Σύμφωνα με όσα ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 37 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας θα δώσει στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά -ως αρχηγό του κόμματος που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία- διερευνητική εντολή για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Ο κ. Σαμαράς θα έχει τρεις ημέρες περιθώριο για να επιδιώξει συνεργασία με άλλο ή άλλα κόμματα ώστε να επιτευχθεί πλειοψηφία τουλάχιστον 151 εδρών.
 
Αυτό απορρέει από τη συνταγματική κατοχύρωση της «αρχής της δεδηλωμένης» (άρθρο 37, παρ. 2, εδ. α’ Σ), βάσει της οποίας η κυβέρνηση που προκύπτει μετά την εκλογική διαδικασία οφείλει να απολαμβάνει την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, δηλαδή τουλάχιστον 151 βουλευτών.
 
Συχνά προκύπτει σύγχυση και διαστρέβλωση των συνταγματικών επιταγών σε σχέση με την ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση μέσω της λανθασμένης ερμηνείας της 6ης παραγράφου του άρθρου 84 Σ. Το εν λόγω άρθρο ορίζει συγκεκριμένα ότι «πρόταση εμπιστοσύνης δε μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών» (σύνολο 120). Αυτό που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι το άρθρο αυτό αναφέρεται στην ψήφο εμπιστοσύνης που δύναται να ζητήσει ήδη υπάρχουσα κυβέρνηση και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση σχηματισμού νέας κυβέρνησης κατά την ανάληψη της διακυβέρνησης. Μόνο σ’ αυτήν την περίπτωση, δηλαδή όταν ήδη υπάρχουσα κυβέρνηση θέλει να επιβεβαιώσει την ψήφο εμπιστοσύνης, «χωράει» η ψήφος ανοχής, που μεταφράζεται σε απουσία 60 βουλευτών από την ψηφοφορία.
 
Η αδιαμφισβήτητη εφαρμογή του άρθρου 37 και όχι του άρθρου 84 δεν προκύπτει εθιμοτυπικά, επειδή απλά είχαμε συνηθίσει σε αυτοδύναμες κυβερνήσεις, αλλά και από την τελεολογική ερμηνεία του εκλογικού νόμου, που με το αντιδημοκρατικό πριμ των 50 εδρών, διευκολύνει την κυβερνητική πλειοψηφία των 151 εδρών. Αν αυτός ο όρος δεν ήταν απαραίτητος για το σχηματισμό κυβέρνησης, τότε το πριμ των 50 εδρών δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Επιπλέον, βάσει της απλής λογικής, όπως η αντιπολίτευση χρειάζεται 151 ψήφους δυσπιστίας για να «ρίξει» μια κυβέρνηση (άρθρο 84 παρ. 6 εδ. β’ Σ και άρθρο 142, παρ. 7 Κανονισμού της Βουλής), έτσι και μια νέα κυβέρνηση για να σχηματιστεί έχει ανάγκη την εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας του συνόλου της Βουλής.
 
Το να μπαίνουν στο μίξερ συνταγματικές διατάξεις, και μάλιστα του σκληρού πυρήνα του Συντάγματος, προκειμένου να γίνεται ερμηνεία κατά το δοκούν σίγουρα έχει ως αποτέλεσμα αυταρχικότερες και αντιδημοκρατικότερες πρακτικές.
 
Υπενθυμίζεται ότι σε περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης από τον αρχηγό του πρώτου κόμματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος και αν και πάλι δεν τελεσφορήσει η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης, την εντολή παραλαμβάνει ο αρχηγός του τρίτου κόμματος.
 
Αν δεν επιτευχθεί ο σχηματισμός κυβέρνησης μέσα από τη διαδικασία των διερευνητικών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να καλέσει τους αρχηγούς των κομμάτων και αν και τότε επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό κυβέρνησης, όσο το δυνατό ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές και διαλύει τη Βουλή.