
Της Ηλιάνας Ζερβού
Σε κλίμα έντασης συνεχίστηκε σήμερα η δίκη για την γυναικοκτονία της Κυριακής Γρίβα στο γεμάτο κόσμο αμφιθέατρο της Ευελπίδων. Ο μάρτυρας και πατέρας του θύματος μίλησε με γεγονότα για τον χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την σχέση καταπίεσης που παρακολουθούσε ανάμεσα στην Κυριακή και τον γυναικοκτόνο της και την καθημερινή αγωνία ενός γονιού σε αυτή τη συνθήκη.
Η Κυριακή είχε καταθέσει πως βιάστηκε από τον κατηγορούμενο – Το αστυνομικό όργανο δεν κινήθηκε αυτεπάγγελτα
Κατά την διάρκεια της δίκης, η συνήγορος πολιτικής αγωγής προσκόμισε στην έδρα έγγραφο, με κατάθεση της Κυριακής 3 χρόνια πριν την δολοφονία της, κατά την οποία περιέγραφε τον βιασμό της από τον Θανάση Κουρέλη, ενώ μάλιστα εκείνη ήταν έγκυος. Η κατάθεση της Κυριακής που έγινε λίγες μέρες μετά το περιστατικό, διαβάστηκε στο αμφιθέατρο από τον συνήγορο πολιτικής αγωγής. Δεν υπάρχει αντίρρηση πως η εξιστόρηση της Κυριακής στοιχειοθετούσε το έγκλημα του βιασμού, αφού ρητά και επανειλημμένα απουσίαζε η συναίνεση.
Ωστόσο, η καταγγελία που έγινε τελικά αφορούσε μόνο την σωματική βλάβη, καθώς κατά την διάρκεια παραμονής της στο αστυνομικό τμήμα η Κυριακή αποφάσισε πως δεν ήθελε να καταγγείλει τον δράστη για τετελεσμένο βιασμό. Παρόλα αυτά δικαίως, οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής επανέλαβαν και τόνισαν σε κάθε τόνο πως ο βιασμός είναι αυτεπαγγέλτως διωκόμενο έγκλημα, δηλαδή ο/ η αστυνομικός λειτουργός όφειλε, ανεξάρτητα από την επιθυμία ή όχι του θύματος, να ασκήσει την αντίστοιχη ποινική δίωξη.
Η Κυριακή Γρίβα δολοφονήθηκε μπροστά στα μάτια των αστυνομικών του τμήματος Αγίων Αναργύρων. Άκουσε τον αστυνομικό της Άμεσης δράσης να της λέει με τεράστια έπαρση πως «το περιπολικό δεν είναι ταξί». Αλλά η 1η Απρίλη του 2024 που βρήκε την Κυριακή νεκρή έξω από ένα αστυνομικό τμήμα δεν ήταν καν η πρώτη φορά που η ελληνική αστυνομία δεν την προστατεψε. Γιατί, όπως τόνισε ο συνήγορος πολιτικής αγωγής, αν τότε, η αστυνομία είχε κάνει τη δουλειά της να διώξει αυτεπαγγέλτως τον Θανάση Κουρέλη για τον βιασμό της Κυριακής και αυτός είχε καταδικαστεί, πιθανότητα η Κυριακή σήμερα θα ζούσε.
Η συζήτηση περί «ακαταλόγιστου» – Η αποσιώπηση των έμφυλων κινήτρων
Μέσα από την κατάθεση του πατέρα της Κυριακής Γρίβα ζωγραφίστηκε – στα μάτια μου τουλάχιστον – ένα περιβάλλον πολύπλευρης έμφυλης καταπίεσης και εκμετάλλευσης του θύματος από το δράστη, πολύ πριν φτάσει στο σημείο να του στερήσει τη ζωή. Ο πατέρας της Κυριακής με λαϊκό και ωμό τρόπο, παρουσίασε τον θύτη ως ένα άτομο που από την αρχή της σχέσης του με το θύμα το εκμεταλλευόταν οικονομικά, συναισθηματικά και σωματικά. Ζούσε παρασιτικά από εκείνη, την διέταζε, την έλεγχε και την εκβίαζε συναισθηματικά. Πολλά μοτίβα χειριστικότητας φορεμένης από την πατριαρχία έκαναν τικ στο μυαλό μου ακούγοντας τον πατέρας της να απαντάει σε ερωτήσεις σχετικά με τη σχέση της κόρης του και του γυναικοκτόνου της.
Παρόλα αυτά συνεχίζουμε να μιλάμε για ανθρωποκτονία και όχι για γυναικοκτονία, αφήνοντας εντελώς στο περιθώριο όλα τα ξεκάθαρα έμφυλα χαρακτηριστικά που συνοδεύουν τις πράξεις που συζητάμε.
Στο επίκεντρο βρέθηκε, η ψυχική υγεία του κατηγορούμενου και η στοιχειοθέτηση η μη του «ακαταλόγιστου», δηλαδή την ικανότητα του να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του για το άδικο αυτό. Όπως τόνισε ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου : «Σε αυτή τη δίκη θα ασχοληθούμε μόνο με το αν υπάρχει ζήτημα καταλογισμού», καθώς συμπλήρωσε ότι «δεν θα βρείτε άλλον δικηγόρο που να συνηγορεί τόσο στο να πάει φυλακή ο δράστης». Στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του, παρουσίασε τρία σημάδια που, κατά την κρίση του, δείχνουν ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί το «ακαταλόγιστο».
Συγκεκριμένα ως πρώτο ανέφερε την διάπραξη ενός ειδεχθέστατου εγκλήματος μπροστά από αστυνομικό τμήμα. Ως δεύτερο στοιχείο, υπενθύμισε ότι στο τηλεφώνημά της στην Άμεση δράση λίγο πριν δολοφονηθεί η Κυριακή ανέφερε ότι «με περιμένει ο πρώην μου, ο οποίος έχει πολλά ψυχολογικά προβλήματα» και ως τρίτο δείγμα τόνισε την απόπειρα αυτοκτονίας του κατηγορουμένου, κατά την οποία διασωληνώθηκε. Στα χέρια του σήκωσε έναν μεγάλο πάκο με το στοιχεία για το ψυχολογικό προφίλ του κατηγορουμένου, απαριθμώντας μια σειρά από καταθλιπτικά επεισόδια με ψυχωσικά συμπτώματα, προσθέτοντας, βέβαια, ότι οι πραγματογνώμονες ψυχίατροι θα είναι δύσκολο να μπορέσουν να αποφανθούν για τον «καταλογισμό» του δράστη εκείνη ακριβώς την ώρα του εγκλήματος. Στη συνέχεια επικαλέστηκε έκθεση ψυχιάτρου του κατηγορουμένου, η οποία αφορούσε ετεροκαταστροφικές τάσεις, δηλαδή κλίση προς την άσκηση βίας στον εαυτό του και σε άλλους/αλλες. Ο συνήγορος κατέληξε ότι «Εν κατακλείδι ζητώ την ενοχή του κατηγορουμένου και την έκτιση της ποινής του σε ειδικό ίδρυμα».
Ως προς την τοποθέτηση του συνηγόρου υπεράσπισης, η δικηγόρος πολιτικής αγωγής απάντησε σύντομα υπογραμμίζοντας ότι «το γεγονός ότι η δολοφονία έλαβε χώρα μπροστά στο ΑΤ ουδόλως συνηγορεί στο ότι ο δράστης είχε το ακαταλόγιστο. Η Κυριακή στο τηλέφωνο ήθελε να τονίσει το πόσο κινδύνευε, το γεγονός ότι κάποιος είναι επικίνδυνος δεν σημαίνει ότι είναι ακαταλόγιστος». Ταυτόχρονα, υπενθύμισε ότι υπάρχουν τεχνικές εκθέσεις και πραγματογνωμοσύνες κοντά στο περιστατικό και, άρα, προκύπτει ότι ο δράστης είχε συνείδηση της πράξης του κατά την τέλεση της.
Η δική μου σκέψη όσο παρακολουθώ αυτή τη συζήτηση, όμως, είναι πως αν ο Θανάσης Κουρέλης δεν θεωρούσε την Κυριακή κτήμα του, αν δεν είχε εγκολπωθεί μέσα του η ιδέα πως μπορεί να αποφασίζει για τη ζωή – η το τέλος αυτής – μιας γυναίκας, αν πίστευε στην ελευθερία της να αποφασίζει για τον εαυτό της, δε θα τη σκότωνε ποτέ. Δεν θα υπήρχε το δίλημμα του ακαταλόγιστου.
Τέλος, από την δίκη αυτή δεν έλειψαν και απαράδεκτες ερωτήσεις που παραπέμπουν σε victim blaming, με την πρόεδρο της έδρας να ρωτά τον μάρτυρα «αν ο κατηγορούμενος ήταν τόσο κακός όσο περιγράφετε, γιατι τον αγαπούσε τόσο;». Ο πατέρας της Κυριακής που δεν μπορούσε να αναπτύξει την θεωρία σχετικά με τον κύκλο της βίας και τις κοινωνικές πατριαρχικές παραστάσεις που οδηγούν τα έμφυλα καταπιεσμένα άτομα να αγαπούν τον καταπιεστή τους, απάντησε απλα: «Γι’ αυτό που με ρωτάτε πρέπει να ρωτήσετε όλες εκείνες τις γυναίκες που κακοποιούνται και δεν φεύγουν, όχι εμένα».
Την κάθετη διαφωνία του στην διατύπωση αντίστοιχων ερωτήσεων εξέφρασε ένας εκ των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, χαρακτηρίζοντας τες κακοποιητικές. Έπειτα στράφηκε στον μάρτυρα: «Αισθάνεστε ότι πρέπει να απαντήσετε στο γιατί η Κυριακή δεν έφευγε», «όχι» απάντησε ο πατέρα της κοφτά.
Η δίκη θα συνεχιστεί αύριο 3 Ιουλίου.