του Θάνου Καμήλαλη

Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση του 2010, ήταν η στιγμή της «απόδειξης για την τυρόπιτα», του «μαζί τα φάγαμε» και των εκατομμυρίων πολιτών που «ζούσαν πάνω από τις δυνατότητές τους». Μειοψηφικές καταστάσεις και παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, ήσσονος σημασίας σε σχέση με τη μεγάλη εικόνα, εργαλειοποιήθηκαν και μεγιστοποιήθηκαν ώστε να δικαιολογήσουν την επιβολή των μνημονίων. Οι «τεμπελχανάδες εκπαιδευτικοί που κάθονται 3 μήνες», οι «φακελάκηδες γιατροί», οι Έλληνες με τα Καγιέν και τα διακοποδάνεια. Όποιος τότε μιλούσε για διάσωση των τραπεζών και για μία παγκόσμια καπιταλιστική κρίση των ισχυρών που τζόγαραν δισεκατομμύρια χωρίς κανέναν έλεγχο, ήταν από συνωμοσιολόγος έως απλά περιθωριακός. Τεκμηριωμένα, η άποψη αυτή δικαιώθηκε, μέσω πρώην αξιωματούχων και σοβαρών μεταγενέστερων ερευνών. Ηθικά μόνο, πολιτικά ήταν πολύ αργά. Μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου…

Ο κοινωνικός αυτοματισμός πέρασε σε διεθνές επίπεδο. Προσπαθώντας να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες για την κρίσης και τις δομικές αδυναμίες της Ευρωζώνης, οι πλούσιοι του Βορρά στιγμάτισαν συνολικά της χώρες του Νότου ως αποδιοπομπαίους τράγους. Οι τεμπέληδες Έλληνες, οι πειθαρχημένοι και νομοταγείς Γερμανοί ήταν τα λεκτικά σχήματα που έκρυψαν πολύ καλά μία κρίση που έφεραν οι ελίτ και πλήρωσαν οι μάζες. Κι όταν οι γαλλογερμανικές τράπεζες μείωσαν την έκθεσή τους στην Ελλάδα, αντίθετα με τις υποσχέσεις, οδηγώντας σε επόμενη ανακεφαλαιοποίηση, η δικαιολογία ήταν πάντα ότι «είστε απείθαρχοι και δεν θέλετε να μεταρρυθμιστείτε, να γίνετe σύγχρονο κράτος».

Επιστροφή στο σήμερα, στη νέα κρίση, ή συνέχεια της προηγούμενης, λόγω πανδημίας. Όπως έγραψε και ο Δημήτρης Τσίρκας στο TPP, οι δηλώσεις του Κωνσταντίνου Κυρανάκη είναι ο δαπίτικος τρόπος για να εκφράσεις την κυρίαρχη, νεοφιλελεύθερη ιδεολογία σχετικά με την αγορά εργασίας. Αν η ανεργία είναι μεγάλη, δεν φταίει το σύστημα που τη δημιουργεί, αλλά οι άνεργοι. Κι αν αυτοί οι άνεργοι είναι πτυχιούχοι, με άριστη κατάρτιση, πάλι θα κάνουν κάτι λάθος. Ίσως, «δεν δομούν σωστά το βιογραφικό τους». Ίσως αντί να δουλέψουν, τρέχουν στα κομματικά γραφέια (ωραία αυτά τα κομματικά γραφεία, σε κάνουν σχεδόν άεργο βουλευτή στα 33 σου).

Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, ξαναγράφει, οπως έχει πει, το εργατικό Δίκαιο στη χώρα. Γιατί ποιος είναι ο πιο κατάλληλος για μια τέτοια δουλειά, από τον Υπουργό που κατέχει το ρεκόρ ανεργίας επί των ημερών του; Τελευταίο χτύπημα, το σχέδιο για απλήρωτες υπερωρίες έως και τρεις ώρες τη μέρα, για όσους εργαζόμενους έχουν τεθεί σε υποχρεωτική καραντίνα λόγω κορονοϊού και «δεν μπορούν να εργαστούν με τηλεργασία». Σε συνδυασμό με άλλες ρυθμίσεις ή απουσία προστατευτικών ρυθμίσεων, έχουμε ένα πιθανό μείγμα μειωμένου μισθού, συμψηφισμού της απουσίας λόγω καραντίνας με την υποχρεωτική άδεια και ξεχειλώματος του ωραρίου με πρόσχημα την τηλεργασία. Όλα, στη διακριτική ευχέρεια εργοδοτών, την ώρα που η Ελλάδα, από τα ευρωπαϊκά προγράμματα για την εργασία, όπως το SURE, έλαβε ένα πολύ μικρό μερίδιο σε σχέση με την κατάσταση. 2,7 δισ. η  χώρα μας, 6 δισ. η Πορτογαλία με ίδιο πληθυσμό και μικρότερη ανεργία.

Αλλά χρήματα υπάρχουν για τα όπλα και τους ανταγωνισμούς για το πετρέλαιο στην Ανατολική Μεσόγειο. Όχι για την «εθνική κυριαρχία», αλλά για πόρους που στη συνέχεια θα εκμεταλλευθούν οι μεγάλες πολυεθνικές. Η κυβέρνηση λοιπόν φαίνεται έτοιμη να εξαγγείλει ένα νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα, συνολικής αξίας 10 δισεκατομμυρίων σε βάθος χρόνου, για μαχητικά αεροσκάφη και φρεγάτες από τη «σύμμαχο» Γαλλία. Μετά το 1 δισ. τον χρόνο, παίρνεις δώρο και μία ανάρτηση του Εμανουέλ Μακρόν στα ελληνικά. Ο Πρωθυπουργός, μιλώντας στη Βουλή ζήτησε «μικρές παραπάνω θυσίες»:

«αν αυτό σημαίνει κάποιες μικρές παραπάνω θυσίες από τον ελληνικό λαό να συμφωνήσουμε όλοι μαζί ότι αυτές τις θυσίες πρέπει να τις αναλάβουμε για να μπορέσουμε επιτέλους να θωρακίσουμε τις ένοπλες δυνάμεις μας.»

Ο Αλέξης Παπαχελάς στην «Καθημερινή» το προχώρησε ένα βήμα παραπάνω, γράφοντας ότι «είμαστε σε ένα σημείο όπου ακόμη και η αναβολή άμεσης καταβολής των αναδρομικών συντάξεων θα έπρεπε να βρίσκεται στο τραπέζι, όσο βαρύ και αν είναι το πρόβλημα για μια μερίδα της κοινωνίας».

Στους καιρούς της σκληρής καραντίνας, όταν «όλοι μαζί ενωμένοι, μαζί με την κυβέρνηση, πολεμούσαμε τον κορονοϊό», κάποιοι συγκινούνταν υποκριτικά για τις φράσεις του Τσιόδρα για τους «παππούδες και τις γιαγιάδες μας, τους πατεράδες και τις μητέρες μας».  Τώρα, η δεξιά αφήγηση λέει ότι εντάξει, αν δεν κλέβουν χρήματα ως συντάξεις από την άμυνα της χώρας, σίγουρα κλέβουν από τους νέους. Ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης, υποστήριξε ότι ο στόχος του νέου Ασφαλιστικού θα είναι να «σταματήσουμε να παίρνουμε τα λεφτά των νέων και να τα δίνουμε στους ηλικιωμένους».

Δεν πάει φυσικά ακριβώς έτσι. Οι συνταξιούχοι ούτε κλέβουν από το κράτος (όπως μας έλεγαν παλαιότερα) ούτε από τους νέους, όπως μας λένε σήμερα. Λαμβάνουν πίσω τα χρήματα που παρακρατούνταν από τους μισθούς τους κατά την εργασιακή τους ζωή. Αναγκαζόμαστε να γράφουμε τα αυτονόητα, αλλά αυτό συμβαίνει τώρα για τους νυν εργαζόμενους. Λέγεται δημόσιο αναδιανεμητικό σύστημα και αν κάποιος θέλει, μπορεί να επιλέξει και την ιδιωτική ασφάλιση. Αυτό που θέλει να κάνει η Νέα Δημοκρατία, είναι να οδηγήσει με το ζόρι εκατομμύρια ασφαλισμένων στις ιδιωτικές εταιρείες και τον επενδυτικό κίνδυνο. Που σημαίνει, λιγότεροι πόροι στα ασφαλιστικά ταμεία, ελλείμματα, περικοπές δημοσίων συντάξεων και πιθανές φούσκες τύπου ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ, που θα καλείται να καλύψει πιθανώς το κράτος. Αλλά ναι, ας το καλύψουμε όλο αυτό πίσω από το «σας κλέβουν χρήματα τα παππούδια» και απολιτίκ χαριτωμενιές όπως «Ταμείο Νέων».

Ζούμε, συνοπτικά, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, την ηρεμία πριν τη μεγάλη καταιγιδα. Σε συνδυασμό με το τέλος της χαλάρωσης των δημοσιονομικών στόχων λόγω της πανδημίας, το 2021-2022, προετοιμάζεται ήδη μία άνευ ορίων επίθεση, στα πρότυπα των πρώτων μνημονιακών χρόνων. Σε επίπεδο επιχειρηματολογίας, βλέπουμε ήδη το έδαφος να στρώνεται, σε μια επανάληψη ενός πολύ κακοπαιγμένου, αλλά επιτυχημένου έργου 10 χρόνων πριν. Το μήνυμά τους είναι απλό: «Φταις» Και για τις πράξεις τους και για τις μελλοντικές αποτυχίες τους. Για την πανδημία, για την ανεργία, ακόμα και για την κριτική σου. Η επόμενη σεζόν είναι σίγουρα κρίσιμη.