Η έννοια της διακυβέρνησης
Ο Φουκώ ανέπτυξε την έννοια της διακυβέρνησης ή κυβερνησιμότητας (governmentality) στις διαλέξεις του με τίτλο Security, Territory, Population (1977-1978). Στην τελευταία του διάλεξη εκείνη την χρονιά, ο Φουκώ λέει: «Μπορούμε να κατασκευάσουμε την γενεαλογία του σύγχρονου κράτους και των διαφορετικών μηχανισμών του επί τη βάσει μιας ιστορίας της κυβερνητικής λογικής». Πράγματι, πρόκειται για μια καινοτόμα προσπάθεια του Φουκώ να κατανοήσει την ύπαρξη του κράτους πέρα από την θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου και την θεωρία της νομιμοποίησης. Η διακυβέρνηση δεν αφορά, όμως, μόνο το μισό του 18ου αιώνα, όπου την τοποθετεί ο Φουκώ. Αφορά εξίσου το παρόν, συνεχίζει λέγοντας: «Η κοινωνία, η οικονομία, ο πληθυσμός, η ασφάλεια και η ελευθερία είναι τα στοιχεία της νέας κυβερνησιμότητας, των οποίων τις μορφές μπορούμε ακόμη να αναγνωρίσουμε στις σύγχρονες τροποποιήσεις του»[1].
Η έννοια της διακυβέρνησης δεν αναιρεί την έννοια της βιοπολιτικής, μάλιστα η πρώτη μπορεί να θεωρηθεί εμβάθυνση της δεύτερης. Ο Φουκώ θεωρούσε απαραίτητη την κατανόηση της διακυβέρνησης για την κατανόηση της βιοπολιτικής. Η βασική διαφορά των δύο όρων βρίσκεται στο ιστορικό σχήμα που ακολουθεί ο Φουκώ, όπου η βιοπολιτική αντιπαρατεθόταν στην εξουσία του κυρίαρχου. Αντίθετα, η κυριαρχία, η πειθαρχία και η διακυβέρνηση βρίσκονται σε ένα τρίγωνο[2].
Η διακυβέρνηση, εννοούμενη ως λογική, ως σύνολο πρακτικών, ή και ως τέχνη του κυβερνάν, έχει ως επίκεντρό της τον πληθυσμό[3]. Ο πληθυσμός παρουσιάζεται να είναι ο απόλυτος στόχος της διακυβέρνησης, η οποία δρα για «την βελτίωση της κατάστασής του, την αύξηση του πλούτου του, της μακροζωίας του, της υγείας του». Τα μέσα με τα οποία η διακυβέρνηση επιτυγχάνει τον έλεγχο του πληθυσμού «είναι, κατά μια έννοια, εμμενή στον πληθυσμό»[4], είναι δηλαδή άμεσα ή έμμεσα σχετικά με αυτόν.
Το να κυβερνάς συνεπάγεται ότι έχεις μια γνώση (savoir ) του ίδιου του πληθυσμού, δηλαδή «μια γνώση όλων των διαδικασιών γύρω από τον πληθυσμό, με την ευρεία έννοια αυτού που τώρα αποκαλούμε «η οικονομία»[5]. Έτσι, για παράδειγμα, αργότερα τον 19ο αιώνα, έχουμε την γέννηση του επιστημονικού κλάδου της δημογραφίας και την αρχή της κοινωνιολογικής χρήσης της στατιστικής[6]. Από την άλλη, το να κυβερνάς συνεπάγεται την διαχείριση του πληθυσμού στην ολότητά του, δηλαδή η διακυβερνητική διαχείρισή του φθάνει σε όλα τα λεπτά σημεία και τις λεπτομέρειές του[7].
Έτσι, η διακυβέρνηση ασκείται σε δύο επίπεδα, στο επίπεδο του πληθυσμού και στο επίπεδο των ατόμων. Ο πληθυσμός, όμως, παραμένει στο επίκεντρο, ενώ τα άτομα είναι «απλώς το εργαλείο, ο μοχλός, ή η συνθήκη για την απόκτηση κάποιου πράγματος στο επίπεδο του πληθυσμού»[8]. Τα άτομα πρέπει να συμπεριφέρονται υπέρ του «διακηρυγμένου» στόχου, για να ανήκουν στον πληθυσμό πρέπει να συμπεριφέρονται με τον «σωστό» τρόπο.
Ο βασικός μηχανισμός μέσα από τον οποίον η διακυβέρνηση επιτυγχάνει τον έλεγχο και την διαχείριση του πληθυσμού είναι οι τεχνολογίες της ασφάλειας. Η τεχνολογία (despositif) δεν είναι καινούργια έννοια στον Φουκώ, αλλά αρχίζει να παίζει τότε καθοριστικό ρόλο βάσει δύο επιπέδων αναφοράς, το ιστορικό και το πολιτικό. Η τεχνολογία, εξηγεί ο Ντελέζ, έχει δύο (ιστορικές) συνέπειες: την απάρνηση των καθολικών (πχ. Κράτος ή Κοινωνία)[9] και την απάρνηση του Καθολικού εκβάλλοντας προς το καινούργιο στην ιστορία.
Από την πολιτική πλευρά, η οποία μας ενδιαφέρει περισσότερο, οι τεχνολογίες της ασφάλειας σε μεγάλο βαθμό αποτελούνται από την μεταμόρφωση των δικαιο-νομικών τεχνικών και των πειθαρχικών τεχνολογιών[10], και για αυτό μπορεί να τους εμπεριέχει[11]. Για να δείξει αυτήν την μεταμόρφωση, ο Φουκώ παίρνει τρία ιστορικά παραδείγματα: τον αποκλεισμό της λέπρας, την πειθάρχηση της πανώλης, και την ευλογιά. Το ιστορικό παράδειγμα της ευλογιάς αναφέρεται στις τεχνολογίες της ασφάλειας.
Στην περίπτωση της ευλογιάς και του εμβολιασμού της, κατά τον 18ο αιώνα, δεν έχουμε να κάνουμε με τον αποκλεισμό ούτε με την πειθάρχηση, αλλά με την γνώση του αριθμού των μολυσμένων ανθρώπων, του ρυθμού των θανάτων, του ρίσκου του εμβολιασμού, και γενικά με την γνώση των στατιστικών αποτελεσμάτων της ευλογιάς στον πληθυσμό. Γι’ αυτό, μια σειρά καινούργιων ιατρικών και στατιστικών όρων κάνουν την εμφάνισή τους: το περιστατικό (case), το ρίσκο, ο κίνδυνος και η κρίση[12].
Ο στόχος των τεχνολογιών της ασφάλειας είναι να ελέγχουν ή να περιορίζουν τα αποτελέσματα μιας πραγματικότητας. Μπορεί αυτή να είναι η πραγματικότητα της πόλης, του περιβάλλοντος (milieu)[13] ή του συμβάντος[14]. Κάθε φορά πρόκειται για το ίδιο διακύβευμα: οι τεχνολογίες της ασφαλείας ρυθμίζουν και περιορίζουν με σκοπό την διασφάλιση της κυκλοφορίας (πχ. των ανθρώπων, των εμπορευμάτων, του αέρα κ.α).
Οι τεχνολογίες της ασφάλειας, δηλαδή, σε κάποιον βαθμό αφήνουν τα πράγματα ακανόνιστα και ελεύθερα[15]. Ο Φουκώ εντοπίζει την αρχή αυτής της λογικής στην οικονομική σχολή των Φυσιοκρατών και του δόγματος του «laisser-faire, laisser-passer»[16]. Το δόγμα «laisser-faire, laisser-passer» κυρίαρχει έως τις ημέρες μας μαζί με τον νεοφιλελευθερισμό.
Εν κατακλείδι, οι τεχνολογίες της ασφάλειας αποτελούν τον βασικό μηχανισμό της διακυβερνητικής λογικής. Η διακυβέρνηση, έτσι, έχει ως στόχο τον πληθυσμό την διαχείριση και τον έλεγχο του.
Η διακυβέρνηση της πανδημίας
Τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την καταπολέμηση της πανδημίας, μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δύο επίπεδα. Το ένα είναι το κοινωνικό επίπεδο, όπου αφορά την απομόνωση όλων των ανθρώπων στα σπίτια τους, την «κοινωνική απόσταση». Σε αυτό το πλαίσιο, το βασικό μέτρο που έχει ληφθεί είναι η καραντίνα, ή σύμφωνα με τον επίσημη ονομασία του, το lockdown. Το άλλο επίπεδο είναι το οικονομικό, όπου αφορά τις επιπτώσεις της πανδημίας στην εργασία πολλών ατόμων και τις επιπτώσεις στην αγορά. Σε αυτήν την περίπτωση, το κράτος έχει αναλάβει έναν ρόλο «παρόχου» κρατικού χρήματος για να μετριάσει τις συνέπειες της πανδημίας.
Από την διάκριση των μέτρων σε δύο επίπεδα, παρατηρούμε ότι διαχείριση του κράτους αφορά μόνο το κοινωνικό και το οικονομικό πεδίο. Κανένα μέτρο δεν αφορά άμεσα την αντιμετώπιση του ιού, γιατί δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί άμεσα. Ένας οποιοσδήποτε ιός αντιμετωπίζεται μόνο μέσα στον χρόνο, όταν θα έχει αρχίσει να γίνεται καλύτερα αντιληπτός και όταν θα αρχίσει να αποκτάει μια «ορατότητα» μέσα στον πληθυσμό με βάση τις στατιστικές αναλύσεις. Μέχρι να συμβεί αυτό, οποιαδήποτε κρατική απόφαση δεν έχει κανένα έρεισμα[17].
Από την σκοπιά της διακυβέρνησης, όπως την εκθέσαμε παραπάνω, προκύπτει ότι η κοινωνική και οικονομική διαχείριση εφάπτονται στον πληθυσμό. Η κρατική διαχείριση, δηλαδή, προσπαθεί να περιορίσει τις κοινωνικές επιπτώσεις (πχ. θάνατοι, κατάρρευση του ΕΣΥ) και τις οικονομικές επιπτώσεις (πχ. παύση της παραγωγής, εργασιακές απολύσεις, κατάρρευση της αγοράς) της πανδημίας με το να διαχειρίζεται και να ελέγχει τον πληθυσμό.
Από την σκοπιά της κοινωνικής διαχείρισης του πληθυσμού, η «καραντίνα» αφορά τον πληθυσμό νοούμενο ως σύνολο ατόμων. Η «καραντίνα» δεν είναι ακριβώς ούτε εγκλεισμός ούτε πειθαρχικός περιορισμός. Με βάση τα όσα είπαμε για την διακυβέρνηση, η «καραντίνα» είναι η κύρια τεχνολογια της ασφάλειας τώρα, γιατί ο πρωταρχικός της στόχος είναι, από την μια, ο περιορισμός των ατόμων, αλλά, από την άλλη, κυρίως, διασφαλίζει την συνέχιση της κυκλοφορίας των ατόμων. Από την πρώτη στιγμή, δηλαδή, έχει διασφαλιστεί η κυκλοφορία των ανθρώπων μέσω ειδικών εντύπων βεβαίωσης, ποτέ δεν έγινε λόγος απαγόρευσης της κυκλοφορίας, μονάχα αυστηροποίηθηκε το μέτρο μέσω επιβολής προστίμων. Κατά τα άλλα, τα άτομα είναι ελεύθερα να κάνουν ό,τι θέλουν μέσα στο σπίτι τους.
Από την οικονομική σκοπιά του ζητήματος, ο πρωταρχικός στόχος του κράτους με την επιβολή της καραντίνας είναι να διασφαλίσει την συνέχιση των κυκλοφοριών: των ανθρώπων, του χρήματος, των εμπορευμάτων. Υπό αυτήν την οπτική, η καραντίνα είναι η κυρίαρχη τεχνολογία της ασφάλειας τώρα. Η κυκλοφορία των ανθρώπων, σημαίνει να συνεχίσουν να πηγαίνουν οι εργαζόμενοι στις δουλειές τους, ή να συνεχίσουν να εργάζονται από το σπίτι. Η κυκλοφορία των εμπορευμάτων, σημαίνει να συνεχιστεί η παραγωγική και καταναλωτική δραστηριότητα των ανθρώπων, είτε πηγαίνοντας στο σουπερμάρκετ είτε στο φαρμακείο. Η κυκλοφορία του χρήματος σημαίνει να παραμείνει το χρηματιστήριο και οι τράπεζες ανοιχτές. Στα παραπάνω δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την σημασία του διαδικτύου, το οποίο έχει επιτρέψει με ευκολία την συνέχιση της κυκλοφορίας και στα τρία επίπεδα: ηλεκτρονικά κοινωνικά δίκτυα, διαδικτυακά μαγαζιά, ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Είναι η αλήθεια ότι για πολλές χώρες, τα παραπάνω δεν είναι απολύτως ακριβή. Σκοπός μας δεν είναι να περιγράψουμε απόλυτα την κατάσταση σε μια συγκεκριμένη χώρα, αλλά να εφαρμόσουμε την διακυβέρνηση ως αναλυτικό εργαλείο για την διαμόρφωση μιας απάντησης απέναντι στην κρατική διαχείριση της πανδημίας.
Η διάκριση των μέτρων στα δύο επίπεδα, το οικονομικό και το κοινωνικό, η επικέντρωσή μας στον πληθυσμό και στην διασφάλιση των κυκλοφοριών, μας επιτρέπουν να δώσουμε μια απάντηση στην διαμόρφωση της «πραγματικότητας» της πανδημίας και στην κρατική αντιμετώπισή της. Το ζήτημα δεν είναι η αντίθεση στα μέτρα για την κοινωνική διαχείριση της πανδημίας. Αν και σίγουρα η παραμονή στο σπίτι μπορεί να γίνει δυσάρεστη και να προκαλέσει άλλα προβλήματα, η αμφισβήτηση αυτού του μέτρου αψηφά τον αυξημένο κίνδυνο που αντιμετωπίζουν κάποια άτομα και καταντάει να γίνει μια ατομική πράξη αμφισβήτησης. Δεν θα μπορούσε ούτε να ιδωθεί ως μια πράξη κοινωνικής ανυπακοής, αφού δεν υπάρχει κανένα πρόταγμα που να στηρίζει αυτήν την πράξη.
Από την στιγμή που το ζήτημα δεν είναι η αντίθεση στα μέτρα κατά της πανδημίας στο κοινωνικό επίπεδο, αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί, τώρα και στο κοντινό μέλλον, είναι τα μέτρα για την οικονομική διαχείριση των επιπτώσεων της πανδημίας. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο το κράτος, όπως και πριν την πανδημία, δεν είναι η προστασία των ανθρώπων, αλλά η προστασία της οικονομίας μέσα από την διασφάλιση των κυκλοφοριών. Το ίδιο θα ισχύει και μετά το πέρας της πανδημίας, μόνο που τότε η πανδημία θα αποτελεί την κεντρική δικαιολογία των μέτρων «υπέρ της οικονομίας». Η περίοδος διαχείρισης του πανδημικού φαινομένου και των συνεπειών του θα διαρκέσει για πολύ καιρό, και περισσότερο ως φάντασμα. Το ζήτημα είναι ποια κομμάτια της κοινωνίας θα στοιχειώσει περισσότερο, και πως θα το αντιμετωπίσουμε.
Πολλοί μπορούν να πούν ότι η κρατική διαχείριση είναι η μόνη δυνατή και ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», λόγω της κατάστασης εξαίρεσης που έχει κηρυχθεί ρητά ή πλανάται ως αίσθηση λόγω της πανδημίας. Παρόλα αυτά, ο χαρακτηρισμός της πανδημίας ως κατάστασης εξαίρεσης αναφέρεται κυρίως στην νομική πλευρά της αντιμετώπισης του προβλήματος. Αυτό δεν θα έπρεπε να μας κάνει ξεχνάμε ότι η κατάσταση έχει και άλλες πλευρές. Το ζήτημα είναι να επικεντρωθούμε στις συνέπειες της κατάστασης εξαίρεσης, γιατί μόνο η κατάδειξή της δεν συνιστά απόρριψή της. Η εξέλιξη της πανδημίας δείχνει πάνω από όλα την αδυναμία του παρόντος τρόπου διακυβέρνησης, ο οποίος διαχειρίζεται τον πληθυσμό για την προστασία της οικονομικής κυκλοφορίας (των ανθρώπων, των εμπορευμάτων και του χρήματος). Φροντίζει, δηλαδή, να προστατέψει πρώτα το οικονομικό και μετά το κοινωνικό.
*H στήλη (φιλ≠) ελευθέρως παίρνει θέση σε ζητήματα επικαιρότητας από ριζοσπαστική σκοπιά. Η σύνταξη της στήλης γίνεται συλλογικά από τη συντακτική της ομάδα και είναι ανοιχτή σε κάθε ενδιαφερόμενο. Για επικοινωνία με τη συντακτική ομάδα της στήλης μπορείτε να μας αποστέλλετε e–mail στο [email protected]
[1] Michel Foucault, Security, Territory, Population, Palgrave, 2007, σ. 354. Στο εξής θα αναφερόμαστε στις διαλέξεις ως STP.
[2] STP, σ. 107-108.
[3] STP, σ. 76.
[4] Michel Foucault, Governmentality, Essential Works, Vol. 3, New Press, 2001, 216-217.
[5] STP, σ. 106.
[6] Ian Hacking, How should We Do the History of Statistics?, στο The Foucault Effect, (ed.) Graham Burchell, Colin Gordon and Peter Miller, The University of Chicago Press, Chicago, 1991, 181-196.
[7] STP, σ. 107.
[8] STP, σ. 42.
[9] Birth of Biopolitics, σ. 2-3.
[10] STP, σ. 8.
[11] STP, σ. 60.
[12] STP, σ. 60.
[13] STP, σ. 21, όπου η πόλη και το mileu συνδέονται στενά.
[14] STP, δεύτερη διάλεξη.
[15] STP, σ. 45.
[16] STP, σ. 34.