του Γιάννου Γιαννόπουλου
μέλους της Αναμέτρησης – οργάνωσης για μια νέα κομμουνιστική αριστερά
- Το μεγάλο πολιτικό στόχο που έχουν πάντα στο μυαλό τους οι κυρίαρχοι στην Ελλάδα μετά την περίοδο 2010-2015, να θάβεται οποιαδήποτε συζήτηση για εναλλακτική πορεία (για τις εργαζόμενες τάξεις) στη χώρα με λαϊκίστικα επιχειρήματα τρομολαγνίας και καταστροφολογίας.
- Να χτυπήσει την “παράσταση κυβέρνησης” του ΣΥΡΙΖΑ που συμπεριλαμβάνει το ΜέΡΑ25 σε σενάρια μετεκλογικών συνεργασιών. Είτε με το να πει ο ΣΥΡΙΖΑ “καλά θα δούμε μετά”, οπότε η ΝΔ να απαντάει “θα φέρετε το χάος με το Βαρουφάκη”. Είτε με το να πει ότι “καλά δεν συνεργαζόμαστε με τέτοιους” οπότε η ΝΔ να απαντάει ότι “δεν σας βγαίνουν τα κουκιά και δεν μπορείτε να κυβερνήσετε”.
Ήδη, όσον αφορά το 2ο σκέλος διάφορα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνουν και λένε ότι ο Βαρουφάκης τορπιλίζει την “προοδευτική διακυβέρνηση”, και ο Τσίπρας καταλόγισε στον Βαρουφάκη ότι έχει εμμονές. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χάνει ευκαιρία να δώσει διαπιστευτήρια ότι δεν πρόκειται να κάνει οτιδήποτε θα ταρακουνούσε έστω και λίγο το σύστημα.
Βέβαια είναι λίγο θέμα και του Βαρουφάκη (και του ΜέΡΑ25) ότι με την αφήγηση “θα συζητούσα αν έρχονταν πριν τις εκλογές, μετά τις εκλογές δεν συζητάω”, και των αντιφατικών τοποθετήσεων για το ζήτημα, είχε επιτρέψει να θεωρείται πιθανό σενάριο μια τέτοια συνεργασία.
Να διαχωρίζουμε τα επίπεδα
Έχει μια σημασία η Αριστερά να καταλαβαίνει το διαχωρισμό των επιπέδων μεταξύ της επιχειρηματολογίας απέναντι στους πολιτικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης, και μεταξύ των διαφορών της “αντικυρίαρχης πλευράς”, στην οποία συγκαταλέγεται και το ΜέΡΑ25.
Η επίθεση της ΝΔ ότι “θα κλείσουν οι τράπεζες, τι θα γίνουν οι καταθέσεις, θα έρθει καταστροφή κλπ” εξυπηρετεί το μεγάλο στόχο του αστικού συνασπισμού εξουσίας (νούμερο 1 παραπάνω), και πρέπει να απαντιέται συνολικά.
Υπάρχει πλέον η εμπειρία του 2015, με το κλείσιμο των τραπεζών για μια βδομάδα και τα capital controls (γιατί σε αυτά αναφέρεται η ΝΔ). Ο κόσμος δεν πείνασε επειδή είχαμε capital controls ούτε επειδή έκλεισαν οι τράπεζες για μια βδομάδα και δεν μπορούσες να πάρεις πάνω από 60 ευρώ τη μέρα από το ΑΤΜ. Το ερώτημα για το ποιος έκλεισε τις τράπεζες είναι δεύτερου επιπέδου, αφού η ΕΚΤ έκοψε τη ρευστότητα, και η ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε τότε να τις κλείσει, αλλά θα πούμε παρακάτω για αυτό.
Αντίθετα με τη συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών:
- Διαλύθηκε το σύστημα υγείας της χώρας και συνεχίζει να διαλύεται και σήμερα. Γιατροί παραιτούνται, περιφερειακά νοσοκομεία διαλύονται, ήμασταν πρώτοι σε εκτός covid νεκρούς από τη συνολικότερη κατάρρευση αυτά τα χρόνια κοκ.
- Παραμένουν διαλυμένες οι εργασιακές σχέσεις, ο κόσμος εργάζεται περισσότερες ώρες, σε χειρότερες δουλειές, για να βγάζει πολύ λιγότερα
- Μας λέγανε ότι θα έρθει η παραγωγική αναδιάρθρωση και θα αλλάξουμε μοντέλο και η τουριστική γάγγραινα εξαπλώνεται σε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής πιο γρήγορα από ποτέ (περιβάλλον, στέγη, εργασιακές σχέσεις, πολιτισμός (κλείνουν σινεμά για να γίνουν ξενοδοχεία))
- Οι νέοι/ες πιστεύουν ότι δεν θα πάρουν σύνταξη ποτέ
- Οι υποδομές καταρρέουν (τα μη κερδοφόρα τμήματά τους) και ιδιωτικοποιούνται (τα κερδοφόρα) με αποτελέσματα σαν αυτά που είδαμε στα Τέμπη.
- Το νερό βρέθηκε στο ΤΑΙΠΕΔ
- Έχουμε χρηματιστήριο ενέργειας και πληρώνουμε το ρεύμα πανάκριβο ενώ οι ιδιωτικές επιχειρήσεις του κλάδου θησαύρισαν.
Αυτού του τύπου πρέπει να είναι η απάντηση των δυνάμεων της Αριστεράς τόσο απέναντι στη ΝΔ όσο και απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ που είναι σε γραμμή “πού τις θυμηθήκατε τώρα αυτές τις τρέλες”, αφού πρώτα έχει υλοποιήσει τα μισά από τα παραπάνω ως κυβέρνηση.
Να μην ασκείται επομένως αριστερή κριτική στη “Δήμητρα”;
Από την άλλη πλευρά, η κριτική σε προτάσεις μεταξύ δυνάμεων της αντικυρίαρχης πλευράς όχι μόνο επιτρέπονται, αλλά απαιτούνται. Η κριτική στη “Δήμητρα” είναι λοιπόν αναγκαία και απαραίτητη, αν θέλουμε να υπάρξει ποτέ σοβαρό μεταβατικό πρόγραμμα, δηλαδή ένα πρόγραμμα που να ξεκινάει από την σημερινή κατάσταση και να προτείνει ριζοσπαστικές αλλαγές που θα οδηγούν στη βελτίωση των όρων ζωής όσων ζουν από τη δουλειά τους, αλλά την ίδια στιγμή θα “κοιτάζουν” προς τον συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας (της παραγωγής, του τρόπου ζωής κλπ). Ένα τέτοιο πρόγραμμα περνάει και μέσα από τη ρήξη με την ευρωζώνη.
Συνηθίζεται σε αυτές τις συζητήσεις να συμμετέχουν κυρίως οικονομολόγοι. Όμως και τα οικονομικά ζητήματα είναι πρωτίστως πολιτικά. Έτσι, νομίζω, ότι έχει σημασία να επιχειρούνται κριτικές και από μη οικονομολόγους -όπως ο γράφων- έχοντας την επίγνωση ότι σε ορισμένα πράγματα μπορεί να ειπωθούν σοβαρές ανακρίβειες.
Εκτιμώ ότι υπάρχει ένα κεντρικό πρόβλημα με το “Δήμητρα”: Χρησιμοποιείται ως ιδέα παράκαμψης του ερωτήματος του ότι σε μία ρηξιακή πολιτική πρέπει οι τράπεζες να γίνουν δημόσιες και να υπάρχει πολιτικός έλεγχος της Τράπεζας της Ελλάδος. Μπορεί δηλαδή ως συμπληρωματικό σύστημα να είχε να προσφέρει κάποια πράγματα. Δεν παρουσιάζεται όμως ως συμπληρωματικό, είναι η κεντρική τομή που προτείνει στις 7+1 τομές του το ΜέΡΑ25 για το τραπεζικό σύστημα (πέραν του κομματιού για τα δάνεια και ενδεχομένως του ΤΑΙΠΕΔ). Η ρήξη όμως δεν μπορεί να γίνει με “παράκαμψη”. Τα σημεία της παρακάτω κριτικής βασίζονται α) στην παρουσίαση του σχεδίου στη σελίδα του ΜέΡΑ25, β) στο πρόσφατο διευκρινιστικό σημείωμα που εξέδωσε το ΜέΡΑ25, γ) στην αναλυτική παρουσίαση του Γ. Βαρουφάκη
Τι είναι και τι δεν είναι το σύστημα“Δήμητρα”
- Με βάση το πρόγραμμα του ΜέΡΑ25, το “Δήμητρα” είναι παράλληλο σύστημα πληρωμών, δεν είναι τράπεζα. Στο αρχικό σχέδιο το ΜέΡΑ25 μιλάει για Μεταβιβάσιμες Ψηφιακές Δημοσιονομικές Μονάδες (ΜΨΔΜ). Αυτές, λέει το ΜέΡΑ25, δεν είναι νόμισμα, αλλά τίτλοι του δημοσίου που μπορούν να αποπληρώνουν φορολογικές υποχρεώσεις. Ενώ -όπως αναφέρει στο πρόσφατο σημείωμα- οι συναλλαγές αυτές θα γίνονται σε ευρώ, καθίσταται σαφές από την αναλυτική παρουσίαση του Γ. Βαρουφάκη, ότι οι ΔΨΔΜ είναι μη μετατρέψιμες σε ευρώ. Δηλαδή όσα ποσά “μπαίνουν” στη “Δήμητρα” από ιδιώτες, δεν μπορούν να “βγουν’”, μόνο να χρησιμοποιηθούν σε συναλλαγές (μεταξύ ιδιωτών και προς το κράτος) εντός του συστήματος. Με βάση αυτό, όμως, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως γενικό ισοδύναμο (ή legal tender που θα έλεγαν οι οικονομολόγοι), και όσο υπάρχει έλεγχος από την ΤτΕ και το ευρωσύστημα και τις ιδιωτικές τράπεζες, προκύπτουν τα προβλήματα που θα δούμε παρακάτω.
Μπορεί το “Δήμητρα” να προσελκύσει συμμετέχοντες;
Με δεδομένο ότι το σύστημα δεν είναι υποχρεωτικό, και με το μειονέκτημα ότι οι ΔΨΔΜ δεν μπορούν να μετατραπούν σε ευρώ εκτός του “Δήμητρα”, χρειάζεται να υπάρξουν λόγοι προσέλκυσης καταθέσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων στο σύστημα:
- Υποτίθεται ότι βασικό πλεονέκτημα του συστήματος είναι των δωρεάν συναλλαγών μεταξύ ιδιωτών (σε διαφορετικές τράπεζες). Αυτό προφανώς δεν είναι κάποια φοβερή ριζοσπαστική πρόταση, αφού αυτή η παροχή υπάρχει και από το iris για συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών μέχρι 500 ευρώ. Οι μεγάλες επιχειρήσεις παρακάμπτουν το πρόβλημα διατηρώντας λογαριασμούς σε περισσότερες συστημικές τράπεζες.
- Ένα σοβαρό επιχείρημα είναι η πρόβλεψη πως θα επιτρέπει την πληρωμή λογαριασμών χωρίς το χαράτσι των τραπεζών. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αλλά γιατί να μην επιβληθεί αυτό σε δημόσιες τράπεζες ή και στις ιδιωτικές τράπεζες, αντί να θεωρούμε ότι θα τους “επιβληθεί” μέσα από τον ανταγωνισμό με το “Δήμητρα”; Έχει σημασία να σημειωθεί πως ούτε οι ιδιωτικές τράπεζες εφάρμοζαν πάντα τέτοια χαράτσια, πχ μέχρι πριν 2-3 χρόνια στην Εθνική δεν είχε χρέωση για να πληρώσεις ΕΦΚΑ. Αυτή την αντίφαση δείχνει και το ίδιο το “πρόγραμμα 100 ημερών” του ΜέΡΑ25, που προβλέπει «Απαγόρευση στις τράπεζες να μας χρεώνουν για ηλεκτρονικές συναλλαγές», ξεχωριστά από το Δήμητρα. Επομένως το να τελειώνουμε με τα χαράτσια των τραπεζών, δεν περνάει από τον “ανταγωνισμό” αλλά από την πολιτική επιβολή. Επιπλέον, η πληρωμή λογαριασμών αφορά σε μεγάλο βαθμό την πληρωμή σε πολύ μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις για βασικές ανάγκες (ενέργειας, τηλεφωνίας κλπ). Με το δεδομένο ότι η συμμετοχή στο σύστημα είναι προαιρετική, πώς θα πειστούν να συμμετέχουν ιδιωτικές επιχειρήσεις που είναι και κολοσσοί και “ολιγάρχες” και να δεχτούν για πληρωμή ΔΨΔΜ και όχι ευρώ; Ο Γ. Βαρουφάκης αναφέρει ότι είναι όπως τα market pass του Πιερρακάκη. Όμως τα market pass εισπράττονται στη συνέχεια σε ευρώ από τα super-market, και επιπλέον τα sm είναι νομικά υποχρεωμένα να τα δεχτούν…
- Περνάμε τώρα στο πιο κεντρικό “πλεονέκτημα” που αναφέρεται: Το “Δήμητρα” θα είναι ανταγωνιστικό προς τις ιδιωτικές τράπεζες γιατί θα έχει υψηλότερο επιτόκιο από αυτό που δίνουν οι ιδιωτικές. Αυτό το επιτόκιο θα δίνεται όμως μέσω φοροαπαλλαγών. Υπάρχουν σε αυτό 2 πολύ σοβαρά προβλήματα σε αυτό το σκεπτικό, και 1 λιγότερο σοβαρό:
1) Σήμερα στο φορολογικό σύστημα υπάρχει έλεγχος από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), η οποία ελέγχεται πολιτικά από την τρόικα. Δεν μπορεί κανείς να πει εγώ έχω εφορία 1000 ευρώ και θα δώσω στην εφορία 800 ευρώ και 200 μονάδες ΜΨΔΜ από τόκους στη “Δήμητρα” (αν ήταν 1-1 η αναλογία) γιατί θα ερχόταν ΑΑΔΕ (και ενδεχομένως και η ΤτΕ που ελέγχει όλες τις συναλλαγές) και θα σου έλεγε “τι 200 ΜΨΔΜ, χρωστάς 200 ευρώ ακόμα στην εφορία, αλλιώς να τα βάλει το κράτος”.
2) Αν τα βάλει το κράτος πρόκειται για φοροαπαλλαγή ή ενίσχυση δεν πρόκειται για κάποια καινοτομία (είναι λίγο σαν αυτά του Πιερρακάκη σε άλλη βάση, όπως λέει μόνος του ο Βαρουφάκης). Αν το κράτος δίνει όμως φοροαπαλλαγές επειδή επιλέγεις τον έναν δρόμο τραπεζικών συναλλαγών (“Δήμητρα”) έναντι της άλλης (τράπεζες), θεωρείται “αθέμιτος ανταγωνισμός”, έρχεται όλο το ευρωενωσιακό πλαίσιο, Τράπεζα της Ελλάδος κλπ και στην κλείνουν τη “Δήμητρα” την άλλη μέρα.
3) Έλασσον με δεδομένα τα παραπάνω, αλλά οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, εφόσον δεν έχουν άλλα εισοδήματα, και δεν έχουν πχ αυτοκίνητο για να πληρώνουν τέλη κυκλοφορίας, δεν έχουν φορολογικές υποχρεώσεις που να καθίστανται ληξιπρόθεσμες, αφού ο φόρος παρακρατείται αυτόματα με την καταβολή του μισθού/σύνταξης. Άμα έχουν κανα σπίτι έχουν ΕΝΦΙΑ, αλλά ο ΕΝΦΙΑ πρέπει να καταργηθεί. Ο μόνος άλλος τρόπος να αξιοποιήσουν τις ΔΨΔΜ τους είναι στις συναλλαγές με επιχειρήσεις, αλλά αυτό προϋποθέτει οι επιχειρήσεις να έχουν αποδεχτεί εθελοντικά να συναλλάσονται μέσω του συστήματος.
Για να μην σου επιβάλλουν τα παραπάνω (1-2) η ΑΑΔΕ, ΤτΕ και η ευρωζώνη πρέπει να έχεις πάρει τον πολιτικό έλεγχο της ΤτΕ οπότε πάμε στα επόμενα.
Το “Δήμητρα” ως απάντηση στην εμπειρία της σύγκρουσης του 2015
Είναι αντικειμενικό ότι η πρόταση επιχειρεί να απαντήσει στην εμπειρία του 2015. Πέραν του τρόπου με τον οποίο ανοίγει το ζήτημα η ΝΔ, το θέμα είχε συζητηθεί στην αναλυτική παρουσίαση του Γ. Βαρουφάκη, που είχε γίνει πριν αρκετούς μήνες, χωρίς την πίεση των ΜΜΕ. Καλά κάνει ο Γ. Βαρουφάκης και επιχειρεί να απαντήσει στην ασφυξία που επιβλήθηκε το καλοκαίρι του 2015, δεν μπορεί διαφορετικά να υπάρξει πειστική εναλλακτική. Η ένσταση είναι στο ότι δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να το κάνει, ακριβώς επειδή επιχειρεί να “παρακάμψει” τη ρήξη:
- Παρότι αναφέρεται εμμέσως στο σημείο 18 του διευκρινιστικού σημειώματος του ΜέΡΑ25, το “Δήμητρα” δεν είναι απάντηση. Το 2015, με κλειστές τράπεζες, γίνονταν κανονικά ψηφιακές συναλλαγές μεταξύ τραπεζών και αγορές εντός χώρας χωρίς κανέναν περιορισμό. Ο περιορισμός υπήρχε στις συναλλαγές με το εξωτερικό, και στις αναλήψεις μετρητών. Το πρόβλημα προκύπτει εάν ο κόσμος επιχειρεί να κάνει αναλήψεις, και δεν μπορεί, με αποτέλεσμα και οι τραπεζικοί λογαριασμοί να μην μπορούν να μετατραπούν σε ρευστό. Το “Δήμητρα” είναι αντικειμενικό ότι δεν μπορεί να απαντήσει σε αυτή τη διαδικασία, αφού οι ΔΨΔΜ έτσι κι αλλιώς -από “κατασκευής”- δεν μετατρέπονται σε ρευστό, ενώ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σε συναλλαγές εκτός χώρας. Αν η ΕΚΤ κλείσει πάλι τη ρευστότητα, είδαμε πώς απαντάμε το 2015 ως πρώτο βήμα (capital controls κλπ). Το ερώτημα είναι τι κάνεις στα επόμενα βήματα. Η “Δήμητρα” δεν προσθέτει κάτι ως επιπλέον ψηφιακό σύστημα πληρωμών σε αυτή την απάντηση.
- Στο σημείο 15 του διευκρινιστικού σημειώματος, υποστιρίζεται πως το “Δήμητρα” θα υπερβαίνει τη δημοσιονομική ασφυξία γιατί θα μπορεί να πιστώνει απευθείας στους λογαριασμούς του “Δήμητρα” (ΛΔΠ) επιδόματα. Η δημοσιονομική ασφυξία σήμερα όμως δεν έχει να κάνει όμως με τον δίαυλο κατάθεσης των χρημάτων, και στους σημερινούς τραπεζικούς λογαριασμούς κατατίθενται επιδόματα κλπ. Η εκτίμηση ότι αυτό θα υπάρξει “χώρος” επειδή θα υπάρχει έμμεσος “δανεισμός” από τους πολίτες, δημιουργεί το ερώτημα από ποια πηγή εσόδων θα καλυφθούν τα έμμεσα επιτόκια των φοροαπαλλαγών. Δεν γίνεται να κάνεις πολιτική μονίμως δανειζόμενος, είτε από τις “αγορές” είτε από τους πολίτες, χρειάζεται να πάρεις από κάποιους για να δώσεις σε άλλους: Να μειώσεις -ή να εξαφανίσεις σε κάποιους τομείς- τα κέρδη στην παραγωγική διαδικασία, και να φορολογήσεις το συσσωρευμένο πλούτο. Η δημοσιονομική πολιτική δεν γίνεται να μην περιλαμβάνει την ταξική σύγκρουση· και σήμερα την περιλαμβάνει άλλωστε, αλλά προς την ανάποδη κατεύθυνση.
- Η όλη συλλογιστική δυστυχώς “κουμπώνει” με τον πυρήνα της σκέψης του Γ. Βαρουφάκη στο πώς γίνεται η πολιτική. Στην παρουσίασή του, στο 6.03, αναφέρει: «Αν είχαμε το να φύγουμε από το ευρώ ως πρόταγμα, δεν θα κερδίζαμε.»
- Δεν θα λέμε δηλαδή ότι θέλουμε και ρήξη με την ευρωζώνη (μόνο με την ολιγαρχία), αλλά άμα προκύψει ρήξη, θα έχουμε ένα εργαλείο που από μόνο του δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα, αλλά θα δούμε τότε. Αυτό δεν είναι όμως σοβαρή πολιτική πρόταση. Το να πας σε ρήξη χωρίς να έχεις προετοιμάσει πολιτικά και οργανωτικά τον κόσμο σε αυτή την κατεύθυνση, δεν γίνεται. Ο ίδιος ο Γ. Βαρουφάκης στο 31.12 της παρουσίασης λέει ότι θα πάνε να μας πετάξουν έξω, οπότε φτάνουμε στο ίδιο ερώτημα: Γιατί να μην φτιάχνεις στρατηγική για τη ρήξη με την ευρωζώνη (δημόσιες τράπεζες, χρέος κλπ), αφού ξέρουμε ότι θα πάνε να μας πετάξουν έξω; Από εκείνο το σημείο και μετά ο Γ. Βαρουφάκης περιγράφει βήματα για την ενδεχόμενη ρήξη με την ευρωζώνη (εθνικοποίηση τραπεζών, χρεωκοπία ΤτΕ, κατάσχεση του χρυσού της ΤτΕ, τεχνική αξιοποίηση του συστήματος εκτύπωσης των λαχείων κλπ). Αυτά είναι όντως χρήσιμα· δεν είναι όμως στο πρόγραμμα του ΜέΡΑ25…
- Είναι μάλλον άκυρη η βασική παραδοχή του Γ. Βαρουφάκη ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015 (ή γενικότερα η Αριστερά από το 2012 ή και στο μέλλον) είχε πρόταση ρήξης με την ευρωζώνη, είναι σίγουρο ότι δεν θα κέρδιζε. Τα μαζικά κινήματα στο παρελθόν έχουν καταφέρει πολύ μεγαλύτερα πράγματα. Αλλά εάν δεν έχεις εμπιστοσύνη στους μαζικούς αγώνες -και μάλιστα όχι απλώς την παρουσία στο δρόμο αλλά την οργάνωση στα σωματεία, τις γειτονιές κλπ- ψάχνεις λύσεις που να φαίνονται κάπως ανώδυνες, και προσπαθούν να πείσουν πως γίνεται όλα να απαντηθούν με έξυπνες τεχνικές λύσεις, την ψήφο, και μία γενική λαϊκή υποστήριξη. Δυστυχώς.
Και οι τράπεζες;
Ακριβώς λόγω της λογικής της παράκαμψης, υπάρχουν και άλλα σημεία στο πρόγραμμα του ΜέΡΑ25 τα λείπουν από μία ρηξιακή πρόταση:
- Η μόνη αναφορά στο πρόγραμμα του ΜέΡΑ25 για δημόσια (?) τράπεζα είναι η αναφορά ότι θα γίνει το ΤΑΙΠΕΔ αναπτυξιακή τράπεζα. Πώς θα γίνει αυτό δεν το καταλαβαίνουμε ακριβώς, ούτε και γιατί να γίνει το ΤΑΙΠΕΔ τράπεζα. Θα σημαίνει κάτι τέτοιο ότι θα έχει ως εχέγγυο κομμάτι των δημόσιων αγαθών; Και άρα αν ζοριστούν τα διαθέσιμα αυτής της τράπεζας μπορεί να γίνει εκποίηση κάποιων υποδομών που σήμερα είναι στο ΤΑΙΠΕΔ για να καλυφθούν οι ανάγκες;
- Το ίδιο το συνέδριο του ΜέΡΑ25 αντιλαμβάνεται εμμέσως αυτή την αντίφασή του και την ανάγκη για πολιτικό έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας και άλλο (κρυπτο)νόμισμα καθώς διαπιστώνει πως το νέο μανιφέστο «Πρέπει να βρει το κουράγιο να προτείνει κεντρική Τράπεζα ελεγχόμενη από ΔΙΑΣΚΕΠ (διαβουλευτικό συμβούλιο κληρωτών και εκλεγμένων πολιτών) ώστε να προσφέρει δωρεάν τραπεζικό λογαριασμό και δωρεάν συναλλαγές σε κάθε πολίτη, να εκδίδει δημόσιο κρυπτονόμισμα εκ μέρους όλων και, έτσι, με πλήρη διαφάνεια να μπορεί να μοιράζει βασικό εισόδημα σε κάθε πολίτη.»
Δυστυχώς, αλλά ίσως αναμενόμενα, το πρόγραμμα του ΜέΡΑ25 είναι πίσω από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ το 2012 για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, στο οποίο αναφερόταν ότι «Σημαντικό εργαλείο για τη νέα πορεία είναι ένα αναμορφωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα με τράπεζες δημόσιας ιδιοκτησίας…Το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί και πρέπει να γίνει δημόσιο και να αναμορφωθεί εκ βάθρων σε ένα νέο σύστημα τραπεζών, με δημοκρατική και διαφανή διοίκηση και διαχείριση με συμμετοχή και ισχυρά ελεγκτικά δικαιώματα των εργαζομένων. Αυτό εννοούμε με το σύνθημα: Εθνικοποίηση-Κοινωνικοποίηση των Τραπεζών.»
Είναι πίσω ακόμα και από το κουτσουρεμένο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης το 2014 που μιλούσε για “δημόσιες τράπεζες ειδικού σκοπού.”
Για τα καθήκοντα της Μαχόμενης Αριστεράς
Η δική μας* Αριστερά δεν μπορεί όμως να μένει στο να κάνει κριτική στο πρόγραμμα “Δήμητρα” ή σε άλλες αντίστοιχες προτάσεις, ούτε απλώς να υπερασπίζεται την ανάγκη ρηξιακών πολιτικών απέναντι στην αστική προπαγάνδα.
Εδώ έρχεται και η σημασία του τρόπου που απαντάμε για το “αν θα κλείσουν τις τράπεζες”. Δεν έχει πολύ νόημα το blame game, ο κόσμος το ξέρει ότι η ΕΚΤ μας οδήγησε στο κλείσιμο των τραπεζών “ανήθικα”, αυτή είναι η ηθική της. Ξέρει όμως επίσης ότι θα πάει να το ξανακάνει, άρα για να πειστεί, τον ενδιαφέρει πώς θα το αντιμετωπίσουμε.
Χρειάζεται, με δεδομένη την ανάγκη για δημόσιες τράπεζες, και πολιτικό έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος άρα και αποκοπή από το σύστημα της ευρωζώνης, να προσπαθήσει να απαντήσει συλλογικά μια σειρά ερωτημάτων που προκύπτουν για ένα τέτοιο μεταβατικό πρόγραμμα. Τα παρακάτω είναι μερικά μόνο:
- Το ερώτημα της χρήσης του ευρώ ως δικού σου νομίσματος και για ποιο διάστημα; Υπό την έννοια ότι με την αποκοπή των τραπεζών μας από το σύστημα του ευρώ, ακόμα και εάν δεν επιλέξουμε την αλλαγή νομίσματος, η ΕΚΤ θα σταματήσει να επιτρέπει την πρόσβαση σε διατραπεζικές συναλλαγές σε ευρώ. (Το δημόσιο θα έχει και κάποια αποθέματα σε χαρτονομίσματα ευρώ αλλά πολύ περιορισμένα προφανώς) Η συνθήκη που το Εκουαδόρ υιοθέτησε το δολάριο ως νόμισμα ασκώντας δικές του πολιτικές -διαφορετικές αναλόγως περιόδου-, είναι εντελώς διαφορετική, καθώς δεν έγινε σε συνθήκες ρήξης από νομισματική ένωση
- Πέραν των μηχανισμών δημιουργίας δικού σου νομίσματος -που το βασικό στην εποχή των ηλεκτρονικών πληρωμών δεν είναι η “εκτύπωση”- ποιοι είναι οι άλλοι μηχανισμοί που χρειάζονται για να ελέγχεις τον έλεγχο της κυκλοφορίας του χρήματος μέσα στη χώρα αλλά και από και προς αυτή (όπως το κάνει σήμερα η ΤτΕ;)
- Εφόσον υπάρχει αντικειμενικά μετάβαση σε άλλο νόμισμα, τι γίνεται με την κυκλοφορία του υπάρχοντος ευρώ ως παράλληλου νομίσματος σε χαρτονομίσματα στη χώρα; (ειδικά σε μία χώρα σαν την Ελλάδα που υπάρχουν πολλά “μαύρα λεφτά” και αρκετά από αυτά σε ρευστό). Πώς μαζεύει το δημόσιο τα ευρώ που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια για να τα μετατρέψει σε άλλο νόμισμα, και ταυτόχρονα να τα χρησιμοποιήσει ως εξωτερικό συνάλλαγμα;
- Η ίδια η άνοδος της επιρροής πολιτικών δυνάμεων της ρήξης θα οδηγήσει σε εκροή χρημάτων στο εξωτερικό, πριν αυτές πάρουν την εξουσία, όπως έγινε και το 2015. Τι πολιτικά μέτρα μπορεί και χρειάζεται να παρθούν ώστε να μειωθεί η έκταση του φαινομένου; (Ακόμα και με εξαγγελίες από τη θέση της αντιπολίτευσης, πχ ότι όσοι βγάζουν σήμερα έξω τα λεφτά τους θα πληρώσουν έξτρα φόρο για να τα ξαναφέρουν)
- Τι πολιτικές χρειάζεται να ακολουθηθούν απέναντι σε μια υποτίμηση (λόγω και της πολιτικής έντασης, επιθετικής πολιτικής από την ευρωζώνη, ισοζυγίου συναλλαγών κλπ) ενός νέου νομίσματος; Νομίζω ότι σε αυτό το ερώτημα είναι χρήσιμη η συμβολή των Η. Ιωακείμογλου – Π. Κοσμά για την “κόκκινη υποτίμηση” στο περιοδικό “Κόκκινο” πριν κάποια χρόνια, που προτείνουν μέτρα για τη λείανση των επιπτώσεων στις εργαζόμενες τάξεις (πέραν της ΑΤΑ κλπ). Να μην ξεχνάμε εδώ ότι τα τελευταία 2 χρόνια έχουμε υποστεί πάνω από 12% γενική μείωση της αγοραστικής δύναμης (από τον πληθωρισμό) και στα βασικά αγαθά (τρόφιμα κλπ) είναι σημαντικά μεγαλύτερη.
- Πόσες και τι είδους τράπεζες χρειαζόμαστε; Για παράδειγμα, χρειάζεται ξεχωριστή αγροτική τράπεζα;
Προφανώς, στα σημερινά δεδομένα, μπορούμε να απαντήσουμε μόνο τους βασικούς άξονες και πλευρές ενός τέτοιου προγράμματος, καθώς
α) σχετικά πλήρως μπορεί να τα απαντήσει μόνο ένας μαζικός πολιτικός φορέας των εργαζόμενων τάξεων.
β) κάθε σχέδιο τροποποιείται όταν έρχεται σε σύγκρουση με τον αντίπαλο.
Αυτά όμως δεν είναι δικαιολογία για να μένει ένα μεταβατικό πρόγραμμα σε συνθήματα.
Ένα σοβαρό έλλειμμα
Δυστυχώς, και προσεγγίσεις που επιχείρησαν να αντιμετωπίσουν αυτά τα ερωτήματα πιο μεθοδικά, όπως του Θ. Μαριόλη, έχουν ορισμένες παραδοχές που δεν λαμβάνουν υπόψη την ένταση της σύγκρουσης και την εμπειρία του 2015, όταν θεωρούν πιθανό να γίνει διαπραγμάτευση που θα επιτρέψει την παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες από την ΕΚΤ ως την αλλαγή νομίσματος. Αυτό ίσως να μπορούσε να συμβεί σε ένα αστικό σχέδιο, ένα σχέδιο ανατροπής αποκλείεται να έχει τέτοιες διευκολύνσεις, Αντίθετα θα υποστεί οικονομικό πόλεμο. Επιπλέον, υποτιμούν ότι οι ταξικοί αγώνες -όπως πάντα- θα έχουν καθοριστικό ρόλο στο πού θα καταλήξει το εισόδημα από το παραγόμενο προϊόν, και άρα δεν γίνεται να βασιζόμαστε στην εκτίμηση ότι λόγω της αύξησης του βαθμού απασχόλησης του κεφαλαίου, μπορεί να αυξηθούν και οι πραγματικοί μισθοί και το μέσο ποσοστό κέρδους, ταυτόχρονα.
*Ποια είναι η “δική μας” Αριστερά;
Ως δική μας αριστερά εδώ ορίζω την αριστερά που
α) οριοθετείται απέναντι σε λογικές άνευ όρων κοινοβουλευτισμού και
β) αντιλαμβάνεται την ανάγκη συγκρότησης σοβαρού μεταβατικού προγράμματος στην κατεύθυνση της ρήξης αυτής. Γιατί υπάρχει και η λογική που έχει πρόγραμμα για το πώς θα λειτουργούμε στο σοσιαλισμό, αλλά όχι πρόγραμμα για το πώς θα φτάσουμε εκεί.
Το μεταβατικό πρόγραμμα δεν είναι όμως απλώς οιονεί κυβερνητικό πρόγραμμα αλλά και πρόγραμμα των αγωνιστικών διεκδικήσεων στο σήμερα: η κρατικοποίηση των σιδηρόδρομων με διαδικασίες ελέγχου από εργαζόμενους και κοινωνία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν περιλαμβάνει μόνο τη συζήτηση για τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα, αλλά και:
- Την ενέργεια
- Τα τρόφιμα
- Την υγεία, τα φάρμακα και το γενικότερο υγειονομικό υλικό
- Τους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής, και -ακόμα δυσκολότερο- της παραγωγής μέσων παραγωγής.
- Τις τομές και ρήξεις στον κρατικό μηχανισμό που απαιτούνται για να είναι όσο λιγότερα τα εμπόδια σε μια πορεία άλλου τρόπου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης
Περιγράφω αυτά ως ερωτήματα, γιατί σε άλλους τομείς υπάρχουν περισσότερες απαντήσεις για το τι χρειαζόμαστε· πχ, για να δοθεί μεγαλύτερη ισχύς και εισοδήματα στις εργαζόμενες τάξεις (από τις συλλογικές συμβάσεις και την άνοδο των μισθών μέχρι τις εξουσίες στην παραγωγή). Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα είναι και εύκολο να γίνουν. Ούτε ότι είναι λιγότερο σημαντικά.
Αυτή η προσπάθεια έπρεπε να έχει γίνει το 2015-2019, δεν έγινε γιατί δυστυχώς δεν υπήρχαν οι πολιτικοί φορείς με την βούληση να την κάνουν πραγματικά, αν και θα μπορούσαν. Εντός της τότε ΛΑΕ άνοιξε ένας σοβαρός διάλογος πάνω σε αυτά τα ερωτήματα.
Πλέον έχουν συγκροτηθεί (ή συγκροτούνται) νέες πολιτικές οργανώσεις, και έχει αποκρυσταλλωθεί σε σημαντικό βαθμό ο πολιτικός χώρος που μπορεί να κάνει αυτή τη συζήτηση. Θα χρειαστεί επομένως να γίνει προτεραιότητα το επόμενο διάστημα, ώστε να μπορέσει να αποτελέσει βάση για μια πειστική εναλλακτική για τις εργαζόμενες τάξεις στο ορατό μέλλον.