Την Πέμπτη, την ώρα που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ έβγαινε, με τηλεοπτικό διάγγελμα, να καταδικάσει αυστηρά όσα συνέβησαν την Τρίτη στο Καπιτώλιο της αμερικάνικης πρωτεύουσας, είχαν βγει τα αποτελέσματα από τις δύο επαναληπτικές εκλογές γερουσιαστών στη Γεωργία των ΗΠΑ, δίνοντας τον έλεγχο της Γερουσίας στους Δημοκρατικούς. Ήταν μια εκλογική αναμέτρηση στην οποία επενδύθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, για να κινητοποιηθούν κατά το δυνατόν περισσότεροι ψηφοφόροι.
Οι Δημοκρατικοί Τζων Οσοφ και Ράφαελ Ουάρνοκ πήραν τις έδρες, στην πολιτεία που παραδοσιακά, τα τελευταία είκοσι χρόνια, ανήκε στο ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο, και μεταστράφηκε το 2020. Αποδείχθηκε η πολιτεία κλειδί που άλλαξε τις ισορροπίες στη Γερουσία. Έτσι, μπορεί ο Μπάιντεν να έχει απέναντι του ένα εχθρικό ανώτατο δικαστήριο, αλλά έχει τη δυνατότητα να κινηθεί πολύ πιο ελεύθερα στο νομοθετικό πλαίσιο. Μπορεί να ασκήσει πολιτική.
Οι εκλογές γερουσιαστών στη Γεωργία αποτελούν βασικό σημείο για την ερμηνεία της στάσης του Τραμπ το τελευταίο δίμηνο και πριν την ανακοίνωση του τοπικού αποτελέσματος.
Οι χάρτες των ψήφων, οι χάρτες που δείχνουν τις περιοχές της πολιτείας που ψήφισαν Δημοκρατικούς ή Ρεπουμπλικάνους, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τα αστικά κέντρα, Άτλαντα, Αθενς, Σαβάνα, είναι μπλε- ψήφισαν μαζικά Δημοκρατικούς. Η επαρχία είναι διάστικτη από μικρές κόκκινες βούλες – ψήφισε μαζικά Ρεπουμπλικάνους. Πιο ξεκάθαρη εικόνα όσων σήμερα συμβαίνουν στις ΗΠΑ, όσων έφερε στην επιφάνεια η τετραετία Τραμπ, δεν θα μπορούσε να δοθεί.
Γράφαμε εδώ προ τριών ημερών ότι ο καθηγητής πολιτικών επιστημών του πανεπιστημίου της Γεωργίας, Τσαρλς Μπούλοκ, είχε, λίγο πριν την εκλογική αναμέτρηση στην πολιτεία, τονίσει τη σημασία αυτής της αλλαγής: για πρώτη φορά φαίνεται να ψηφίζουν περισσότεροι στα αστικά κέντρα – παραδοσιακά στην πολιτεία, σε εκλογές για τη Γερουσία, οι περισσότερες ψήφοι «έπεφταν» στην επαρχία. Ήταν αυτό που εξέθρεψε το διχαστικό λόγο. Η θέση του Τραμπ ήταν ό,τι το διχαστικό κλίμα θα βοηθήσει να πάρουν τις έδρες οι Ρεπουμπλικάνοι και να συνεχίσουν να ελέγχουν την Γερουσία, αποδυναμώνοντας την προεδρία Μπάιντεν, αφού ο τελευταίος θα έχει απέναντι του ένα εχθρικό νομοθετικό σώμα.
Υπό αυτό το πρίσμα, συνεχίζω να εξηγώ την στάση του Τραμπ. Αν ο Τραμπ αποδεχόταν μετά τις εκλογές της 3ης Νοέμβρη άμεσα την ήττα του, θα ήταν πολύ πιθανό οι ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι, ειδικά οι αγροτικοί πληθυσμοί που αποτελούν τη δύναμη του κόμματος, να μην πάνε να ψηφίσουν καθόλου, παραδίδοντας τη Γερουσία στους Δημοκρατικούς. Στόχος του ήταν η κινητοποίησή τους. Την έκανε με τραμπικό τρόπο και είχαμε το περιστατικό στο Καπιτώλιο – που επιμένουν κάποιοι να ονομάζουν εξέγερση, και είναι οι ίδιοι που δεν ονόμασαν ποτέ εξέγερση όσα συνέβαιναν στους αμερικανικούς δρόμους μετά τη δολοφονία του Τζώρτζ Φλόυντ.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι χθεσινές δηλώσεις του Τραμπ για ειρηνικό και κανονικό πέρασμα στην προεδρία Μπάιντεν, ήταν αναμενόμενες. Αν και γραμμένες από άλλον – είχαν πολύ πιο πλούσιο λεξιλόγιο από αυτό που μας έχει συνηθίσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ και ήταν εμφανές ότι διάβαζε – οι δηλώσεις ήταν δηλώσεις απερχόμενου προέδρου με γνώση και συναίσθηση του ρόλου του.
Κι εδώ μπορεί κανείς να αναρωτηθεί αν ο διχασμός στις τάξεις των Ρεπουμπλικάνων που είδαμε τον τελευταίο καιρό ήταν πολιτικός ή ήταν διχασμός επί της στρατηγικής που έπρεπε να ακολουθηθεί για να μπορέσουν να πάρουν τη Γερουσία. Διχασμός που καταγράφεται και στο υψηλότερο επίπεδο – μεταξύ Προέδρου και Αντιπροέδρου.
Το βέβαιο είναι ότι η στάση του Πενς έχει εκτιμηθεί δεόντως από το κόμμα. Με τα όσα έγιναν στο Καπιτώλιο και τη στάση του, έβαλε πολύ γερά θεμέλια για την υποψηφιότητα του για την προεδρία το 2024. Το σενάριο είναι προφανές, και ο Γενς θα παίξει ένα πολύ γερό χαρτί: δεν «έσωσαν» οι Δημοκρατικοί την …κινδυνεύουσα Δημοκρατία των ΗΠΑ από την «εξέγερση», αλλά ο ψύχραιμος Αντιπρόεδρος, που συγκρούστηκε με τον Πρόεδρο για να φέρει την ειρήνη… Όσο για τον Τραμπ, εκείνα τα όνειρα για το 2024 έχουν προφανώς τελειώσει – ακόμη κι αν κατέβη, δεν θα έχει καμμία πιθανότητα.
Το περιστατικό στο Καπιτώλιο, με όλα τα χαρακτηριστικά ενός υπερθεάματος και ως καταγραφή κάποιων από τις πολλές αντιπαλότητες που αναδύονται στη διχασμένη αμερικάνικη κοινωνία, χρησιμοποιήθηκε σοφά από το βαθύ κράτος και έχει οφέλη μεγάλα για όσους επιθυμούν επιστροφή στην κανονικότητα – κι αυτοί ανήκουν και στα δύο στρατόπεδα. Περιπτώσεις σαν του Μπέρνυ Σάντερς και του Ντόναλντ Τραμπ – που καταγράφουν, και οι δύο, την αντίδραση του εκλογικού σώματος στην συστημική γραφειοκρατία και τον εκ των άνω λόγο – δεν θα φανούν για κάποιο καιρό. Ο Τζο Μπάντεν θα αναλάβει την προεδρία με το προφίλ του κοσμοαγάπητου σοφού γέροντα, οι εκβιασμοί και τα παιγνίδια που κόστισαν την υποψηφιότητα του Μπέρνυ θα χαθούν από το λόγο της κάθε εξουσίας, η «φεμινιστική νίκη των μειονοτήτων» κι η Κάμαλα που ανέδειξε αυτό το ίδιο βρώμικα σύστημα θα γίνουν σημαίες… Μπορεί να είναι οι ακροδεξιοί που κυκλοφορούσαν με ταμπέλες περί ψήφου που «έχει κλαπεί», αλλά το αν η ψήφος έχει κλαπεί πριν καν πέσει και το 2016 και το 2020 είναι ένα ερώτημα που μπορεί να μπει και στο Μπέρνυ Σάντερς – ο οποίος στάθηκε εκκωφαντικά σιωπηλός κατά τη διάρκεια των γεγονότων στο Καπιτώλιο, ας θυμίσουμε.
Παρ’ όλα αυτά, οι λαϊκές δυνάμεις των (πολλών) λαών που κατοικούν στις ΗΠΑ, φαίνεται να μην «κάθονται ήσυχες». Και μπορεί να βοηθά πολύ το σύστημα η ανάδειξη των ψεκασμένων του Τραμπ ως αυτών που «δεν κάθονται καλά», όμως γνωρίζουν και γνωρίζουμε ότι την τελευταία διετία (αν όχι πενταετία) οι αντιδράσεις έχουν έρθει από παντού, από όλους τους παράλληλους κόσμους που ζουν και δρουν κάτω από το εξουσιαστικό καπάκι – εκεί που ο κόσμος βράζει. Τα γεγονότα του Καπιτωλίου έφεραν αμέσως μνήμες από τα γεγονότα μετά τη δολοφονία Φλόυντ, ένα κομμάτι, το έγχρωμο κομμάτι, της συστημικής Αμερικής και θυμήθηκε και ανέφερε και έδωσε την καθαρή εικόνα: αν ήταν μαύροι αυτοί που περικύκλωσαν το Καπιτώλιο, θα τους δολοφονούσαν. Ακούστηκε από χείλη γερουσιαστών, παρουσιαστών, αναλυτών αυτό, ξανά και ξανά, το βράδυ των επεισοδίων.
Κι εδώ αξίζει να θυμίσουμε ότι ο Τζο Μπάιντεν εξελέγη στηριζόμενος στη αφροαμερικανική και λατίνα ψήφο – και μετά τη δολοφονία Φλόυντ – και ο Ντόναλντ Τραμπ απευθυνόταν στην λευκή, φτωχή επαρχία, κρατώντας τη βίβλο στα χέρια και μιλώντας με λεξιλόγιο πεντακοσίων λέξεων. Ο βαθύς διχασμός της Αμερικάνικης κοινωνίας έχει καταγραφεί, τον έχουν εκμεταλλευτεί αλλά δεν μπορούν ούτε φαίνεται ότι θα μπορέσουν να τον θεραπεύσουν. Οι ταξικές και φυλετικές διαφορές δεν συναντώνται, ακόμη, αλλά το χάσμα είναι από αυτά που δεν γεμίζουν με άνθη. Η εποχή που έχει ήδη ξεκινήσει στις ΗΠΑ φέρει αρώματα της δεκαετίας του ’60. Μένει να φανεί αν το μπαρούτι θα αφήσει μόνο μυρωδιά.