Πρώτη επιστημονική έρευνα για τη σχέση της ακροδεξιάς με τους κρατικούς θεσμούς: Οι ιστορικές ρίζες του φαινομένου στον εμφύλιο, στις δεκαετίες του 1960 και 1970, αλλά και στη μεταπολίτευση
«Πρόκειται για την πρώτη έρευνα που πραγματοποιείται με στόχευση σε μηχανισμούς που λειτουργούν μέσα στο κράτος, σε σχετική αυτονομία από αυτό και με πρόσχημα έναν ακραίο συντηρητισμό που φτάνει στα όρια του ακροδεξιού λόγου και πρακτικής», ανέφερε μιλώντας στην DW ο αναπληρωτής καθηγητής Θεωρίας του Κράτους και του Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Δημήτρης Χριστόπουλος.
Η μελέτη κινείται γύρω από τέσσερις άξονες: αστυνομία, δικαιοσύνη, στρατός, εκκλησία. Ως πλέον προβληματικός τομέας θεωρείται η αστυνομία, η οποία φέρει «συγκεκριμένο ιστορικό φορτίο, που έχει ως περιεχόμενο την καταστολή (…) με αποτέλεσμα να είναι ο πιο εκτεθειμένος κρατικός μηχανισμός σε αυτού του είδους την ιδεολογία», εκτίμησε ο Δ. Χριστόπουλος.
ΔΙΑΣ, ΔΕΛΤΑ, ΖΗΤΑ και Χρυσή Αυγή
Έμφαση δίνεται στις τελευταίες δύο δεκαετίες, εστιάζοντας στις σχέσεις ειδικών τμημάτων της αστυνομίας, όπως των ομάδων ΔΙΑΣ, ΔΕΛΤΑ, ΖΗΤΑ ή των ειδικών φρουρών και συνοριοφυλάκων, με τη Χρυσή Αυγή. Στο επίκεντρο βρίσκονται επίσης αμφιλεγόμενοι χειρισμοί της αστυνομίας σε θέματα μεταναστών, ήδη από τη δεκαετία του 1990, μετά τη μαζική άφιξη αλβανών μεταναστών.
Τα περιστατικά που καταγράφει η έρευνα καταδεικνύουν μία «εν λευκώ» εξουσιοδότηση στην αστυνομία να αντιμετωπίζει τους μετανάστες συλλήβδην ως εγκληματίες.
Νησίδες ακραίου συντηρητισμού
Πιο σύνθετη είναι η περίπτωση της δικαιοσύνης. Μολονότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι δικαστές διαπνέονται γενικά από δημοκρατικά αισθήματα, εντούτοις ο Δ. Χριστόπουλος εκτιμά ότι κατά καιρούς «έχουν υπάρξει νησίδες μέσα στη δικαιοσύνη -ποινική, αστική και κυρίως διοικητική- όπου αναπαράγονται κρίσεις που παραπέμπουν σε πολύ ακραίο συντηρητισμό».
Η έρευνα καταγράφει αμφιλεγόμενες δικαστικές αποφάσεις που επιτρέπουν ρατσιστικές πρακτικές ιδίως έναντι μεταναστών, ανέχονται πρακτικές ευτελισμού της ανθρώπινης προσωπικότητας, αλλά και αποφάσεις που επιτρέπουν την εκφορά αντισημιτικού και νεοναζιστικού λόγου.
Ως προς το σημείο αυτό εκτενής είναι η αναφορά στη δικαστική υπόθεση του Κωνσταντίνου Πλεύρη και του βιβλίου του «Εβραίοι. Όλη η αληθεια». Το επίμαχο βιβλίο, παρά το πρόδηλα αντισημιτικό και νεοναζιστικό του περιεχόμενο, θεωρήθηκε από τους δικαστές ως «επιστημονικό και ιστορικό». Η αθωωτική απόφαση του εφετείου (2009) για τον Κ. Πλεύρη στο πλαίσιο προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης συγκεντρώνει μέχρι σήμερα έντονες αμφισβητήσεις.
Φορτισμένη κληρονομιά
Αναφορικά με τον στρατό, η μελέτη εκτιμά ότι πρόκειται για έναν θεσμό με μία επίσης φορτισμένη ιστορική κληρονομιά.
Τα ερευνητικά πορίσματα δείχνουν όμως ότι, ακριβώς λόγω του ιδιαίτερου παρελθόντος, στον στρατό συναντάμε εν τέλει μία «πιο εδραιωμένη δημοκρατική κουλτούρα», σε αντίθεση με την αστυνομία, ιδίως μετά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις για τον εκδημοκρατισμό του και την εκκαθάριση των αυταρχικών καταλοίπων της δικτατορίας.
Αυτό βέβαια, σημειώνει ο κ. Χριστόπουλος, δεν σημαίνει πως και στον στρατό δεν ανιχνεύονται «φωλιές ακροδεξιού εξτρεμισμού, ιδίως στους απόστρατους». Τέλος, εκτενές είναι και το κεφάλαιο για την Εκκλησία.
Εκκλησία χωρίς αυτολογοκρισία
Όπως σχολιάζει ο κ. Χριστόπουλος, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες η Εκκλησία στην Ελλάδα «συμπεριλαμβάνεται στους κρατικούς μηχανισμούς και (…) λόγω της ιδιαίτερης θέσης που έχει στο ελληνικό πολίτευμα δεν αυτολογοκρίνεται».
Για παράδειγμα, ο κ. Χριστόπουλος αναφέρει δηλώσεις του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου κατά των ομοφυλόφιλων, καθώς και παλαιότερες αναφορές του Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ για τους Εβραίους με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο.
Δεν αποτελεί «ελληνική πρωτοτυπία»
Η έρευνα για την ακροδεξιά στην Ελλάδα καταδεικνύει, σύμφωνα με τον Δ. Χριστόπουλο ότι η διατήρηση ακραία συντηρητικών στοιχείων μέσα στους θεσμούς του κράτους είναι υπαρκτή, αν και δεν αποτελεί «ελληνική πρωτοτυπία».
«Το ιστορικό βάθος μαζί με τη συγκυρία, η οποία στην Ελλάδα της κρίσης διαλύει τους μηχανισμούς λογοδοσίας και ωθεί στα άκρα ένα μεγάλο τμήμα του πολιτικού κόσμου και της κοινής γνώμης προκαλούν ανησυχία», εκτιμά ο ίδιος.
Θεωρεί πάντως πως μία από τις αιτίες για την άνοδο της ακροδεξιά είναι η «πολιτική συνταγή της λιτότητας», εκφράζοντας παράλληλα την ανησυχία ότι οι νέοι συσχετισμοί εντός ΕΕ ευνοούν την «πολιτική διαίρεση και τον ανταγωνισμό».