Η έξοδος μόνη λύση
Μεγάλη ανεργία, με κοινωνική και πολιτική αναταραχή, αυτή θα είναι η μοίρα μας – αν μείνουμε στην Ευρωζώνη: Έξοδος με default τώρα, λέει και ο κορυφαίος ειδικός του Χάρβαρντ…(: http://bit.ly/fYDgp2)
Οταν η ΕΕ και το ΔΝΤ χορήγησαν το πακέτο διάσωσης της Ελλάδας το Μάιο
του 2010 ήταν σαφές ότι η ανακούφιση θα ήταν μόνο προσωρινή. Τώρα που οι
μπελάδες της Ιρλανδίας κινδυνεύουν να διαχυθούν στην Πορτογαλία, την
Ισπανία, ακόμα και την Ιταλία, είναι ώρα να ξανασκεφτούμε τη βιωσιμότητα
της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης.
Δεν μου είναι εύκολο να διατυπώνω τέτοιες φράσεις γιατί δεν είμαι ευρωσκεπτικιστής. Σε αντίθεση με άλλους, όπως ο συνάδελφός μου στο Χάρβαρντ Μάρτιν Φέλντσαϊν, που θεωρεί ότι η Ευρώπη δεν είναι εκ φύσεως περιοχή ενιαίου νομίσματος, εγώ θεωρούσα ότι την νομισματική ενοποίηση ένα πολύ λογικό βήμα στο ευρύτερο πλαίσιο μιας ολοκλήρωσης που βασίζεται τόσο σε πολιτικούς θεσμούς όσο και στην οικονομική συνεργασία.
Η κακή τύχη της Ευρώπης ήταν ότι επλήγη από την χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά το 1930 σε μια στιγμή που η διαδικασία της ολοκλήρωσης βρισκόταν μόλις στα μισά. Η ζώνη του ευρώ ήταν αρκετά ενιαία ώστε τα προβλήματα της μίας χώρας να μεταδοθούν και στις άλλες αλλά όχι αρκετά σφιχτή ώστε να έχει την θεσμική δυνατότητα διαχείρισης της κρίσης.
Σκεφτείτε τι συμβαίνει όταν οι τράπεζες στο Τέξας, τη Φλόριντα ή την Καλιφόρνια δίνουν θαλασσοδάνεια που απειλούν την επιβίωσή τους. Αν οι τράπεζες απλώς στερούνται ρευστότητας, προσφεύγουν στην Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα. Αν είναι χρεοκοπημένες, τους επιτρέπεται να κατεβάσουν ρολά, ή να περάσουν στον έλεγχο των ομοσπονδιακών αρχών, ενώ η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλισης Καταθέσεων αποζημιώνει τους καταθέτες.
Παρομοίως, σε περίπτωση χρεοκοπίας, οι διαφορές μεταξύ πιστωτών λύνονται από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια ανεξαρτήτως συνόρων μεταξύ πολιτειών. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, τα ιδιωτικά χρέη δεν μεταφέρονται στην κυβέρνηση της εκάστοτε πολιτείας αλλά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και έτσι δεν απειλούν τα οικονομικά της κάθε πολιτείας.
Αρα το πραγματικό πρόβλημα στην Ευρώπη δεν είναι ότι η Ισπανία ή η Ιρλανδία δανείστηκαν πάρα πολύ ή ότι μεγάλο μέρος ισπανικού και ιρλανδικού χρέους επιβαρύνει τους τραπεζικούς ισολογισμούς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ποιος νοιάζεται, παραδείγματος χάρην, για το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Φλόριντα, ποιος γνωρίζει καν αν υπάρχει; Οχι, το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η Ευρώπη δεν έχει δημιουργήσει τους πανευρωπαϊκούς θεσμούς που απαιτεί μια ενιαία τραπεζική αγορά.
Αυτό αντανακλά την έλλειψη πολιτικών θεσμών στο ευρωπαϊκό κέντρο. Η Ευρωπαϊκή Ενωση μας δίδαξε πολύτιμα μαθήματα τις τελευταίες δεκαετίες. Πρώτον, ότι η οικονομική ένωση απαιτεί σταθερές ισοτιμίες. Δεύτερον, ότι η για να εξαλειφθεί ο κίνδυνος των κυμαινόμενων ισοτιμιών πρέπει να καταργηθούν γενικά τα εθνικά νομίσματα. Και τώρα ότι είναι αδύνατη η νομισματική ένωση μεταξύ δημοκρατιών αν δεν υπάρχει πολιτική ένωση.
Επρεπε να το περιμένουμε ότι το πολιτικό σκέλος της εξίσωσης θα καθυστερούσε να υλοποιηθεί. Είναι εύκολο να κατηγορούμε τους ευρωπαίους ηγέτες για έλλειψη ηγετικού οράματος, αλλά ας μην υποτιμούμε το μέγεθος του έργου που ανέλαβαν.
Το κοντινότερο ιστορικό ανάλογο είναι η εμπειρία της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οπως δείχνει ο μακρύς αμερικανικός αγώνας για τα «δικαιώματα των πολιτειών» και ο αμερικανικός εμφύλιος, η συνένωση αυτοδιοικούμενων οντοτήτων σε μια πολιτική ένωση δεν είναι ούτε εύκολη ούτε γρήγορη.
Τα κράτη προφανώς αγαπούν την κυριαρχία τους.Ακόμη χειρότερα, η οικονομική ένωση από μόνη της μπορεί να αναζωπυρώσει τις φλόγες του εθνικισμού και να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική ενοποίηση. Οι θεσμοί της κάθε χώρας δέχονται πιέσεις (οπως φαίνεται στις πιέσεις που ασκούνται στα ευρωπαϊκά κράτη πρόνοιας) η εχθρότητα απέναντι στους ξένους εντείνεται (δείτε την άνοδο των αντιμεταναστευτικών κομμάτων) και οι εισαγόμενες τραπεζικές κρίσεις γίνονται όλο και πιο πιθανές και όλο και πιο δαπανηρές. (όπως είναι απόλυτα σαφές από την τωρινή κατάσταση)
Δυστυχώς μπορεί πλέον να είναι πολύ αργά για την ευρωζώνη. Η Ιρλανδία και οι χώρες της νότιας Ευρώπης πρέπει να μειώσουν τα χρεη τους και να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Δύσκολα θα τα πετύχουν και τα δύο μένοντας στην Ευρωζώνη.
Τα πακέτα διάσωσης της Ελλάδας και της Ιρλανδίας είναι παυσίπονα: δεν κάνουν τίποτα για να μειώσουν το χρέος και δεν έχουν σταματήσει την μετάδοση της κρίσης. Επιπλέον, η λιτότητα που επαγγέλλονται καθυστερεί την οικονομική ανάκαμψη. Η ιδέα ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας μπορούν να οδηγήσουν σε ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας είναι μια ψευδαίσθηση. Ετσι, η ανάγκη της αναδιάρθρωσης του χρέους είναι μία αναπόφευκτη πραγματικότητα.
Ακόμη κι αν οι Γερμανοί και άλλοι πιστωτές συμφωνήσουν με την αναδιάρθρωση- όχι από το 2013, όπως είχε ζητήσει η Μέρκελ, αλλά ΤΩΡΑ- υπάρχει το επιπλέον πρόβλημα του πως θα αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα. Ολες οι ελλειμματικές χώρες έχουν το ίδιο πρόβλημα, αλλά περισσότερο οι χώρες της νότιας Ευρώπης. Η συμμετοχή στην ίδια νομισματική ζώνη με τη Γερμανία καταδικάζει τις χώρες αυτές σε πολύχρονο αποπληθωρισμό, ανεργία και εσωτερική πολιτική αναταραχή. Η έξοδος από την ευρωζώνη μπορεί να είναι η μόνη ρεαλιστική λύση ανάκαμψης στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Αν η ευρωζώνη διαρραγεί αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καταδικασμένη αιωνίως. Οι χώρες που έφυγαν μπορούν να επανενταχθούν και μάλιστα να το κάνουν αξιόπιστα, έχοντας εκπληρώσει τις δημοσιονομικές, νομικές και πολιτικές προϋποθέσεις. Για την ώρα, η ευρωζώνη μάλλον έχει φθάσει στο σημείο στο οποίο ένα φιλικό διαζύγιο είναι καλύτερο από την πολύχρονη οικονομική παρακμή και τον πολιτικό διχασμό.
Ο Ντάνι Ρόντρικ είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο John F. Kennedy School of Government του πανεπιστημίου του Harvard.
Δεν μου είναι εύκολο να διατυπώνω τέτοιες φράσεις γιατί δεν είμαι ευρωσκεπτικιστής. Σε αντίθεση με άλλους, όπως ο συνάδελφός μου στο Χάρβαρντ Μάρτιν Φέλντσαϊν, που θεωρεί ότι η Ευρώπη δεν είναι εκ φύσεως περιοχή ενιαίου νομίσματος, εγώ θεωρούσα ότι την νομισματική ενοποίηση ένα πολύ λογικό βήμα στο ευρύτερο πλαίσιο μιας ολοκλήρωσης που βασίζεται τόσο σε πολιτικούς θεσμούς όσο και στην οικονομική συνεργασία.
Η κακή τύχη της Ευρώπης ήταν ότι επλήγη από την χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά το 1930 σε μια στιγμή που η διαδικασία της ολοκλήρωσης βρισκόταν μόλις στα μισά. Η ζώνη του ευρώ ήταν αρκετά ενιαία ώστε τα προβλήματα της μίας χώρας να μεταδοθούν και στις άλλες αλλά όχι αρκετά σφιχτή ώστε να έχει την θεσμική δυνατότητα διαχείρισης της κρίσης.
Σκεφτείτε τι συμβαίνει όταν οι τράπεζες στο Τέξας, τη Φλόριντα ή την Καλιφόρνια δίνουν θαλασσοδάνεια που απειλούν την επιβίωσή τους. Αν οι τράπεζες απλώς στερούνται ρευστότητας, προσφεύγουν στην Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα. Αν είναι χρεοκοπημένες, τους επιτρέπεται να κατεβάσουν ρολά, ή να περάσουν στον έλεγχο των ομοσπονδιακών αρχών, ενώ η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλισης Καταθέσεων αποζημιώνει τους καταθέτες.
Παρομοίως, σε περίπτωση χρεοκοπίας, οι διαφορές μεταξύ πιστωτών λύνονται από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια ανεξαρτήτως συνόρων μεταξύ πολιτειών. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, τα ιδιωτικά χρέη δεν μεταφέρονται στην κυβέρνηση της εκάστοτε πολιτείας αλλά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και έτσι δεν απειλούν τα οικονομικά της κάθε πολιτείας.
Αρα το πραγματικό πρόβλημα στην Ευρώπη δεν είναι ότι η Ισπανία ή η Ιρλανδία δανείστηκαν πάρα πολύ ή ότι μεγάλο μέρος ισπανικού και ιρλανδικού χρέους επιβαρύνει τους τραπεζικούς ισολογισμούς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ποιος νοιάζεται, παραδείγματος χάρην, για το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Φλόριντα, ποιος γνωρίζει καν αν υπάρχει; Οχι, το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η Ευρώπη δεν έχει δημιουργήσει τους πανευρωπαϊκούς θεσμούς που απαιτεί μια ενιαία τραπεζική αγορά.
Αυτό αντανακλά την έλλειψη πολιτικών θεσμών στο ευρωπαϊκό κέντρο. Η Ευρωπαϊκή Ενωση μας δίδαξε πολύτιμα μαθήματα τις τελευταίες δεκαετίες. Πρώτον, ότι η οικονομική ένωση απαιτεί σταθερές ισοτιμίες. Δεύτερον, ότι η για να εξαλειφθεί ο κίνδυνος των κυμαινόμενων ισοτιμιών πρέπει να καταργηθούν γενικά τα εθνικά νομίσματα. Και τώρα ότι είναι αδύνατη η νομισματική ένωση μεταξύ δημοκρατιών αν δεν υπάρχει πολιτική ένωση.
Επρεπε να το περιμένουμε ότι το πολιτικό σκέλος της εξίσωσης θα καθυστερούσε να υλοποιηθεί. Είναι εύκολο να κατηγορούμε τους ευρωπαίους ηγέτες για έλλειψη ηγετικού οράματος, αλλά ας μην υποτιμούμε το μέγεθος του έργου που ανέλαβαν.
Το κοντινότερο ιστορικό ανάλογο είναι η εμπειρία της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οπως δείχνει ο μακρύς αμερικανικός αγώνας για τα «δικαιώματα των πολιτειών» και ο αμερικανικός εμφύλιος, η συνένωση αυτοδιοικούμενων οντοτήτων σε μια πολιτική ένωση δεν είναι ούτε εύκολη ούτε γρήγορη.
Τα κράτη προφανώς αγαπούν την κυριαρχία τους.Ακόμη χειρότερα, η οικονομική ένωση από μόνη της μπορεί να αναζωπυρώσει τις φλόγες του εθνικισμού και να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική ενοποίηση. Οι θεσμοί της κάθε χώρας δέχονται πιέσεις (οπως φαίνεται στις πιέσεις που ασκούνται στα ευρωπαϊκά κράτη πρόνοιας) η εχθρότητα απέναντι στους ξένους εντείνεται (δείτε την άνοδο των αντιμεταναστευτικών κομμάτων) και οι εισαγόμενες τραπεζικές κρίσεις γίνονται όλο και πιο πιθανές και όλο και πιο δαπανηρές. (όπως είναι απόλυτα σαφές από την τωρινή κατάσταση)
Δυστυχώς μπορεί πλέον να είναι πολύ αργά για την ευρωζώνη. Η Ιρλανδία και οι χώρες της νότιας Ευρώπης πρέπει να μειώσουν τα χρεη τους και να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Δύσκολα θα τα πετύχουν και τα δύο μένοντας στην Ευρωζώνη.
Τα πακέτα διάσωσης της Ελλάδας και της Ιρλανδίας είναι παυσίπονα: δεν κάνουν τίποτα για να μειώσουν το χρέος και δεν έχουν σταματήσει την μετάδοση της κρίσης. Επιπλέον, η λιτότητα που επαγγέλλονται καθυστερεί την οικονομική ανάκαμψη. Η ιδέα ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας μπορούν να οδηγήσουν σε ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας είναι μια ψευδαίσθηση. Ετσι, η ανάγκη της αναδιάρθρωσης του χρέους είναι μία αναπόφευκτη πραγματικότητα.
Ακόμη κι αν οι Γερμανοί και άλλοι πιστωτές συμφωνήσουν με την αναδιάρθρωση- όχι από το 2013, όπως είχε ζητήσει η Μέρκελ, αλλά ΤΩΡΑ- υπάρχει το επιπλέον πρόβλημα του πως θα αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα. Ολες οι ελλειμματικές χώρες έχουν το ίδιο πρόβλημα, αλλά περισσότερο οι χώρες της νότιας Ευρώπης. Η συμμετοχή στην ίδια νομισματική ζώνη με τη Γερμανία καταδικάζει τις χώρες αυτές σε πολύχρονο αποπληθωρισμό, ανεργία και εσωτερική πολιτική αναταραχή. Η έξοδος από την ευρωζώνη μπορεί να είναι η μόνη ρεαλιστική λύση ανάκαμψης στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Αν η ευρωζώνη διαρραγεί αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καταδικασμένη αιωνίως. Οι χώρες που έφυγαν μπορούν να επανενταχθούν και μάλιστα να το κάνουν αξιόπιστα, έχοντας εκπληρώσει τις δημοσιονομικές, νομικές και πολιτικές προϋποθέσεις. Για την ώρα, η ευρωζώνη μάλλον έχει φθάσει στο σημείο στο οποίο ένα φιλικό διαζύγιο είναι καλύτερο από την πολύχρονη οικονομική παρακμή και τον πολιτικό διχασμό.
Ο Ντάνι Ρόντρικ είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο John F. Kennedy School of Government του πανεπιστημίου του Harvard.