Συνέντευξη στις Γεωργία Κριεμπάρδη και Νεκταρία Ψαράκη 

Η Ίγκεμποργκ Μπέγκελ αντιμετώπιζε δριμεία επίθεση από τους «τοπικούς άρχοντες» της Ύδρας ακόμη και πριν από το περιστατικό με το «κόκκινο καπέλο». Ήταν γνωστή για την κριτική που ασκούσε στις εκάστοτε κυβερνήσεις για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται το προσφυγικό ζήτημα και τους κατατρεγμένους του πλανήτη, οι οποίοι αναζητώντας μία καλύτερη ζωή αντιμετωπίζουν εν τέλει μέσα στα ελληνικά σύνορα τη φρίκη, την αγωνία και την αδικία. Όπως λέει και η ίδια όμως, ύστερα από δύο χρόνια, οι ευθύνες δεν βαραίνουν μόνο τα ελληνικά κόμματα – συμπεριλαμβανομένων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, καθώς ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ δεν παραδέχονται ανοιχτά και επίσημα για τις επαναπροωθήσεις- αλλά βαραίνουν περισσότερο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

«Υπάρχει γενικά σιωπή στο ελληνικό κοινοβούλιο, αλλά όχι μόνο. Ένας πρόσφυγας μπορεί να είναι θύμα Pushback και δεκατρείς φορές. Υπάρχει τόση βία. Τους γδύνουν, τους σημαδεύουν με όπλα, τους κάνουν μπλε και μαύρους στο ξύλο, τους εγκαταλείπουν σε φουσκωτά χωρίς νερό και φαγητό και τους σπρώχνουν στα τουρκικά νερά. Φανταστείτε να είσαι ένα τέτοιο θύμα, και οι ηγέτες όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά της Ολλανδίας και άλλων χωρών να επιμένουν ότι αυτά δεν συμβαίνουν. Αυτό που είπα σε εκείνη την ερώτηση τον Νοέμβριο και εν τέλει το μετάνιωσα, διότι μίλησα για ναρκισσιστική κακοποίηση αυτών των ανθρώπων, σήμερα το ξαναλέω. Διότι ακούμε πολιτικούς να λένε ψέματα. Αυτοί είναι θύματα και οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δε λένε τίποτα. Αυτό που ήθελα να πω μετά από όλες αυτές τις αποδείξεις είναι ότι το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί ακόμη να λέει ψέματα, σημαίνει ότι δεν είναι πλέον ελληνικό το θέμα. Η βασική ευθύνη είναι στην Ευρώπη. Οι Βρυξέλλες θέλουν να κάνει ο Μητσοτάκης αυτή τη βρώμικη δουλειά. Πρέπει να λέμε τα πράγματα όπως είναι. Έχω βαρεθεί να προσπαθώ να πολεμώ την ελληνική κυβέρνηση. Ήρθε η ώρα να πολεμήσουμε την Ευρώπη. Ήρθε η ώρα να πάμε στο «αφεντικό». Το αφεντικό είναι η Κομισιόν», εξηγεί.

Όπως λέει η Ίγκεμποργκ, το γεγονός ότι ασχολείται με αυτά τη ζητήματα της έχει κοστίσει πολλά. Έπρεπε να ψάξουν πολύ, για να βρουν έναν νόμο «από τον μεσαίωνα», όπως τον χαρακτηρίζει, για να αρχίσει ο πόλεμος μέσω δικαστηρίων. Πρόκειται για έναν νόμο του 1991, που ψηφίστηκε την εποχή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και δεν έχει καταδικαστεί ποτέ κανείς στην Ελλάδα μέχρι σήμερα.

Πριν εξηγήσουμε τον λόγο που η Ίγκεμποργκ Μπέγκελ πρόκειται να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, αξίζει να αναφέρουμε ότι φιλοξενεί στο σπίτι της πρόσφυγες, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Ύδρα. Η Ίγκεμποργκ συνάντησε τον Φεραϊντού στο camp της Μαλακάσας τον Οκτώβριο του 2018. Βρέθηκε εκεί για ένα γύρισμα για ένα τηλεοπτικό serial για την Ολλανδική κρατική τηλεόραση με θέμα την ελληνική κρίση. Το σκυλί του Φεραϊντού, άρχισε να παίζει με το σκυλί της Ίγκεμποργκ και έτσι οι δυο τους συναντήθηκαν. Οι συνθήκες στο camp της Μαλακάσας ήταν φρικτές. Λίγο καιρό μετά, το σκυλί του Φεραϊντού και ο ίδιος ο Φεραϊντού χτυπήθηκε πολύ άσχημα. «Εκεί είπα τέρμα. Θα έρθεις σπίτι μου. Δεν ανήκεις εδώ. Ήταν 21 ετών, πολύ λεπτός. Είχε γνωρίσει μόνο βία στη ζωή του. Έφυγε με τα πόδια από το Καμπούλ στα 17. Είδα στο πρόσωπό του τον δικό μου γιο. Από τη στιγμή που τον γνώρισα είχα επαφές με τη μητέρα του και τις αδερφές του. Μετά που έπεσε το Καμπούλ, δούλεψα μέρα νύχτα με μία φίλη μου για να γλιτώσουμε τη μητέρα του και τις αδερφές του και να τις φέρουμε στην Ολλανδία. Φέτος στις 6 Απριλίου το πετύχαμε. Οι δύο γυναίκες βρίσκονται στην Ολλανδία. Σώσαμε δύο γυναίκες από τους Ταλιμπάν», εξηγεί.

«Αν καταδικαστώ θα είμαι ο πρώτος άνθρωπος στην Ελλάδα. Ο νόμος λέει ότι αφενός απαγορεύεται να διευκολύνεις την είσοδο του παράνομου μετανάστη στην Ελλάδα, κάτι που προφανώς δεν ισχύει διότι γνώρισα τον Φεραϊντού όταν ήταν ήδη τρία χρόνια στη χώρα, ότι δεν μπορείς να κρύψεις κανέναν παράνομο από τις Αρχές στο σπίτι σου, που πάλι δεν το έκανα, δεν έκρυψα ποτέ κανέναν και μάλιστα δήλωσα εξ αρχής στην υπηρεσία ασύλου ότι μένει σε εμένα και αφετέρου ότι απαγορεύεται να διευκολύνει κανείς την παραμονή του μετανάστη στη χώρα, που και πάλι δεν ευσταθεί διότι δεν είναι παράνομος. Από την ημέρα που τον συνάντησα, μέχρι και σήμερα που έχει πλέον το άσυλο, ήταν στη διαδικασία της αίτησης. Πρόκειται για προσωπική βεντέτα από μερικούς στην Ύδρα σε βάρος μου. Ο Μητσοτάκης έχει δημιουργήσει ένα κλίμα, που άνθρωποι στην Ύδρα που με μισούν 40 χρόνια τολμούν να κάνουν πράγματα που δεν τόλμησαν πριν», αναφέρει.

Η προγραμματισμένη για σήμερα δίκη της Μπέγκελ, που επρόκειτο να δικαστεί δεύτερη, ως δια μαγείας έλαβε ξαφνικά τον αριθμό 15, με αποτέλεσμα να αναβληθεί. Η αναβολή της δίκης έφερε την αναμενόμενη αναστάτωση, καθώς είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι μάρτυρες από την Ύδρα, οι οποίοι θα εμφανίζονταν με δικά τους έξοδα, ενώ ταυτόχρονα το γεγονός ότι η υπόθεση «δεν έκλεισε», έχει και δεύτερο αντίκτυπο. Η Ίγκεμποργκ Μπέγκελ, μετά την εμφάνισή της στο Μαξίμου, αντιμετώπισε τη «λύσσα» των συστημικών ΜΜΕ, βίωσε τη δολοφονία χαρακτήρα της, έζησε περιστατικά σωματικών επιθέσεων και σήμερα βρίσκεται ενώπιον της δικαιοσύνης. Η Ίγκεμποργκ, εξαιτίας των βιωμάτων της από όταν κάλυπτε δημοσιογραφικά τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία, υπέφερε από  μετατραυματικό στρες (PTSD), το οποίο μετά από τη δριμεία επίθεση που δέχτηκε στη χώρα μας ξύπνησε, με τους Ολλανδούς γιατρούς της να καταλήγουν ότι χρειάζεται εντατική αντιτραυματική θεραπεία οκτώ ημερών σε ειδικό κέντρο της Ολλανδίας, που απευθύνεται σε θύματα πολέμου και δημοσιογράφους.

«Μου είπαν ότι αν είμαι τυχερή θα δικαστώ τον Απρίλιο του 2023. Οι δικηγόροι ήταν βέβαιοι ότι θα δικαστούμε. Στο τέλος της ημέρας ήμασταν εξαντλημένοι. Δεν καταλαβαίνω γιατί οι δικηγόροι επιτρέπουν αυτή την κατάσταση στα ελληνικά δικαστήρια. Έχουν συνδικάτα, θα πρέπει να κάνουν απεργία για να τελειώσουμε με αυτό το σύστημα. Ας πάρουμε παράδειγμα από άλλες χώρες, όπου δεν υπάρχει αυτό το «περίμενε». Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι υπάρχει ακόμη το δικαστικό σύστημα του μεσαίωνα στην Ελλάδα. Το ίδιο το επάγγελμα οφείλει να το αλλάξει», αναφέρει.

Καταλήγοντας, η κ. Μπέγκελ εκφράζει την ευγνωμοσύνη της για τη στήριξη και την αγάπη που έχει λάβει τον τελευταίο καιρό: «Όταν έγινε ό,τι έγινε με το κόκκινο καπέλο, τα έβλεπα όλα μαύρα. Τώρα βλέπω ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Με έχουν αγκαλιάσει. Πρέπει να συνεχίζουμε αυτή τη μάχη. Μιλάμε για ανθρώπους. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά. Δεν πρέπει να σταματήσουμε να μαχόμαστε. Είναι άνθρωποι. All refugees’ lives matter».