Συνέντευξη στις: Γεωργία Κριεμπάρδη και Νεκταρία Ψαράκη

 

«Κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει, δε θα περάσει ο φασισμός»

17 Νοεμβρίου 1973. Έχει σαν στάμπα τη ζωή μας σημαδέψει. Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει γραφτεί στην ιστορία ως σημείο σταθμός. Αν κάποιος μας ζητούσε να συμπυκνώσουμε το γεγονός σε μία πρόταση, αυτή θα ήταν μάλλον κάπως έτσι: «Πλήθος φοιτητών ξεσηκώθηκε ενάντια στη Χούντα των Συνταγματαρχών». Οι νεότεροι έμαθαν μέσα από τα βιβλία τι σήμαινε η Χούντα. Στην ειδική επετειακή εκπομπή για τα 48 έτη από την Εξέγερση, καλεσμένος στην «Κοινωνία ώρα Press» ήταν ο Δημήτρης Παπαχρήστος. Είναι γνωστός ως η πιο χαρακτηριστική φωνή του Πολυτεχνείου. Ο άνθρωπος που πίσω από το πειρατικό ραδιόφωνο έλεγε «Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο». Μιλούσε στους διαδηλωτές. Τους εμψύχωνε. Τους εμψύχωνε να παλέψουν. Όχι με όπλα. Όπλο τους ήταν η δίψα για ελεύθερη ζωή και το μέσο για να το πετύχουν η αλληλεγγύη. Και τα κατάφεραν. «Δεν ξέραμε ότι τότε γράφαμε ιστορία» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαχρήστος, μιλώντας στο TPP.

Τα γεγονότα

  • Τετάρτη 14 Νοέμβρη. Από το πρωί διεξάγονται Γενικές φοιτητικές Συνελεύσεις με θέμα τις εκλογές τους.
  • Το μεσημέρι εκείνης της μέρας φτάνει στη Νομική η είδηση ότι στο Πολυτεχνείο η αστυνομία προκαλεί έντονα τους φοιτητές. Πλήθος φοιτητών ξεκίνησε διαδήλωση προς το Πολυτεχνείο. Η αστυνομία άρχισε να χτυπά βίαια τους φοιτητές κι εκείνοι κατευθύνονται μέσα στο Πολυτεχνείο.
  • Όταν οι φοιτητές ολοκλήρωσαν τις γενικές συνελεύσεις τους, αποφάσισαν αποχή κι ενώθηκαν με τους υπόλοιπους συναδέλφους τους στο προαύλιο. Όλοι οι φοιτητές ενώθηκαν με εκατοντάδες πολίτες που είχαν ήδη συγκεντρωθεί απ’ έξω να τους στηρίξουν.
  • Αργά το απόγευμα, οι συγκεντρωμένοι πλέον έφθασαν τις 10.000. Τα συνθήματα που κυριαρχούσαν ήταν «Κάτω η Χούντα» και «Επανάσταση λαέ» κ.α. Στο εσωτερικό του Πολυτεχνείου οι γενικές συνελεύσεις συνεχίζονται. Το βράδυ η κυκλοφορία σταματά εντελώς και οι συγκεντρωμένοι ξεπερνούν τις 30.000.
  • Μέσα στο Πολυτεχνείο δημιουργούνται επιτροπές περιφρούρησης κι αρχίζει η εσωτερική οργάνωση για τη συνέχιση της κατάληψης.
  • Αργά το βράδυ λαμβάνεται η πρωτοβουλία για τη λειτουργία μιας εργατικής συνέλευσης, η οποία τελικά ξεκινάει τις πρώτες πρωινές ώρες της Πέμπτης στο κτίριο Γκίνη, με την παρουσία 300 ατόμων. Σ’ αυτή συμμετέχουν και εργαζόμενοι.
  • Πρωί Πέμπτης 15 Νοέμβρη. Δημιουργούνται μεγάλες συγκεντρώσεις μπροστά απ’ το Πολυτεχνείο. Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου της Πάτρας και Θεσσαλονίκης αποφασίζουν εκδηλώσεις συμπαράστασης, ενώ οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων καταλαμβάνουν το κτίριο της σχολής τους.
  • Ο ραδιοφωνικός σταθμός του Πολυτεχνείου αρχίζει να εκπέμπει.
  • Συγκροτείται η Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης του Πολυτεχνείου.
  • Οι διαδηλωτές έξω από το Πολυτεχνείο ολοένα και γίνονταν περισσότεροι. Η αστυνομία γίνεται ακόμα πιο βίαιη. Οι συγκρούσεις πιο έντονες.
  • Το απόγευμα 300.000 λαού διαδηλώνουν σ’ όλη την Αθήνα. Μετά τις 7.00 το απόγευμα οι πρώτοι τραυματίες από πυρά ελεύθερων σκοπευτών και από την αστυνομική καταστολή μεταφέρονται στο Πολυτεχνείο.
  • Οι διαδηλωτές στήνουν οδοφράγματα άοπλοι, έχοντας απέναντί τους πραγματικά πυρά. Άοπλοι οι διαδηλωτές. Άοπλοι.
  • Μετά τις 10.00 το βράδυ πυκνώνουν οι πυροβολισμοί από τους ακροβολισμένους σε διάφορα σημεία ελεύθερους σκοπευτές.
  • Ακόμα και στις 12 τα μεσάνυχτα, σχηματίζεται στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας μια διαδήλωση 15-20.000 ατόμων.
  • Η Χούντα αποφασίζει τελικά να καταστείλει την εξέγερση από το φόβο της γενίκευσής της.
  • Πέντε λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, ξεκινούν φάλαγγες αρμάτων για το Πολυτεχνείο από τα στρατόπεδα του Διονύσου και του Γουδιού.
  • Στις 3.00 τα ξημερώματα τρία τανκς εφορμούν προς το Πολυτεχνείο. Οι αστυνομικοί και οι ελεύθεροι σκοπευτές πυροβολούν ασταμάτητα. Δεκάδες εξεγερμένοι πέφτουν βαριά τραυματισμένοι ή νεκροί. Η καταστολή είναι πρωτοφανής. Ο ακριβής αριθμός των νεκρών παραμένει ακόμα και σήμερα αδιευκρίνιστος.

Η ιστορική αλήθεια κατέγραψε ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου πνίγηκε στο αίμα.

«Δεν έγιναν όλα αυτά τυχαία» είναι η πρώτη του φράση. «Παρ’ όλο που ο αυθορμητισμός έπαιξε εκπληκτικό ρόλο αλλά και την ίδια στιγμή έπαιξε ρόλο σημαντικό κι η αυτοοργάνωση που είχαμε και η πειθαρχία και η δυνατότητα να υπερασπιστούμε αυτό που κάναμε. Έστω και σαν μικρή μειοψηφία» τονίζει και μεταφέρει τον παλμό των γεγονότων:

«Στο Πολυτεχνείο δεν κάναμε μια στροφή στην Πατησίων για να μπούμε μέσα, όπως γίνεται συνήθως, λες και είναι θέαμα. Εκεί πέρα υπήρξαν τουλάχιστον δύο χρόνια που οι παρέες, οι έρωτες, οι αγάπες, οι σχέσεις μας μεταξύ μας των φοιτητών άρχισαν να γίνονται αναγνωρίσιμοι, και προπαντός αυτή η οικτρή μειοψηφία, που όλοι μας κατηγορούσαν. Αυτό είναι το αλάτι της ζωής και της γης για μένα. Η εξέγερση οδηγήθηκε ναι μεν αυθορμήτως -από τη Νομική κατεβήκανε και καμιά διακοσαριά συμφοιτητές μας προς τα κάτω-, αλλά είχε βασιστεί στις σχολές του Πολυτεχνείου, με γενικές συνελεύσεις, με βασική κατάληψη ή όχι κατάληψη. Φανταστείτε τώρα τη σύμπτωση.
Ο Μαρκεζίνης έκανε το άνοιγμα, η Χούντα δηλαδή έκανε το άνοιγμα και έδωσε και αμνηστία στους κρατούμενους και στους εξόριστους και τέτοια… Θέλανε με το Μαρκεζίνη να κάνουνε μία δημοκρατία στα μέτρα τους, δηλαδή να είναι η χούντα από πίσω και να είναι μαριονέτες οι πολιτικοί από μπροστά.  Αυτό έγινε παραμονές του Πολυτεχνείου. Εμείς ήμασταν φαντάροι, μας είχαν κόψει την αναβολή απ’ το Φλεβάρη του 1973, με μια δίκη που είχε γίνει τότε, τους 11 που είχαν πιάσει… μας είχαν πιάσει στο πολυτεχνείο, που μπορεί να μην το ξέρει και κανείς, κι έτσι όλη η διαδρομή, ενώ ήμασταν φαντάροι, γίνεται και η νομική – η πρώτη και η δεύτερη νομική – σπάμε δηλαδή τη δική μας απομόνωση στο πανεπιστήμιο και βγαίνουμε στην κοινωνία».

Ο οδηγός του άρματος σε συνέντευξή του έχει υποστηρίξει πως έγιναν διαπραγματεύσεις με τους φοιτητές. Ο Δημήτρης Παπαχρήστος παραθέτει την πραγματικότητα του Πολυτεχνείου: «Οι διεργασίες ήταν τόσο γρήγορες και τόσο αποφασιστικές, που ξαφνικά οι γενικές συνελεύσεις, γίνανε ένας τόπος διαλόγου και συγκρούσεων, μη νομίζετε ότι όλα ήτανε δεδομένα ή μονόχνοτα, αλλά αρχίσαμε την αυτοοργάνωση, φτιάξαμε τη συντονιστική επιτροπή, ξανοιχτήκαμε με συνθήματα και με προκηρύξεις στους δρόμους. Ο καθένας που ήταν εκεί μέσα πραγματικά έβγαζε τον εαυτό του και έβρισκε το ρόλο του, τη θέση του, είτε ήταν στις πόρτες είτε ήταν στα θρανία, είτε έξω στην αυλή, είτε έξω στο δρόμο – στην Πατησίων – με συνθήματα αυτά που βλέπετε να κυκλοφορούν, να γράφουν επάνω στα αυτοκίνητα, γιατί δεν μας άκουγε κανείς».

«Ποιες διαπραγματεύσεις να γίνουν;» είπε και σημείωσε πως οι στρατιωτικοί με την αστυνομία ήθελαν να ορμήσουν αλλά δεν τους έπαιρνε. «Και βγαίνουν μετά εκ των υστέρων και λένε “κοινοί συναινέσει”, πού την είδανε την κοινή συναίνεση.  Αύριο αν πεθάνουμε εμείς θα λένε “χειροκροτούσανε και μπήκανε”… όπως τα λένε και τώρα αυτά τα καθίκια. Τους ενοχλεί που περάσανε 50 χρόνια και είμαστε ζωντανοί» κατέληξε.

Αντίσταση στη μοναξιά, αλληλεγγύη, αυτοοργάνωση

Η φωνή του έχει συνδεθεί με την μεγάλη εξέγερση. Από το «Εδώ Πολυτεχνείο» έμεινε να συντροφεύει όλους με τη χροιά του μέχρι τον Εθνικό Ύμνο. «Ο ραδιοφωνικός σταθμός ήταν ένα ξάφνιασμα και γι’ αυτούς. Διότι σπάσαμε τη μοναξιά στο κέντρο της Αθήνας και ακουστήκαμε στην αρχή μέχρι την Ομόνοια και μετά σ’ όλη την Αθήνα. Αλλά δεν ήτανε μόνο αυτό. Ήταν μεταδοτικό.
Δηλαδή απ’ τα τηλέφωνα της εποχής. Φανταστείτε να είχαμε και τα κινητά, τι θα γινότανε…» λέει χαρακτηριστικά και υπογραμμίζει πόσο σημαντικό ήταν που συμμετείχε κι ο κόσμος σ’ αυτό το εγχείρημα.

«Οι περισσότεροι νεκροί και οι τραυματίες ήταν απέξω. Γινότανε οδομαχίες έξω. Δεν ήταν παίξε γέλασε. Ο σταθμός λοιπόν που έσπασε αυτή τη μοναξιά, έγινε και πυροβόλο εναντίον τους. Δηλαδή τρομοκρατήσαμε τους τρομοκράτες μ’ αυτά που λέγαμε και δεν ήταν αν τα έλεγα εγώ όλα, ήταν ότι η δική μου φωνή έγινε και η φωνή όλων των εξεγερμένων, με την έννοια ότι δεν έλεγα τα πράγματα τα οποία είχανε να κάνουνε μόνο με τα φοιτητικά μας αιτήματα… Ξανοιχτήκαμε στην κοινωνία. Έφτασα στο σημείο να πω ακόμα και για πολιτική απεργία. Ότι απόψε θα χάνει ο φασισμός. Ή τώρα ή ποτέ» σημειώνει ο ίδιος.

Η δίψα για αντίσταση ξεκίνησε ναι μεν από τη νεολαία, αλλά απλώθηκε σ’ όλη την κοινωνία, με το εργατικό κίνημα και το μαθητικό να στηρίζουν τις όποιες ενέργειες για εξέγερση. «Αυτό είναι το εκπληκτικό. Υπήρξε αυτοοργάνωση, δηλαδή οι συλλογικότητες κι η αλληλεγγύη έγιναν οι αρχές μας εκεί μέσα. Δεν υπήρχε κάποιος που να είχε ανάγκη, να έχει χτυπηθεί, να έχει τραυματιστεί ή να συμβαίνει κάτι και να μην υπήρχαν από δίπλα του είτε εργάτες είτε φοιτητές…Φωνάζανε εργάτες, αγρότες και φοιτητές. Βλέπαμε να γίνεται πραγματικότητα ακόμα και το όνειρό μας, η ουτοπία. Όχι να γκρεμίσουμε μόνο τη χούντα. Για ν’ αλλάξει ο κόσμος δηλαδή. Είχαμε ένα όνειρο παγκόσμιο».

«Αδέλφια μας φαντάροι»

«Δε νομίζω ότι φώναζα τυχαία “αδέλφια μας φαντάροι”. Ξέραμε ότι υπήρχαν αντιδράσεις. Απευθύνθηκα στον κόσμο και λέω “πώς είναι δυνατόν να κοιμάστε όταν σκοτώνουν τα παιδιά σας”. Μια άλλη ιστορία που ήταν βασιλική η κοινωνία μας και θέλανε να σπάσουν αυτόν τον φόβο και την τρομοκρατία που είχαν δεχθεί. Τα παιδιά τους ήμασταν» τονίζει.

Ο Εθνικός Ύμνος με τη φωνή του είναι ένα άλλο ζήτημα που εγείρει πολλά ερωτήματα. Κυρίως γιατί εθνικά σύμβολα πλέον έχουν καρπωθεί από την Άκρα Δεξιά. Η δική του οπτική για εκείνα τα λεπτά; «Όταν είπα τον εθνικό ύμνο και λέω “ο αγώνας συνεχίζεται με τα όπλα που διαθέτει ο καθένας από δω και πέρα” δεν είχε μπει ακόμα το τανκς. Πήγα να δω με τα ίδια μου τα μάτια τι γίνεται, και πέφτω μπροστά στο τανκς, μπροστά στην πύλη, μπαίνω μπροστά στους φοιτητές… Αμάν λέω… Δεν μπορώ να το περιγράψω. Όταν βλέπεις τους φοιτητές, αγόρια και κορίτσια πάνω στα κάγκελα, με τους φαντάρους απέξω, με το όπλο λες και τους είχε πέσει και τους μπάτσους αγριεμένους να ορμάνε και να μη μπορούν…».

«Είμαι περήφανος που ξεδόντιασα αυτά που πήγαν να διαβάλουν. Είτε ήταν σημαία, που τότε υποχρεωτικά τις βάζανε στα μπαλκόνια, και κάνανε και έλεγχο, είτε ήταν εθνικός ύμνος, είτε ήτανε οτιδήποτε πήγανε να καρπωθούνε ως πατριδοκάπηλοι. Ως εθνικιστές, ως φασίστες. Γιατί υπάρχει αυτό το φαινόμενο και σήμερα. Είμαι περήφανος που ξεδόντιασα αυτά που χρησιμοποιούσαν..» συνεχίζει σχετικά.

Τι έχει αλλάξει από τότε έως σήμερα; Ο Δημήτρης Παπαχρήστος έχει σαφή τοποθέτηση για το πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας σήμερα.

«Μα είσαι καλά; Δεν βλέπετε τι γίνεται; Μπας και νομίζεις εμείς πεινάγαμε όταν λέγαμε ψωμί; Είναι το δικαίωμα στη δουλειά. Μπας και νομίζουμε την παιδεία εκεί πέρα που λέγαμε αν κάνουμε καλύτερη παιδεία; Ψωμί Παιδεία Ελευθερία είναι και σήμερα. Δεν τελείωσε το Πολυτεχνείο ούτε θα τελειώσει ποτέ. Όχι το 73΄. Θα έχουμε γίνει σκόνη εμείς. Έχει μείνει στην ιστορία σαν σημάδι ιστορικό, αντάξιο όλων των εξεγερμένων  όλου του κόσμου.  Εξεγερμένοι φοιτητές ήμασταν. Πήγε να πέσει ο καπιταλισμός. Το σύστημα που φτιάχνει χούντες. Και δημοκρατικές όπως έχει σήμερα. Ξέρετε ότι σήμερα δεν μιλάνε όλοι για δημοκρατία; Εδώ χθες βγήκε νόμος του Κώδικα – Ποινικός Κώδικας – και το άρθρο 36, ξέρετε τι λέει; Απαγορεύεται η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Σε λίγο θα πρέπει να αποδείξουμε ποια είναι πραγματική και αληθινή είδηση.  Ξέρετε τι σημαίνει αυτή τη στιγμή Μητσοτάκης – Νέα Δημοκρατία; Νομιμοποιημένη δικτατορία. Παίρνει αποφάσεις που δεν θα της έπαιρνε ούτε η χούντα. Θα γινότανε χαμός».

«Με ρωτάνε πολλές φορές “καλά, τι ήσασταν; Δεν φοβόσασταν εσείς;” Εδώ τη μόνη απάντηση που μπορώ να δώσω, είναι ότι ναι μεν φοβόμασταν αλλά όταν μοιράζεσαι τον φόβο τον ξεπερνάς. Αυτό το μοίρασμα του φόβου είναι και το ξεπέρασμά του» τονίζει και μιλάει για ανθρωπιά κι αλληλεγγύη: «Ο άλλος όταν πεινάει θα κοιτάξει αν είναι δεξιός ή αριστερός; Αμάν! Ταξική είναι η κοινωνία μας».

Πρώην σύντροφοι, νυν …σε καρέκλες

«Δε με νοιάζει η Δαμανάκη. Η Δαμανάκη διάλεξε αυτό που διάλεξε, αυτόν τον δρόμο και κάνει και ζημιά σ’ αυτό που ήταν όταν ήταν μικρό κορίτσι εκεί πέρα και δυο τρεις, άλλοι πέντε. Αυτό που με νοιάζει εμένα εγώ θα σου υπερασπιστώ μέχρι το 1974. Από εκεί και ύστερα ό,τι και να διαλέξανε και τις επιλογές τους στα κόμματα ήταν δικαίωμά τους, γίνανε δημόσια πρόσωπα και όχι να έχει το δικαίωμα να τους κρίνει ο καθένας και εγώ ο ίδιος, αλλά είναι και οι ίδιοι που δεν αισθάνονται καλά. Δεν αισθάνονται καλά με τις επιλογές που κάνανε, άμα τους ρωτήσεις ξεχωριστά» λέει χαρακτηριστικά.

Ο Δημήτρης Παπαχρήστος του σήμερα δηλώνει «πιο οπλισμένος, πιο συγκροτημένος». Το μικρόβιο της νιότης παραμένει μέσα του και η φωνή του παραμένει η πιο χαρακτηριστική της αντίστασης.