της Κατερίνας Ασημακοπούλου
Οι πιο πολλοί από εμάς δεν ξέρουν τί κάνει το κράτος αναφορικά με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Πάλι το μυαλό τους κάπου θα πάει. Εννοείς τα επιδόματα που τους δίνει το κράτος; Την στέγαση, το πού μένουν; Οι πιο πολλοί δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη διαδικασία για το πώς αναγνωρίζεται ένας πρόσφυγας ως τέτοιος και ότι ακριβώς αυτή τη δουλειά την κάνει η Υπηρεσία Ασύλου. Έχω αναρωτηθεί συχνά ποιος έχει την ευθύνη για αυτή την άγνοια. Αν αναζητήσει κανείς το λήμμα «Υπηρεσία Ασύλου» στο Google, θα βρει πληροφορίες για το ποια είναι η λειτουργία της στην επίσημη σελίδα του Υπουργείου. Αν όμως δεν το αναζητήσει; Οφείλει να το αναζητήσει; Διστάζω να αποδώσω την άγνοια αυτή στην ατομική ευθύνη του καθενός, τουλάχιστον διστάζω να την αποδώσω αποκλειστικά σε αυτήν. Συχνά οι κυβερνήσεις αποφεύγουν να παρουσιάσουν και να εξηγήσουν τον κρίσιμο ρόλο τους στις αιτήσεις για διεθνή προστασία, αλλά καταφεύγουν σε απλουστευτικές κρίσεις για όσους διασχίζουν τα σύνορα, οι οποίες διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα. Λόγω αυτής της διαστρέβλωσης, γίνεται πολύ δύσκολο να μάθει κανείς την αλήθεια, ακόμα κι αν αυτή βρίσκεται φαρδιά-πλατιά στο διαδίκτυο.
Εργάστηκα στην Υπηρεσία Ασύλου, στο Γραφείο της Χίου, από τον Δεκέμβριο του 2016 μέχρι τον Μάιο του 2022 και, όσες φορές έχω βρεθεί να κάνω αυτήν την συζήτηση με ανθρώπους που θέλουν να μάθουν ποια είναι τέλος πάντων η διαδικασία που ακολουθείται, οι ερωτήσεις που προκύπτουν είναι σχεδόν πάντα οι ίδιες. Ακολουθούν η μία την άλλη σαν χάντρες σε κομπολόι. Είμαι σίγουρη ότι οι πρώην συνάδελφοί μου έχουν απαντήσει στις ίδιες ερωτήσεις αλλά δεν θα έπρεπε κάποιος να πρέπει να γνωρίσει έναν από εμάς για να μάθει τι συμβαίνει σε μια κρατική υπηρεσία. Ακολουθεί λοιπόν, σε αδρές γραμμές, η διαδικασία της εξέτασης αιτημάτων ασύλου από την ελληνική πολιτεία:
Τι Ρόλο παίζει η Προσωπική Συνέντευξη;
Οι άνθρωποι που φτάνουν στα σύνορά μας, όσοι δηλαδή από αυτούς δεν χάνουν την ζωή τους στην πορεία, κάνουν ένα αίτημα διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Στην συνέχεια προγραμματίζεται για αυτούς μία συνέντευξη, η οποία διεξάγεται είτε από την Υπηρεσία Ασύλου είτε από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA). Η συνέντευξη διεξάγεται στην μητρική γλώσσα του αιτούντος με ταυτόχρονη διερμηνεία είτε στα αγγλικά είτε στα ελληνικά. Στο πλαίσιο αυτής, ο αιτών άσυλο καλείται να εξηγήσει αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα του και τί φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει σε αυτήν. Η συνέντευξη διαρκεί αρκετές ώρες, ενώ ο χειριστής της υπόθεσης καλείται παράλληλα να κρατάει αναλυτικό πρακτικό αυτής. Αφού τεθούν κάποιες ερωτήσεις για τον ίδιο τον αιτούντα, την υπηκοότητα και την χώρα του, αυτός προχωράει σε ελεύθερη αφήγηση του τί του συνέβη στη χώρα καταγωγής του. Έπειτα, του τίθενται ερωτήσεις, οι οποίες έχουν σκοπό να διασταυρώσουν την αξιοπιστία του, να του θέσουν ενδεχόμενες αντιφάσεις και να διευκρινίσουν το οτιδήποτε αόριστο μπορεί να έχει πει. Στο τέλος, τίθεται η ερώτηση για τον φόβο, η απάντηση στην οποία επίσης διευκρινίζεται όσο περνάει από το χέρι του χειριστή. Το πρακτικό αποτελείται κατά μέσο όρο από περίπου 18 με 20 σελίδες.
Πώς λαμβάνεται η Απόφαση;
Αξιολόγηση Ισχυρισμών
Στο επόμενο στάδιο, ο χειριστής θα γράψει μια απόφαση, στην οποία θα αξιολογήσει την αξιοπιστία των ισχυρισμών του αιτούντος και θα αποφασίσει περί του αν αυτός είναι δικαιούχος διεθνούς προστασίας ή όχι. Για να αξιολογηθεί ένας ισχυρισμός ως αξιόπιστος, θα πρέπει αυτός να έχει επαρκή εσωτερική αλλά και εξωτερική αξιοπιστία. Τι σημαίνει αυτό; Η εσωτερική αξιοπιστία ενός ισχυρισμού αφορά το αν είναι ορισμένος, αν πάσχει από αντιφάσεις, αν είναι εύλογος και συνεκτικός. Η εξωτερική αξιοπιστία αφορά το αν τα λεγόμενά του επιβεβαιώνονται από τις πληροφορίες για την χώρα καταγωγής του, αν δηλαδή διεθνείς εκθέσεις για την χώρα αναφέρουν όσα ανέφερε κι ο ίδιος στην συνέντευξή του. Παράδειγμα επαρκούς εξωτερικής αξιοπιστίας είναι το να ισχυριστεί κανείς ότι βασανίστηκε λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, για παράδειγμα στο Ιράκ, και να επιβεβαιώνεται από Έκθεση της Διεθνούς Αμνησίας για το ίδιο έτος ότι Ιρακινοί με τις ίδιες θρησκευτικές πεποιθήσεις βασανίζονταν.
Υπαγωγή στο Καθεστώς του Πρόσφυγα
Μετά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του αιτούντος, ο χειριστής προχωράει στην λεγόμενη «υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα». Το ποιος είναι πρόσφυγας ορίζεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951, ενώ ο ορισμός επαναλαμβάνεται τόσο στην Οδηγία 2011/95 της ΕΕ όσο και στον νόμο 4939/2022, αλλά και σε πλήθος άλλων νομοθετημάτων. Πρόσφυγας λοιπόν είναι «ο υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος, συνεπεία βάσιμου φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, βρίσκεται εκτός της χώρας της ιθαγένειάς του και δεν μπορεί ή λόγω του φόβου αυτού δεν επιθυμεί να θέσει εαυτόν υπό την προστασία της εν λόγω χώρας». Τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για να αναγνωριστεί κάποιος ως πρόσφυγας θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά:
- Ο φόβος του αιτούντος θα πρέπει να είναι βάσιμος, αυτό το οποίο φοβάται θα πρέπει να υπάγεται στην νομική έννοια της δίωξης
- Η δίωξη αυτή θα πρέπει να συνδέεται με έναν από τους πέντε προαναφερθέντες λόγους και
- Το κράτος του θα πρέπει να μην μπορεί να τον προστατέψει, πράγμα που συνάγεται σε περίπτωση που το ίδιο το κράτος είναι ο φορέας της δίωξης.
Παράδειγμα λοιπόν μιας τέτοιας υπαγωγής θα είναι το ακόλουθο: Μία ομοφυλόφιλη στο Καμερούν έχει βάσιμο φόβο για την ζωή και την σωματική της ακεραιότητα. Ο κίνδυνος για την ζωή εντάσσεται στην νομική έννοια της δίωξης ενώ ο λόγος με τον οποίο συνδέεται η δίωξη αυτή είναι η συμμετοχή της, δηλαδή το «ανήκειν» της, σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, αυτή την ομοφυλόφιλων. Το κράτος του Καμερούν δεν θα δύναται να την προστατέψει, αφού το ίδιο το κράτος διώκει ποινικά τους ομοφυλόφιλους.
Υπαγωγή στο Καθεστώς του Δικαιούχου Επικουρικής Προστασίας
Εάν ένας αιτών διεθνή προστασία δεν υπάγεται στην έννοια του πρόσφυγα, ο χειριστής υποχρεούται να εξετάσει αν είναι δικαιούχος της λεγόμενης «επικουρικής διεθνούς προστασίας». Η επικουρική προστασία είναι μια συμπληρωματική μορφή διεθνούς προστασίας που εισήγαγε η ΕΕ με την Οδηγία 2004/83/ΕΚ, και η οποία επαναλαμβάνεται στον νόμο 4939/2022 και σε άλλα εθνικά νομοθετήματα. Αφορά κυρίως τα πρόσωπα εκείνα που δεν υπάγονται στην νομική έννοια του πρόσφυγα αλλά κινδυνεύουν ως άμαχοι λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Εάν κάποιος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή δικαιούχος επικουρικής προστασίας, η αίτησή του απορρίπτεται από την Υπηρεσία Ασύλου και ο αιτών μπορεί να προσφύγει κατά της απορριπτικής αυτής απόφασης στην Αρχή Προσφυγών. Αν ο αιτών δεν προσφύγει κατά της απορριπτικής απόφασης ή εάν απορριφθεί και η προσφυγή του, αυτός οφείλει να εγκαταλείψει την χώρα.
Αποκλεισμός από την Διεθνή Προστασία
Εάν ο αιτών αναγνωρίζεται είτε ως πρόσφυγας είτε ως δικαιούχος επικουρικής προστασίας, ο χειριστής υποχρεούται να εξετάσει αν υπάρχει κάποιος λόγος να αποκλειστεί από το καθεστώς αυτό. Ο βασικότερος λόγος αποκλεισμού τόσο από το καθεστώς του πρόσφυγα όσο και από αυτό της επικουρικής προστασίας είναι το να έχει διαπράξει κάποιο σοβαρό έγκλημα πριν από την είσοδό του στην ελληνική επικράτεια αλλά και μετά από αυτήν. Η απόφαση που αποκλείει τον αιτούντα διεθνή προστασία από το καθεστώς που κανονικά θα λάμβανε λογίζεται ως απορριπτική και μπορεί κανείς να προσφύγει κατά αυτής.
Μια απόφαση που φτάνει στο στάδιο εξέτασης του αποκλεισμού συνήθως ξεπερνάει τις 20 σελίδες. Σημειώνεται ότι αποφάσεις για τα αιτήματα ασύλου εκδίδονται μόνο από την ελληνική Υπηρεσία Ασύλου ενώ οι χειριστές της EUAA έχουν γνωμοδοτική αρμοδιότητα και υπογράφουν γνωμοδοτήσεις, που έχουν την ίδια δομή με τις αποφάσεις αλλά δεν δεσμεύουν τον χειριστή της Υπηρεσίας Ασύλου.
Τι είναι οι «Ασφαλείς Τρίτες Χώρες» και οι «Ασφαλείς Χώρες Καταγωγής»
Η διαδικασία που περιγράφηκε σε πολύ αδρές γραμμές είναι η λεγόμενη «κανονική» διαδικασία εξέτασης αιτημάτων ασύλου. Όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια εισάγονται νέες διαδικασίες, οι οποίες είτε αποκλείουν ολωσδιόλου την εφαρμογή της κανονικής, είτε την επιτρέπουν αλλά υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Οι δύο κατασκευές, εμπνεύσεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έρχονται να περιθωριοποιήσουν την κανονική διαδικασία εξέτασης, είναι οι έννοιες της «ασφαλούς τρίτης χώρας» και της «ασφαλούς χώρας καταγωγής». Το concept της «ασφαλούς τρίτης χώρας» εφαρμόζεται αποκλειστικά στα σύνορα της χώρας. Ασφαλής τρίτη χώρα για τα νησιά θεωρείται η Τουρκία, για αιτούντες που εισήλθαν μέσω αυτής στην Ελλάδα και κατάγονται από μία από τις ακόλουθες χώρες: Συρία, Αφγανιστάν, Σομαλία, Πακιστάν και Μπαγκλαντές (ΦΕΚ Β’ 6250/12-12-2022). Για τους αιτούντες αυτούς γίνεται μια συνέντευξη αποκλειστικά εστιασμένη στο αν μπορούν να επιστρέψουν στην Τουρκία. Μόνο αν η απάντηση σε αυτό είναι αρνητική, θα εξεταστεί το αίτημα διεθνούς προστασίας τους στην ουσία του. Δεν είναι τυχαίο ότι η κατασκευή της ασφαλούς τρίτης χώρας αφορά αιτούντες που αποτελούν πολύ μεγάλο ποσοστό των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών στην χώρα.
«Ασφαλείς χώρες καταγωγής» θεωρούνται οι χώρες για τις οποίες υπάρχει το λεγόμενο «τεκμήριο» ασφαλείας, το οποίο ο αιτών καλείται να ανατρέψει. Μόνο εφόσον το κάνει αυτό, θα εξεταστεί το αίτημά του στην ουσία του. Ως «ασφαλείς χώρες καταγωγής» σήμερα λογίζονται 17 χώρες, σύμφωνα με τον κατάλογο ασφαλών χωρών, που δημιουργήθηκε το 2019 με την ΚΥΑ ΦΕΚ Β’ 4907/31.12.2019, και επικαιροποιήθηκε τελευταία φορά τον Δεκέμβριο του 2022.
Γιατί είναι όλα αυτά σημαντικά;
Αυτός είναι επιγραμματικά ο τρόπος που εξετάζονται τα αιτήματα ασύλου στην Ελλάδα. Το νέο Σύμφωνο για την Μετανάστευση, η διαβούλευση για το οποίο ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες από το Συμβούλιο της ΕΕ, θα ευνοήσει ακόμη περισσότερο το concept και την χρήση της ασφαλούς τρίτης χώρας. Γιατί είναι όλα αυτά σημαντικά; Γιατί, όποια άποψη και να έχει κανείς για το ποιος θα έπρεπε να είναι ο πρόσφυγας, για να την υποστηρίξει θα πρέπει να ξέρει πρώτα ποιον ορίζει ο νόμος ως πρόσφυγα σήμερα. Η λανθασμένη εικόνα ότι πρόσφυγας είναι αποκλειστικά αυτός που έρχεται από μια εμπόλεμη ζώνη, η ιδέα ότι οι άνθρωποι κρίνονται αυτόματα ανάλογα με την χώρα καταγωγής τους, η εντύπωση ότι οι ΜΚΟ αποφασίζουν ποιος είναι και ποιος δεν είναι ο δικαιούχος διεθνούς προστασίας με ασαφή κριτήρια, πρέπει να εξοβελιστεί. Ο μόνος τρόπος να γίνει αυτό είναι να υπάρχει εμπεριστατωμένη γνώση για το τι πράγματι συμβαίνει. Από εκεί και πέρα, ο καθένας από εμάς καλείται να το κρίνει, να το κατακρίνει ή να διεκδικήσει κάτι καλύτερο από αυτό. Στην παρούσα πολιτική συγκυρία, που γίνεται όλο και πιο σκοτεινή, η ενημέρωση και η γνώση είναι από τα πιο σημαντικά όπλα που έχουμε στην διάθεσή μας. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το προσφυγικό ζήτημα παίζει, εμφανώς, μεγάλο ρόλο στις πολιτικές επιλογές του λαού, είναι ένα θέμα για το οποίο θα πρέπει να αιτούμαστε ως κοινωνία να έχουμε έγκυρες πληροφορίες.