Κείμενο: Βίκτωρας Αντωνόπουλος

Φωτογραφίες: Βασίλης Ρεμπάπης

Το ότι ανοίγει η εστίαση τη Δευτέρα, είναι μια.. κουβέντα. Ή πιο σωστά, μια κυβερνητική απόφαση. Στην πραγματικότητα επικρατεί πλήρης αβεβαιότητα ακόμα και στους ίδιους τους ανθρώπους της εστίασης, για το αν θα ανοίξουν, πότε θα ανοίξουν, με ποιους υπαλλήλους, με τί ωράριο, ακόμα και για το τί θα βάλουν στους καταλόγους τους, δεδομένου ότι από σήμερα μέχρι και την Τρίτη, είναι μέρες αργίας.

Πέραν όλων αυτών, ένας ακόμα προβληματισμός για τους ανθρώπους του κλάδου, είναι το ωράριο λειτουργίας, καθώς θα κατεβάζουν ρολά από τις 11 το βράδυ και σε πολλές περιπτώσεις δεν θα μπορούν τα καταστήματά τους να παραμείνουν ανοιχτά ούτε 8 ώρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν με πόσους εργαζόμενους θα επαναλειτουργήσουν και δεν είναι βέβαιο τί θα προτιμήσουν τελικά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι: αν δηλαδή θα εργαστούν ή θα παραμείνουν σε αναστολή, στην περίπτωση που συνεχιστεί το καθεστώς αναστολής, αφού ακόμη και αυτό είναι στον αέρα.

Ο προβληματισμός, ωστόσο, των καταστηματαρχών δεν περιορίζεται στα μέτρα που έχουν επιβληθεί, αλλά και στο γεγονός ότι δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα για το πότε θα λάβουν τις επιδοτήσεις ύψους 330 εκατομμυρίων ευρώ, μιας και ακόμα δεν έχει ανοίξει η πλατφόρμα για να δηλώσουν συμμετοχή όσοι είναι δικαιούχοι.

Μπορεί να έγιναν ανακοινώσεις για την επιστρεπτέα προκαταβολή 7, η οποία έχει ήδη αρχίσει, σύμφωνα τουλάχιστον με δημοσιεύματα, να πιστώνεται σε 300.000 καταστήματα που έχουν δηλώσει συμμετοχή, γεγονός είναι, όμως, ότι ο συγκεκριμένος «γύρος» θα έτρεχε στις αρχές Απριλίου και τελικά καθυστέρησε. Όπως ανακοίνωσε, μάλιστα, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θοδωρής Σκυλακάκης, επιστρεπτέα προκαταβολή 8 δεν θα δοθεί.

Όλα αυτά καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την κατάσταση για τα καταστήματα, τα οποία παραμένουν κλειστά, τουλάχιστον, τους τελευταίους 6 μήνες. Εξ’ ου και η πτώση του τζίρου κατά 66% το δεύτερο τρίμηνο του 2020, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.

Η Κοινή Υπουργική Απόφαση για τον τρόπο λειτουργία της εστίασης εκδόθηκε μόλις την Μεγάλη Παρασκευή, τη στιγμή που ο πρωθυπουργός της χώρας, Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε ανακοινώσει από τις 21 Απριλίου την επανέναρξη του κλάδου. Μεταξύ άλλων, όπως αναφέρεται στο ΦΕΚ, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να λειτουργήσουν από τις 5:00 μέχρι τις 22:45 και αποκλειστικά σε ανοικτό υπαίθριο χώρο, θα επιτρέπεται μόνο σε καθήμενους πελάτες η παραμονή, δεν θα επιτρέπεται η αναπαραγωγή μουσικής, η χρήση μάσκας από το προσωπικό και τους πελάτες είναι υποχρεωτική κατά το χρόνο αναμονής και ανά τραπέζι θα κάθονται μέχρι 6 πελάτες.

Πώς βλέπουν, όμως, οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης, το επικείμενο άνοιγμα των καταστημάτων;

Γιώργος Μητροτάσιος/Παναγιώτης Σαμπάνης: Δεν πρόκειται ποτέ να «σβήσουν» οι μήνες κατά τους οποίους παραμείναμε κλειστοί

«Το άνοιγμα των καταστημάτων από μόνο του δεν αρκεί. Και πρέπει να δούμε τουλάχιστον ποια καταστήματα δεν θα κλείσουν. Ό,τι χάθηκε, χάθηκε. Κανένα μαγαζί δεν κοιτάει να βγάλει αυτά που έχουν χαθεί. Το κράτος έχει πει ότι θα δώσει για τις προμήθειες κάποια χρήματα πριν ανοίξουμε, αλλά θα πρέπει να βάλουμε εμείς για αρχή. Το βοήθημα αυτό, για το άνοιγμα θα αρκούσε, αλλά για τη συνέχεια όχι. Και εξαρτάται από τον τζίρο που θα έκανε το κατάστημα, λαμβάνοντας υπόψιν ότι όσο υπάρχουν μέτρα. Σίγουρα, θα χρειαστούμε ενίσχυση. Δεν πρόκειται ποτέ να «σβήσουν» οι μήνες κατά τους οποίους παραμείναμε κλειστοί» δηλώνει ο υπεύθυνος του εστιατορίου-bar, «Ciel Athens», Παναγιώτης Σαμπάνης. Ο ίδιος αναφέρει ότι «το παρατεταμένο κλείσιμο δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στο μαγαζί, και στον κλειστό χώρο και στον ανοιχτό. Απαιτείται καλό καθάρισμα, καθώς, ύστερα από 6 μήνες, η ταράτσα μας υπέστη μεγάλες φθορές και είμαστε οριακά για το αν θα προλάβουμε ή όχι. Τώρα βάφουμε, κάνουμε στοκαρίσματα σε τοίχους, αλλαγές στα ξύλινα τραπέζια που έχουν φθαρεί και στις καρέκλες, ωστόσο θα φανεί αν θα πρέπει να πάρουμε καινούργια αντικείμενα».

Με τη σειρά του, ένας εκ των τριών ιδιοκτητών του καταστήματος, Γιώργος Μητροτάσιος, αναφέρει ότι ενδέχεται να χάσουν από πελάτες, κόσμο που θα ήθελε σε άλλη περίπτωση να κάτσει στον εσωτερικό χώρο, δεδομένου ότι δεν έχει μπει ακόμα το καλοκαίρι, ενώ ενδεχόμενη βροχόπτωση, θα έχει ως αποτέλεσμα να μην λειτουργήσει το μαγαζί ολόκληρη τη μέρα.

Όσον αφορά στα μέτρα που θα επιβληθούν, σχολιάζει ότι θα τα τηρήσουν κατά γράμμα ως κατάστημα, θα χαθεί, όμως, «ένα 30 με 40% του κόσμου που θα μπορούσε να κάτσει στον εξωτερικό χώρο. Συν το 100% όσων δεν μπορούν να κάτσουν μέσα. Σίγουρα είναι μια αρχή το άνοιγμα, είναι καλύτερο από το να είσαι κλειστός και σίγουρα περιμένουμε ότι σιγά-σιγά θα απελευθερωθούν τα μέτρα για να μπορέσουν τα καταστήματα να λειτουργήσουν κανονικά. Γιατί κανένα κατάστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε με το 50 ούτε με το 60% του κόσμου που μπορεί να εξυπηρετήσει.

 

Θανάσης Γιαννόπουλος: Η κυβέρνηση δεν συζητάει με τους αρμόδιους των καταστημάτων για το άνοιγμα

«Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση δεν συζητάει με τους αρμόδιους των καταστημάτων για το άνοιγμα, δεν συμβουλεύεται ανθρώπους της εστίασης, να συζητήσει τους όρους κάτω από τους οποίους πρέπει να ανοίξουμε. Ούτε προμηθευτές μπορούμε να βρούμε και αναγκαστήκαμε μια εβδομάδα πριν το άνοιγμα να τους πούμε να έρθουν να μας αφήσουν τα πράγματα, γιατί από Μεγάλο Σάββατο μέχρι Τρίτη είναι μέρες αργίας» αναφέρει ο ιδιοκτήτης του παραδοσιακού καφενείου στα Εξάρχεια «Καραγκιόζης», Θανάσης Γιαννόπουλος.

Πρόσθεσε πως «όταν το ωράριο είναι μέχρι τις 11, για ποια κανονικότητα ακριβώς μιλάνε; Στην Ελλάδα ζούμε, όλοι γνωρίζουμε τον τρόπο διασκέδασης μας και ότι καλώς ή κακώς, 11 η ώρα βγαίνουμε. Μην κοροϊδευόμαστε. Πιστεύουμε ότι αυτό το μέτρο θα λειτουργήσει;  Όταν θα φεύγει ο κόσμος από τον Καραγκιόζη, στις πλατείες θα πηγαίνει. Είναι όλα στάχτη στα μάτια».

Σημείωσε, στη συνέχεια, ότι «εμείς έχουμε ξεκινήσει τις εργασίες από την προηγούμενη εβδομάδα. Το μαγαζί θέλει πολλές εργασίες λόγω και της ιδιαιτερότητας της περιοχής, που, πολιτικά, έχει στιγματιστεί από την κυβέρνηση, με αποτέλεσμα όλες τις εργασίες να τις κάνουμε εμείς. Εδώ στα Εξάρχεια, δεν έρχεται ο Δήμος να κλαδέψει τα δέντρα, για παράδειγμα. Αν δεν το κάνουμε εμείς θα είναι ένα αχούρι έξω. Αν εμείς δεν πλύνουμε τον πεζόδρομο ή να βάψουμε τα μαντράκια, ή να βάλουμε 5 λουλούδια, δεν έρχεται ο Δήμος. Και αυτό είναι το μεγάλο μου παράπονο. Ήξερα που έρχομαι, έχω μεγαλώσει στα Εξάρχεια, γνωρίζω πολύ καλά. Αλλά βλέπεις ότι δεν θέλουν ζωή στην περιοχή. Ξέρουμε ότι, όταν στα Εξάρχεια είναι κλειστά τα φώτα, ξεκινάει η διακίνηση ναρκωτικών, οπότε εμείς προσέχουμε την περιοχή. Όπου υπάρχει μαγαζί, δεν γίνεται και εμπόριο ναρκωτικών».

Απαντώντας στο αν γνωρίζει με πόσα άτομα θα ανοίξει, η απάντηση είναι αρνητική. «Για ένα κατάστημα σαν το δικό μου, που ανοίγει 10 το πρωί και θα κλείνει, λόγω των μέτρων, 11 το βράδυ, δηλαδή θα παραμείνει 13 ώρες ανοιχτό, οι βάρδιες δεν βγαίνουν καν 8ωρες. Αυτά τα παιδιά θα παίρνουν τα ίδια λεφτά με αυτούς που θα είναι σε αναστολή. Άρα γιατί να έρθουν να δουλέψουν και να μην είναι σε αναστολή, σε περίπτωση που δεν κοπούν οι αναστολές; Στο μαγαζί μου τα συζητάμε όλα, έτσι λειτουργώ. Εγώ είμαι ο διαχειριστής του μαγαζιού αλλά πάντα μιλάω με τα παιδιά γιατί θέλω να είναι ικανοποιημένα και όσο μπορούν να είναι εδώ πέρα, να μην αλλάξουν μαγαζί. Αν μου πουν ότι δεν θέλουν να δουλέψουν; Ή αν έρθουν με τα μούτρα στο πάτωμα; Για εμένα είναι πολύ σημαντικό όποιος έρχεται στο μαγαζί, να γουστάρει που έρχεται» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σχετικά με το ζήτημα των επιδοτήσεων που ακόμα η σχετική πλατφόρμα δεν έχει ανοίξει, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του Καραγκιόζη, το συγκεκριμένο βοήθημα είναι το α και το ω για όποιο μαγαζί το λάβει, ωστόσο προβληματικό είναι το γεγονός ότι θα το λάβουν μόνο 4 στα 10 καταστήματα. Επίσης προβληματικό είναι, συνεχίζει, ότι «το κράτος μπορεί να μου έδινε επιστρεπτέα προκαταβολή, η οποία να έφτανε στα 1000 ευρώ το μήνα. Φυσικά το 1000άρικο δεν το έδινα στο μαγαζί, το έδινα για να συντηρηθεί η οικογένεια μου. Και παράλληλα, ενώ τις ασφάλειες των παιδιών, το κράτος τις επωμίστηκε και έφυγαν από πάνω μου, τη δική μου ασφάλεια την πληρώνω εγώ κάθε μήνα. Γιατί; Μου δίνεις ένα χιλιάρικο και μου παίρνεις πίσω 250; Στο τέλος μου έμεναν 400 ευρώ για να καλύψω τις υποχρεώσεις μου στο μαγαζί».

 

«Οι 6 μήνες που εμείς είμαστε κλειστοί ήταν μια τρύπα στο νερό»

«Τους τελευταίους 6 μήνες προσωπικά ζω με δάνεια. Ειδικά στο δεύτερο lockdown, δεν έδωσαν κάποιο επίδομα. Μας δίνουν τις επιστρεπτέες προκαταβολές, οι οποίες, όμως, είναι δάνεια από το κράτος με μικρό επιτόκιο. Εγώ πήρα αυτά τα δάνεια γιατί δεν έχω κάποιο back-up από πίσω, που σημαίνει ότι κλείνοντας με δεν έχω μεροκάματο. Επίσης, στην αρχή, όταν μας πρωτοκλείσανε, πληρώναμε και κομμάτι του ενοικίου, το 60%, μετά το 20% και μόνο τους τελευταίους 3 μήνες δεν πληρώσαμε τίποτα. Οκ ανοίγουμε, αλλά ανοίγουμε να κάνουμε τί; Πώς θα τα επιστρέψουμε όλα αυτά τα λεφτά» τονίζει με τη σειρά της η Ελένη, η οποία διατηρεί το καφενείο-μεζεδοπωλείο «Σκορδόπιστη» στο Γκάζι.

Η ίδια, σχολιάζοντας το γεγονός ότι η επανεκκίνηση της εστίασης συνδέεται με την έναρξη της τουριστικής περιόδου, υποστηρίζει ότι «μας ανοίγουν για να πουν ότι «υπάρχει εστίαση στην Ελλάδα» και να έρθουν οι τουρίστες. Δεν ανοίγουν σίγουρα για τον κόσμο που βγαίνει. Καλώς ή κακώς, οι Έλληνες βγαίνουν αργά, οι τουρίστες βγαίνουν μόνο νωρίς. Δεν δουλεύει, όμως, το μαγαζί το μεσημέρι, το έχω ξαναδοκιμάσει και δεν τραβάει με τον κόσμο που έχω. Τώρα, αν είναι να ξαναστήσω το μαγαζί από την αρχή, θα πρέπει να αλλάξω τα πάντα: το στιλ, το ύφος, εμένα την ίδια, τους υπαλλήλους, τη διακόσμηση, το μενού, να μην έχω χύμα κρασί ή φτηνές μπύρες και να πάρω ακριβές, ας πούμε, για να έρθει κόσμος που μπορεί να πληρώσει. Ή να βάλω ποτά. Μπαίνεις στη διαδικασία να αλλάξεις όλη την ποιότητα του μαγαζιού, τον πυρήνα σου, για να δουλέψεις μεσημέρι, και δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο. Στο γυρνάει και στο ταξικό μετά, γιατί σε αναγκάζει να βλέπεις τον πελάτη σαν πορτοφόλι».

Πρόσθεσε ότι «μας κλείσανε με 500 κρούσματα και μας ανοίγουν τώρα με 3 και 4 χιλιάδες. Οι 6 μήνες που εμείς είμαστε κλειστοί ήταν μια τρύπα στο νερό. Σαν επαγγελματίας νιώθω ότι και 6 μήνες που έχω κλειστό το μαγαζί, δεν έχει αλλάξει και τίποτα. Ίσα ίσα, ανοίγω τώρα που έχουν πολλαπλασιαστεί τα κρούσματα. Θα ήταν πιο τίμιο να πουν ότι θα ανοίξουμε όταν φτάσουμε τα 100 κρούσματα, για παράδειγμα. Τώρα είναι σαν να με κοροϊδεύουν. Στην ουσία, μας βάζουν εμάς να κάνουμε τους αστυνόμους στα ίδια μας τα μαγαζιά. Είναι σαν να μεταθέτουν όλη την ευθύνη πάνω μας».

Όπως και πολλοί ιδιοκτήτες, ούτε η ιδιοκτήτρια της Σκορδόπιστης γνωρίζει αν θα ανοίξει τη Δευτέρα καθώς, όπως εξήγησε, εκτός από τις πολλές δουλειές -καθάρισμα, απολυμάνσεις- που έχει ένα μαγαζί έπειτα από 6 μήνες αδράνειας, θα πρέπει να ψωνίσει από το Σάββατο και οι προμήθειες να μπουν στην κατάψυξη. Από το Νοέμβριο, όμως, έχουν πεταχτεί ακόμα και προϊόντα μακράς διάρκειας.

Κατέληξε ότι «αντικειμενικά δεν μπορεί να λειτουργήσει το μαγαζί, τουλάχιστον το δικό μου, υπό αυτά τα μέτρα. Μαγαζιά που είναι αμιγώς βραδινά, δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Αν ο άλλος έχει καφενείο, που λειτουργεί κυρίως πρωί και μεσημέρι, κάπως μπορεί να λειτουργήσει, όχι ότι είναι στρωμένος με ροδοπέταλα ο δρόμος. Πετάει έξω όλα τα μαγαζιά που δεν έχουν εξωτερικό χώρο και είναι πολλά αυτά. Αυτοί τι θα κάνουν;»

 

«Αν ξανακλείσουν τα καταστήματα, θα κλείσουν οριστικά»

«Χρειάζεται σίγουρα μια μεγάλη επιδότηση για το άνοιγμα, καθώς υπάρχουν καταστήματα που δεν έχουν καθόλου την οικονομική δυνατότητα να πάρουν προμήθειες και αν δεν υπάρξει πίστωση από τους προμηθευτές, δεν θα μπορούν να ανοίξουν. Όλα τα τρόφιμα που είχε το μαγαζί τα χαρίσαμε σε αστέγους ή σε φίλους. Δεν πετάχτηκαν, γιατί τα χαρίσαμε, αλλά χαθήκαν. Ό,τι δεν δουλεύει, επίσης, χαλάει, όπως τα ψυγεία. Και όλα αυτά έχουν έξοδα για να ξαναλειτουργήσουν» υποστηρίζει ο Δημήτρης, ο οποίος είναι συνιδιοκτήτης του μεζεδοπωλείου «Ραφίκι», στο Βοτανικό, απαντώντας στο αν ένα ενδεχόμενο επιδότησης θα βελτίωνε αισθητά την κατάσταση στα καταστήματα εστίασης.

Τόνισε ότι «εμείς είμαστε αρκετά τυχεροί, γιατί υπάρχει ένας πεζόδρομος έξω από το κατάστημα στον οποίο μπορούν να τοποθετηθούν αρκετά τραπεζοκαθίσματα. Παρ’ όλα αυτά, αυτό είναι το 50% της δυναμικής του μαγαζιού, το ενοίκιο έχει να κάνει με το 100% του μαγαζιού και με τα νέα ωράρια θα είναι πολύ δύσκολο, καθώς ειδικά οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που θα σχολάνε 9 η ώρα το βράδυ, θα πρέπει μέχρι τις 11 να έχουν φύγει. Το μεσημέρι δεν έχει κίνηση στην περιοχή. Έρχονται στοχευμένα για το μαγαζί επειδή μας αγαπάνε τόσα χρόνια και μας στηρίζουν, αλλά οι μεσημεριανές ώρες είναι νεκρές, τις καθημερινές ειδικά. Οπότε οι ουσιαστικές ώρες είναι 3 με 4 ώρες το απόγευμα».

Ο ίδιος, παράλληλα, χαρακτήρισε ως «κοροϊδία» το γεγονός ότι η εστίαση θα ανοίξει λίγο πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου. Πρόκειται, επίσης, για ένα μαγαζί που προσελκύει άτομα που μένουν στην Αθήνα και, ειδικότερα, κόσμο της γειτονιάς.

Ένα ακόμα ζήτημα, όπως επεσήμανε, είναι αυτό της λειτουργίας των καταστημάτων το καλοκαίρι, αφού, ενώ το μαγαζί συνήθιζε να κλείνει κάθε καλοκαίρι για 3, περίπου, εβδομάδες τον Αύγουστο, φέτος είναι πολύ πιθανό, αν τα μέτρα δεν αναθεωρηθούν, να παραμείνει ανοιχτό καθ’ όλη τη διάρκεια. Θα φανεί, βέβαια, και από τις πρώτες μέρες λειτουργίας, αλλά και από τη στήριξη του κόσμου.

Κατέληξε πως «το μεγαλύτερο άγχος είναι ότι τώρα θα πρέπει να μαζέψουμε λεφτά, σε περίπτωση που είμαστε πάλι κλειστοί το χειμώνα. Αν ξαναγίνει αυτό, μπορεί ο οποιοσδήποτε να έρθει να πάρει τα κλειδιά του μαγαζιού από εμένα και… να κάνουμε κάποια άλλη δουλειά, να ασχοληθούμε με τον τουρισμό για παράδειγμα.. Αν ξανακλείσουν τα καταστήματα θα κλείσουν οριστικά, ιδίως αν δεν υπάρξει επιδότηση».

 

Δημήτρης Κολτσίδας: «Δεν θέλω να ανοίξουμε τη Δευτέρα»

«Δεν θα ανοίξω Δευτέρα, γιατί δεν θέλω να ανοίξω τη Δευτέρα. Δεν λέω ότι δεν μπορώ, μάλλον μπορώ να ανοίξω, αλλά δεν θέλω άλλη πίεση, είχα αρκετή όλο αυτό το διάστημα. Από την ημέρα που βγήκε ο πρωθυπουργός (σ.σ. στις 21/4) και ανακοίνωσε το άνοιγμα της εστίασης, απευθυνόμενος σε χιλιάδες κόσμου του κλάδου, έχουν αλλάξει τα πράγματα αρκετές φορές μέσα σε αυτό το διάστημα. Έχουν αλλάξει τόσες φορές και μέχρι τώρα δεν έχει βγει επίσημα η Κοινή Υπουργική Απόφαση (σ.σ. τελικά βγήκε τη Μεγάλη Παρασκευή). Μας είπαν ότι θα ανοίξουμε μόνο στον εξωτερικό χώρο, άρα στο μπαρ άτομα δεν θα υπάρχουν, μάλλον, και βέβαια ακούσαμε ότι θα λειτουργήσουμε χωρίς μουσική. Άρα μήπως να μην ανοίξουμε; Αλλά ακόμα και ως προς αυτό, θέλουμε εξηγήσεις. Μπορεί κάποιος που θα διαπιστώσει ότι δεν έχει νόημα να ανοίξει, να μην ανοίξει;» ανέφερε ο Δημήτρης Κολτσίδας, ο οποίος είναι συνιδιοκτήτης του bar «Superfly» στο Παγκράτι.

Υποστήριξε, παράλληλα, ότι ακόμα δεν γνωρίζει με πόσους υπαλλήλους θα ανοίξει το μαγαζί, αφού, όπως είπε χαρακτηριστικά, «πρέπει να υπάρχει κάτι σταθερό πάνω στο οποίο εγώ θα μπορώ να σχεδιάσω, για να επαναφέρω τους εργαζόμενους και να φτιαχτούν τα ωράρια. Δεν πατάω ένα κουμπί και αυτομάτως ανοίγει το μαγαζί μου, πρέπει να κάνω κάποια πράγματα. Υπάρχει αβεβαιότητα και στο κομμάτι των αναστολών. Δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός γιατί δεν υπήρχε βάση δεδομένων. Ένας υπάλληλος που δούλευε 1 ώρα την εβδομάδα, έπαιρνε τα ίδια χρήματα με έναν άλλον που δούλευε 4 ώρες τη μέρα. Οπότε αν το σκεφτείς και από την αρχή της καραντίνας έχει πάει όλο το πράγμα λάθος. Ναι, αυτή τη στιγμή δεν ξέρουμε πόσους εργαζόμενους θα επαναφέρουμε».

Εξήγησε, πάντως, ότι γίνεται μια προσπάθεια τα μικρά μαγαζιά στα οποία ανήκει και το Superfly, μέσω μιας ομάδας επαγγελματιών με το όνομα «Κύκλος Επαγγελματιών Εστίασης», να υπάρχει ενημέρωση για ζητήματα του κλάδου. «Δεν είναι καν σωματείο», όπως είπε, και πρόσθεσε ότι «υπάρχει μια επικοινωνία η οποία ξεκινάει από το φιλικό και καταλήγει στο επαγγελματικό. Κοινώς ό,τι ξέρει ο καθένας το λέει και το κοινοποιεί. Έχουμε κοινοποιήσει τα προβλήματα του κλάδου μας στους αρμόδιους φορείς και οι απαντήσεις είναι γενικές»

«Δεν λέω ότι μόνο σε εμάς και μόνο στην εστίαση είναι έτσι τα πράγματα. Και σίγουρα, ζω σε μια κοινωνία, βλέπω τι γίνεται γύρω μου. Άνθρωποι πεθαίνουν, ή μολύνονται από τον ιό, σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, ίσως, είμαστε από τα κράτη που με τις (μη) κινήσεις που έχουν γίνει, έχουν πάει τα πράγματα εκεί που έχουν πάει. Για να σου ανακοινώσουν κάτι επίσημο, πρέπει να περάσεις από τη Σκύλα και τη Χάρυβδη» κατέληξε.