απαιτήσεις για μονομερείς αγορές, κάτι που, στην περίπτωση της Ινδίας – που έχει δίπλα της το Πακιστάν και ..ξέρει – είναι ιδιαίτερα σημαντικό, και επιτρέπει πολύ μεγαλύτερη ευρύτητα διπλωματικών και εμπορικών κινήσεων. 

Με απλά λόγια,  Ινδία παραμένει ένα από τα μεγάλα «αγκάθια» που αντιμετωπίζει η δυτική προσπάθεια οικονομικής καταστροφής της Ρωσίας. Είναι ενδεικτική για τα ζητήματα που προκύπτουν στην Ασία, που βλέπει μια σειρά ευκαιριών να αναδεικνύονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, κυρίως οικονομικών, και παράλληλα βλέπουν ότι οι διεθνείς ισορροπίες αλλάζουν και οι ίδιες δεν έχουν κανέναν ιδιαίτερο λόγο να σταθούν στο πλευρό της Δύσης. 

Οι απαντήσεις της κυβέρνησης Μόντι, και κυρίως οι μη- απαντήσεις, δείχνουν το δρόμο και σε άλλες χώρες,  και εμφανίζει στο προσκήνιο τα όρια της αμερικάνικης επιρροής στην Ασία σήμερα τόσο καθαρά που να αρχίζουν οι ΗΠΑ να ανακαλύπτουν τα ..ανθρώπινα δικαιώματα των Ινδών πολιτών. 

Χθες, από ότι λένε οι πληροφορίες, παρά τις έντονες πιέσεις των ΗΠΑ, ο Μόντυ αρνήθηκε να υποσχεθεί πως δεν θα προχωρήσει σε εμπορικές συναλλαγές με ρούβλια και ρουπίες, με τη Ρωσία και πως δεν θα ενταχθεί στο σύστημα συναλλαγών – το αντιSWIFT- που ήδη στήνουν ρώσοι και κινέζοι. Με δεδομένες τις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης που έχει η Ινδία, μία από τους BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική, συνολικός πληθυσμός 3,2 δις), και με το παράδειγμα της Κίνας δίπλα της, είναι ιδιαίτερα θελκτικό για εκείνην – όπως και για όλες αυτές τις χώρες – να ξεφύγει από το δολάριο, ενισχύοντας το δικό της νόμισμα. Η νεκρανάσταση των BRICS, που έχει ξεκινήσει μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι καθοριστική για την πολιτική κυρίως όλων των υπολοίπων κρατών της ομάδας αλλά και των λοιπών ασιατικών κρατών. Και, βεβαίως, ο τρόπος με τον οποίο η Δύση «πάγωσε» τα ρωσικά κρατικά κεφάλαια στο εσωτερικό, και «ανακάλυψε» πως στην Ινδία καταπατώνται τα ανθρώπινα δικαιώματα μόνο θετικά δεν μπορεί να το δει η κυβέρνηση Μόντυ – κανείς δεν ξέρει πότε οι μονομερείς κυρώσεις θα χτυπήσουν την πόρτα του, και οι μηχανισμοί άμυνας έχουν αρχίσει να στήνονται, ως πιθανοί μηχανισμοί μελλοντικής επιβίωσης.

Παράλληλα, η Ινδία ξέρει ότι η αλλαγή καθεστώτος στο Πακιστάν – με την αμερικανοκίνητη πτώση της κυβέρνησης Χαν – σημαίνει πως γίνεται νέα απόπειρα ο παραδοσιακός εχθρός της να ενταχθεί και πάλι πλήρως στην αμερικάνικη σφαίρα επιρροής, εξισορροπώντας την (μεγάλη) απώλεια του Αφγανιστάν, με την κυβέρνηση των Ταλεμπάν να είναι ένα βήμα πριν την αναγνώριση από Κίνα και Ρωσία, και την Κίνα να παρέχει ουσιαστική βοήθεια στην Καμπούλ για να μπορέσει να αντιμετωπίσει το λιμό. Ο υπουργός Εξωτερικών των Ταλεμπάν είχε πρόσφατα πει στον κινέζο ομόλογό του πως «ποτέ δε θα ξεχάσουν» ότι μόνον η Κίνα «ποτέ δεν θέλησε κάτι από αυτούς, αλλά αντιθέτως τους βοηθάει». Το Πεκίνο πολύ δύσκολα θα ξαναφήσει το Αφγανιστάν σε ..άλλα χέρια και ήδη δρα πολλαπλά προς την αύξηση της επιρροής του εκεί.

Ακόμη περισσότερο, όλες αυτές οι χώρες έχουν ζήσει το πιο αποτρόπαιο πρόσωπο της αποικιοκρατίας και μεταποικιοκρατίας. Βλέπουν καχύποπτα τη Δύση, κι έχουν κάθε λόγο να το κάνουν, ενώ την ίδια ώρα βλέπουν την Ασία να αναδύεται στον βασικότερο παγκόσμιο πόλο, με το τέλος του μονοπολικού κόσμου. Ξέρουν πως οι κινήσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ έχουν ως μόνον στόχο τη διατήρηση του μονοπολικού αυτού κόσμου, που προέκυψε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και βλέπουν το τεράστιο λάθος που αποτελεί – για τη δύση – το σπρώξιμο της Ρωσίας στην αγκαλιά της Κίνας, όπως και το ποιός εν τέλει ευνοείται από αυτό. Μπορούν να διεκδικήσουν μια πιο ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, και αποκτούν, με ταχύτητα, αντίβαρα στους αμερικάνικους εκβιασμούς. 

Η κατάσταση που διαμορφώνεται απειλεί και την λειτουργία της Τετράδας, ειδικά καθώς η Ινδία θέλει να συντηρήσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία και περιμένει κινήσεις καλής θέλησης από την Κίνα στο Λαντάκ, ενώ η σχέση της Ιαπωνίας με τη Ρωσία είναι σε νέο ..βαρομετρικό χαμηλό, μετά την πλήρη ένταξη του ιάπωνα πρωθυπουργού, Φούμιο Κίσιντα, στο δυτικό στρατόπεδο. Να θυμήσουμε εδώ ότι εκείνος ήταν ο πρώτος δυτικός απεσταλμένος στην Ινδία, κατά τη διάρκεια του πολέμου, που επισκέφτηκε το Δελχί επιδιώκοντας να αλλάξει τη στάση του έναντι της Ρωσίας, και ότι μετά την αποτυχία του έσπευσαν στο Δελχί τόσο ο Σεργκέι Λαυρώφ όσο και ο κινέζος ΥΠΕΞ, Γουάν Γι. Ακολούθησε η απόφαση της Ιαπωνίας να ξαναθυμηθεί ότι έχει πρόβλημα με την «κατοχή» των Κουρίλων νήσων, ένα ζήτημα που πολλοί πιστεύαμε ότι επρόκειτο σύντομα να λυθεί, χάρη στις προσπάθειες του προηγούμενου πρωθυπουργού της Ιαπωνίας, Σίνζο Άμπε. Η μετατροπή των Κουρίλων σε όπλο κατά της Ρωσίας είναι λογικό πως εντάσσεται στο πλαίσιο των πιέσεων κατά της Ρωσίας και από ανατολών. Το πιθανότερο είναι ότι η Ινδία δεν θα δεχθεί να παίξει ρόλο σε μια πιθανή αναμέτρηση με Κίνα και Ρωσία, στον Ειρηνικό, ειδικά αν η οικονομία της ανθίσει χάρη στη Ρωσία. Είναι δηλαδή πολύ πιο πιθανή «απενεργοποίηση» της Τετράδας, από την ρήξη σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας.