Οι υπουργοί Οικονομικών και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας, του Καναδά, της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας. διεξάγουν συνομιλίες καθώς η Ουκρανία, ξεμένει από ρευστότητα. «Πρέπει να διασφαλίσουμε τη ρευστότητα του ουκρανικού κράτους», δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, η χώρα του οποίου ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία της ομάδας, στους δημοσιογράφους κατά την είσοδό του στις συνομιλίες. «Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι θα μπορέσουμε σε αυτή τη συνάντηση της G7 να αυξήσουμε τη χρηματοδότηση που θα επιτρέψει στην Ουκρανία να αμυνθεί τους επόμενους μήνες», είπε. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία … συνεπάγεται επίσης πρόσθετους κινδύνους για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας … τον πληθωρισμό, αλλά και την έλλειψη ανάκαμψης μετά την πανδημία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να συζητήσουμε τι μπορούμε να κάνουμε από κοινού στους αντίστοιχους τομείς ευθύνης μας για να αποφύγουμε τα σενάρια στασιμοπληθωρισμού», δήλωσε ο Λίντνερ.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλάζει τα δεδομένα για τις δυτικές δυνάμεις, αναγκάζοντάς τες να επανεξετάσουν τις σχέσεις δεκαετιών με τη Ρωσία όχι μόνο σε θέματα ασφάλειας, αλλά και σε θέματα ενέργειας, τροφίμων και παγκόσμιων συμμαχιών εφοδιασμού, από μικροτσίπ έως σπάνιες γαίες, αναφέρει το Reuters. «Η Ουκρανία επισκιάζει αυτές τις συναντήσεις. Αλλά υπάρχουν και άλλα θέματα που πρέπει να συζητηθούν», δήλωσε αξιωματούχος της G7 στο πρακτορείο, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί, προσθέτοντας ότι το χρέος, η διεθνής φορολογία, η κλιματική αλλαγή και η παγκόσμια υγεία είναι όλα προς συζήτηση.

Η Ουκρανία υπολογίζει τις οικονομικές της ανάγκες σε 5 δισεκατομμύρια δολάρια τον μήνα για να συνεχίσει να πληρώνει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και να λειτουργεί η διοίκηση παρά τις καθημερινές καταστροφές που προκαλεί η Ρωσία. Το βραχυπρόθεσμο πακέτο χρηματοδότησης ύψους περίπου 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα συμφωνηθεί από την G7 θα κάλυπτε τις ανάγκες της Ουκρανίας για τρεις μήνες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφέρθηκε την Τετάρτη να παράσχει έως και 9 δισεκατομμύρια ευρώ (9,44 δισεκατομμύρια δολάρια) σε δάνεια προς την Ουκρανία, τα οποία θα χρηματοδοτηθούν από δανεισμό της ΕΕ με την εγγύηση των κυβερνήσεων της ΕΕ, για να καλύψουν τις ανάγκες του Κιέβου μέχρι το τέλος Ιουνίου. Η Ιαπωνία θα διπλασιάσει τη βοήθειά της προς την Ουκρανία σε 600 εκατομμύρια δολάρια για να τη βοηθήσει να καλύψει τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες της, δήλωσε ο πρωθυπουργός Φούμιο Κισίντα στους δημοσιογράφους την Πέμπτη.

Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ πρότεινε επίσης τη δημιουργία ενός ταμείου απροσδιόριστου ύψους επιχορηγήσεων και δανείων για την Ουκρανία, ενδεχομένως με κοινό δανεισμό από την ΕΕ, προκειμένου να πληρωθεί η μεταπολεμική της ανοικοδόμηση. Ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι ένα τέτοιο έργο θα απαιτούσε μεταξύ 500 δισεκατομμυρίων ευρώ και 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ (524 δισεκατομμύρια δολάρια έως 2,09 τρισεκατομμύρια δολάρια), με τις εκτιμήσεις να αλλάζουν συχνά ανάλογα με τη διάρκεια της σύγκρουσης και το εύρος της καταστροφής.

Με ποσά αυτού του μεγέθους να μπαίνουν στο παιχνίδι, η ΕΕ εξετάζει όχι μόνο ένα νέο σχέδιο κοινού δανεισμού, κατά το πρότυπο του ταμείου αποκατάστασης της πανδημίας, αλλά και την κατάσχεση των παγωμένων πλέον ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στην ΕΕ, ως πηγές χρηματοδότησης, αναφέρει το Reuters. Oρισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, ωστόσο, λένε ότι η ιδέα, αν και πολιτικά ενδιαφέρουσα, θα στηριζόταν σε σαθρά νομικά θεμέλια. Αμερικανοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι είναι πολύ νωρίς για να σχεδιάσουν τη χρηματοδότηση ενός τεράστιου σχεδίου ανοικοδόμησης της Ουκρανίας και η Ουάσινγκτον θέλει οι συζητήσεις να επικεντρωθούν στις άμεσες δημοσιονομικές ανάγκες του Κιέβου για τους επόμενους τρεις μήνες. Εξάλλου, αυτές οι ανάγκες ανοικοδόμησης είναι κυρίως το μέλλον», δήλωσε αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επικεντρωνόμαστε περισσότερο στις δημοσιονομικές ανάγκες της Ουκρανίας τους επόμενους τρεις μήνες παρά στην ανοικοδόμηση, τα σχέδια Μάρσαλ και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων».