Συνέντευξη στην Judith Langowski για το Political Critique
Είστε μια εθνογράφος που επί του παρόντος εργάζεστε πάνω στις μεγάλες γυναικείες οργανώσεις που υπήρχαν σε όλες τις πρώην κομμουνιστικές χώρες. Θα μπορούσαν να θεωρηθούν φεμινιστικοί αυτοί οι θεσμοί;
Εξαρτάται από το τι εννοείτε με τον όρο «φεμινιστικοί». Η Ρουμάνα φιλόσοφος Μικαέλα Μιρόου δήλωσε ότι «ο κομμουνιστικός φεμινισμός είναι μια εννοιολογική αντίφαση». Οι κρατικές σοσιαλιστικές γυναικείες οργανώσεις δεν προσπάθησαν ποτέ να στηρίξουν την αυτονομία των γυναικών, να τις κάνουν ανεξάρτητες από τις οικογένειες και τα παιδιά τους. Οι οργανώσεις αυτές ήταν εξαιρετικά υπέρ του γεννητισμού.
Παρ’ όλα αυτά, στην έρευνά σας εξακολουθείτε να επισημαίνετε τον αντίκτυπό τους στη χειραφέτηση των γυναικών παγκοσμίως. Πώς κι έτσι;
Έψαξα τον αντίκτυπό τους κατά τη διάρκεια της Δεκαετίας του ΟΗΕ για τις Γυναίκες. Η Δεκαετία συνίστατο από τρεις διασκέψεις: στην Πόλη του Μεξικού το 1975, στην Κοπεγχάγη το 1980 και στο Ναϊρόμπι το 1985. Και στις τρεις χώρες, οι γυναίκες του κρατικού σοσιαλισμού πραγματικά υπερίσχυσαν στη συζήτηση και πίεσαν για τα δικαιώματα των γυναικών στη διεθνή σκηνή. Εγώ (μαζί με άλλους ιστορικούς) υποστηρίζουμε ότι χωρίς την παρουσία τους στον ΟΗΕ, δεν θα υπήρχε η CEDAW (Επιτροπή Εξάλειψης Διακρίσεων Κατά των Γυναικών) και κανένα Διεθνές Έτος Γυναικών. Αυτές οι σοσιαλίστριες γυναίκες ήταν μια ενωμένη ομάδα, με ένα όραμα για τη δημόσια παροχή υπηρεσιών για τις γυναίκες, όπως η άδεια μητρότητας, τα νηπιαγωγεία, οι βρεφονηπιακοί σταθμοί, τα δημόσια καθαριστήρια, οι καντίνες κλπ. Ακόμα και οι φεμινίστριες στη Δύση πήραν μια μεγάλη ώθηση από αυτές.
Ποιος ήταν ο αντίκτυπος αυτών των γυναικείων οργανώσεων στις χώρες τους;
Στις περισσότερες σοσιαλιστικές χώρες οι γυναικείες οργανώσεις ήταν σε θέση να ενεργούν πιο αυτόνομα από το Κομμουνιστικό Κόμμα από ό,τι αναγνωρίζουμε συνήθως. Αν αυτές οι οργανώσεις ήταν πραγματικά ανεξάρτητες ή όχι, δεν το γνωρίζουμε. Προφανώς, πολλές από τις γυναίκες ήταν βαθειά ιδεολογικά αφοσιωμένες στον κομμουνισμό. Ωστόσο, έκαναν πολλά για τις γυναίκες. Θεωρώ αυτές τις γυναίκες ως ακτιβίστριες. Παρ’ όλα αυτά, η επιτυχία τους εξαρτιόταν από την εργασία τους με τους άνδρες και από τις καθιερωμένες τάξεις εξουσίας.
Πώς θα μπορούσαν να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους σε ένα τόσο ιεραρχημένο σύστημα όπως ο κρατικός σοσιαλισμός;
Αντιλαμβανόντουσαν πολύ καλά τη σημασία της χρήσης της αντικαπιταλιστικής ρητορικής για την προώθηση των γυναικείων ζητημάτων και χρησιμοποίησαν με στρατηγικό τρόπο τη μαρξιστική-λενινιστική γλώσσα για να επιτύχουν τους στόχους τους. Επέβαλλαν φιλικά προς την οικογένεια μέτρα με το να τα πωλούν ως ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του σοσιαλισμού. Οι γυναικείες οργανώσεις της Βουλγαρίας, για παράδειγμα, ισχυρίστηκαν ότι σε μια καπιταλιστική οικονομία δεν μπορεί να αναμένεται από τις μεμονωμένες επιχειρήσεις ότι θα πληρώσουν για άδεια μητρότητας, επειδή έτσι οι γυναίκες θα γίνουν μη ανταγωνιστικές στην αγορά εργασίας. Οι επιχειρήσεις απλά δεν θα προσλαμβάνουν γυναίκες και αυτό θα βλάψει παρά θα βοηθήσει τις γυναίκες. Έτσι, μόνο ο σοσιαλισμός μπορεί να το εγγυηθεί αυτό στις γυναίκες, επειδή το κράτος είναι ο εργοδότης.
Ποια άλλα συγκεκριμένα μέτρα πέτυχαν;
Πώς αντέδρασαν οι γυναίκες σε αυτήν την οργανωμένη από το κράτος χειραφέτηση;
Υπάρχουν διαφορές αναλόγως την περιοχή. Στις πιο γεωργικές οικονομίες, όπως η Βουλγαρία, οι γυναίκες εργάζονταν ήδη με πλήρη απασχόληση. Το κομμουνιστικό σχέδιο χειραφέτησης γι’ αυτές σήμαινε ότι θα ζούσαν σε ωραιότερα σπίτια στις πόλεις. Σε χώρες που ήταν ήδη πιο βιομηχανοποιημένες και πιο «αστικές» πριν από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως η Ουγγαρία, οι γυναίκες μπορεί να θεώρησαν το σχέδιο αυτό ως «καταναγκαστική χειραφέτηση», καθώς ο πληθυσμός ήταν επίσης λίγο πιο συντηρητικός όσον αφορά τους ρόλους των φύλων. Ορισμένες γυναίκες που συνήθιζαν να μένουν στο σπίτι, ειδικά εκείνες των ανώτερων τάξεων, πιθανότατα δεν ήθελαν να αναγκαστούν να εργαστούν. Ωστόσο, οι κοινωνιολογικές έρευνες που έγιναν σχετικά με τον σοσιαλισμό δείχνουν ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν θα επέλεγαν να μείνουν στο σπίτι, ακόμα και αν ο μισθός του συζύγου τους ήταν αρκετός για να στηρίξει την οικογένεια. Τους άρεσε να έχουν δικά τους χρήματα και ένα επάγγελμα.
Μπορούμε να μιλήσουμε για έναν «κοινό φεμινισμό» στην περιοχή που αναπτύχθηκε κάτω από ένα κοινό σοσιαλιστικό παρελθόν;
Γιατί λοιπόν οι κρατικές σοσιαλιστικές γυναικείες οργανώσεις έχουν κακή φήμη στην περιοχή σήμερα;
Σε αυτήν την περιοχή, η χειραφέτηση των γυναικών κάτω από το κρατικό σοσιαλισμό έχει πρόβλημα επειδή εξακολουθεί να συνδέεται με τις αρνητικές πτυχές της σοσιαλιστικής εποχής. Από την άλλη πλευρά, εμείς, οι δυτικές φεμινίστριες, γενικά σκεφτόμαστε τις γυναίκες σε αυτές τις οργανώσεις ως τα κορόιδα των ανδρών στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Φανταστείτε όμως τι θα άφηναν πίσω ως κληρονομιά αν αυτές γυναίκες ακτιβίστριες είχαν χαρακτηριστεί ως οι «κρυφές αντιφρονούσες» που αγωνίστηκαν για τα δικαιώματα των γυναικών ενάντια στην καθιερωμένη ανδρική εξουσία στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Γνωρίζουμε ότι υπήρχε αυτή η αντίθεση στο κόμμα: στη Βουλγαρία, η Σόνια Μπάκις, που εργάστηκε για τη γυναικεία οργάνωση και εξέδιδε για μεγάλο χρονικό διάστημα το γυναικείο περιοδικό Zhenata Dnes ((Жената Днес), ήταν στην πραγματικότητα μια αντιφρονούσα του κινήματος Ekoglasnost και εκδιώχθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Επηρεάζονται σήμερα τα κινήματα των γυναικών στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης από αυτήν την κληρονομιά;
Είμαι εντυπωσιασμένη με το πώς οι νεότερες γυναίκες στην Ανατολική Ευρώπη μαθαίνουν εκ νέου για τη σοσιαλιστική κληρονομιά των γυναικείων κινημάτων. Βλέπω πολλή ενέργεια εκεί. Δεν είναι εύκολο να είσαι μέρος τους, όχι μόνο επειδή η γυναικεία χειραφέτηση θεωρείται μέρος των σοσιαλιστικών εποχών, αλλά και επειδή αντιμετωπίζουν την κατηγορία ότι πρόκειται για ένα εισαγόμενο προϊόν από τη Δύση. Αυτό το «δυτικό εισαγόμενο προϊόν», ο φιλελεύθερος φεμινισμός, βιώνει τώρα μια έντονη αντίδραση από τα δεξιά λαϊκίστικα κινήματα.
Τι μπορούν να κάνουν οι φεμινίστριες στην Ανατολική Ευρώπη ενάντια σε αυτήν την αντίδραση;
Δεδομένης της επισφαλούς θέσης των δικαιωμάτων των γυναικών στην Ανατολική Ευρώπη αυτήν τη στιγμή, είναι σημαντικό όχι μόνο να απορρίψουμε κάθε είδους κριτικής για τον φεμινισμό ως πλεκτάνη της Δεξιάς. Πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε: γιατί συμβαίνει αυτό τώρα; Είναι πολύ εύκολο να δούμε τι συμβαίνει στην Ουγγαρία και την Πολωνία, στην αναζωπύρωση των πατριαρχικών, δεξιών δυνάμεων και να δούμε μόνο τους άνδρες ως απλούς πατριαρχικούς κόπανους που ελπίζουν ότι η δεκαετία του 1950 θα επιστρέψει με τις γυναίκες τους στην κουζίνα- ξυπόλητες και έγκυες. Πρέπει να σκεφτούμε πώς μπορούμε να συνεργαστούμε με τους ανθρώπους που έχουν οικονομικά προβλήματα και θεωρούν τον δεξιό λαϊκισμό ως τη μοναδική διαφυγή τους. Οι άνθρωποι στη Δεξιά είναι οργανωμένοι.
Για να τους πολεμήσουμε, πρέπει επίσης να απευθυνθούμε στο συναίσθημα, έχοντας ταυτόχρονα στο μυαλό μας ότι οι γυναίκες είναι εξίσου σημαντικές με τους άνδρες ως μέλη των Δεξιών συντηρητικών κινημάτων.