Η μόνη βεβαιότητα που έχουμε για το μέλλον είναι όσο η Ακροδεξιά του Μιλέι κυβερνά θα συνεχίσει να φέρνει φτώχεια και αβεβαιότητα. Η χώρα που έρχεται θα είναι λιγότερο ανθρώπινη, με πιο χλωμά πρόσωπα και ανύπαρκτα χαμόγελα. .
Η φτώχεια είναι η άρνηση της ελευθερίας και η πνευματική φτώχεια είναι η άρνηση της λογικής ως εργαλείο για να απελευθερωθεί κάποιος από τις μορφές εκμετάλλευσης που έχουν κάνει σύμβολο τη χώρα του Τσε στις μέρες μας. Ο Μιλέι δεν είναι απλά ένας « τρελός» , είναι η απεικόνιση ενός μέλλοντος για χώρες που για χρόνια έχουν αποτελέσει εργαστήρια ακραίου Νεοφιλελευθερισμού. Η Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση . Ούτε πολλές χθες της ΕΕ. Οι Μιλέι θα αναπαραχθούν, έρχονται. Οι ευθύνες της αριστεράς είναι ιστορικές. Για να αποτρέψει αλλά και να αντιπροτείνει τα αυτονόητα. Η λογική, το όραμα, το συνεκτικό πρόγραμμα που εμπνέει ενάντια στην βία, το «ΕΓΩ» , τον παραλογισμό.
Σε ένα χρονογράφημα του Κουίνο, η Σουζανίτα, η πλούσια φίλη της Μαφάλντα, πρότεινε να οργανωθεί ένα συμπόσιο με «χαβιάρι, γαλοπούλα και αγριογουρούνο» για να συγκεντρωθούν χρήματα και να αγοραστούν για τους φτωχούς «αλεύρι, σιμιγδάλι, χυλοπίτες και αυτά τα « απαίσια που τρώνε». Κάπως όπως οι γκαλά των εφοπλιστών στην Ελλάδα για τους απόκληρους της γης που τα βλέπουμε στα δελτία ειδήσεων των ολιγαρχών. Μας λείπει η Μαφάλντα.
Στην Αργεντινή υπάρχει ένας πολύ ιδιαίτερος τρόπος να δει κανείς τη φτώχεια στον οποίο κυριαρχεί ο λόγος της ευθύνης: όποιος βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας, βρίσκεται σε αυτήν λόγω της αδράνειας ή της ανικανότητάς του. Στην Ελλάδα το λέμε « ατομική ευθύνη» .
Κάτι που τροφοδοτεί την κυβέρνηση του Μιλει , που δεν σταματά να κατασκευάζει φτωχούς ανθρώπους και που δεν είχε ποτέ πολύ χρόνο να σκεφτεί τις οικονομικές, κοινωνικές, εργασιακές ανισότητες, «αυτές τις ανοησίες που συνεχώς οι «αριστεροί» μας αραδιάζουν στις ανόητες πορείες τους …όπως μας λέει σχεδόν καθημερινά η υπερασπίστρια της Χούντας του Βιντέλα , η σημερινή πρόεδρος Βιγιαρουελ.
Έχουμε χάσει εδώ και πολύ καιρό τη διαύγεια που απαιτείται για να διαχωρίσουμε τη νόμιμη αγανάκτηση από την κατασκευασμένη. Έχουμε παραδοθεί σε τεχνητό θυμό, σε αντιπαραθέσεις που κατασκευάζουν άλλοι. Οι αλγόριθμοι των σόσιαλ μίντια. Αφηγήσεις εξουσίας που νομιμοποιούν την απανθρωποποίηση του διπλανού μας. Πώς να μην συμμετάσχουμε στη μεγάλη γιορτή της σκληρότητας σε αυτήν την εποχή των ενδυναμωμένων και άφταστων ατομικοτήτων. Του μεγάλου «ΕΓΩ».
Ο σύγχρονος καπιταλισμός που διεγείρει την ανισότητα, ή ακόμα χειρότερα, παρεμβάλλονται στη δυναμική της αυτοεκμετάλλευσης, εν μέσω ιστορικής αναταραχής, μεταξύ λόγων φόβου και μίσους που απαιτούν από εμάς να είμαστε εχθρικοί ο ένας στον άλλον παρά φιλόξενοι και αλληλέγγυοι . Ομιλίες που διακατέχονται από ένα άγριο, υπερβολικό μίσος, δανεισμένες από πολιτική οργή, από το βουητό των σφηκών των άγριων «εξτρεμιστικών» συγκεντρώσεων που καταγγέλλονται σε συγχορδία στα ολιγαρχικά ΜΜΕ ανά τον κόσμο.
Πόσο χρειαζόμασταν αυτές τις χαρές . Έτσι ακούγεται η πεμπτουσία ενός παλιού κηρύγματος: Ποδόσφαιρο, «vade retro». Για δεκαετίες, το όπιο και το τσίρκο έχουν χρησιμεύσει ως μεταφορές για να καταδικάσουν το ποδόσφαιρο στην κόλαση. Το όπιο και το τσίρκο για να αποδείξουν την ιδεολογική αδυναμία και την πνευματική υποτέλεια του να είσαι θαυμαστής σε ένα όμορφο άθλημα που σου ανήκει πνευματικά ενώ οι ιδιοκτήτες τους το έχουν εμπορευματοποίηση στα άκρα ….
Στα δέκα μου χρόνια λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Τσε στο γήπεδο της αγαπημένης μου ιντεπεντιέντε όλη η κερκίδα τραγουδούσε: ο Τσε ζει! Ρώτησα τον πατέρα μου σε ποια θέση παίζει και μου απάντησε ότι είναι στην καρδιά του λαού… ( όταν φτάσαμε σπίτι μου τα είπε όλα ) η πρώτη μου « πολιτικοποίηση» έπεσε στο κεφαλή μου, σε μια ηλικία που κάθε παιδί στην Αργεντινή ονειρεύεται να κάνει την πιο όμορφη ντρίμπλα . Τα παιδιά της ηλικίας μου σε εκείνο το γήπεδο μάθαμε για τον Τσε , σε μια κερκίδα που ρυθμικά φώναζε το όνομα του. Μας σημάδεψε για πάντα . Ίσως καθόρισε πολλά στις επιλογές μας όταν έπρεπε να διαλέξουμε « πολιτική έδρα».
Το ποδόσφαιρο ποτέ δεν περπατάει πλέον μόνο του. Ίσως δεν το έχει κάνει ποτέ. Είχε πάντα ρόλο στο θέατρο των ονείρων των ανθρώπων που είναι η πολιτική. Ένα εργοστάσιο μύθων και συναισθημάτων, επών και αναμνήσεων μιας εργατικής γειτονιάς, μιας πλατείας της πόλης, σε ένα λασπωμένο γήπεδο με την φτώχεια χέρι, χέρι.
Ενώ η Αργεντινη καταρρέει, αυτή η μικρή χαρά, κολλημένη στο πόδι, που μας έδωσε η Εθνική μας (είναι και δική μου εθνική, εκτός από την ελληνική ) επιτρέπει να συνεχίσουμε να πιστεύουμε σε αυτή τη φανταστική ελπίδα, αυτή που εξαφανίζεται αν σταματήσουμε να πιστεύουμε σε αυτήν. Μια χαρά που ελευθερώνει τον αέρα και τον κάνει να τον αναπνέουμε ευχάριστα. Η Αργεντινή ξεπέρασε τον Καναδά ως αποτέλεσμα των ατομικοτήτων που έκαναν τη διαφορά στον ορισμό. Προσπάθησε να παραμείνει πιστός στον τρόπο σκέψης και σκέψης του για εμάς, που μας ταυτίζει με αυτόν τον αδιαπραγμάτευτο σεβασμό για την μπάλα, για αυτή την ταπεινή και απλή ερμηνεία του επιθετικού ποδοσφαίρου που μοιάζει πολλές φορές με το ταγκό αλλά και τη ρούμπα. Αυτή η ανάγκη να ξαναδημιουργηθεί ένα ποδόσφαιρο αποφασισμένο να πείσει, να μαγέψει, να σαγηνέψει. Συνδυάζοντας, ανακατεύοντας, αναγνωρίζοντας ο ένας τον άλλον μέσα από την μπάλα, μέχρι να ανοίξουν οι χώροι, να δημιουργηθούν κενά και να αναδυθεί η δημιουργικότητα. Αρκετά για να υψωθούμε στην ελπίδα και να δώσουμε μια τεράστια λάμψη χαράς σε αυτόν τον εξαθλιωμένο λαό που πάντα ονειρεύεται , πάντα μάχεται, δεν το βάζει κάτω . Η μπάλα δεν είναι πάντα όπιο. Είναι και ελπίδα, συνειδητοποίηση , μια ορχήστρα που εμπνέει αγώνες , κοινωνικούς. Δεν τη χαρίσαμε ποτέ ας είναι άλλοι οι ιδιοκτήτες . Η τάξη μας ξέρει, νιώθει, παλεύει , δεν χαρίζει αυτά που πραγματικά της ανήκουν.
*Ο Κωστας Ήσυχος είναι πρώην υπουργός, πρώην βουλευτής, μέλος της Π.Γ. της ΛΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Κίλμες, Μπούενος Άιρες , Αργεντινή.