του Μηνά Κωνσταντίνου

«Η προσφιλής τακτική του είναι να αποκτά τον έλεγχο ενός ποσοστού της τάξεως του 10% και στη συνέχεια να προκαλεί εξελίξεις» γράφει το Βήμα τον Μάρτιο του 2008, στο άρθρο «Ποιος είναι ο κύριος Marfin», με το οποίο ο Δημοσιογραφικός Όμιλος Λαμπράκη «συστήνει» τον επιχειρηματία στο αναγνωστικό κοινό. Τακτική που θυμίζει την είσοδό του στον ΠΑΟ, με όχημα το μόλις 1,5% που κατείχε ως επικεφαλής της Παναθηναϊκής Ενωτικής Κίνησης (ΠΕΚ). Τότε που, επιβεβαιώνοντας την Μπερλουσκονική μεγαλομανία που του απέδιδαν οι επιχειρηματικοί κύκλοι, κατάφερε να ανατρέψει το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ομάδας κάνοντας «αντιπολίτευση» στην οικογένεια Βαρδινογιάννη.
 

Ο Παναθηναϊκός έδωσε φτερά στον ξιφομάχο
 

Με αυτόν τον τρόπο, ο Βγενόπουλος αποκόμισε από μία από τις πιο δημοφιλείς ποδοσφαιρικές ομάδες της χώρας, ό, τι άλλοι επιχειρηματίες έχουν πληρώσει αδρά για να εξασφαλίσουν. Το πρόσωπό του, εύκολα και χωρίς ιδιαίτερο κόστος (με μόλις 2 εκατ. ευρώ την εποχή της πολυμετοχικότητας, λίγο πριν την «αποχώρησή» του από το ποδόσφαιρο στις αρχές του 2011), μπήκε στο κάδρο δίπλα σε εκείνο του τότε προέδρου του Παναθηναϊκού. Παρομοίως, μπήκε στα πρωτοσέλιδα αθλητικών και πολιτικών εφημερίδων, περιοδικών και των υπολοίπων ΜΜΕ, δίπλα στου Κόκκαλη, του Μπόμπολα, του Μελισσανίδη, των Γιαννακόπουλων και άλλων μεγαλοπαραγόντων του πρωταθλητισμού της χώρας με σημαντική επιχειρηματική, και όχι μόνο, δραστηριότητα. 
 
Παρότι η εντυπωσιακή επιχειρηματική ανέλιξή του ήταν αξιοθαύμαστη στους επιχειρηματικούς κύκλους, από τα πρώτα του βήματα στην ναυτιλιακή Thenamaris ως διευθυντής ανθρωπίνου δυναμικού και το δικηγορικό γραφείο «Βγενόπουλος και Συνεργάτες» στον Πειραιά (με ειδίκευση στους εφοπλιστικούς «γάμους») έως την εμπλοκή του στην εξαγορά και μεταπώληση της Ολυμπιακής Αεροπορίας ή του ΟΤΕ, ποτέ πριν την ανάμειξη του με τα του Παναθηναϊκού δεν είχε καταφέρει να συγκεντρώσει τόσο μεγάλη αναγνωρισιμότητα στο ευρύ κοινό. 
 
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα του Βήματος, το όνομά «Βγενόπουλος» ακούστηκε για πρώτη φορά στο Ελληνικό Χρηματιστήριο τον Μάιο του 1997, όταν με την υπόθεση Παυλίδης ξεκίνησε να χτίζει το μύθο του. «Με το πέρασμα του χρόνου το όνομα ισχυροποιήθηκε, όπως ισχυροποιήθηκε και το όνομα της μικρής εταιρείας offshore, που ονομαζόταν Marfin (Maritime Financial ή Ναυτιλιακά Χρηματοοικονομικά)» αναφέρει η εφημερίδα.
 
Μάλιστα, στο κραχ του 1999 που ακολούθησε, σημειώνεται πως ο επιχειρηματίας ήταν εξαιρετικά δραστήριος δημιουργώντας εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, χωρίς ωστόσο «να του βγει». Δυο χρόνια αργότερα, εξαγοράζει μία μικρή θυγατρική επενδυτική τράπεζα της Πειραιώς. Η Piraieus Prime Bank, στα χέρια του μετονομάζεται σε Marfin Bank.
 

Οι καλοί φίλοι κάνουν τους καλούς λογαριασμούς
 

Παρότι ξιφομάχος, το μεγάλο άλμα το έκανε το 2007, όταν εξασφάλισε την, τεράστια για τα ελληνικά δεδομένα, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) στην τράπεζα. Κύριοι χρηματοδότες των 5,2 δισ. ευρώ της ΑΜΚ, σύμφωνα με τον τύπο της εποχής, οι εφοπλιστές Αγγελική Φράγκου και Θεόδωρος Βενιάμης. Λίγους μήνες νωρίτερα, είχε καταφέρει να προσελκύσει σημαντικά αραβικά κεφάλαια από το Ντουμπάι για την Marfin Financial Group (MFG), που του έδωσαν τη δυνατότητα να εξαγοράσει τις τράπεζες Εγνατία και Λαϊκή και να δημιουργήσει τη Marfin Egnatia Bank (MIG).
 
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Έθνους «Εκρηκτικό MIGμα» το 2008, ο επιχειρηματίας φιλοδοξούσε να γίνει «Κυρίαρχος του παιχνιδιού στους δέκα σημαντικότερους τομείς της οικονομίας». Στο ίδιο δημοσίευμα, εκθειάζεται ως σημαντικό του πλεονέκτημα η δυνατότητά του «να πείθει ανθρώπους με μεγάλα κεφάλαια να τον εμπιστευτούν, και όχι τόσο οι διοικητικές του ικανότητες».
 
Από τον Ιούνιο του 2008 έως τον Ιούλιο του 2016, ο Ανδρέας Βγενόπουλος διετέλεσε εκτελεστικός πρόεδρος της Marfin Investment Group (MIG). Ενός ομίλου του οποίου τα κεφάλαια, στο τέλος του 2015, κατείχαν σημαντικές επιχειρήσεις στους τομείς των τροφίμων (Vivartia- Δέλτα Α.Ε.,Μπαρμπα-Στάθης & Goody's – Everest), της Υγείας (νοσοκομείο Υγεία, μαιευτήρια Μητέρα και Λητώ), της ναυτιλίας (SuperFast Ferries και τα Blue Star Ferries), των ξενοδοχειακών υπηρεσιών (Hilton Κύπρου), καθώς και στον τομέα της πληροφορικής (Singular Logic), με την εταιρεία που κρατά το μονοπώλιο επί 34 συναπτά έτη στη διενέργεια των εκλογών.
 

«Βγενόπουλος και συνεργάτες» στο εδώλιο του κατηγορούμενου
 

Τον Μάιο του 2010, κατά την ψήφιση του πρώτου μνημονίου, το κατάστημα της Marfin Bank στην οδό Σταδίου θα γίνει ο τάφος για τρεις εργαζόμενους και ένα αγέννητο παιδί με υπαιτιότητα της τράπεζας. «Ο θάνατος των υπαλλήλων της Marfin θα είχε αποφευχθεί εάν δεν είχε τεράστια προβλήματα ασφαλείας το συγκεκριμένο κατάστημα της οδού Σταδίου» αποφαίνεται το δικαστήριο, που έχει επιδικάσει στην οικογένεια του ενός από τους νεκρούς αποζημίωση 1.100.000 ευρώ περίπου, τα οποία η τράπεζα δεν έχει ακόμη καταβάλει.
 
Το επόμενο διάστημα, ο επιχειρηματίας χάθηκε για λίγο από τα ελλαδικά φώτα δημοσιότητας ρίχνοντας το βάρος στην Κύπρο. Η δραστηριότητα του εκεί τον φέρνει ξανά στο επίκεντρο της δημοσιότητας, για άλλους λόγους αυτή τη φορά. 
 
Η επιχειρηματική του δραστηριότητα σημάδεψε, όπως αναφέρεται στον Τύπο, την Κύπρο με την κατάρρευση της Λαϊκής Τράπεζας, ενώ σύντομα απέκτησε προβλήματα και με την ελληνική Δικαιοσύνη, όπως επίσης και αρκετοί συνεργάτες του. Χαρακτηριστικό της τακτικής του, το γεγονός πως δεν δίστασε να στραφεί κατά της προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασιλικής Θάνου, την οποία κατηγόρησε για δωροληψία δικαστικού λειτουργού, απόπειρα εκβίασης και παράβασης καθήκοντος.
 
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο πως στο περιθώριο της εμπλοκής του ομίλου του με την μεταπώληση του ΟΤΕ στην Deutsche Telecom, που κατά δήλωσή του «μόνη κερδισμένη από την πώληση ΟΤΕ είναι η MIG», απάντησε με αγωγές εκατομμυρίων στην κριτική που του άσκησε ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αλέξης Τσίπρας.  

Οι κωλυσιεργίες και οι μεθοδεύσεις στην υπόθεση του δανείου των 200 εκατ. ευρώ από την τράπεζά του, έφεραν αρχικά την πειθαρχική δίωξη της εισαγγελέως Εφετών Γεωργία Τσατάνη, που έπεσε θύμα τρομοκρατικής επίθεσης πριν λίγους μήνες. Ακολούθως, αφού η υπόθεση βγήκε από το αρχείο, ήρθε και η ποινική δίωξη του Βγενόπουλου και δεκατεσσάρων συνεργατών του. 
 
Μάλιστα, όπως αναφέρεται, το επίμαχο ακάλυπτο δάνειο φέρεται να έλαβε από την τράπεζα Marfin ο όμιλος της γνώριμής του εφοπλίστριας, Αγγελικής Φράγκου, για να αγοράσει με τη σειρά της από την επενδυτική εταιρεία μετοχές του ομίλου MIG και της MRB. Παράλληλα, ο ίδιος και συνεργάτες του κατηγορούνται στην Κύπρο για δωροδοκία του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, Χριστόδουλου Χριστοδούλου, με ένα εκατ. ευρώ.
 
Αξίζει να σημειωθεί πως μόλις τρεις ημέρες πριν το θάνατό του, δύο αναφορές του εισαγγελέα Εφετών, που είχε καταγγείλει προσπάθεια παρεμβάσεων στο έργο του, ανασύρονται από το αρχείο για να εξεταστούν.
 

Ανδρέας «ο Μέγας»
 

«Ποτέ στη ζωή μου δεν φοβήθηκα να ρισκάρω. Όμως προσπαθούσα να κάνω τους σωστούς υπολογισμούς, και να γνωρίζω εκ των προτέρων τις επιλογές που θα είχα, σε περίπτωση που κάτι θα πήγαινε στραβά. Αυτό ήταν πάντα το κλειδί της επιτυχίας μου στον χώρο των επιχειρήσεων», είχε δηλώσει μιλώντας στο αγγλικό περιοδικό «Ιnsitutional Ιnvestor», σε μια συνέντευξη-πορτρέτο, με τον τίτλο «Αndreas the great».
 
Η μοίρα τα έφερε έτσι που, από το προηγούμενο Σάββατο, ο Ανδρέας Βγενόπουλος δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή για να αποδείξει με ποιον τρόπο θα αντιμετώπιζε τις δικαστικές αρχές, που τους τελευταίους μήνες στένευαν ολοένα και περισσότερο τον κλοιό γύρω από τον ίδιο και τους συνεργάτες του. 
 
Στη διάρκεια της ζωής του, επιχειρηματικά, δεν έμεινε ποτέ μόνος. Αντίθετα, στο πλευρό του είχε αρκετούς συνεργάτες του, με κάποιους από αυτούς να τον ακολουθούν για πολλά χρόνια, έως και τις περιπέτειές του με την Δικαιοσύνη.

Μετά την ανακοίνωση των κυπριακών δικαστικών αρχών  πως θα συνεχιστούν οι έρευνες για την υπόθεση Βγενόπουλου, η υποχρέωση της ελληνικής Δικαιοσύνης να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο είναι δεδομένη. Μένει να φανεί εάν είναι το ίδιο δεδομένη η ικανότητα των συνεργατών του να εξασφαλίσουν το «κλειδί της επιτυχίας» που μέχρι πρότινος κρατούσε ο τιμονιέρης τους.