Σύμφωνα με τον οικονομολόγο και καθηγητή του Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Γκελζενκίρχεν, σε άρθρο του που δημοσίευσε στην Deutsche Welle, αναφέρει πως το γεγονός ότι έχουν υποχωρήσει τα ποσοστά της ανεργίας τα τελευταία χρόνια οφείλεται στο γεγονός ότι έχει αλλάξει ο ορισμός της ανεργίας.
 
Το «λάθος», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, οφείλεται «όχι από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εργασίας, η οποία καταγράφει και δημοσιεύει τα στοιχεία. Η πολιτική είναι εκείνη που μέσα από σειρά νόμων άλλαξε τον ορισμό της ανεργίας, με αποτέλεσμα οι αριθμοί να μην αποτυπώνουν πλέον την πραγματικότητα και να μην εκφράζεται ο κοινωνικός αντίκτυπος της ανεργίας στη Γερμανία».
 
Όπως εξηγεί ο ίδιος από τα επίσημα στοιχεία λείπουν οι άνθρωποι άνω των 58 ετών. «Η πολιτική ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν μεγάλες πιθανότητες να βρουν δουλειά και γι' αυτό μπορούν να εξαιρεθούν», εξηγεί.
 
Σύμφωνα με τον γερμανό οικονομολόγο μάλιστα, οι άνεργοι που μετεκπαιδεύονται μέσω της Υπηρεσίας Εργασίας δεν καταγράφονται ως άνεργοι, ενώ όταν ένας άνεργος δηλώνεται το πρωί άρρωστος στην Υπηρεσία Εργασίας όπου ανήκει, τότε δεν καταγράφεται πλέον ως άνεργος.
 
«Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που στην πραγματικότητα είναι άνεργοι, αλλά εξαιρούνται από τη στατιστική. Πρόκειται για μια τεράστια παραποίηση για την οποία ευθύνεται η πολιτική» αναφέρει.
 

3,4 εκατομμύρια άνεργοι
 

Δεδομένου όλα αυτά τα στοιχεία, ο αριθμός των ανέργων θα πρέπει να καταγράφεται έως και ένα εκατομμύριο περισσότερο από ότι έχει αρχικά δοθεί, δηλαδή 3,4 εκατομμύρια και όχι 2,4 εκατομμύρια που είναι οι επίσημα καταγεγραμμένοι άνεργοι. Ωστόσο, αυτοί οι άνθρωποι αναφέρονται από τη στατιστική υπηρεσία υπό τον όρο «υποαπασχολούμενοι» και όχι άνεργοι.
 
Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα τελευταία χρόνια στην Γερμανία έχει αυξηθεί η μερική απασχόληση ενώ λίγοι είναι αυτοί οι οποίοι εργάζονται σε πλήρη απασχόληση. Ωστόσο, σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών, «υπάρχουν έρευνες σύμφωνα με τις οποίες περίπου 3 εκατομμύρια άνθρωποι που εργάζονται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης θα προτιμούσαν να έχουν πλήρεις θέσεις. Εάν προσθέσουμε αυτούς στα πραγματικά 3,4 εκατομμύρια των ανέργων, τότε ο συνολικός αριθμός των ανέργων και υποαπασχολούμενων ανέρχεται στα 6,5 εκατομμύρια. Αυτό δείχνει την απόλυτη καταστροφή στη γερμανική αγορά εργασίας».
 
Όπως διευκρινίζει ο ίδιος το δημοσιονομικό κόστος αυτής της ανεργίας στη Γερμανία άγγιξε μεταξύ 2001 και 2015 τα 69 δισ. ευρώ ετησίως.
 
Τα «λάθη» όμως αυτά στα στατιστικά στοιχεία για την ανεργία δεν παρατηρούνται μόνο στη Γερμανία αλλά στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, τονίζοντας πως στα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) παρατηρούμε τις περισσότερες παραποιήσεις, κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διεθνής οργάνωση δεν προσμετρά στους ανέργους όποιον εργάζεται τουλάχιστον μια ώρα την εβδομάδα.