Στα 16 του ο Πιτσιολίνι έβγαινε φωτογραφίες χαιρετώντας ναζιστικά έξω από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου, ήταν επικεφαλής μιας γνωστής φασιστικής συμμορίας που πραγματοποιούσε επιθέσεις στους δρόμους της Αμερικής, ενώ συμμετείχε και στο πρώτο συγκρότημα νεοναζί «skinheads» των ΗΠΑ. Ο Πιτσιολίνι, όπως παραδέχεται, προωθούσε «την ίδια ιδεολογία που τώρα γίνεται δημοφιλής στην Αμερική. Παλιά αποκαλούταν εθνοσιαλιστές, μετά νεοναζί και «λευκοί ρατσιστές» (white supremacists), τώρα λέγονται «alt-right».
Σήμερα, όταν σκέφτεται ποιο ήταν το κίνητρο του πίσω από όλα αυτά, τονίζει: «Με είχαν διώξει από τέσσερα λύκεια. Όταν γνώρισα αυτήν την ομάδα ανθρώπων, που υποσχέθηκαν ότι η ζωή μου θα γινόταν καλύτερη, ότι θα γνώριζα τον παράδεισο, ότι θα είχα μια οικογένεια και σκοπό στη ζωή μου. Μου υποσχέθηκαν δύναμη όταν ένιωθα εντελώς αδύναμος.».
Στη συνέχεια ο Πιτσιολίνι εξηγεί το πώς οι φασιστικές ιδέες εξαπλώθηκαν στην κοινωνία: «Μας έλεγαν να μην κάνουμε τατουάζ, να μην ξυρίζουμε τα κεφάλια μας, μη φοράτε την μάσκα της Κου Κλουξ Κλαν, μην κρατάτε τη σημαία με τη σβάστιγκα. Φορέστε κουστούμι και γραβάτα, πηγαίνετε στο πανεπιστήμιο. Γίνετε μέλη της κοινωνίας και κάντε την ιδεολογία σας mainstream. Αυτό βλέπουμε τώρα. Βλέπουμε την κανονικοποίηση του ρατσισμού στην χώρα μας. Ρατσισμός πάντα υπήρχε. Απλά ζούσε στις σκιές»
«Να τους δείξουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα να μισούν»
Στα 19 του, ο Πιτσιολίνι απέκτησε τον πρώτο του γιο, γεγονός που του άλλαξε τη ζωή. «Κρατούσα στα χέρια μου το γιο μου και ήδη είχα αρχίσει να έχω μπερδεμένες σκέψεις για την ιδεολογία μου. Δεν μπορούσα πια να συντηρώ το μίσος». Παράλληλα, ο Πιτσιολίνι είχε ανοίξει ένα δισκοπωλείο όπου πουλούσε κυρίως μουσική που προωθούσε τον ρατσισμό και την «υπεροχή των λευκών».«Επειδή όμως ήμουν άπληστος, δεχόμουν στο μαγαζί μου πελάτες από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Σκεφτόμουν ότι θα παίρνω λεφτά και από τους εχθρούς» . Για πρώτη φορά άρχισα να συζητώ και να επικοινωνώ με αφροαμερικανούς, ομοφυλόφιλους και Εβραίους. Σταδιακά κάναμε και πιο προσωπικές συζητήσεις. Άρχισα να λαμβάνω συμπάθεια και στήριξη από ανθρώπους που δεν άξιζα να μου φέρονται έτσι. Και αυτό ήταν που με άλλαξε»
Ο Πιτσιολίνι έκλεισε το μαγαζί του και αποχώρησε από τις φασιστικές ομάδες. «Τα τελευταία 20 χρόνια, αφιέρωσα τη ζωή μου να βοηθώ άλλους ανθρώπους για να ξεφύγουν από την ιδεολογία την οποία βοήθησα να δημιουργηθεί». Έγινε συνιδρυτής της ομάδας «Ζωή μετά το μίσος» (Life after Hate), δημιουργώντας ένα δίκτυο 75 πρώην εξτρεμιστών, που βοηθάει ανθρώπους που εκφράζουν ανάλογες αμφιβολίες να αποχωρούν από ομάδες νεοναζί και μάχεται τον ρατσισμό, τη ρητορική μίσους και τον εξτρεμισμό ακροδεξιών οργανώσεων. Έγραψε ένα βιβλίο, για τις αναμνήσεις του ως skinhead, και έχει εμφανιστεί σε πλειάδα αντιρατσιστικών εκδηλώσεων, εκπομπών στην αμερικανική τηλεόραση και πρωτοβουλιών κατά του ρατσισμού. Ο Πιτσιολίνι πλέον είναι ένα σύμβολο της άποψης ότι «όλοι μπορούν να αλλάξουν». «Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσουμε αυτούς που συνεχίζουν να μισούν είναι να τους δείξουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα να μισούν, αλλά ότι υπάρχουν πολλά να αγαπήσουν», τονίζει ο αντιρατσιστής πλέον Πιτσιολίνι.